Από τις εργασίες του καταστατικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ |
Από τη μια πλευρά οι θέσεις της πλειοψηφίας (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ-ΑΠ), με τις οποίες επιβεβαιώνονταν ο προσανατολισμός της συναίνεσης και της υποταγής στις απαιτήσεις του κεφαλαίου και των πολιτικών του εκπροσώπων, η αποδοχή της «ευρωπαϊκής πορείας» και του «ανήκομεν εις την ...ΣΕΣ», η απόρριψη κάθε ταξικής αντίληψης για το ρόλο των συνδικάτων.
Από την άλλη οι θέσεις του ΠΑΜΕ, τα στελέχη του οποίου υπογράμμισαν ότι ο προσανατολισμός αυτός είναι ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης, ότι αυτή η γραμμή της πλειοψηφίας ευθύνεται πρωταρχικά για τα προβλήματα του συνδικαλιστικού κινήματος και ότι αυτή η γραμμή πρέπει να ηττηθεί και ιδεολογικά και οργανωτικά.
Εξηγείται, λοιπόν, γιατί από κοινού τα στελέχη της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και της «Αυτόνομης Παρέμβασης», που ανέβηκαν στο βήμα, το ένα μετά το άλλο, εστίασαν την κριτική τους στις θέσεις και στις παρεμβάσεις του ΠΑΜΕ. Οπως είναι εξηγήσιμο το γεγονός ότι η επίθεσή τους, είτε αφορούσε στις αλλαγές στο καταστατικό, είτε στα οργανωτικά θέματα, είτε στον ίδιο τον προσανατολισμό των συνδικάτων, άρχιζε και τέλειωνε με το ΠΑΜΕ. Λες και μέσα στην αίθουσα του συνεδρίου υπήρχαν δύο μόνον παρατάξεις.
Και όπως ήταν επόμενο, οι ταξικές δυνάμεις αξιοποίησαν το βήμα του συνεδρίου, για να ξεκαθαρίσουν το χαρακτήρα αυτής της αντιπαράθεσης, να υπερασπιστούν τον ταξικό και ιστορικά καταξιωμένο ρόλο των συνδικάτων, αλλά και να μην επιτρέψουν «αλλαγές» που θα τα καθιστούσαν και καταστατικά «συνέταιρο» του κεφαλαίου και της εργοδοσίας, υποτακτικό παραπαίδι της ΣΕΣ και των εντολών της Κομισιόν.
Ετσι, η μάχη που δόθηκε, π.χ., για την ονομασία της ΓΣΕΕ, ή την ίδρυση περιφερειακών οργανώσεων, δεν είναι κάποια διαμάχη για τους «όρους», αλλά αντανακλά ουσιαστικές και βαθιές διαφωνίες για το «τι συνδικάτα έχει ανάγκη η εργατική τάξη», για το πώς και «ενάντια σε ποιον αντίπαλο» πρέπει να ενωθεί η εργατική τάξη.
Η αποφασιστική παρέμβαση των ταξικών δυνάμεων απέτρεψε την αλλαγή της λέξης «εργατών» από το «εργαζομένων» στην ονομασία της Συνομοσπονδίας, αλλά και άλλες οργανωτικές απόπειρες, που στόχο έχουν να ενισχύσουν το μηχανισμό ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης, που θα δυσκόλευαν ακόμα περισσότερο τους αγώνες και τις διεκδικήσεις των συνδικάτων.
Μια ενσωμάτωση που χαρακτηριστικά εκφράστηκε και από τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ, Χρ. Πολυζωγόπουλο, με την έκκληση το συνδικαλιστικό κίνημα να απαντήσει «ναι» στη στρατηγική της ανταγωνιστικότητας. «Υπό αυτό το πρίσμα - συνέχισε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ - τα συνδικάτα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη απαιτείται να διεκδικήσουν ότι ο πυρήνας της οικονομικής και πολιτικής ζωής θα πρέπει να επικεντρωθεί στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας...».
Ολα τα υπόλοιπα περί «ισορροπίας» ανάμεσα στην αύξηση του εισοδήματος, της απασχόλησης και της μείωσης του χρόνου εργασίας, είναι νοηματικές ακροβασίες για να αποκρύψουν το γεγονός ότι η πλειοψηφία είναι αυτή που υπογράφει Συμβάσεις μείωσης του εισοδήματος, στηρίζει νόμους που καταστρέφουν τη σταθερή εργασία, ταυτίζεται με μια πολιτική που εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να εργάζονται - όταν έχουν δουλιά - περισσότερες ώρες για να καλύψουν τις στοιχειώδεις οικογενειακές ανάγκες.
Αξιος «δεξιός ψάλτης» σε αυτή τη συγχορδία της υποταγής αναδείχτηκε ο επικεφαλής της ΔΑΚΕ και γγ της ΓΣΕΕ, Γ. Μανώλης. Ανέλαβε εργολαβικά την προβολή των θέσεων της πλειοψηφίας, πλειοδότησε σε επιθέσεις κατά του ΠΑΜΕ, συμφώνησε με την ΠΑΣΚΕ σε όλες σχεδόν τις καταστατικές και οργανωτικές αλλαγές και συναγωνίστηκε με τους άλλους στον «ευρωπαϊκό προσανατολισμό», λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η πορεία μας καθορίζεται από τα ευρωπαϊκά πράγματα. Πρέπει να προσαρμοστούμε και όχι να σηκώνουμε αγωνιστική σημαία»..!
Μια «αγωνιστική σημαία» που μόνο φραστικά και για λόγους τακτικής - να μην ξεμπροστιαζόμαστε και στα μάτια του κόσμου - επικαλούνται και οι εκπρόσωποι της «Αυτόνομης Παρέμβασης». Οταν την ίδια στιγμή - όπως ο Α. Καλύβης - πρωτοστατούν σε επιθέσεις κατά του ταξικού κινήματος (μονότονες και φτηνές επιθέσεις κατά των οικοδόμων), υπερθεματίζουν υπέρ της ΟΝΕ και της ΕΕ και θεωρούν ακόμα και τη ΣΕΣ, την πέμπτη φάλαγγα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, «αγωνιστική», αφού, όπως είπε, «Η ΣΕΣ κάνει και κινητοποιήσεις...»!
Απαντώντας σε όλη αυτή τη φιλολογία περί «κρίσης» ο Γιώργος Μαυρίκος (εκτενή αποσπάσματα της ομιλίας του δημοσιεύτηκαν στον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη») υπογράμμισε: «Πράγματι υπάρχουν προβλήματα. Ομως ποιο είναι το βασικό; Η πραγματική κρίση είναι κρίση γραμμής, κρίση προσανατολισμού. Αυτό είναι το ουσιαστικό ζήτημα». Μόνον αλλάζοντας τον προσανατολισμό - συνέχισε -«μπορεί να ξεχειλίσει το ποτήρι», να δημιουργηθεί μια νέα ποιότητα. Κάτω απ' αυτό το πρίσμα, σημείωσε, θα πρέπει να ιδωθούν και τα υπόλοιπα προβλήματα είτε της μαζικοποίησης, είτε της συμμετοχής. Και αφού παρουσίασε τις προτάσεις του ΠΑΜΕ κατέληξε: Το ερώτημα που μπαίνει είναι τι συνδικάτα θέλουμε: Θα είναι τα συνδικάτα όπως επιδιώκει η πλειοψηφία, «ένας αδιαπέραστος γραφειοκρατικός μηχανισμός», που «θα εναρμονίζεται με τις Βρυξέλλες και τη ΣΕΣ», που θα «είναι σάκος του μποξ για να ασκείται ο ΣΕΒ», ή θα είναι «κυματοθραύστης» απέναντι στις επιθέσεις του κεφαλαίου και αποκούμπι των εργαζομένων;