Ως «αιφνιδιαστική επίθεση», σε ένα έγκλημα προμελετημένο, που τελέστηκε «ψύχραιμα, μεθοδικά και με νηφαλιότητα», περιέγραψε στην πρότασή της η εισαγγελέας του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Βασιλική Δημοπούλου τη δολοφονία της Κυριακής Γρίβα έξω από το ΑΤ Αγίων Αναργύρων τον περσινό Απρίλη, ζητώντας ο 40χρονος κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος για ανθρωποκτονία με πρόθεση. Υπό τα κλάματα της μητέρας της Κυριακής, η εισαγγελέας έκανε λόγο για «ακραία βία» του κατηγορούμενου κατά της Κυριακής, σχολιάζοντας πώς από το μένος του «έφτασε στο σημείο να της σπάσει και τα οστά της», ενώ επεσήμανε ότι «τα χτυπήματα ήταν στοχευμένα και η πράξη αποφασισμένη». Ζήτησε ο κατηγορούμενος να κριθεί ένοχος για ανθρωποκτονία και για το πλημμέλημα της οπλοφορίας - οπλοχρησίας, και να αθωωθεί για το πλημμέλημα της παράνομης χρήσης ναρκωτικών ουσιών. «Και για ποιον λόγο είναι αισθήματα εκδίκησης και θυμού; Επειδή είχε συνεχίσει τη ζωή της. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα ήταν ευτυχισμένη χωρίς την παρουσία του. Θεωρώ δεδομένο ότι του απέκλεισε την περίπτωση επανασύνδεσης, και αυτό τον ώθησε να διαπράξει την πράξη του αυτή. Ηθελε να την εκδικηθεί, να μην την έχει κανένας άλλος, και καμία ψυχική διαταραχή δεν ήταν η αιτία», είπε η εισαγγελέας, και έκλεισε την αγόρευσή της με τη φράση της μητέρας της Κυριακής Γρίβα: «Η Κυριακή απλόχερα έδωσε την αγάπη της, και αυτός ανταπέδωσε την αγάπη με πέντε μαχαιριές».
Χωρίς να μπει στις ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των αστυνομικών, «γιατί έχει σχηματιστεί δικογραφία και η ανάκριση είναι μυστική», η εισαγγελέας περιέγραψε «τα δύο τελευταία λεπτά της ζωής της Κυριακής Γρίβα» λέγοντας ότι «η παθούσα συνομιλεί με την Αμεσο Δράση, κινούμενη με φίλο της. Δέχεται την αιφνιδιαστική επίθεση κατηγορούμενου από πίσω. Προφανώς την είχε παρακολουθήσει. Είχε σταθμεύσει μοτοσικλέτα και ήταν περίπου 2 μέτρα από το φυλάκιο σκοπού. Επεσε με ορμή πάνω της, με χρήση οικιακού μαχαιριού που είχε φέρει από το σπίτι του, και κατάφερε με σφοδρότητα πολλαπλά χτυπήματα, με αποτέλεσμα το θύμα να καταλήξει σχεδόν αμέσως. Ηταν τόσο προμελετημένο το έγκλημά του, που είχε αποφασίσει να αυτοτραυματιστεί ώστε στη συνέχεια να ζητήσει τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου».
Ως προς τον μειωμένο καταλογισμό που έχει αιτηθεί ο κατηγορούμενος για την επιβολή μειωμένης ποινής, η εισαγγελέας ζήτησε την απόρριψη του ισχυρισμού, κρίνοντας ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου. Αναφέρθηκε στη διπολική διαταραχή που επικαλείται ο κατηγορούμενος, λέγοντας ότι αιτία για τις νοσηλείες του - επτά στο σύνολο σε ψυχιατρικές κλινικές - ήταν η χρήση ναρκωτικών ουσιών, χωρίς να έχει διαγνωστεί διπολική διαταραχή. Οπως υπογράμμισε, «ό,τι ξεσπάσματα είχε οφείλονταν στη χρήση ναρκωτικών ουσιών και φαρμάκων. Γι' αυτό για 4 - 5 χρόνια που δεν κάνει χρήση δεν υπάρχει καμία νοσηλεία.(..) Οι νοσηλείες του σε παθολογικά και ψυχιατρικά ιδρύματα γίνονται λόγω στερητικών συμπτωμάτων και λόγω χρήσης ναρκωτικών ουσιών, όχι όμως λόγω σοβαρών ψυχικών νόσων. Ουδείς ψυχίατρος διέγνωσε διπολική διαταραχή». Αναφορικά με τον ψυχίατρο της Ψυχιατρικής κλινικής των Φυλακών Κορυδαλλού, η εισαγγελέας επανέλαβε την κατάθεσή του για τη διπολική διαταραχή και συγκεκριμένα ότι «από μόνη της δεν συνεπάγεται μείωση ή άρση καταλογισμού».
Παράλληλα αναφέρθηκε στην έγκληση για απόπειρα βιασμού του θύματος, αλλά και στην εγκυμοσύνη της, καταλήγοντας: «Ανεξαρτήτως του τι ισχύει, η ουσία είναι ότι ο κατηγορούμενος βιαιοπράγησε σε βάρος της ενώ ήταν έγκυος. Αυτός ήταν και ο λόγος που εκείνη πήγε στο αστυνομικό τμήμα - όταν τον κατήγγειλε για απόπειρα βιασμού και στη συνέχεια ανακάλεσε - και μετά από έναν μήνα έχουμε επανασύνδεση». Ανέγνωσε επίσης χειρόγραφη επιστολή της Κυριακής από την οποία «αποκαλύπτεται η χειριστική στάση του κατηγορούμενου», καθώς και η ανάγκη της να φύγει από αυτήν τη σχέση.
Νωρίτερα απολογήθηκε ο 40χρονος κατηγορούμενος, που ισχυρίστηκε ότι «δεν θυμάται» και περιέγραψε τα γεγονότα που προηγήθηκαν της δολοφονίας επιχειρώντας να αποδώσει τις πράξεις του στην ψυχολογική του κατάρρευση και όχι σε προσχεδιασμένη πρόθεση, προκαλώντας την αντίδραση της οικογένειας της Κυριακής.