Στις Θέσεις αναφέρεται : «(...) χρειαζόμαστε πιο βαθιά και ανώτερη επαναστατική συγκρότηση των οργανωμένων δυνάμεων του Κόμματος και της Νεολαίας του (...)».
Εχουν γίνει σημαντικά βήματα στη βελτίωση του γενικότερου επιπέδου αντίληψης και προβληματισμού του κομματικού δυναμικού γι' αυτό το ζήτημα. Είναι ένα πρώτο και αναγκαίο βήμα, όχι όμως ικανό. Θα ήθελα να σταθώ λοιπόν σε ορισμένες πλευρές της δουλειάς μας που αφορούν στις προσπάθειες κατάκτησης του παραπάνω.
Ειδικά, σε πλευρές της λειτουργίας των Τομεακών Γραφείων ως επιτελείων μάχης και οργάνωσης της δουλειάς, ως κρίσιμων κρίκων στην επεξεργασία και εξειδίκευση των πιο γενικών κατευθύνσεων, με σκοπό αυτές να αποκτήσουν συγκεκριμένο περιεχόμενο και μορφή, που θα βοηθήσουν τις κομματικές δυνάμεις στον χώρο τους να μπουν μπροστά και να ανοίξουν δρόμο με τη στρατηγική μας.
Συνεχίζουμε να ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ατολμία στη διαμόρφωση επιθετικού, συνεκτικού δικού μας σχεδίου για κρίσιμα μέτωπα πάλης σε εδαφικό επίπεδο, όπως η Παιδεία, η Υγεία, η λαϊκή στέγη. Δεν υπάρχει αυτοπεποίθηση ότι ξέρουμε συγκεκριμένα τι λέμε, τι κάνουμε και πώς. Ενας λόγος είναι ότι αφιερώνουμε πολύ λίγο χρόνο στη μελέτη και στη συλλογική δουλειά ύστερα από αυτή για να διαμορφώσουμε και να εξειδικεύσουμε θέσεις, διεκδικήσεις, ιεραρχήσεις με βάση το Πρόγραμμα και τις θέσεις μας, να σκεφτούμε κατάλληλες μορφές και μεθόδους, να αξιοποιήσουμε δημιουργικά την όποια συλλογική πείρα, να επιδιώξουμε διατομεακή συνεργασία, να πάρουμε γνώμη από τις ΚΟΒ. Η μη λειτουργία των βοηθητικών επιτροπών στις Τομεακές αποτελεί σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα σε αυτήν την προσπάθεια, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνεται η ευθύνη αποκλειστικά στον Γραμματέα και σε συγκεκριμένα μέλη του οργάνου. Δεν υπάρχει επίσης η σιγουριά ότι ακόμα κι αν καταλήξουμε σε ένα τέτοιο σχέδιο μπορούμε αποτελεσματικά να κινητοποιήσουμε τις δυνάμεις μας για να πετύχει, να ανοίξουμε δρόμους. Περιορίζουμε τη σκέψη μας. Βλέπουμε κυρίως προβλήματα και λίγες δυνατότητες. Δύσκολα θεωρούμε ότι οι γενικές εκτιμήσεις του Κόμματος για την εξέλιξη διεργασιών στην εργατική - λαϊκή συνείδηση αφορούν τον δικό μας χώρο και μπορεί να εκφραστούν κάτω από την παρέμβασή μας. Γιατί όμως;
Για να απαντήσουμε πρέπει να θέσουμε και ένα άλλο ερώτημα: Εχουμε στραμμένο το βλέμμα στο σύνολο του κομματικού δυναμικού; Είναι μια πραγματικότητα ότι πολύ εύκολα βγάζουμε εκτός της καθημερινής δουλειάς της Οργάνωσης ένα σημαντικό κομμάτι του δυναμικού μας, με την ευθύνη να είναι κυρίως καθοδηγητική. Οι κακές ατομικές κομματικές «συνήθειες» δεν είναι ατομική υπόθεση κάποιων κομματικών μελών, αλλά ζήτημα ουσιαστικής σταθερής βελτίωσης της συλλογικής λειτουργίας και των καθοδηγητικών μέτρων στήριξης και βοήθειας που δίνουν τα κομματικά όργανα με επίκεντρο το μέλος.
Η μη συνειδητοποίηση του παραπάνω εκφράζεται και στον ελλιπή έλεγχο της δουλειάς μας, στη μη σταθερή επιθεώρηση των δυνάμεών μας. Δεν ελέγχουμε συχνά τα πιο απλά: Πόσοι συμμετείχαν σε μια εκδήλωση, μια διαδήλωση, μια κινητοποίηση. Ακόμη σπανιότερα απαντάμε στα ερωτήματα: Τι δυσκόλεψε τους συντρόφους μας να μπουν στη μάχη; Πώς τους καθοδηγήσαμε; Τι στόχους θέσαμε και τι πετύχαμε; Τι διαπάλη αναπτύχθηκε; Η έλλειψη τέτοιας συζήτησης στις συνεδριάσεις του Τομεακού Γραφείου δημιουργεί χαλαρότητα, κρατά χαμηλά τον πήχη της απαίτησης, αφήνει να αναπτύσσονται σοβαρά προβλήματα στην ίδια τη σχέση του μέλους με το Κόμμα, αλλά και στα χαρακτηριστικά που διαμορφώνει, χωρίς παράλληλα να παίρνονται έγκαιρα μέτρα αντιμετώπισης. Αντικειμενικά οδηγεί σε έλλειψη μαχητικότητας ή και αποστράτευση. Ταυτόχρονα παγιώνει ως αντίληψη στο στελεχικό δυναμικό ότι ένα κομμάτι μελών δεν είναι «για πολλά». Διαμορφώνει συνθήκες έλλειψης εμπιστοσύνης προς τις δυνατότητες της Οργάνωσης. Οδηγεί στελέχη να έχουν δισταγμό να διαμορφώσουμε ένα πιο τολμηρό σχέδιο για την ΚΟΒ τους.
Χρειάζεται να μας απασχολήσει το επίπεδο της καθοδηγητικής δουλειάς και ειδικά η ποιότητα και η συχνότητά της. Ενα παράδειγμα: Σε κάθε εκλογοαπολογιστική διαδικασία έρχονται διάφορα ζητήματα στην επιφάνεια τα οποία προφανώς υπάρχουν και απασχολούν όλο τον χρόνο, όπως είναι η έντονη πίεση από τους όρους ζωής, η απογοήτευση για τον περίγυρο, η πίεση από τη διαπάλη, η λειψή κατανόηση της πολιτικής μας κ.ο.κ. Αυτά αποτελούν δυνητικούς παράγοντες αποστράτευσης και σίγουρα μειωμένης συμμετοχής στην κομματική ζωή, και δίνουν εξήγηση σε πολλά «άλυτα» ερωτήματα που απασχολούν τα καθοδηγητικά όργανα.
Στην πραγματικότητα η πίεση μέσα στην καθημερινότητα της καπιταλιστικής ζωής είναι τόσο πολυποίκιλη που όσο η καθοδηγητική βοήθεια, η κομματική ζωή, η δράση μας περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία, τόσο θα μεγαλώνει το χάσμα ανάμεσα στην τυπική και στην ουσιαστική συμφωνία με τους σκοπούς του Κόμματος, με την έμπρακτη υλοποίηση των καθημερινών μας καθηκόντων. Γι' αυτό πρέπει να εξασφαλίζουμε σταθερά εξειδικευμένη - εξατομικευμένη - διεισδυτική καθοδήγηση, που δίνει βοήθεια με βάση το κατακτημένο ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο κάθε συντρόφου, που παίρνει υπόψη την ιδεολογικοπολιτική αφετηρία των νέων συντρόφων, τους όρους ζωής, τον συγκεκριμένο τρόπο συμβολής στο κομματικό σχέδιο και επιδιώκει να ανοίξει δρόμους και δυνατότητες που ατομικά ο κάθε σύντροφος ξεχωριστά δεν βλέπει. Μόνο σε αυτήν τη βάση μπορεί να γίνει και το σχέδιο της ΚΟΒ περισσότερο αποτελεσματικό, η συνεδρίασή της να αναβαθμιστεί και να γίνει πιο ουσιαστική.
Σε αυτό το ζήτημα κρίκος είναι η βοήθεια προς το Γραφείο της ΚΟΒ. Αναφέρεται στις Θέσεις ότι είναι πρόβλημα ότι η δουλειά συνεχίζει να οργανώνεται «από τα πάνω». Μπορούμε να αναβαθμίσουμε τη συλλογική επεξεργασία θεμάτων στο επίπεδο των ΤΓ, προκειμένου να δοθούν μεγαλύτερη στήριξη και εφόδια στα Γραφεία των ΚΟΒ για να εξειδικεύσουν τη δουλειά στον χώρο τους. Να αναβαθμίσουμε ουσιαστικά την ιδεολογικοπολιτική στήριξη για να ανέβει η ποιότητα ουσιαστικής συλλογικής συζήτησης, βασισμένης στη συνεργασία και στη λήψη γνώμης από τα πριν, στην οργάνωση καλής συνεδρίασης της ΚΟΒ, στο ξεκαθάρισμα στόχων και ιεραρχήσεων που έχουμε, σχεδίου ουσιαστικής ενημέρωσης, συμφωνίας και εμπλοκής οπαδών και ευρύτερου περίγυρου, με σκοπό να κατοχυρώνεται στην πράξη ένα πρωτοπόρο τμήμα γύρω μας. Να βελτιώσουμε τον προσανατολισμό, ότι το ίδιο το σχέδιο της ΚΟΒ είναι το έδαφος πάνω στο οποίο θα στηριχθεί η κομματική οικοδόμηση. Μπορούν να γεννηθούν νέοι κομμουνιστές μέσα από τη δράση με την πολιτική μας και το Πρόγραμμά μας. Ετσι διαμορφώνονται όροι αυτοπεποίθησης στις κομματικές δυνάμεις για να κουβεντιάσουμε με περισσότερους πιο σταθερά με το Πρόγραμμα του Κόμματος, να διευρυνθεί το κομμάτι των κομματικών μελών που συζητά με σκοπό να πείσει για την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Με τέτοια προσαρμογή της δουλειάς μας μπορούμε βάσιμα να ελπίζουμε ότι θα γίνει από περισσότερες ΚΟΒ ουσιαστική ανάληψη της ευθύνης να αποτελούν πραγματικά το Κόμμα στον χώρο τους.