Σάββατο 2 Δεκέμβρη 2023 - Κυριακή 3 Δεκέμβρη 2023
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΦΟΡΟΛΕΗΛΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ
Στο στόχαστρο οι μικροί επιχειρηματίες, «ασυλία» για το μεγάλο κεφάλαιο

Στοχευμένα ενάντια στη μεγάλη πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών, βιοτεχνών, εμπόρων και επιστημόνων, που πασχίζουν καθημερινά για το εισόδημά τους, στρέφεται το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης που συζητιέται στη Βουλή υπό τον προκλητικό τίτλο «Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής».

Η συζήτηση για το νομοσχέδιο συνεχίζεται τη Δευτέρα 4/12 με την «ακρόαση φορέων», ενώ ήδη από την πρώτη συνεδρίαση έγινε φανερό ότι αυξάνεται κατακόρυφα η φορολογική επιβάρυνση για τους μικρούς επαγγελματίες, από τη μία με την καθιέρωση του «τεκμαιρόμενου εισοδήματος», δηλαδή με φορολόγηση πάνω σε ένα ...φανταστικό κέρδος, και από την άλλη με την υποχρεωτική επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Αντιλαϊκό «προαπαιτούμενο» η συντριβή των μικρών ΕΒΕ

Πρόκειται για κατά μέτωπο επίθεση στους πιο ευάλωτους επαγγελματίες και στις πιο μικρές των ατομικών επιχειρήσεων, σε όσους δηλαδή έτσι κι αλλιώς είναι εκτεθειμένοι στον ανταγωνισμό, σε όσους πληρώνουν ακόμα βαρύ το μάρμαρο της αντιλαϊκής διαχείρισης της πανδημίας και φορτώνονται καθημερινά με νέα χρέη για να επιβιώσουν. Κι αυτά την ίδια στιγμή που και η σημερινή κυβέρνηση εμπλουτίζει διαρκώς τη φοροαασυλία για το μεγάλο κεφάλαιο.

Χαρακτηριστικό της στόχευσης του νομοσχεδίου είναι ότι το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει πως από τους 735.000 ελεύθερους επαγγελματίες οι 473.000 (πάνω από 6 στους 10) θα πληρώσουν παραπάνω φόρο, κατά μέσο όρο 1.444 ευρώ ο καθένας.

«Κεφαλικός φόρος» σε φανταστικό εισόδημα και εκβιασμοί

Πιο συγκεκριμένα, με το λεγόμενο «τεκμαιρόμενο εισόδημα» θα θεωρείται αυθαίρετα ότι κάθε επαγγελματίας κερδίζει τουλάχιστον 10.920 ευρώ τον χρόνο και με βάση αυτό τού επιβάλλει ελάχιστη φορολόγηση 1.427 ευρώ! Επιβάλλεται δηλαδή κεφαλικός φόρος πάνω σε ένα ψεύτικο και ανύπαρκτο εισόδημα, το οποίο μάλιστα θα αυξάνεται ανά τριετία και θα «απογειώνεται» αν ο επαγγελματίας απασχολεί έστω και έναν εργαζόμενο.

Με το νομοσχέδιο - έκτρωμα να προκαλεί θύελλα αντιδράσεων στους αυτοαπασχολούμενους, η κυβέρνηση επιχειρεί με την κατάθεσή του στη Βουλή να το «μακιγιάρει», εμφανίζοντας τάχα «βελτιώσεις» όπως η μείωση του τέλους επιτηδεύματος από του χρόνου κατά 50%, που βέβαια θα αντισταθμιστεί και με το παραπάνω από τη θέσπιση του «τεκμαρτού εισοδήματος».

Ενας ακόμα ελιγμός είναι η «δυνατότητα» που δίνει σε όποιον επαγγελματία επιθυμεί να αμφισβητήσει το «τεκμαρτό εισόδημα» που του καταλογίζει, αρκεί να ζητήσει εξονυχιστικό έλεγχο, που θα φτάνει μέχρι και σε βάθος πενταετίας. Μια διαδικασία πρωτοφανής, που αντιστρέφει την ίδια την κοινή «νομική» λογική με βάση την οποία αναγνωρίζεται ακόμα και από ποινικά δικαστήρια το «τεκμήριο της αθωότητας». Με το νομοσχέδιο δηλαδή η κυβέρνηση θεωρεί ...δεδομένο για κάθε μικρό επαγγελματία το «τεκμήριο της φοροδιαφυγής» και τον καλεί να αποδείξει το αντίθετο!

Ενα παράδειγμα: Επαγγελματίας που δηλώνει 10.000 ευρώ εισόδημα (με τουλάχιστον 12 χρόνια εργασίας) φέτος θα πληρώσει 1.550 ευρώ (φορολογία και τέλος επιτηδεύματος). Την επόμενη χρονιά, αν περάσει το νομοσχέδιο - έκτρωμα θα πληρώσει περίπου 2.150 ευρώ, παρόλο που το τέλος επιτηδεύματος είναι μικρότερο, αφού τον πιάνει η «παγίδα» του «τεκμαρτού εισοδήματος». Κι αυτό γιατί το νομοσχέδιο θεωρεί ότι επειδή είναι πάνω από 12 χρόνια στη δουλειά «κερδίζει» 14.196 ευρώ, και τον φορολογεί με βάση αυτήν την αυθαίρετη εκτίμηση. Μάλιστα ο ίδιος επαγγελματίας, αν απασχολεί έναν εργαζόμενο, θα δει το «τεκμαρτό» του εισόδημα να ανεβαίνει κατά 10% επί του ετήσιου κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού, επομένως ο φόρος μεγαλώνει ακόμα περισσότερο, φτάνοντας τα 2.460 ευρώ, από 1.550 που είναι σήμερα!

Αν ο συγκεκριμένος επαγγελματίας επιχειρήσει να αμφισβητήσει αυτό το αίσχος, θα πρέπει να δεχτεί έλεγχο σε βάθος πενταετίας, κάτι που ειδικά για τους πιο μικρούς, που δεν έχουν οργανωμένα λογιστήρια, σημαίνει ότι όλο και κάποια «παράβαση» θα ανακαλύψει το κράτος, πατώντας σε έναν νομοθετικό λαβύρινθο που είναι φτιαγμένος ακριβώς για να στραγγαλίζει τη «μαρίδα» και να ευνοεί τους πιο μεγάλους.

Ο εκβιασμός λοιπόν είναι σαφέστατος: Το κράτος θα στραγγίξει τον επαγγελματία είτε από το «τεκμαρτό» εισόδημα είτε από το ανελέητο και εκδικητικό κυνήγι για να αποδειχθεί η «ενοχή» του.

«Φορολογική δικαιοσύνη» η ασυλία στο κεφάλαιο

Σε όλα τα παραπάνω η κυβέρνηση βάζει την ταμπέλα της «φορολογικής δικαιοσύνης», μπας και ξεμπερδέψει με τις δίκαιες αντιδράσεις.

Για ποια «φορολογική δικαιοσύνη» κάνει λόγο, όμως, όταν το μεγάλο κεφάλαιο, οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι τραπεζίτες, όχι μόνο δεν πληρώνουν φόρους αλλά αντίθετα μπουκώνονται διαρκώς με «ζεστό» χρήμα που βγαίνει από τη φορολογία του λαού;

Υπενθυμίζεται ότι όλοι οι παραπάνω, με την πολιτική που ακολουθούν όλες οι κυβερνήσεις, συνεισφέρουν μόλις το 5% των φορολογικών εσόδων του κράτους. Οι εφοπλιστές φορολογούνται «εθελοντικά». Οι τραπεζίτες απολαμβάνουν τον «αναβαλλόμενο φόρο». Οι «στρατηγικοί επενδυτές» που εντάσσονται στους «αναπτυξιακούς» νόμους απολαμβάνουν 12ετείς και άλλες φοροαπαλλαγές. Την ίδια στιγμή έχουν στη διάθεσή τους και τους γνωστούς φορολογικούς παραδείσους, για τους οποίους δεν μιλάει κανείς.

Μάλιστα, στο νομοσχέδιο της «φορολογικής δικαιοσύνης» προβλέπεται (άρθρα 49 και 50) η μείωση του Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίων (0,2% από 0,5%, πριν 1%) και του Φόρου Πώλησης Μετοχών (στο 1 τοις χιλίοις, από 2 τοις χιλίοις που είναι τώρα).

Πλήρης υιοθέτηση της κυβερνητικής προπαγάνδας από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ

Από την πρώτη κιόλας συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής για το νομοσχέδιο φάνηκε η στρατηγική σύγκλιση των άλλων αστικών κομμάτων στη φοροεπίθεση. Και παρά την ...κλάψα τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του ΠΑΣΟΚ, χαρακτηριστική είναι η πλήρης υιοθέτηση του βασικού προσχήματος της κυβέρνησης περί «αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής».

Πιο συγκεκριμένα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση για «ασυνέπεια», καταλογίζοντάς της ότι «αδυνατεί να πατάξει τη φοροδιαφυγή». Την κάλεσε μάλιστα να είναι ακόμα πιο αποφασιστική στον ψηφιακό κλοιό, ώστε τάχα να πιάσει τα «μεγάλα ψάρια», ενώ είναι δεδομένο ότι αυτός ο κλοιός στοχεύει στους πιο μικρούς και ευάλωτους. Μια κριτική δηλαδή που σκόπιμα αφήνει απέξω τις δεκάδες νόμιμες φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο που όλες οι κυβερνήσεις, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, έχουν θεσπίσει και διατηρήσει. Στην ίδια λογική, ο καημός του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή ήταν ότι με το νομοσχέδιο δημιουργούνται «αντικίνητρα φορολογικής συμμόρφωσης και απώλεια στον φόρο εισοδήματος και στον ΦΠΑ». Ο δε εισηγητής του ΠΑΣΟΚ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι παρά την ψηφιοποίηση των συναλλαγών δεν είναι αποτελεσματική στην πάταξη της φοροδιαφυγής, ενώ μοιραζόμενος κι αυτός τις αγωνίες των «αντοχών της οικονομίας» σημείωσε ότι ...αμφιβάλλει για το «δημοσιονομικό αποτέλεσμα του νομοσχεδίου».

Αφορολόγητο και ουσιαστική προστασία του εισοδήματος

Μπροστά σε αυτήν τη λαίλαπα, γίνεται φανερό ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την ουσιαστική προστασία του εισοδήματος των μικρών επαγγελματιών από την πρόταση νόμου που έφερε το ΚΚΕ στη Βουλή και η οποία προβλέπει αφορολόγητο όριο 12.000 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 3.000 ευρώ για κάθε παιδί, ολοκληρωτική κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, φορολόγηση με βάση τα πραγματικά εισοδήματα και όχι τα κάθε λογής τεκμήρια, διαγραφή οφειλών λόγω των μνημονίων κ.λπ.

Ολα εκείνα δηλαδή για τα οποία και οι ίδιοι οι αυτοαπασχολούμενοι παλεύουν μέσα από τα Σωματεία τους στους δρόμους του αγώνα, στο πλευρό των εργαζομένων και απέναντι στο μεγάλο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, τη σημερινή και τις προηγούμενες, που τους στραγγαλίζουν.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ