Copyright 2018 The Associated |
Οι ηγέτες του G20 σε «οικογενειακή» φωτογραφία |
Αυτό φαίνεται ανάγλυφα στο κείμενο της τελικής Διακήρυξης που υπέγραψαν οι 20 ηγέτες, ένα ευχολόγιο που επιχειρεί - μάταια - να συγκεράσει τις βαθιές ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις με γενικόλογες διατυπώσεις περί «διεθνούς συνεργασίας για «βιώσιμη ανάπτυξη», «προστασίας του δικαιώματος στην αξιοπρεπή εργασία και την εκπαίδευση», «μοιράσματος των πλεονεκτημάτων από την τεχνολογική μετάβαση», «προστασίας της παιδικότητας» και της «ισότητας των φύλων», «προστασίας των προσφύγων» (που εμφανίζονται περίπου ως φυσικό φαινόμενο) και άλλα βαρύγδουπα. Ολα αυτά μόνο ως ανέκδοτα ακούγονται στη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα, είτε αυτή αφορά τις υποανάπτυκτες χώρες, όπου η παιδική εργασία κάνει θραύση, είτε τις αναπτυσσόμενες και ανεπτυγμένες, όπου οι κάθε λογής ελαστικές μορφές απασχόλησης χρησιμοποιούνται από τους κεφαλαιοκράτες για να ξεζουμίζουν τους εργαζόμενους και όπου οι ταξικοί φραγμοί σε Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, δικαιώματα «σπάνε κόκαλα».
Στο «διά ταύτα», πάντως, οι ηγέτες διατυπώνουν (στο σημείο 4 της Διακήρυξης) την ανησυχία τους ότι η «παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη» γίνεται «όλο και λιγότερο συγχρονισμένη μεταξύ των χωρών» και εξακολουθούν να υπάρχουν «βασικοί κίνδυνοι, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών αδυναμιών και γεωπολιτικών ανησυχιών». Διαπιστώνεται δηλαδή ότι η αναιμική ανάπτυξη σε πολλές χώρες, έκφραση της ανισόμετρης ανάπτυξης στον καπιταλισμό, μπορεί να οδηγήσει και πάλι σε κρίση.
Σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή και τα μέτρα υποτιθέμενης αντιμετώπισής της (κάτι που επηρεάζει άμεσα τη βιομηχανική παραγωγή), αποτελεί άλλο ένα πεδίο ανταγωνισμού, όπως και σε ποιες μορφές Ενέργειας θα δοθεί προτεραιότητα. Σε αυτό το σημείο, όλοι οι ηγέτες - εκτός του Αμερικανού Προέδρου Ντ. Τραμπ - επιβεβαίωσαν τη «δέσμευση στη Συμφωνία του Παρισιού για να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη». Η διατύπωση που επελέγη για τις ΗΠΑ ήταν ότι «επαναλαμβάνουν την απόφασή τους να αποσυρθούν από τη Συμφωνία του Παρισιού και επιβεβαιώνουν την άποψή τους για ισχυρή δέσμευση για οικονομική ανάπτυξη και πρόσβαση στην Ενέργεια και στην ασφάλεια, χρησιμοποιώντας όλες τις πηγές Ενέργειας και τεχνολογιών και παράλληλα προστατεύοντας το περιβάλλον».
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι υποστηρίζονται οι λεγόμενες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», δηλαδή το βάθεμα των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, ενώ γίνεται προτροπή να εφαρμόζονται «δεσμεύσεις» για «συναλλαγματικές ισοτιμίες», «δίκαιη φορολογική πολιτική» και «λειτουργία του διεθνούς εμπορίου με κανόνες». Στο σημείο αυτό στη Διακήρυξη αποφεύχθηκαν αναφορές στην πολιτική εθνοκρατικού προστατευτισμού, που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ και άλλοι, ενώ υποτίθεται ότι υπάρχει συμφωνία για «μεταρρύθμιση» του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Σημειώνεται ακόμα η συμβολή που έχει το πολυμερές εμπορικό σύστημα ως «κινητήρας της ανάπτυξης της παραγωγικότητας, της καινοτομίας, της απασχόλησης». Επιπλέον, δίνονται ...όρκοι για την «καταπολέμηση της διαφθοράς» και την «καταδίκη της τρομοκρατίας».
Στις διμερείς συναντήσεις ξεχώρισαν τα ζητήματα του διεθνούς εμπορίου - ΗΠΑ, Καναδάς και Μεξικό υπέγραψαν τη λεγόμενη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου που είχαν συμφωνήσει - όπως και οι εξελίξεις σε περιοχές όπου εξελίσσονται ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όπως η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική, η Ουκρανία (με αφορμή την τελευταία κλιμάκωση στην Κριμαία - δες σχετικό θέμα), η Κορεατική Χερσόνησος.
Η παρουσία του Σαουδάραβα πρίγκιπα - διαδόχου, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, ιδιαίτερα μετά τη βάρβαρη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, δημιούργησε μια σχετική δυσφορία στους ηγέτες (με εξαίρεση τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλ. Πούτιν, με τον οποίο ο Μπιν Σαλμάν είχε θερμό χαιρετισμό), αλλά στις σχέσεις μεταξύ εκπροσώπων αστικών τάξεων αυτά ξεπερνιούνται. Οπως δείχνουν άλλωστε και οι διμερείς μπίζνες που καλά κρατούν, ιδιαίτερα η αγορά όπλων από τους Σαουδάραβες, οι οποίοι συμμετέχουν στο σφαγιασμό των λαών της περιοχής.
Στους προσωρινούς συμβιβασμούς που επιτεύχθηκαν περιλαμβάνεται και η «εκεχειρία» στην οποία κατέληξαν οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Κίνας σε ό,τι αφορά τους δασμούς. Ο Τραμπ και ο Κινέζος ομόλογός του, Σι Τζινπίνγκ, συμφώνησαν να «παγώσουν» για 90 μέρες την επιβολή νέων δασμών.
Με βάση τα όσα ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος, ο Τραμπ δεσμεύθηκε ότι οι ΗΠΑ δεν θα αυξήσουν στο 25% τον συντελεστή των δασμών σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισ. δολαρίων από την 1η Γενάρη του 2019, όπως είχε αναγγείλει. Αντίστοιχα, ο Σι Τζινπίνγκ δεσμεύτηκε ότι η Κίνα θα αγοράσει μια «πολύ σημαντική» ποσότητα αμερικανικών προϊόντων, αν και δεν διευκρινίζεται η αξία τους. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, το Πεκίνο εξέφρασε την προθυμία να «εγκρίνει την προηγουμένως απορριφθείσα συμφωνία εάν ξαναπαρουσιαστεί».
Πάντως η αμερικανική κυβέρνηση διεμήνυσε ότι αν δεν εξευρεθεί συμφωνία με την Κίνα για τα ζητήματα που θεωρεί «αγκάθια» για το διμερές εμπόριο (καταναγκαστική μεταφορά τεχνολογίας, προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, άρση των μη δασμολογικών φραγμών, «κλοπή» μέσω διαδικτύου, διάθεση αγροτικών προϊόντων κ.λπ.), μετά τις 90 μέρες οι δασμοί θα αυξηθούν στο 25%.