«Είναι μέγιστο θράσος να μιλάτε για στέγη - δικαίωμα, όταν με τις πολιτικές όλων σας η ιδιοκατοίκηση στην Ελλάδα έπεσε 15% (από 84,6% το 2005 σε 69,7% το 2024), όταν το πρώτο τρίμηνο του 2025, οι τιμές των κατοικιών στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 57,9%, τα ενοίκια κατά 27,8% (...) Και τολμάτε να μιλάτε για φθηνή και ποιοτική στέγη, για αντιμετώπιση της στεγαστικής επισφάλειας, όπως λέτε, όταν έχουν πάρει μορφή χιονοστιβάδας οι πλειστηριασμοί και οι εξώσεις λαϊκών κατοικιών. Οταν διατηρείτε όλο αυτό το άθλιο νομοθετικό πλαίσιο, που έχει την υπογραφή και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ για τους πλειστηριασμούς και τις εξώσεις, για να υπερασπίσετε τα συμφέροντα των τραπεζιτών, των funds, των κάθε λογής κορακιών», τόνισε ο βουλευτής του ΚΚΕ Μ. Συντυχάκης, κατά τη δεύτερη ανάγνωση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας με τίτλο «Κοινωνική Αντιπαροχή, Κοινωνική Μίσθωση, Τρίτεκνη Ιδιότητα και άλλες διατάξεις», στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.
Ο Μ. Συντυχάκης αναφέρθηκε εκτενώς στην κατάργηση του ΟΕΚ, άρα και των άτοκων δανείων ή δανείων αποπεράτωσης και επισκευής κατοικιών που χορηγούσε, της επιδότησης ενοικίου, και κυρίως του κατασκευαστικού του προγράμματος, που πρόσφερε φτηνή και ποιοτική κατοικία στους δικαιούχους του.
«Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που διαδέχτηκε το 2015 τις κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, συνέχισε την πολιτική των προκατόχων της και διατήρησε όχι μόνο την κατάργηση του ΟΕΚ και της Εργατικής Εστίας, αλλά και την υποχρέωση των μισθωτών να καταβάλλουν εισφορές στους δύο Οργανισμούς χωρίς καμία σχεδόν ανταπόδοση σε υπηρεσίες και παροχές», πρόσθεσε, καταγγέλλοντας πως αυτή την περιουσία, που αποτελεί ιδρώτα των εργαζομένων, η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει - εδώ και χρόνια - να την παραδώσει στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Οπως σημείωσε, «το ίδιο συνεχίζεται μέσα από το παρόν νομοσχέδιο με τα προγράμματα "Κοινωνικής Αντιπαροχής" της δωρεάν παραχώρησης ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου μέσω ΣΔΙΤ σε αναδόχους ομίλους για δεκαετίες. Πρόκειται για ένα ακόμα πρόγραμμα (...) που όχι μόνο αποδεικνύονται πολύ μακριά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες για στέγαση, αλλά στην πραγματικότητα επιστρατεύονται για να τροφοδοτήσουν την κερδοφορία των κατασκευαστικών ομίλων και των τραπεζών, επιβάλλοντας τραπεζικό δανεισμό για την αγορά ή την αναβάθμιση μιας κατοικίας. Με αυτόν τον τρόπο καθιστούν τους εργαζόμενους ενοικιαστές στα ίδια τους τα σπίτια, και τα νέα ζευγάρια που αγωνιούν για μια στέγη, προκειμένου να ξεκινήσουν την κοινή τους ζωή, ομήρους στη λίστα της επόμενης γενιάς πλειστηριασμών.
Ομως αρκεί κάποιος να διαβάσει το νομοσχέδιο για να καταλάβει ότι αυτό περισσότερο μεριμνά για την αγορά ακινήτων, για το real estate και για τα συμφέροντα των κατασκευαστικών ομίλων και των τραπεζών και λιγότερο για τις πιεστικές στεγαστικές ανάγκες των λαϊκών οικογενειών, των ατόμων με αναπηρία, των νέων ανθρώπων και ζευγαριών, των μονογονεϊκών οικογενειών».
Ο Μ. Συντυχάκης υπογράμμισε πως η στεγαστική επισφάλεια, το γεγονός πως η μητρότητα πλέον γίνεται συνώνυμο της ανεργίας, της απόλυσης, των εξαντλητικών συνθηκών δουλειάς, τα σπαστά και ακανόνιστα ωράρια, η έλλειψη βρεφικών παιδικών σταθμών είναι οι παράγοντες που επιτείνουν το δημογραφικό πρόβλημα, για το οποίο τα αστικά κόμματα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα.
Καταλήγοντας αναφέρθηκε στην πρόταση του ΚΚΕ για φτηνή και σύγχρονη λαϊκή και φοιτητική στέγη και για προστασία της πρώτης κατοικίας, για ανασύσταση του έργου του ΟΚΕ, για επιδότηση ενοικίου στο 100% της αξίας του από το κράτος για τα νέα ζευγάρια, μηνιαίο στεγαστικό φοιτητικό επίδομα στο ύψος του ενοικίου κ.ά., προσθέτοντας πως «μέσα σε ένα εκμεταλλευτικό σύστημα που βάζει τις λαϊκές ανάγκες στην προκρούστεια κλίνη, στη λογική κόστους - οφέλους, μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τα σπίτια του λαού» και πως η διέξοδος βρίσκεται «σε μια ανώτερη οργάνωση της κοινωνίας, στον σοσιαλισμό, στην κοινωνική ιδιοκτησία με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, που μπορεί να διασφαλίσει την κάλυψη και την πραγματική κατοχύρωση του συνόλου των σύγχρονων αναγκών στη στέγη, στην Ενέργεια, στη θέρμανση, στα υπόλοιπα κοινωνικά αγαθά και δικαιώματα».