Ανθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, της πολιτικής, αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα, εργαζόμενοι, νέοι βρέθηκαν σε αυτή την εκδήλωση, που μετατράπηκε σε ένα αντάμωμα γενεών, με μικρότερη την εγγονή του Αγάπιου Σαχίνη, την Αγάπη, που ανέλαβε τον ρόλο του συντονιστή της εκδήλωσης και με τον τρόπο της πρωταγωνιστεί και στην έκδοση.
Στη βιβλιοπαρουσίαση παραβρέθηκε πολυμελής αντιπροσωπεία του ΚΚΕ με επικεφαλής την Θεανώ Καπέτη, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος.
Η έκδοση «Το Σφαγείο» αποτελεί ταυτόχρονα έργο τέχνης και ιστορικό ντοκουμέντο. Πρόκειται για συλλογή σκίτσων (13 έργα) φιλοτεχνημένα με κάρβουνο και μολύβι, στα οποία αποτυπώνονται μνήμες και συναισθήματα του Αγάπιου Σαχίνη, με αφορμή την «εμπειρία» του στην Μπουμπουλίνας 18 και τη φημισμένη «ταράτσα» της, την οποία ο Μίκης Θεοδωράκης χαρακτήρισε «Σφαγείο».
Κάποια από τα σκίτσα συνοδεύονται και από σχόλια του ίδιου του Αγάπιου Σαχίνη, καθιστώντας τα μια συγκλονιστική εικαστική μαρτυρία για τα βασανιστήρια στα οποία υποβαλλόταν όποιος είχε την «τύχη» να βρεθεί εκεί. Στον φάκελο της συλλογής εσωκλείονται επίσης οι στίχοι από το αντιδικτατορικό τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη «Το Σφαγείο» (γνωστό και ως «Το μεσημέρι»), καθώς και η επιστολή του πατέρα του Αγάπιου Σαχίνη, Μήτσου, στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας», μέσα από την οποία αποκαλύπτονται οι βασανισμοί που υπέστη ο γιος του.
Για την έκδοση μίλησαν ο Γιώργος Λυσαρίδης, καθηγητής, πρώην γεν. γραμματέας υπουργείου Μακεδονίας - Θράκης, ο Ξένης Σαχίνης, χαράκτης, ομότιμος καθηγητής Σχολής Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης, ο Νίκος Μπογιόπουλος, δημοσιογράφος και ο Γιώργος Λογοθέτης, δημοσιογράφος.
Ανοίγοντας την εκδήλωση ο εκδότης, Νίκος Καρατζάς, είπε ότι «το "Σφαγείο" είναι ένα εικαστικό ντοκουμέντο μιας εφιαλτικής εποχής, γεμάτης από την οδύνη του Αγάπιου την οποία μετασχηματίζει σε τέχνη και τον ανθρώπινο πόνο, το δάκρυ, σε ένα διαμάντι της τέχνης».
Ο Γιώργος Λυσαρίδης, μιλώντας για τα σκίτσα, είπε μεταξύ άλλων ότι «αναπαριστούν καταστάσεις, διαμαρτύρονται και καταγγέλλουν στο όνομα και πολλών άλλων που υπέστησαν παρόμοια και με τη στάση τους απέδειξαν πως οι τοίχοι, τα κάγκελα, οι σιδερόπορτες, οι βαριές κλειδαριές, η απάνθρωπη βία, είναι ανήμπορα να φυλακίσουν την ψυχή και το ανυπότακτο φρόνημα του ανθρώπου. (...) Ταυτόχρονα αποτελούν και μια ιδιότυπη ιστορική καταγραφή. Και καθιστούν τον σκιτσογράφο έναν ιστορικό αρχειοθέτη. Ο Αγάπιος μετέτρεψε τις πληγές του σε παρακαταθήκη ιστορικής μνήμης».
Ο Ξένης Σαχίνης επισήμανε ανάμεσα σε άλλα ότι η συγκεκριμένη έκδοση αποτελεί έναν φάκελο «πολύτιμης μαρτυρίας σχεδίων που έγιναν με μολύβι και κάρβουνο. Παρόλο που και τα δύο υλικά παράγουν το μαύρο, είναι δύσκολο να τα συνδυάσει κανείς, γιατί ακριβώς τα ίχνη του μαύρου ως υφές είναι διαφορετικά. Ομως ο Αγάπιος, μέσω αυτής της διαφορετικότητας των ιχνών, παράγει την επιθυμητή οπτική οξύτητα που χαρακτηρίζει τα σχέδιά του. Τα σχέδια δεν είναι τοξικά, αλλά οξέα, όπως ακριβώς οφείλει να είναι μια καταγγελία, είτε μέσω του λόγου, γραπτού ή προφορική, είτε μέσω της εικόνας».
Στη γνωριμία του με τον Αγάπιο Σαχίνη, όταν ο ίδιος βρισκόταν δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη την περίοδο που ήταν υπουργός Πολιτισμού, αλλά και στην εκτέλεση του πατέρα του, τη συνάντηση με τον δολοφόνο του, τις μνήμες και τα διδάγματα της ηρωικής δράσης των χιλιάδων αγωνιστών, αναφέρθηκε ο Γιώργος Λογοθέτης.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με λίγα λόγια από τον Αγάπιο Σαχίνη. Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρθηκε και στην πτυχή που αναδεικνύεται μέσα από το πρώτο και το τελευταίο σκίτσο του, που συνοδεύονται αντίστοιχα από τις σημειώσεις «Δεν γνωρίζω το εγώ Υποκλίνομαι στο εμείς» και «Βαστάω γερά Κρατάω καλά». Παίνεψε το σπίτι του, το «ΚΚΕ», και ευχαρίστησε όσους βοήθησαν στην προσπάθειά του, αλλά και τους αγαπημένους του για τη στήριξη και την αγάπη τους.