Η λεγόμενη «αποτρεπτική πολιτική» για τη μετανάστευση που αποτελεί «μοντέλο» για πολλές χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα
Παιδιά - κρατούμενοι στο Ναουρούς, προτού μεταφερθούν στις ΗΠΑ |
Το διαβόητο «αυστραλιανό μοντέλο», που έχει γίνει συνώνυμο βασανισμού «μέχρι τρέλας», εφαρμόζεται ουσιαστικά σε πολλές χώρες. Πρόσφατα και η ελληνική κυβέρνηση, στο σχέδιο που παρουσίασε για το «Προσφυγικό - Μεταναστευτικό», ανακοίνωσε τη «λειτουργία κλειστών κέντρων σε νησιά» για χιλιάδες ανθρώπους, μαζί με την ένταση της καταστολής στα σύνορα, την αυστηροποίηση του ασύλου κ.λπ. Πιο συγκεκριμένα, «κλειστά κέντρα» κράτησης - χωρίς δικαίωμα εξόδου - θα δημιουργηθούν σε Λέσβο, Χίο, Σάμο με χωρητικότητα πάνω από 5.000 το καθένα, καθώς και σε Κω (για τουλάχιστον 2.000 άτομα) και Λέρο (για 1.000 άτομα).
Πρόσφυγες και μετανάστες στο Μάνους τον περασμένο Μάη |
Από το 2001, η Αυστραλία εγκατέστησε για πρώτη φορά στην Παπούα - Νέα Γουινέα και το νησί Ναουρού (Ειρηνικός Ωκεανός, 3.000 χλμ. βορειοανατολικά της Αυστραλίας) κέντρα κράτησης για πρόσφυγες και μετανάστες, που συλλαμβάνονται στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν με βάρκες τις αυστραλιανές ακτές.
Μετά από μια περίοδο που παρέμειναν κλειστά, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ξαναλειτούργησαν το 2012 στη λογική της «αποτροπής». Εχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να οδηγούν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην απελπισία, να τους εξουθενώνουν σωματικά και ψυχικά, να τους τρομοκρατούν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να «λυγίσουν» και να ζητήσουν να γυρίσουν πίσω, στον πόλεμο, στην εξαθλίωση, στη βία.
Ενδεικτικά, από το 2012 - και κυρίως από το 2013 - η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει φυλακίσει λίγο πάνω από 4.000 άτομα - μεταξύ τους γυναίκες και παιδιά - στο Ναραού ή στην Παπούα - Νέα Γουινέα, θέλοντας να περάσει το «μήνυμα» ότι θα φυλακίζεται οποιοσδήποτε τολμήσει ακόμη και να κατευθυνθεί προς την Αυστραλία.
Πρόκειται για έναν πολύ μικρό αριθμό προσφύγων και μεταναστών, που η αχανής και «προηγμένη» Αυστραλία θα μπορούσε να φιλοξενήσει και να «ενσωματώσει». Διατηρεί όμως αυτή την άθλια κατάσταση σαν «βιτρίνα», σαν μια σαδιστική «διαφήμιση» προς όσους απελπισμένους σκέφτονται να μεταναστεύσουν εκεί, προειδοποιώντας τους να το ξανασκεφτούν. Εξάλλου, εκατοντάδες έχουν «λυγίσει» και δέχτηκαν τις λεγόμενες «εθελοντικές (!) υποβοηθούμενες επιστροφές» στην πατρίδα τους, ανάμεσά τους και άνθρωποι που είχαν το καθεστώς του πρόσφυγα. Δεκάδες έχουν αυτοκτονήσει ή σκοτωθεί σε επεισόδια.
Ενδεικτικά, τον Μάη του 2019 βρίσκονταν στο Μάνους περίπου 500 άνθρωποι και άλλοι 350 στο Ναουρού.
Στο Μάνους κρατούνταν κυρίως άντρες αιτούντες άσυλο, ενώ ακόμη και όσοι έχουν αναγνωριστεί ως πρόσφυγες δεν μεταφέρονται στην Αυστραλία, αλλά εγκαθίστανται σε άλλα σημεία στην Παπούα - Νέα Γουινέα, όπου επίσης επιβλέπονται. Από τον Οκτώβρη άρχισαν η εκκένωση του Μάνους και η μεταφορά προσφύγων και μεταναστών σε άλλες εξίσου άθλιες «δομές». Η τραγική ειρωνεία είναι ότι η μετακίνηση από το άθλιο, κλειστό κέντρο του Μάνους θέτει πρόσφυγες και μετανάστες σε ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους, καθώς είναι πιο ευάλωτοι σε επιθέσεις των ντόπιων «συμμοριών», αλλά και κυκλωμάτων.
Η Διεθνής Αμνηστία σημείωσε τον Νοέμβρη του 2013 ότι η κατάσταση στο Μάνους «ισοδυναμεί με βασανιστήρια». Δεκάδες άνθρωποι έχουν πεθάνει από ασθένειες που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν, από επιθέσεις ντόπιων και φρουρών, ή έχουν οδηγηθεί στην αυτοκτονία. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται φυλακισμένοι μέχρι σήμερα, έξι χρόνια μετά. Οι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο από το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές, τη Βιρμανία, το Ιράν, το Πακιστάν, τη Σρι Λάνκα και το Σουδάν, πρώην εργαζόμενοι ή γιατροί στα κέντρα κράτησης, με τις μαρτυρίες τους σε οργανισμούς σχετικούς με τα ανθρώπινα δικαιώματα, περιγράφουν τη βαρβαρότητα που επικρατεί.
Οπως αναφέρουν, ομάδες ντόπιων ανδρών, συχνά μεθυσμένοι και οπλισμένοι, επιτίθεντο στους πρόσφυγες και μετανάστες. Η ανύπαρκτη ψυχολογική υποστήριξη, η πολύχρονη κράτηση, η αβεβαιότητα και η βία είχαν καταστροφικές επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία. Μετά από τόσα χρόνια κράτησης αρκετοί αυτοκτονούν ή αυτοτραυματίζονται, παρότι η συντριπτική πλειοψηφία μεταναστών και προσφύγων δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα ψυχικής υγείας πριν από την κράτησή τους, σύμφωνα με την Υπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
Το 2016 η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπέγραψε με την Αυστραλία συμφωνία για να δεχτούν οι ΗΠΑ έως 1.000 άτομα από το Ναουρού και την Παπούα - Νέα Γουινέα. Μέχρι και τον περασμένο Σεπτέμβρη περίπου 600 άτομα - κυρίως παιδιά με τις οικογένειές τους - είχαν μετεγκατασταθεί στις ΗΠΑ, ενώ τον περασμένο Φλεβάρη η κυβέρνηση της Αυστραλίας ανακοίνωσε ότι δεν θα κρατούνται πλέον παιδιά στο Ναουρού.
Στο Ναουρού κρατούνταν οικογένειες και γυναίκες. Ζούσαν σε σκηνές, κάτω από μια τέντα με νάιλον διαχωριστικά, χωρίς εύκολη πρόσβαση σε τουαλέτες ή σε εγκαταστάσεις κουζίνας, χωρίς κλιματισμό σε θερμοκρασίες ακόμη και 40 βαθμών Κελσίου.
Από τα τέλη του 2014 άρχισαν να σημειώνονται επιθέσεις, ληστείες και βιασμοί σε αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, από ομάδες ντόπιων. Αν και το κέντρο μετατράπηκε σε «ανοιχτού τύπου», οι πρόσφυγες φοβούνταν να εγκαταλείψουν τα στρατόπεδα εξαιτίας της απειλής ξυλοδαρμού και βιασμού.
Οι απόπειρες αυτοκτονίας και οι τρομακτικές πράξεις αυτοτραυματισμού αντικατόπτριζαν τον πόνο των παιδιών στο Ναουρού. Σύμφωνα με καθηγητές Ψυχιατρικής από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, παρατηρούνταν αυτοκτονικές συμπεριφορές σε παιδιά μόλις 8 και 10 χρόνων... Αλλες ομάδες ψυχολόγων που εργάζονταν με οικογένειες στο Ναουρού σκιαγραφούν μια βίαιη εικόνα της ζωής των παιδιών στο νησί, πολλά από τα οποία έχουν περάσει σχεδόν όλη τη ζωή τους φυλακισμένα, μέσα στην ανασφάλεια και τη βία.
Τα ψυχικά τραύματα που έχουν προκληθεί σε συνδυασμό με τις κακές - και συχνά επικίνδυνες συνθήκες - συμβάλλουν στη δημιουργία ενός αισθήματος απελπισίας. Ειδικοί εκτιμούν ότι τουλάχιστον 30 παιδιά υπέφεραν από το σύνδρομο παραίτησης, που είχε αναπτυχθεί και σε παιδάκια στο κολαστήριο της Μόριας στη Λέσβο. Πρόκειται για μια σπάνια ψυχιατρική κατάσταση, όπου οι πάσχοντες, ως «απάντηση» σε ένα σοβαρό ψυχικό τραύμα, «αποσύρονται» από τη ζωή. Η ασθένεια είναι απειλητική για τη ζωή τους καθώς τα παιδιά δεν μπορούν να φάνε και να πιουν.
Η κυνική στάση της αυστραλιανής κυβέρνησης στο δράμα χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων αποτυπώθηκε και στην πρόσφατη απόφαση να μη δικαιολογούν οι γιατροί μια μεταφορά των μεταναστών και προσφύγων στην Αυστραλία προκειμένου να λάβουν εξειδικευμένη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
«Μπορούμε να ζητάμε τη γνώμη των γιατρών, όμως αυτοί δεν εκλέγονται. Δεν λογοδοτούν στην κοινή γνώμη», εξήγησε η βουλευτής Τζάκι Λάμπι, που υπερψήφισε την κυβερνητική πρόταση.
Από τον Φλεβάρη του 2019, που ίσχυσε ο νόμος για το δικαίωμα των γιατρών να στέλνουν ασθενείς στην Αυστραλία, είχαν μεταφερθεί στην Αυστραλία για να λάβουν θεραπεία μόλις 179 μετανάστες, σύμφωνα με στοιχεία της κυβέρνησης.
Ο υπουργός Εσωτερικών Υποθέσεων, Πίτερ Ντάντον, επέκρινε το νόμο ότι «δεν είχε ποτέ στόχο τη μεταφορά ανθρώπων εδώ για να λάβουν ιατρική φροντίδα, διότι ήδη τη λάμβαναν» στα κέντρα κράτησης. «Αυτός ήταν πάντα ένας νόμος που είχε στόχο να έρθουν εδώ άνθρωποι από την πίσω πόρτα και σήμερα την κλείσαμε», υπογράμμισε.
Μετά την ψηφοφορία στη Γερουσία ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Σκοτ Μόρισον, εξέφρασε την ικανοποίησή του, δηλώνοντας στους δημοσιογράφους: «Είχαμε πάντα συναίσθηση ότι αυτού του είδους το παραθυράκι δεν ενισχύει τα σύνορά μας, μόνο τα αποδυναμώνει»...