Σύσκεψη για το Εθνικό Σχέδιο Εμβολιασμού έγινε την Παρασκευή στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, με τα κυβερνητικά στελέχη να συνεχίζουν με τις τοποθετήσεις τους την προσπάθεια να κρύψουν πίσω από τον αναγκαίο εμβολιασμό τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης για το αθωράκιστο δημόσιο σύστημα Υγείας και την απουσία ουσιαστικών μέτρων για την προστασία του λαού από την πανδημία σήμερα.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, αναμένεται η έγκριση του πρώτου εμβολίου (της «Pfizer») στις 22/12, με τις πρώτες παρτίδες να φτάνουν στη χώρα στις 26/12 και από την επομένη να ξεκινούν οι πρώτοι εμβολιασμοί σε πέντε νοσοκομεία αναφοράς στην Αθήνα και αμέσως μετά στη Θεσσαλονίκη. Οπως είπε, θα προηγηθούν οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ και οι ηλικιωμένοι σε γηροκομεία. Θα ακολουθήσουν - όταν υπάρχουν βέβαια οι αντίστοιχες δόσεις - όσοι είναι άνω των 65 ετών (υπολογίζονται σε 2,4 εκατ. άτομα). Ετοιμάζοντας και σχετική φιέστα, ανακοίνωσε ότι «οι πρώτοι συμπολίτες μας οι οποίοι θα εμβολιαστούν στη χώρα μας θα είναι μία νοσηλεύτρια και ένας ηλικιωμένος».
Παραδεχόμενος εμμέσως το αντιλαϊκό παζάρι ΕΕ και επιχειρηματικών ομίλων πάνω στην Υγεία και το Φάρμακο, είπε: «Είναι αλήθεια ότι η κεντρική διαπραγμάτευση η οποία έγινε από τις Βρυξέλλες, σχετικά με τις διαδικασίες παράδοσης του εμβολίου, δημιούργησε ένα μικρό κενό σε σχέση με τις αρχικές προσδοκίες οι οποίες είχαν καλλιεργηθεί». Καθώς η πρώτη παρτίδα δόσεων θα είναι σημαντικά μειωμένη από τον αρχικό υπολογισμό, ανέφερε ότι «οι διαπραγματεύσεις αυτές γίνονται κεντρικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάθε χώρα λαμβάνει τα εμβόλια που της αναλογούν, αναλογικά με τον πληθυσμό της». Εκτίμησε επίσης ότι «μόνο όταν θα φτάσουμε κοντά στο 70% εμβολιασμού του συνόλου του ελληνικού πληθυσμού θα μπορούμε πια να μιλάμε με ασφάλεια ότι αφήσαμε πίσω μας την πανδημία», χωρίς να αναφέρει κάποιον υπολογισμό για το πότε θα γίνει αυτό.
Πρόσθεσε ότι «τα περιοριστικά μέτρα θα μπορούν να αρθούν μόνο όταν παγιωθεί πια η πτωτική τάση της πανδημίας», κατευθύνοντας ξανά τη συζήτηση στο «να κρατήσουμε ακόμα για καιρό περιορισμένες τις κοινωνικές μας επαφές», την ώρα που η κυβέρνηση δεν παίρνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προστασίας του λαού στους χώρους δουλειάς, Εκπαίδευσης, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς κ.ο.κ.