ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Απρίλη 2002
Σελ. /32
«Μετοχές του πολέμου» με οσμή πετρελαίου

Οι τελευταίες εξελίξεις στην αγορά του «μαύρου χρυσού», η άνοδος των τιμών, ανακατατάξεις στην παγκόσμια παραγωγή. Πρώτη η Ρωσία, δεύτερη η Σαουδική Αραβία

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η κλιμάκωση των ισραηλινών επιχειρήσεων στα παλαιστινιακά εδάφη συνοδεύτηκε από μια αντίστοιχη κλιμάκωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Μέσα σε διάστημα μιας βδομάδας η τιμή του πετρελαίου τύπου Μπρεντ εκτινάχτηκε από τα 25,4 δολάρια, στα 28 δολάρια το βαρέλι την περασμένη Τετάρτη. Πρόκειται ασφαλώς για τη μεγαλύτερη τιμή μέσα στο τελευταίο εξάμηνο. Ομως, η πορεία των τιμών του «μαύρου χρυσού» παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον υπό το φως των εξελίξεων όχι μόνο στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην «αντιτρομοκρατική σταυροφορία», αλλά και στο εσωτερικό των πετρελαιοπαραγωγών χωρών.

Κερδοσκοπικές κινήσεις

Μια πρώτη εκτίμηση από την πορεία των τιμών δεν επιβεβαιώνει ότι η αύξησή τους οφείλεται κυρίως στον πόλεμο που εξαπέλυσε το Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων. Οι χώρες-μέλη του Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών (ΟΠΕΚ), αραβικές και μη, ξεκαθάρισαν από την πρώτη στιγμή ότι «δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσουν το πετρέλαιο ως όπλο» και απέρριψαν την πρόταση του Ιράκ για εμπάργκο κατά των δυτικών χωρών. Οπως δήλωσε την περασμένη Πέμπτη στο BBC ο γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ, Αλί Ροντρίγκες, η άνοδος των τιμών οφείλεται κυρίως σε «κερδοσκοπικές κινήσεις».

Ράλι τιμών

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η άνοδος των τιμών ξεκίνησε ουσιαστικά από το τέλος Φλεβάρη, μετά από τη μείωση της παραγωγής από τις χώρες του ΟΠΕΚ αλλά και ως συνέπεια της οικονομικής ύφεσης σε ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση και Ιαπωνία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ είχε φτάσει στο ναδίρ στα μέσα Νοέμβρη 2001, κάτω από τα 18 δολάρια το βαρέλι. Από τα τέλη Φλεβάρη 2002 άρχισε ένα ράλι τιμών με σημείο εκκίνησης τα 20 δολάρια για να φτάσει στα τέλη Μάρτη τα 26 δολάρια.

«Πολεμικό επασφάλιστρο»

Η επίθεση του Ισραήλ χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος ώστε να εκδηλωθούν οι κερδοσκοπικές κινήσεις, όπως και στα μέσα Σεπτέμβρη 2001, μετά το χτύπημα στη Νέα Υόρκη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αναλυτές της πετρελαϊκής αγοράς επισημαίνουν πως οι τρέχουσες τιμές εμπεριέχουν ένα «πολεμικό επασφάλιστρο» της τάξης των 3-5 δολαρίων. Δηλαδή, κάποιοι (και είναι πολύ εύκολο να βρεθούν αυτοί), προεξοφλώντας έναν γενικευμένο πόλεμο, με τη συμμετοχή και των αραβικών κρατών, προκαλούν μια τεχνητή κρίση και άνοδο των τιμών. Αυτά τα 3-5 δολάρια του «πολεμικού επασφαλίστρου» για κάθε βαρέλι πετρελαίου θα γίνουν δισεκατομμύρια δολάρια για τα θησαυροφυλάκια των μεγάλων πετρελαϊκών εταιριών. Πρόκειται, δηλαδή, για την αξιοποίηση μιας φρικτής μετοχής, της «μετοχής του πολέμου».

Δεν είναι τυχαίο ότι αυτήν ακριβώς τη βδομάδα η βρετανικών και ολλανδικών συμφερόντων SHELL προχώρησε σε δύο «επιθετικές» εξαγορές. Η πρώτη αφορούσε στη γνωστή εταιρία λιπαντικών Penzoil και η δεύτερη στη μεγάλη εταιρία αξιοποίησης πετρελαϊκών κοιτασμάτων σ' όλο τον κόσμο Enterprise. Φυσικά, η SHELL προεξοφλεί τα υπερκέρδη της για το επόμενο διάστημα.

Πήρε κεφάλι η Ρωσία

Η δεύτερη σημαντική εξέλιξη, που αφορά στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, είναι η δυναμική επανεμφάνιση της Ρωσίας. Πρόκειται για μια ανατροπή στρατηγικής σημασίας για τις διεθνείς εξελίξεις. Σύμφωνα, λοιπόν, με το περιοδικό «Foreign Report», η Ρωσία ανέβηκε στην πρώτη θέση της παγκόσμιας παραγωγής με 7,28 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα, αφήνοντας στη δεύτερη θέση τη Σαουδική Αραβία με 7,19 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα. Μάλιστα, στην ίδια ανάλυση τονίζεται ότι η ρωσική κυβέρνηση σε συνεργασία με τη «νέα επιχειρηματική τάξη» στο χώρο των πετρελαίων θέτει ως στόχο την αύξηση της παραγωγής στα 10 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα, όση είναι η μέγιστη ποσότητα που μπορεί να παράγει η Σαουδική Αραβία. Αν συμβεί αυτό, θα είναι μια επίδειξη ισχύος της Ρωσίας, που βέβαια έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες. Σημειώνουμε ότι μια απόδειξη αυτών των δυνατοτήτων είχε δώσει η Σοβιετική Ενωση όταν μέσα σε λίγες μέρες, το 1985, αύξησε την παραγωγή σε 12,5 εκατομμύρια βαρέλια, τη μεγαλύτερη ποσότητα πετρελαίου που παρήχθη ποτέ από μια, μόνη χώρα, ποσότητα που αντιστοιχούσε στο ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής.

Η «σφαγή» των «γιάπις» στις ΗΠΑ

Ηρθε λοιπόν και η ώρα των «γιάπις», των επιχειρηματικών στελεχών που χαρακτήρισαν την εποχή της έντονης καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ιδιαίτερης αίγλης των χρηματιστηριακών αγορών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν στο δωδεκάμηνο Φλεβάρη 2001-Φλεβάρη 2002, στο διάστημα αυτό απολύθηκαν από τους χρηματοπιστωτικούς οίκους της Γουόλ Στριτ 43.400 άτομα. Ομως, αυτή η διαδικασία, της μείωσης του προσωπικού, δεν ολοκληρώθηκε ακόμη. Μόλις προχτές οι εκπρόσωποι δύο μεγάλων και γνωστών οίκων, της Credit Suisse First Boston και της Goldman Sachs, ανακοίνωσαν ότι θα προχωρήσουν σε πολυάριθμες απολύσεις λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών κατά 15%.

Τις μεγαλύτερες περικοπές έκανε η Merril Lynch, η μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική εταιρία των ΗΠΑ, η οποία μείωσε το προσωπικό της κατά 9.000 άτομα το τέταρτο τρίμηνο του 2001. Ακολουθεί η Morgan Stanley, που μέσα σε έναν χρόνο απέλυσε 3.800 εργαζόμενους.

Φυσικά, οι εταιρίες του χρηματοπιστωτικού κλάδου, ενός κλάδου που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση με την απελευθέρωση των αγορών και την πλήρη ελευθερία στις κινήσεις των κεφαλαίων, ακολουθούν την πορεία των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων στο στάδιο της οικονομικής ύφεσης.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι πρόσφατες απολύσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο αφορούν υψηλόβαθμα, διευθυντικά στελέχη με αστρονομικές ετήσιες αμοιβές, ύψους 1,3 εκατομμυρίων δολαρίων κατά μέσο όρο... Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα στρώμα στελεχών, τα οποία στην εποχή της άνθησης της «παγκοσμιοποίησης» και του χρηματιστηρίου, εμφανίστηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως για την εφαρμογή των πιο σκληρών αντεργατικών μέτρων, στο όνομα του κέρδους και της «ανταγωνιστικότητας».

Σαράντα χιλιάδες πτωχεύσεις το 2002 στη Γερμανία!

Κύμα χρεοκοπιών πλήττει τη γερμανική οικονομία. Την περασμένη Τρίτη η εταιρία προμηθειών γραφείου «Herlitz» ανακοίνωσε ότι θα υποβάλει αίτηση προστασίας από τους πιστωτές της, αφού δεν κατάφερε να καταλήξει σε συμφωνία μαζί τους για την αποπληρωμή των χρεών. Αυτή τη βδομάδα είχαμε ακόμη την κατάρρευση της εταιρίας κατασκευής μικρών αεροσκαφών «Dornier», η οποία απασχολεί 4.000 άτομα στη Γερμανία και 800 στις ΗΠΑ. Την περασμένη βδομάδα, η χώρα συγκλονίστηκε από την είδηση για τη χρεοκοπία μιας από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρίες της Ευρώπης, της «Holzman». Ενώ, πριν ένα μήνα τέθηκε σε καθεστώς αναγκαστικής διαχείρισης ο μεγάλος εκδοτικός όμιλος «Kirch».

Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι αυτά είναι μόνο η αρχή. Σύμφωνα με την εταιρία παροχής επιχειρηματικών πληροφοριών «Creditreform», οι πτωχεύσεις στη Γερμανία θα αυξηθούν φέτος περίπου κατά 25% (σε σχέση με το 2001) φθάνοντας τις 40.000 περιπτώσεις.

Οι οικονομολόγοι έχουν διχαστεί αφού, άλλοι μεν υποστηρίζουν ότι αυτό είναι το τέλος της οικονομικής ύφεσης, ενώ άλλοι εκτιμούν ότι είναι νωρίς ακόμη για μια εκτίμηση περί του τέλους της ύφεσης. Ομως, όλοι συμφωνούν ότι η ανάκαμψη θα χρειαστεί χρόνο και ότι στο μεταξύ οι οδυνηρές συνέπειες θα πολλαπλασιάζονται.

Τη μερίδα του λέοντος στις πτωχεύσεις έχει ο κατασκευαστικός τομέας αφού υπολογίζεται ότι μέσα στο 2001 κατατέθηκαν 9.000 αιτήσεις προστασίας από τους πιστωτές.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ