Παρασκευή 31 Οχτώβρη 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
22ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΕΡΩΤΗΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Πώς η στροφή στην πολεμική οικονομία οξύνει τις αντιθέσεις στην κατανομή κοινοτικών κονδυλίων;

Πώς η στροφή στην πολεμική οικονομία οξύνει τις αντιθέσεις στην κατανομή κοινοτικών κονδυλίων;

Γενικά, η στροφή στην πολεμική οικονομία αντανακλά τόσο την καθ' αυτό ανάγκη της αστικής τάξης να προετοιμαστεί για τον επερχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο (παραγωγή όπλων κ.λπ.), όσο και την αξιοποίηση της πολεμικής προετοιμασίας ως πεδίου τοποθέτησης κεφαλαίων, με στόχο την (έστω και προσωρινή) εκτόνωση της υπερσυσσώρευσης. Αυτή η δεύτερη πλευρά είναι σημαντική για να γίνει κατανοητή η όξυνση των αντιθέσεων στην κατανομή των κονδυλίων.

Θυμίζουμε εδώ πως η πολεμική οικονομία δεν περιορίζεται στην παραγωγή όπλων και πυρομαχικών, αλλά αφορά συνολικά στην προσαρμογή της οικονομίας και όλων των λειτουργιών του κράτους στις ανάγκες της πολεμικής προετοιμασίας.

Η στροφή στην πολεμική οικονομία σημαίνει ότι σε μια σειρά από κλάδους - παραγωγή όπλων, μεταφορές, υποδομές κτλ - δημιουργείται μια μεγάλη αγορά με κρατική - ευρωπαϊκή στήριξη (κονδύλια, νομικό πλαίσιο διευκόλυνσης των επενδύσεων κ.τ.λ.) που δίνει διέξοδο κερδοφορίας σε συσσωρευμένα κεφάλαια. Μάλιστα, η πολεμική οικονομία έχει το πλεονέκτημα ενός σχετικά ενδογενούς «προστατευτισμού», αφού οι πολεμικές δαπάνες κατευθύνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό προς τα εγχώρια μονοπώλια, ή σε συμπράξεις τους με μονοπώλια άλλων κρατών.

Ωστόσο, η ανισομετρία των οικονομιών της ΕΕ οδηγεί στην εξής κατάσταση: Ενώ οι δαπάνες για την πολεμική προετοιμασία έχουν έναν χαρακτήρα πανευρωπαϊκό, αφού σε μεγάλο βαθμό αφορούν χρηματοδότηση από την ΕΕ, ο μεγάλος όγκος της παραγωγής πολεμικού εξοπλισμού και άρα ο μεγάλος όγκος κερδοφορίας γίνεται σε εκείνες τις χώρες που έχουν μεγαλύτερη εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα σε πολεμικούς εξοπλισμούς, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία και έως έναν βαθμό η Ισπανία.

Ορισμένα κράτη, όπως και όμιλοι των χωρών της ΕΕ, έχουν οικονομικές σχέσεις με ομίλους άλλων κρατών (π.χ. με ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Τουρκία κ.λπ.) πιέζοντας για συμμετοχή και αυτών στην αγορά εξοπλισμού από τις χώρες της ΕΕ, ενώ καθοριστικό ρόλο για την αγορά εξοπλισμών διαδραματίζει η ταυτόχρονη συμμετοχή των χωρών της ΕΕ στο ΝΑΤΟ και οι σχέσεις τους με τις ΗΠΑ.

Παράλληλα, η διόγκωση των κονδυλίων για την πολεμική προετοιμασία - η «στροφή» όπως λέμε στην πολεμική οικονομία - δεν γίνεται στον αέρα, αλλά προκύπτει μέσα από τη συρρίκνωση άλλων κρατικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων (π.χ. πράσινη ανάπτυξη, αγροτικές επιδοτήσεις) και από την αύξηση των δαπανών της ΕΕ μέσα από τον δανεισμό.

Κατά συνέπεια, οδηγεί σε «ξαναμοίρασμα» της τράπουλας και σε επανακαθορισμό τού τι παίρνει κάθε κλάδος της οικονομίας ως κρατική - ευρωπαϊκή στήριξη, αλλά και του τι «πληρώνει» κάθε αστική τάξη, τι εισπράττει από την πίτα των κονδυλίων της πολεμικής οικονομίας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πολλοί όμιλοι που δραστηριοποιούνταν προηγούμενα σε άλλους «δυναμικούς» κλάδους (π.χ. πράσινη οικονομία, αυτοκινητοβιομηχανία), στρέφονται τώρα στην πολεμική βιομηχανία, επειδή εκεί βρίσκουν το πιο εύφορο έδαφος για κερδοφόρες επενδύσεις.

Ταυτόχρονα, κάθε αστική τάξη επιδιώκει να μεγιστοποιήσει τα οφέλη για τα δικά της μονοπώλια, να αυξήσει το μέγεθος των κονδυλίων που μπορούν να απορροφήσουν, να ενισχύσει τους κλάδους στους οποίους είναι οικονομικά ισχυρή, να επιβάλει κλάδους, έργα και δαπάνες που εμπίπτουν στην πολεμική προετοιμασία.

Προκύπτει λοιπόν ένα κουβάρι αντιθέσεων που αφορούν τον τρόπο επιμερισμού των δαπανών, τα όρια της πολεμικής οικονομίας και τους κλάδους που εμπίπτουν σε αυτήν, τις σχέσεις με άλλες χώρες και την ένταξή τους στα ευρωπαϊκά κονδύλια, την πηγή προέλευσης των εξοπλισμών, τις πιέσεις για μείωση σε άλλα κονδύλια προκειμένου να αυξηθεί η πίτα της πολεμικής οικονομίας κ.ά.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ