Copyright 2021 The Associated |
Από τη διαδικτυακή σύνοδο των δύο κυβερνήσεων |
Η Κοινή Διακήρυξη της Γαλλο-Γερμανικής Συνόδου αναφέρεται μεταξύ άλλων στα «πρώτα διδάγματα από την πανδημία». Με φόντο την όξυνση του ανταγωνισμού γύρω από την «πίτα» των φαρμάκων και των εμβολίων, τονίζει την ανάγκη να υπάρξει «εγγύηση της ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας των εφοδιαστικών αλυσίδων της ΕΕ».
Παράλληλα, στο πλαίσιο της συνολικότερης προώθησης της «πράσινης» και «ψηφιακής μετάβασης», για την εξασφάλιση νέων πεδίων κερδοφορίας στα ευρωπαϊκά μονοπώλια, οι δύο κυβερνήσεις «καλούν την ΕΕ να εφοδιαστεί με ένα στρατηγικό όραμα όσον αφορά το εμπόριο, τον ανταγωνισμό και τη βιομηχανία, ώστε οι πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες να μπορέσουν να ωφελήσουν μεγάλες επενδύσεις».
Η Διακήρυξη ξεχωρίζει επίσης την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας σε Ασφάλεια και Αμυνα, χαρακτηρίζοντας «αναμφισβήτητη» την ανάγκη «η ευρωπαϊκή ασφάλεια και άμυνα να είναι αποτελεσματική, συνεκτική και αξιόπιστη». Αναφέρει ότι «επιδιώκουμε να ενισχύσουμε τον ευρωπαϊκό πυλώνα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και τη συνεργασία μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ, για μια ακόμα μεγαλύτερη αλληλοσυμπλήρωση», αλλά και ότι «επιθυμούμε εξίσου να προωθήσουμε μια κοινή στρατηγική κουλτούρα μέσα στην ΕΕ ώστε να ενισχυθούν οι ευρωπαϊκές στρατιωτικές επιχειρήσεις και ικανότητες».
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ, το κείμενο αναφέρει ότι «θα συνεχίσουμε να ενισχύουμε τη διατλαντική εταιρική σχέση» και «θα αναζητήσουμε την υλοποίηση μιας φιλόδοξης διατλαντικής ατζέντας».
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με το Πεκίνο, η γαλλο-γερμανική Διακήρυξη τάσσεται υπέρ «μιας ενιαίας πολιτικής της ΕΕ απέναντι στην Κίνα, που θα λαμβάνει υπόψη τις αξίες και τα συμφέροντά μας», υποστηρίζοντας ταυτόχρονα «μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού επικερδή για όλους, που θα βασίζεται στη διεθνή τάξη πάνω σε κανόνες δικαίου ώστε να παγιωθεί η συμβολή της ΕΕ στη σταθερότητα και την ασφάλεια».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, η Διακήρυξη κάνει λόγο για «αποσταθεροποιητική συμπεριφορά» της και επισημαίνει «εντάσεις στις σχέσεις μας που πρέπει να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά». Ωστόσο οι δύο κυβερνήσεις «επαναβεβαιώνουν τη βούληση να συνεχίσουμε το διάλογό μας με τη Ρωσία στη βάση των κοινών αρχών της ΕΕ και να συζητήσουμε ειδικότερα για ορισμένους τομείς αμοιβαίου συμφέροντος».