«Οταν έβγαζαν τις μανάδες μας και τις αδερφές μας και τις γυναίκες μας και τις κόρες μας από το σπίτι για να κατακτήσουν την αγορά εργασίας, το είχαμε περάσει για απελευθέρωση της γυναίκας. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πως προορίζονταν για την πουτανιά της μισθωτής δουλείας. Οταν έβγαζαν τους γέρους μας και τις γριές μας στη σύνταξη, το είχαμε περάσει για τιμητική διάκριση για όσα προσέφεραν στην κοινωνία. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πως κάποτε θα τους ξυλοφόρτωναν στο Σύνταγμα. Οταν έβγαζαν τα παιδιά μας το σχολείο, το είχαμε περάσει για πρόοδο σε ένα καλύτερο αύριο. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πως θα τα βρίσκαμε είτε στις ουρές του Ταμείου Ανεργίας είτε με μια βελόνα στη φλέβα στην πλατεία.
Εχων σώας τας φρένας (;) και διατελών εν γνώσει των συνεπειών του νόμου, καταγγέλλω τις ανωτέρω έκνομες και τρομοκρατικές πράξεις και τίθεμαι στη διάθεση των αρμόδιων διωκτικών αρχών, προκειμένου να καταδώσω - γνωρίζω πρόσωπα και πράγματα - τους υπεύθυνους τρομοκράτες (δωρεάν). Ο καταδότης...».
Του Ρούσσου Βρανά από τη χτεσινή «στήλη άλατος».