Ανησυχητικά τα στοιχεία που έδωσε χτες στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδας, καθώς τα καταναλωτικά δάνεια αυξάνουν με ετήσιο ρυθμό 62%, παρά τα τοκογλυφικά επιτόκια
Σύμφωνα με το Στατιστικό Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδας, το μήνα Οκτώβρη του 2001:
Αν ληφθεί υπόψη ότι το ΑΕΠ της χώρας το 2001 διαμορφώθηκε στα 130,5 δισ. ευρώ (στοιχεία Κρατικού Προϋπολογισμού 2002), τότε προκύπτει ότι το χρέος των νοικοκυριών προς τις τράπεζες, από τις δύο αυτές μορφές δανεισμού έφτασε ήδη στο 17% του ΑΕΠ της χώρας με τάσεις περαιτέρω δυναμικής επέκτασης. Ο «δείκτης» χρέωσης της ελληνικής οικογένειας βρίσκεται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης, τις ΗΠΑ κλπ. Ομως η τάση επιτάχυνσης είναι σαφής, αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τα υπόλοιπα στεγαστικών δανείων αυξήθηκαν το 2000 με ρυθμό αύξησης περίπου 28% και το δεκάμηνο Γενάρης - Οκτώβρης 2001 με ρυθμό 35%. Αντίστοιχα, τα υπόλοιπα καταναλωτικής πίστης από ρυθμό αύξησης 29%-30% το 2000, το 2001 κινούνται με ρυθμό μεταβολής 45%(!) και ειδικά των πιστωτικών καρτών με 60%! Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κατ' εξοχήν τομέας ανταγωνισμού των εμπορικών τραπεζών είναι ακριβώς οι δύο αυτοί τομείς, οι οποίοι είναι και οι περισσότερο επικερδείς, δεδομένου ότι το ετήσιο επιτόκιο των πιστωτικών καρτών διατηρείται στο 17%. Καθαρή τοκογλυφία δηλαδή. Η, μέσω τραπεζικής χρηματοδότησης, στήριξη της ιδιωτικής κατανάλωσης έχει βέβαια και τα όριά της. Το 2001 η διαδικασία αυτή ήταν στο αποκορύφωμά της - για τους μήνες που υπάρχουν στοιχεία - καθώς η μεν οικοδομική δραστηριότητα αυξάνεται με ρυθμό 17% και οι λιανικές πωλήσεις διατηρούνται σε αρκετά υψηλά επίπεδα. Από τη στιγμή όμως που ένα όλο και περισσότερο ποσοστό του οικογενειακού εισοδήματος θα κατευθύνεται στις τράπεζες για την αποπληρωμή τοκοχρεολυτικών δόσεων, η διαδικασία αυτή μοιραία θα αντιστραφεί.