Eurokinissi |
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στον ακήρυχτο πόλεμο των ιμπεριαλιστικών κέντρων, με την ΕΕ να σπεύδει να οχυρώσει τους μονοπωλιακούς της ομίλους, ιδιαίτερα σε κλάδους στρατηγικής σημασίας, από τους ανταγωνιστές της, στο φόντο της καπιταλιστικής κρίσης που οξύνει παραπέρα τον ανταγωνισμό και όλες τις αντιθέσεις.
Ενδεικτικό, άλλωστε, είναι πως την ώρα που η ιμπεριαλιστική ένωση, όσο και το κάθε καπιταλιστικό κράτος έσπευσαν «άμα τη εμφανίσει» της κρίσης να στηρίξουν με πακτωλό κρατικών ενισχύσεων και άλλων διευκολύνσεων τους επιχειρηματικούς τους ομίλους ιδιαίτερα σε τομείς όπως οι Μεταφορές, ο Τουρισμός κ.ο.κ., με την ΕΕ να αναστέλλει επί τούτου και τη σχετική νομοθεσία της για την απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων σε επιχειρήσεις, η πρόταση της Κομισιόν προβλέπει ακριβώς την επέκταση αυτής της νομοθεσίας για τους μονοπωλιακούς ομίλους των άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων που επενδύουν στο έδαφός της.
Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση της αντιπροέδρου της Επιτροπής M. Vestager, η οποία υπογράμμισε ότι «ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων από τα κράτη - μέλη δεν είναι αρκετός για την προστασία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, αφού την ίδια στιγμή για τις ξένες επιδοτήσεις επιχειρήσεων δεν υπάρχει ο παραμικρός έλεγχος και καμία διαφάνεια. Η τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία και η γενική οικονομική ανάπτυξη είναι η πιο δύσκολη που έχει καταγραφεί στην πρόσφατη Ιστορία. Το ανοικτό εμπόριο, η ελευθερία επενδύσεων και η αρχή της "πολυ-πολικότητας" τίθενται υπό αμφισβήτηση». Η Μ. Vestager, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου κατά πόσον τα μέτρα που προτείνει η Επιτροπή στρέφονται εναντίον της Κίνας, απάντησε ότι «τα μέτρα αυτά αφορούν άπαντες, η ΕΕ κινείται βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας». Η επίτροπος πρόσθεσε ότι οι ξένες επιδοτήσεις μπορεί να βλάψουν τον ανταγωνισμό στην ενιαία αγορά με πολλαπλούς τρόπους και κυρίως ενισχύοντας ξένες εταιρείες να εξαγοράσουν ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ή να βοηθήσουν εταιρείες τρίτων χωρών να θέσουν εκτός διαγωνισμών δημόσιων συμβάσεων ευρωπαϊκές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.
«Ολοι είναι καλοδεχούμενοι στην αγορά της ΕΕ αρκεί να "παίζουν" σύμφωνα με τους κανόνες», είπε με τη σειρά του ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, T. Breton, συνδέοντας τις προτάσεις της Επιτροπής με το «όραμα» της ΕΕ για «μια νέα βιομηχανική στρατηγική. Οι όροι ισότιμου ανταγωνισμού βρίσκονται στο επίκεντρο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και (οι νέες προτάσεις της Επιτροπής) θα βοηθήσουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται παγκόσμια, προωθώντας έτσι τη "στρατηγική αυτονομία" της ΕΕ».
Αρχικά, το σχέδιο προτείνει την ίδρυση ενός γενικού εποπτικού οργάνου που θα επιβλέπει την αγορά και θα προβλέπει πιθανούς τομείς ή εταιρείες «στόχους» εξαγοράς μέσω παράνομων επιδοτήσεων από ξένα κράτη. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του θα μπορεί να επιβάλλει οικονομικές και άλλες κυρώσεις στην εταιρεία που λειτουργεί υπό τη χρηματική ενίσχυση τρίτης χώρας.
Ενδιαφέρον έχει και ότι τέτοιου τύπου κυρώσεις θα μπορεί να επιβάλλει αυτοβούλως η Επιτροπή σε εταιρεία που λειτουργεί στο έδαφος ενός κράτους - μέλους της ΕΕ, σε περίπτωση που δεν λάβει τα απαιτούμενα μέτρα το εθνικό εποπτικό όργανο. Επίσης, θα μπορεί τελικά να μην επιβάλει ή να ακυρώσει τις όποιες κυρώσεις εφόσον κρίνει ότι η δράση τής, επιδοτούμενης από το εξωτερικό, εταιρείας ωφέλησε την ενιαία αγορά.
Στη συνέχεια, ορίζονται επακριβώς οι «στρεβλώσεις» της ενιαίας αγοράς που μπορεί να προκληθούν από πρακτικές παράνομων επιδοτήσεων στην προσπάθειά τους να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι επιχειρήσεις που επωφελούνται από χρηματοδότηση κυβερνήσεων τρίτων χωρών θα πρέπει να ενημερώνουν το εποπτικό όργανο, που προαναφέρθηκε, για τις σχέσεις τους με ευρωπαϊκές επιχειρήσεις καθώς και ενδεχόμενη εξαγορά τους, ή απόκτηση μέρους του μετοχικού τους κεφαλαίου.
Το έγγραφο της Επιτροπής θέτει την ίδια την Επιτροπή ως την ανώτερη αρχή που επιβλέπει την ορθή λειτουργία του «ανταγωνισμού» και έτσι οι μεταβιβάσεις μετοχών ή εξαγορές εταιρειών, ή άλλου τύπου χρηματοοικονομικές δοσοληψίες με επιχειρήσεις τρίτων χωρών δεν θα ολοκληρώνονται πριν ελεγχθούν από την Επιτροπή. Σε περίπτωση που κατά τη διαδικασία ελέγχου διαπιστωθεί ότι παραβιάζονται οι όροι λειτουργίας της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή, ως ανώτερο επιβλέπον όργανο, θα μπορεί να ακυρώνει κάθε προηγούμενη συναλλαγή.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τους διαγωνισμούς δημόσιων συμβάσεων, σημειώνεται ότι οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν επιδοτήσεις από ξένες κυβερνήσεις θα μπορούν να κυριαρχούν στους πλειοδοτικούς διαγωνισμούς, αφού έχοντας χρηματοδοτικό αβαντάζ θα μπορούν να καταθέτουν προσφορές πολύ καλύτερες από τους ανταγωνιστές τους, «δίχως να λαμβάνουν υπόψη τους όρους της αγοράς». Ετσι εισάγεται ένας μηχανισμός ελέγχου, στον οποίο οι συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς δημόσιων συμβάσεων θα πρέπει να καταθέτουν κάθε στοιχείο που αφορά τη λήψη οικονομικής ενίσχυσης από χώρες εκτός της ΕΕ και εάν διαπιστώνεται ότι «η χρηματοδότηση έρχεται σε αντίθεση με τους κανονισμούς της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς», τότε η συγκεκριμένη εταιρεία θα αποβάλλεται από τη διαγωνιστική διαδικασία.
Τέλος, η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει ότι κάθε διεθνής χρηματοδοτικός οργανισμός που συμμετέχει σε έργα τα οποία χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, όπως της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, θα πρέπει να δηλώνει και να εφαρμόζει την προσέγγιση της ΕΕ σχετικά με τις κρατικές επιδοτήσεις.
Το συγκεκριμένο έγγραφο της Επιτροπής θα παραμείνει σε δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 23 Σεπτέμβρη 2020 και στη συνέχεια η Επιτροπή θα παρουσιάσει τις οριστικές της προτάσεις επάνω στο ζήτημα.
Η νέα «Λευκή Βίβλος» της Επιτροπής για την προστασία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και υποδομών στρατηγικής σημασίας αποτελεί έτσι ένα ακόμη επεισόδιο στον «ακήρυχτο» πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ των βασικών ιμπεριαλιστικών κέντρων. Επιβεβαιώνεται, για μια ακόμη φορά, ότι την ίδια στιγμή που οι ιμπεριαλιστές μιλούν περί «ελεύθερου εμπορίου», «ανοικτών αγορών», «ισότιμου ανταγωνισμού», «αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας» και όλα τα υπόλοιπα, ακονίζουν τα «μαχαίρια» κι είναι έτοιμοι να εφαρμόσουν οποιαδήποτε θεμιτή η «αθέμιτη» μέθοδο για την προστασία των δικών τους μονοπωλιακών ομίλων.