Για όποιον βρέθηκε στην ανάγκη να επισκεφτεί ένα νοσοκομείο τους τελευταίους μήνες, εκτός από την ταλαιπωρία και την αγανάκτηση, είναι κοινή η διαπίστωση ότι παρά τη σχετική ύφεση της πανδημίας τίποτα δεν έχει αλλάξει επί της ουσίας στο δημόσιο σύστημα Υγείας σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα, πανδημικά χρόνια.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει: Η τεράστια υποχώρηση που καταγράφηκε την περίοδο της πανδημίας στην ανταπόκριση του συστήματος Υγείας, ακόμα και στις πιο επείγουσες ανάγκες του λαού, όχι μόνο παγιώνεται αλλά στις νέες συνθήκες διευρύνεται κι άλλο, αν προσθέσει κανείς τους χιλιάδες αποκλεισμένους από το σύστημα Υγείας της «μίας νόσου», που τώρα αναζητούν καθυστερημένα γιατρειά. Αλλά και τους χιλιάδες που νόσησαν με COVID και εμφανίζουν πρόσθετες ανάγκες για οργανωμένη και εξειδικευμένη φροντίδα.
Η «μετά COVID» εικόνα των νοσοκομείων αποδεικνύει ότι δεν ήταν η πανδημία ο λόγος που το δημόσιο σύστημα Υγεία κατέρρευσε με πάταγο. Αν ήταν έτσι, η υποχώρηση των κρουσμάτων και των νοσηλειών θα έκανε αισθητή διαφορά για τους χιλιάδες υγειονομικούς και ασθενείς, που ζουν την κατάσταση από πρώτο χέρι.
Το γεγονός όμως ότι τα προβλήματα παραμένουν και μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο, δείχνει ότι η πραγματική αιτία βρίσκεται στην ίδια τη λειτουργία του συστήματος, ενάντια στις λαϊκές ανάγκες. Οτι η πολιτική της εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης έχει μετατραπεί σε κανονικό καρκίνωμα, που αναπαράγει τα αδιέξοδα για τον λαό σε έκτακτες και «κανονικές» συνθήκες. Πόσο μάλλον αν πάρουμε ως μέτρο σύγκρισης την ανάγκη της λαϊκής οικογένειας για ολοκληρωμένη φροντίδα υγείας, με έμφαση στην Πρωτοβάθμια και στην Πρόληψη.
Τη σημερινή αθλιότητα η κυβέρνηση δεν προσπαθεί μόνο να την εξωραΐσει προκλητικά, αλλά την αξιοποιεί και ως «ευκαιρία» για να πλασάρει στον λαό το «φαρμάκι» ως «φάρμακο». Παρουσιάζει δηλαδή ως «λύση» την ίδια πολιτική που μας έφερε ως εδώ και καθημερινά προσθέτει νέα προβλήματα. Ορισμένα παραδείγματα:
Το πρόβλημα λοιπόν «φωνάζει» από μόνο του: Είναι το κέρδος που βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη ενός συστήματος Υγείας αποκλειστικά δημόσιου και δωρεάν, αντάξιου των λαϊκών αναγκών και των δυνατοτήτων που υπάρχουν σήμερα αυτές να ικανοποιούνται ολόπλευρα, ενσωματώνοντας παντού τα επιτεύγματα της επιστήμης, της έρευνας, της τεχνικής.
Είναι η πολιτική του «κόστους - οφέλους», που υπηρετούν όλες οι αστικές κυβερνήσεις και τα κόμματα, με κριτήριο τις «αντοχές της οικονομίας», που αντέχουν 8 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ, ή 2 δισ. κέρδη για τις 150 εισηγμένες μέσα σε έναν χρόνο, αλλά όχι μια μόνιμη γιατρό Πυρηνικής Ιατρικής στο «Αγία Σοφία» για να κάνουν τη θεραπεία τους παιδιά με καρκίνο.
Είναι οι «δημοσιονομικοί κόφτες», που διαμορφώνονται με κριτήριο τις ανάγκες του κεφαλαίου για κρατική στήριξη σε χρήμα, προνόμια και φοροαπαλλαγές, σε βάρος των αναγκών του λαού για ουσιαστική προστασία της υγείας του.
Ολα αυτά αποτελούν όψεις του ίδιου καπιταλιστικού τέρατος, του πραγματικού ιού, που δεν θεραπεύεται αλλά μόνο ξεπατώνεται από τη ρίζα. Και οι προϋποθέσεις για να γίνει αυτό κατακτιούνται στην καθημερινή οργανωμένη πάλη, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ, για πραγματική προστασία του λαού, με υψηλού επιπέδου, σύγχρονες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας.