Η «απελευθέρωση» της ταχυδρομικής αγοράς στην ΕΕ θεσμοθετήθηκε με σειρά Οδηγιών (97/67/ΕΚ, 2002/39/ΕΚ, 2008/6/ΕΚ κ.ά.) που προβλέπουν τη σταδιακή άρση του κρατικού μονοπωλίου και το άνοιγμα στον ανταγωνισμό. Ο στόχος ήταν ξεκάθαρος από την αρχή: Να διαμορφωθούν προϋποθέσεις για νέο κύκλο κερδοφορίας από την επένδυση κεφαλαίων σε νέους τομείς - και μάλιστα στρατηγικής σημασίας. Οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών ενσωμάτωσαν τις κατευθύνσεις και Οδηγίες στο εθνικό τους Δίκαιο, κοροϊδεύοντας τον λαό ότι έτσι θα βελτιωθεί η αποδοτικότητα και θα μειωθεί το κόστος των ταχυδρομικών υπηρεσιών.
Η πραγματικότητα βέβαια επιβεβαίωσε το ακριβώς αντίθετο, όπως μόνο το ΚΚΕ προειδοποιούσε από την πρώτη στιγμή. Σε μια πορεία οι πρώην κρατικές δημόσιες υπηρεσίες - που μετατράπηκαν κι αυτές σε Ανώνυμες Εταιρείες (ΑΕ) - προσανατολίστηκαν στις πιο κερδοφόρες δραστηριότητες, όπως η διακίνηση εμπορευμάτων, δεμάτων και εταιρικών αποστολών, περιορίζοντας ή κλείνοντας υπηρεσίες και υποδομές, με κριτήριο το «κόστος - όφελος». Παράλληλα, ένα σαρωτικό κύμα αντεργατικών ανατροπών παρέσυρε τα πάντα στον κλάδο.
Το ίδιο συνέβη βέβαια και σε άλλες χώρες της ΕΕ, με τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα να πληρώνουν ακριβά τον λογαριασμό της «απελευθέρωσης», με απολύσεις, κλείσιμο καταστημάτων, ακριβότερες υπηρεσίες κ.λπ. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, η La Poste μετατράπηκε σε ΑΕ το 2010, με το κράτος να παραμένει κύριος μέτοχος. Ιδιαίτερα μετά το 2019 η εταιρεία επιτάχυνε τη στρατηγική «εξορθολογισμού» και μείωσης του κόστους, με κλείσιμο ή συγχώνευση δεκάδων τοπικών γραφείων και αναδιάρθρωση του προσωπικού.
Η La Poste διατηρεί σήμερα μερικές χιλιάδες καταστήματα, όμως η παρουσία της σε πολλές αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές περιορίζεται πλέον σε κινητές μονάδες ή συνεργασίες με δήμους, γεγονός που δυσκολεύει την καθολική πρόσβαση στις ταχυδρομικές υπηρεσίες. Τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν υποστελέχωση, εντατικοποίηση και «ευελιξία». Στο σχέδιο «La Poste 2030» η διοίκηση θέτει ως στόχο την «απλοποίηση της δομής» και τη «βελτίωση της αποδοτικότητας», με κριτήριο τη μεγαλύτερη κερδοφορία.
Ομοίως στη Γερμανία η Deutsche Post/DHL μετατράπηκε σταδιακά από κρατική ταχυδρομική υπηρεσία σε μεγάλο εμπορικό όμιλο logistics, κερδίζοντας σημαντικά από την έκρηξη του ηλεκτρονικού εμπορίου και την αύξηση των δεμάτων. Τα ετήσια στοιχεία δείχνουν υψηλή κερδοφορία, αποτέλεσμα και της διαρκούς αναδιάρθρωσης του ομίλου με νέα αντεργατικά - αντιλαϊκά εργαλεία: Επέκταση των εργολαβιών, προσωρινή απασχόληση, ανάθεση εργασιών σε τρίτους.
Αυτή η πολιτική προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Το συνδικάτο ver.di οργάνωσε απεργιακές κινητοποιήσεις το 2022 - 2023 για αυξήσεις και προστασία των θέσεων εργασίας, πετυχαίνοντας κάποιους προσωρινούς συμβιβασμούς με κράτος και διοίκηση. Οπως στην Ελλάδα, όμως, έτσι και στη Γερμανία, παρά τα «μπρος - πίσω» για τη διαχείριση των αντιδράσεων, η ανασυγκρότηση στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» προχωρά κανονικά, με τα γερμανικά ταχυδρομεία να σχεδιάζουν - σύμφωνα με δημοσιεύματα - την περικοπή περίπου 8.000 θέσεων μέχρι το τέλος του 2025, ως μέρος ενός προγράμματος «εξοικονόμησης κόστους».
Στην Ιταλία η Poste Italiane μετατράπηκε σε ΑΕ το 1998, με κύριο μέτοχο το κράτος. Ολα αυτά τα χρόνια, η εταιρεία έχει προχωρήσει σε συστηματική αναδιάρθρωση και «εξορθολογισμό» προς αύξηση των κερδών, με μείωση του προσωπικού πλήρους απασχόλησης (από 119.000 το 2023 σε περίπου 113.000 μέχρι το 2028), μετατροπή χιλιάδων ταχυδρομικών καταστημάτων σε ψηφιακά ή «πολυλειτουργικά» κέντρα, ενίσχυση της ελαστικής και προσωρινής εργασίας σε βάρος της πλήρους και σταθερής δουλειάς.
Τα συνδικάτα SLC CGIL και UIL Poste καταγγέλλουν τη γενικευμένη εντατικοποίηση της εργασίας, τις υπερωρίες χωρίς αμοιβή και το καθεστώς πίεσης των εργαζομένων, ενώ οι κινητοποιήσεις τους - όπως η απεργία του περασμένου Μάρτη - ανέδειξαν συνολικά την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων. Και εδώ η εταιρεία ρίχνει το βάρος στις κερδοφόρες αποστολές δεμάτων και στις εμπορικές μεταφορές, εγκαταλείποντας την παραδοσιακή ταχυδρομική υπηρεσία.
Στην Ισπανία η κρατική ταχυδρομική εταιρεία Correos προχωρά σε αναδιάρθρωση, ενισχύοντας την κερδοφόρα μεταφορά δεμάτων και εμπορικών αποστολών. Το «Στρατηγικό Σχέδιο 2024 - 2028» προβλέπει αύξηση της συνεισφοράς των δεμάτων στα έσοδα από 24% σε 35% και μείωση του παραδοσιακού ταχυδρομικού τμήματος στο 49%. Στο πλαίσιο αυτό κλείνουν 36 κέντρα διανομής, περίπου 800 εργαζόμενοι αναγκάζονται σε μετακίνηση, ενώ δεκάδες καταστήματα σε πόλεις και χωριά εκτός μεγάλων αστικών κέντρων συγχωνεύονται ή κλείνουν.
Τα συνδικάτα καταγγέλλουν υποστελέχωση, εντατικοποίηση και σωρεία καθυστερημένων επιστολών και δεμάτων, ιδιαίτερα σε αγροτικές και τουριστικές περιοχές. Η διοίκηση ενισχύει τις ελαστικές και προσωρινές συμβάσεις, μειώνει τις μόνιμες θέσεις και εντατικοποιεί διαρκώς τη δουλειά.
Στη Δανία, τέλος, η κρατική PostNord ανακοίνωσε ότι θα τερματίσει πλήρως την παράδοση επιστολών στις 30/12/2025, προχωρώντας σε απολύσεις περίπου 1.500 υπαλλήλων (1/3 του προσωπικού) και στην απομάκρυνση περίπου 1.500 από τα παλιά ταχυδρομικά κουτιά μέχρι το τέλος του έτους, επικαλούμενη την πτώση της διακίνησης επιστολών κατά 90% από το 2000.
Οι εξελίξεις στον «απελευθερωμένο» τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών, όπως και σε κάθε άλλο τομέα, καταρρίπτουν μύθους και είναι κόλαφος για θεωρίες συγκάλυψης και εξωραϊσμού της καταστροφικής για τον λαό πολιτικής του καπιταλιστικού κέρδους. Επιβεβαιώνεται για παράδειγμα ότι δεν υπάρχει «καλή» και «κακή» απελευθέρωση για τον λαό, «νεοφιλελεύθερη» ή «προοδευτική», παρά μόνο «απελευθέρωση» που υπηρετεί τα κέρδη του κεφαλαίου, σε βάρος των λαϊκών αναγκών, ανεξάρτητα από τους ρυθμούς με τους οποίους ξεδιπλώνεται και τους ελιγμούς που κάνουν οι κυβερνήσεις κάθε εκδοχής.
Επιβεβαιώνεται επίσης ότι οι συνέπειες δεν είναι μικρότερες για τον λαό εκεί που το κράτος διατηρεί την πλήρη ιδιοκτησία ή τη μετοχική πλειοψηφία των ταχυδρομικών εταιρειών. Το κρίσιμο είναι και εδώ η λειτουργία τους με κριτήριο το μεγαλύτερο κέρδος, ανεξάρτητα από το αν η ιδιοκτησία ανήκει σε ιδιωτικές εταιρείες ή στο αστικό κράτος. Τις ίδιες άθλιες εργασιακές σχέσεις αξιοποιούν κράτος και ιδιώτες, στις ίδιες ανταγωνιστικές υπηρεσίες αναζητούν το κέρδος, τα ίδια εργαλεία αύξησης της παραγωγικότητας και έντασης της εκμετάλλευσης χρησιμοποιούν.
Τέλος, για όσους προσπαθούν να παρουσιάσουν την εξέλιξη της τεχνολογίας και το ξεπέρασμα παραδοσιακών τρόπων επικοινωνίας (έγχαρτη αλληλογραφία) ως τις αιτίες που οδηγούν σε μαρασμό των ταχυδρομείων με τη μορφή που τα ξέραμε και κάνουν αναγκαία την «αναδιάρθρωσή» τους, η απάντηση βρίσκεται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που προπαγανδίζει η αστική πολιτική σε όλες τις εκδοχές της για να δικαιολογήσει τις συνέπειες της «απελευθέρωσης».
Η εξέλιξη με τα ΕΛΤΑ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς η τεχνολογία ενσωματώνεται στη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας σε βάρος των πραγματικών λαϊκών αναγκών, επειδή κριτήριο είναι το κυνήγι του μεγαλύτερου κέρδους. Το ξεπερασμένο δεν είναι σήμερα τα ΕΛΤΑ, αλλά ο καπιταλισμός και η οικονομία του κέρδους, που συνθλίβει κάθε λαϊκή ανάγκη.
Γι' αυτό προβάλλει σήμερα επιτακτικά η ανάγκη να διευρύνεται ο ορίζοντας του αγώνα των εργαζομένων και του λαού ενάντια στα λουκέτα, στην υποχρηματοδότηση και τις απολύσεις, σε σύγκρουση με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της κερδοφορίας του. Η διασφάλιση ενός καθολικού, δημόσιου και αξιόπιστου ταχυδρομικού δικτύου, που θα ενσωματώνει όλες τις εξελίξεις της τεχνολογίας στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών, με σταθερή και μόνιμη δουλειά για όλους τους εργαζόμενους, προϋποθέτει ένα άλλο, ανώτερο επίπεδο οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό!