ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 29 Ιούνη 2006
Σελ. /32
«Εσωτερικές αναζητήσεις» και εμπορικά προϊόντα

Ζώντας μέσα σ' αυτό το...θαυμάσιο πολιτιστικό περιβάλλον του καπιταλισμού και της νέας τάξης πραγμάτων, πρέπει να είμαστε και ευχαριστημένοι, αν κάποια από τις νέες ταινίες, που βγαίνουν στις αίθουσες, κρατάει τα (καλλιτεχνικά) προσχήματα. Αυτή τη βδομάδα δυο από τις πέντε νέες ταινίες, που θα προβληθούν, δε μας προσβάλλουν! Φυσικά δε μιλάμε για ανατροπές! Μιλάμε, απλώς, για δυο σοβαρές περιπτώσεις. Η πρώτη είναι η ταινία του Ροντρίγκο Γκαρσία, γιου του γνωστού συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, «Εννέα Ζωές». Πρόκειται για μια ευαίσθητη κινηματογραφική ματιά μέσα στην ψυχή (ψυχοσύνθεση) της γυναίκας! Η δεύτερη είναι η ταινία του Ντάνις Τάτοβιτς, (Βοσνιο-ερζεγοβίνιος), «Η Κόλαση μέσα μας». Και αυτή η ταινία ερευνά τον «εσωτερικό» κόσμο της γυναίκας!

Μετά τις δυο αυτές αναλαμπές, μπαίνουμε φουνταριστοί στο καλλιτεχνικό σκοτάδι! «Νιώστε το ρυθμό», της Λιζ Φρίντλαντερ. Ο Αντόνιο Μπαντέρας χορογράφος και απέραντη πλήξη! «Ερωτας στην τύχη», του Ντόναλντ Πέτρι. «Ερωτας στην τύχη» και, κυρίως, ταινία στην τύχη! Και, τέλος, η ταινία του ροκ μουσικοσυνθέτη, που πέρασε στη σκηνοθεσία, Ρομπ Ζόμπι, «Σάρκα και αίμα». Μια αηδιαστική ταινία για κανίβαλους!

ΡΟΝΤΡΙΓΚΟ ΓΚΑΡΣΙΑ
Εννέα ζωές

Οπως σας είπα και στον πρόλογο, μην μπείτε στην αίθουσα, αν ψάχνετε κάτι πολύ ξεχωριστό. Αν, όμως, για παράδειγμα, σας αρέσει ο συγγραφέας πατέρας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, τότε θα σας αρέσει και ο σκηνοθέτης γιος, Ροντρίγκο Γκαρσία (χωρίς το Μάρκες). Και αυτός, όπως ο πατέρας του, ψάχνει τον «εσωτερικό κόσμο». Κυρίως, το γυναικείο «εσωτερικό κόσμο». Το «μέσα» τους. Χωρίς, όμως, να νοιάζονται ιδιαίτερα - και οι δυο - για τα αίτια, για το κοινωνικό περιβάλλον, για τους φυσικούς και κοινωνικούς νόμους, που διαμορφώνουν αυτόν τον «εσωτερικό κόσμο». Και αυτό, βέβαια, είναι μια έλλειψη. Μια έλλειψη, που μειώνει, συνολικά, το αποτέλεσμα!

Ο σκηνοθέτης Γκαρσία, που έγραψε και το σενάριο, σκύβει, με πολύ σεβασμό είναι αλήθεια, πάνω σε εννέα γυναίκες, πάνω σε εννέα γυναικείες περιπτώσεις, και με απλές γραμμές και κατανοητά χρώματα, προσπαθεί να ανακαλύψει τη γυναικεία «ψυχή»! Τον τρόπο που αντιδρά και τον τρόπο που βιώνει τη ζωή η γυναίκα. Η καλλιτεχνική, αλλά και η φιλοσοφική προσέγγιση του σκηνοθέτη, είναι φιλική προς αυτή.

Μιλώντας για τις «Εννέα ζωές», ας μου επιτραπεί η έκφραση, μιλάμε για εννέα μικρά κινηματογραφικά διηγήματα. 1) Η Σάντρα βρίσκεται στη φυλακή και προσπαθεί απεγνωσμένα να έρθει πιο κοντά με το παιδί της, που την επισκέπτεται, 2) η Νταϊάνα ξαφνικά έρχεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες μιας σχέσης από το παρελθόν, 3) η Χόλι δείχνει να μην μπορεί να προχωρήσει με τη ζωή της αν πρώτα δεν ξεκαθαρίσει με τον πατριό της, 4) η Σόνια ξεσκεπάζει το μυστικό που ο φίλος της διατηρεί κρυφό στο κοντινό του περιβάλλον, 5) η έφηβη Σαμάνθα αναγκάζεται να παίξει ρόλο διαιτητή ανάμεσα στους γονείς της, 6) η Λόρνα αναλαμβάνει να παρηγορήσει τον πρώην σύζυγό της μετά την αυτοκτονία της γυναίκας του, 7) η Ρουθ αναλογίζεται την πιθανότητα, να αφήσει τον έγγαμο βίο μετά από ένα «παράνομο» ραντεβού, 8) η Καμίλ αντιμετωπίζει τους σωματικούς περιορισμούς της και 9) η Μάγκι επιτρέπει στη μικρή της κόρη, Μαρία, να λάμψει αντί της ίδιας.

Τα εννέα αυτά μικρά κινηματογραφικά διηγήματα, ωστόσο, θα μπορούσαν να ήταν εννέα κεφάλαια από ένα ενιαίο κινηματογραφικό μυθιστόρημα. Γιατί, παρότι, αποτελούν εννέα ξεχωριστές περιπτώσεις, που αφορούν σε εννέα διαφορετικούς ανθρώπους, τελικά θα μπορούσε, και τις εννέα περιπτώσεις, να τις είχε βιώσει το ίδιο άτομο. Ολες οι ιστορίες, ακόμα και κινηματογραφικά, δένονται μεταξύ τους. Τα δευτερεύοντα πρόσωπα των εννέα ιστοριών τα συναντάμε σε περισσότερες από μια ιστορίες. Και αυτό δείχνει μια σχέση ενότητας...

Ομως, δεν είναι μόνο τα δευτερεύοντα πρόσωπα, που συνηγορούν στο να διαβαστεί και ενιαία η ιστορία. Η ενιαία ατμόσφαιρα της ταινίας, η φόρμα, τα απαλά χρώματα, οι χαμηλοί τόνοι, το λιγοστό φως, η θλίψη... Ο θεατής έχει την αίσθηση πως ζει μια τραγωδία, παρόμοια με αυτή της Πρέβεζας, όπως την κατέγραψε ο Καριωτάκης, αλλά και ο Γιώργος Αθάνας (πού τον θυμήθηκα;) στο ποίημά του «Γυναίκες των επαρχιών».

Παρότι το μάτι σου πήζει από θλίψη και πόνο, η ταινία, τελικά, είναι αισιόδοξη. Είναι αισιόδοξη, γιατί οι ηρωίδες δε συμβιβάζονται με αυτά που τους προκύπτουν. Αγωνίζονται, για να μην υποκύψουν. Και, το βασικότερο, μέσα σε όλη αυτή την απελπισία, τα αισθήματα των ηρωίδων είναι πλούσια και γεμάτα υγεία. Η ταινία στέκεται μακριά από οποιαδήποτε αρρώστια!

Θα πρέπει να σημειώσουμε την προσπάθεια του σκηνοθέτη, πέρα από την πρότασή του στο περιεχόμενο, στην κινηματογραφική γραφή, στη φόρμα. Ο Ροντρίγκο Γκαρσία προσπάθησε να περιγράψει τις ιστορίες του με μονοπλάνα ή να μοιάζει η διήγησή του με μονοπλάνο. (σ.σ. Μονοπλάνο: το κινηματογραφικό περιεχόμενο από το ξεκίνημα μέχρι το σταμάτημα της κινηματογραφικής μηχανής λήψης).

Θα παρακαλούσα το θεατή να εντείνει την προσοχή του, ιδιαίτερα στο δεύτερο επεισόδιο, όπου, ολόκληρη η ιστορία που διηγείται ο σκηνοθέτης, χωράει μέσα σε ένα μόνο πλάνο. Ενα πλάνο γεμάτο συναισθήματα, με σύνθεση, με δράση. Αυτός ο κινηματογράφος είναι κινηματογράφος με σκέψη. Ο δημιουργός έχει καθαρό μυαλό, ξέρει τι ζητάει. Και, κυρίως, ξέρει πώς να αφηγηθεί, αυτό που θέλει να αφηγηθεί. Δείχνει απέχθεια στην προχειρότητα. Δείχνει σεβασμό του δημιουργού απέναντι στο θεατή.

Τέτοιες στιγμές-αρετές έχει πολλές η ταινία. Στις αρετές της, επίσης, και οι ερμηνείες των ηθοποιών. Οι επιλογές των χώρων. Οι μουσικές. Και η φωτογραφία.

Παίζουν: (σειρά εμφανίσεως, για τις πρώτες 10) Ελπίντια Καρίγιο, Ρόμπιν Ράιτ Πεν, Λίσα Γκέι Χάμιλτον, Χόλι Χάντερ, Αμάντα Σεϊφράιντ, Εϊμι Μπρένεμαν, Σίσι Σπέισεκ, Κάθι Μπέικερ, Γκλεν Κλόουζ, Ντακότα Φάνινγκ, Στίβεν Ντιλέινι, Ουίλιαμ Φάνινγκ, Τζέισον Αϊζακ, Τζο Μαντένια.

ΝΤΑΝΙΣ ΤΑΝΟΒΙΤΣ
Η Κόλαση μέσα μας

Ο Ντάνις Τάνοβιτς γεννήθηκε στη Ζένιτσα της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης. Με τον πόλεμο το 1992 έφυγε από το Σαράγιεβο και πήγε στις Βρυξέλλες. Εκεί σπούδασε σκηνοθεσία. Η πρώτη κιόλας μεγάλου μήκους ταινία του, «No Man's Land» απέσπασε το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, το βραβείο σεναρίου στις Κάννες, το γαλλικό βραβείο «Σεζάρ» και άλλες διακρίσεις. «Η Κόλαση Μέσα Μας» είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του.

Ο Ντάνις Τάνοβιτς δηλώνει θαυμαστής του Πολωνού σκηνοθέτη Κριστόφ Κισλόφσκι, στον οποίο, άλλωστε, αφιερώνει τη δεύτερη ταινία του. Ο Κισλόφσκι «έβαλε» το χέρι του και στη συγγραφή του σεναρίου (σεναριογράφος ο Κριστόφ Πίσιεβιτζ - σεναριογράφος και του Κισλόφσκι!). Διάχυτος στην ταινία είναι και ο μεταφυσικός αέρας του καλού, αλλά μεταφυσικού, Πολωνού δημιουργού.

Ο Ντάνις Τάνοβιτς θέλοντας να τιμήσει τον μεγάλο Πολωνό σκηνοθέτη, έντυσε τις τρεις πρωταγωνίστριές του με τα γνωστά χρώματα της «χρωματικής» κινηματογραφικής τριλογίας του: Πράσινο, Μπλε, Κόκκινο. Παρ' όλα αυτά, ο Ντάνις Τάνοβιτς δεν είναι κινηματογραφικά ετερόφωτος! Ο θαυμασμός του για τον Κριστόφ Κισλόφσκι περιορίστηκε μόνο στα «φιλοσοφικά» ζητήματα. Στα κινηματογραφικά απέφυγε τη μίμηση. Η ταινία του είναι ολοκληρωτικά και ολόκληρη δική του. Ο καθένας μπορεί να παρατηρήσει πως ο Βαλκάνιος σκηνοθέτης εκπέμπει κινηματογραφική μεσογειακή θερμότητα, παρότι το θέμα του είναι αρκετά «εγκεφαλικό» και «μοιάζει» με τη θεματολογία του «βορειότερου» Κισλόφσκι! Οσο η ταινία του στέκεται σε «γήινα» ερωτήματα και αφηγείται γήινες ιστορίες είναι καλλιτεχνικά αλλά και φιλοσοφικά ισορροπημένη. Οταν, όμως, περνάει σε μεταφυσικές φιλοσοφικές αναζητήσεις αδυνατίζει αισθητά (θα τα πούμε παρακάτω).

Ενα τραγικό δυστύχημα προκάλεσε τη διάλυση μιας οικογένειας. Κάθε μέλος της αντιμετώπισε διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Ο πατέρας στη φυλακή, η μητέρα καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι, ανήμπορη να μιλήσει. Τα τρία νεαρά κορίτσια της οικογένειας βαθιά πληγωμένα πέρασαν στην αυτο-απομόνωση. Στη συνέχεια, μεγαλώνοντας, προσπάθησαν, η καθεμιά ξεχωριστά, να οργανώσει τη συναισθηματική και επαγγελματική ζωή της. Με την αποφυλάκιση του πατέρα, θα «αποκαλυφθεί» το «μυστικό», η «παρεξήγηση», που χώρισε τα κορίτσια. Αυτή η νέα πραγματικότητα θα δώσει την ευκαιρία στις νέες γυναίκες, πια, να ανακαλύψουν, τελικά, πως οι «καρδιές» τους είναι γεμάτες από πλούσια συναισθήματα. Και ας πίστευαν ότι είχαν στερέψει (αυτογνωσία)!

Το θέμα της ταινίας είναι εμπνευσμένο από την «Κόλαση» του Δάντη! Την «κόλαση» που κουβαλάμε μέσα μας. Οι τρεις νεαρές γυναίκες, η ανάπηρη μάνα και ο αποφυλακισμένος πατέρας, δίνουν την ευκαιρία στον σκηνοθέτη, με πολύ ενδιαφέροντα κινηματογραφικό τρόπο, να δημιουργήσει μια τοιχογραφία της οικογένειας, των δεσμών της οικογένειας, των ανθρωπίνων σχέσεων, τελικά. Αυτά που φαίνονταν αδύνατα, όταν τα τρία κορίτσια ήταν μικρά, σχεδόν απλοποιήθηκαν ή, σωστότερα, πήραν τις πραγματικές τους διαστάσεις, όταν τα ίδια πρόσωπα, σε άλλη όμως ηλικία, ώριμα πια, καλέστηκαν να τα αντιμετωπίσουν. Ή μάλλον, να τα διαχειριστούν. Ωριμες πια, οι τρεις γυναίκες, με γνώση και με αυτοπεποίθηση (με δική τους βούληση) δε θα το βάλουν στα πόδια. Θα ζητήσουν εξηγήσεις!

Η ταινία βάζει το γνωστό και πανάρχαιο ζήτημα της βουλησιαρχίας! Ομως, δυστυχώς, το βάζει με το γνωστό ιδεαλιστικό τρόπο του υποκειμενισμού. Ο οποίος υποκειμενισμός, και η ταινία βέβαια, αρνούνται την αναγκαιότητα στη φύση και τους κοινωνικούς νόμους. Ο άνθρωπος, το άτομο, η ανθρώπινη βούληση, σύμφωνα με την ταινία, έχει τον πρωταρχικό και αποφασιστικό ρόλο. Οταν η ταινία προσπαθεί να ερμηνεύσει φιλοσοφικά ερωτήματα και φαινόμενα δεν έχει την ίδια σιγουριά και αποτελεσματικότητα με αυτήν που έχει όταν μιλάει για «γήινες», ας τις πούμε απλές συμπεριφορές, όταν ζητάει από τον θεατή να παρακολουθήσει μια πραγματική ιστορία.

Το φιλμ του Ντάνις Τάνοβιτς κινείται σε τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους. Στην παιδική ηλικία, στην ενηλικίωση και την ωριμότητα. Ολα αυτά, βέβαια, «μπερδεμένα». Μπερδεμένα με την έννοια πως η αφήγηση πηγαίνει πίσω - μπρος, ανάλογα με τις ανάγκες της διήγησης. Το ζητούμενο πάντα είναι η έρευνα της «ψυχής» και του νου. Είναι η έρευνα για τις πνευματικές δυνατότητες του ανθρώπου. Η έρευνα πάνω στο αγωνιώδες ερώτημα «αν τα πράγματα είναι αποτέλεσμα κοινωνικών νόμων ή αποτέλεσμα της ανθρώπινης βούλησης». Εδώ, βέβαια, στην ταινία, οι κοινωνικοί νόμοι μεταφράζονται αυθαίρετα σε «μοιραίο», με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η πραγματικότητα. Θέλουμε να πιστεύουμε, όχι σκόπιμα!

Παίζουν: Εμμανουέλ Μπεάρ, Καρίν Βιάρντ, Μαρί Γκίλιαν, Καρόλ Μπουκέ, Γκιγιόμ Κανέ.

ΛΙΖ ΦΡΙΝΤΛΑΝΤΕΡ
Νιώστε το ρυθμό

Αν είσαι έξυπνος, πονηρός καλύτερα, χολιγουντιανός παραγωγός, παίρνεις έναν πολύ όμορφο άντρα, όχι κατ' ανάγκη και ταλαντούχο, μετά μια ακόμα πιο όμορφη γυναίκα, το ταλέντο και εδώ δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, στη συνέχεια μια ομάδα άτακτων παιδιών, παιδιών της μειονότητας και της φτώχειας, βρίσκεις μια πολυτελή σάλα χορού και, τέλος, «γράφεις» και μια «αληθινή ανθρώπινη ιστορία». Ολα αυτά τα υλικά τα βάζεις στο μίξερ και τα κάνεις νιανιά. Δηλαδή, ταινία! Ταινία εμπορική, για να τα οικονομήσεις!..

Και ωστόσο, το «Νιώστε το Ρυθμό», θα μπορούσε... Θα μπορούσε, αν βέβαια, ξεκινούσε από άλλη αφετηρία. Αν ο παραγωγός, και η σκηνοθέτης κυρίως, δεν ήταν «πονηροί», αλλά καλλιτέχνες και άνθρωποι καλών προθέσεων. Σε αυτήν την περίπτωση, θα φτιάχνανε, τουλάχιστον, μια ταινία ισάξια των καλών προθέσεων του Πιερ Ντουλέιν, του αληθινού ήρωα που υποδύεται ο Αντόνιο Μπαντέρας.

Ο Πιερ Ντουλέιν, ένας Αμερικανός χορευτής και χορογράφος, ύστερα από ένα «άτυχο οικογενειακό περιστατικό», αποφασίζει να διδάξει, εθελοντικά, χορό σε άτακτους μαθητές ενός δημοτικού σχολείου, οι οποίοι έχουν τιμωρηθεί με απογευματινή παραμονή στο σχολείο τους. Σε κάποιο διάστημα αποκαλύπτεται ο ευεργετικός ρόλος της μουσικής, του χορού, αλλά και της ανθρώπινης επικοινωνίας. Η προσπάθεια του Πιερ Ντουλέιν βρήκε και άλλους μιμητές. Πολλά σχολεία, πια, της Αμερικής, χρησιμοποιούν αυτή τη «μέθοδο», για να επανεντάξουν στο σχολείο και την κοινωνία τους «άτακτους» μαθητές!

Αυτήν την αληθινή, και ενδιαφέρουσα, ιστορία, οι δημιουργοί της ταινίας την έκαναν «άρλεκιν». Μεγάλωσαν τα παιδιά, για να υπάρχει έρωτας και συγκρούσεις, ομόρφυναν τον πραγματικό χορευτή, και τον άδειασαν από περιεχόμενο, έριξαν και δυο - τρεις χαζοκαταγγελίες, για την «άδικη ζωή», και άνοιξαν τα ταμεία. Στο χέρι μας είναι να τους αφήσουμε να βλέπουν μόνοι τους το έργο τους!

Παίζουν: Αντόνιο Μπαντέρας, Ρομπ Μπράουν, Για Για Ντακόστα, Ντάντε Μπάσκο.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΠΕΤΡΙ
Ερωτες στην τύχη

Υπάρχουν κάποιες ταινίες, όπως ο «Ερωτας στην Τύχη», που αντί να κοιτάζεις στην οθόνη κοιτάζεις το διπλανό σου, αναζητώντας από αυτόν κάποια λογική εξήγηση, γι' αυτά που συμβαίνουν στο άσπρο πανί. Και μέσα στο σκοτάδι βλέπεις στα μάτια του διπλανού σου την ίδια απελπισία. «Ναι, δεν είναι δυνατόν», λέει και εκείνος!

Πράγματι, δεν είναι δυνατόν να πιστέψεις, δε δέχεσαι να το πιστέψεις, πως ξοδεύτηκε τόσο χρήμα και τόσος ανθρώπινος κόπος, για να κατασκευαστεί (γυριστεί) αυτή η «κωμωδία»! Μια νεαρή γυναίκα είναι η τυχερότερη γυναίκα του κόσμου. Ενας σύγχρονος Μίδας με φουστάνια. O,τι πιάνει γίνεται χρυσός! Σε ένα πάρτι γνωρίζει έναν νέο. Τον φιλάει. Η τύχη της γυναίκας, διά μέσου του φιλιού, μεταφέρεται στο νέο. Η τυχερή γίνεται άτυχη, όπως ήταν προηγουμένως εκείνος. Το άτυχο - τυχερό κορίτσι αρνείται να ξαναφιλήσει τον νέο, γιατί δε θέλει, διά του φιλιού, να του αρπάξει, κυριολεκτικά από το στόμα, την τύχη, γιατί, στο μεταξύ, τον αγάπησε! Θυσιάζεται για τον έρωτα, με άλλα λόγια!

Σας ρωτάω: Καίγεται ο κόσμος ή δεν καίγεται; Καίγεται, θα συμφωνήσουμε όλοι! Οι διαφωνίες μας, ενδεχομένως, θα προκύψουν, και όχι με τους αναγνώστες του «Ρίζου», όταν περάσουμε στο δεύτερο, και πιο ουσιαστικό, ερώτημα, «γιατί, ενώ ο κόσμος καίγεται, αυτοί χτενίζονται»; Εδώ θα ακουστούν του κόσμου οι απαντήσεις. Ομως, η σωστή απάντηση, με όσα και με ό,τι επίθετα και να την ντύσει κανείς, μία είναι: Μόνον βλάκες δεν είναι, χαζοί άνθρωποι, που κάνουν χαζές ταινίες!

Παίζουν: Λίντσεϊ Λόαν, Κρις Πάιν, Σαμέρ Aρμστρονγκ, Μπρι Τέρνερ, Φέιζον Λαβ.

ΡΟΜΠ ΖΟΜΠΙ
Σάρκα και αίμα

O,τι είπαμε για τον «Ερωτα στην Τύχη» ισχύει, στο εκατονταπλάσιο, και για το «Σάρκα και Αίμα». Μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με «κωμωδία», αλλά με «δράμα». Για την ακρίβεια, με αληθινή ανθρωποφαγία!

Ο σκηνοθέτης είναι, αν είναι δυνατόν, μουσικοσυνθέτης! Και τραγουδιστής, μου είπαν, της ροκ! Τόση κακογουστιά, τόσο άσκοπο αίμα, τέτοια χυδαιότητα, δεν έχω ξανασυναντήσει μαζεμένα στην ίδια ταινία. Αρνούμαι να πιστέψω πως κάποιος που ξέρει να γράφει και να διαβάζει νότες, μπορεί να κατασκευάσει ένα τόσο κακόγουστο πράγμα. Η μόνη δικαιολογία είναι, ίσως, η δικαίωση του ονόματος του σκηνοθέτη: Ζόμπι!

Ο Ζόμπι, λοιπόν, κάτω από τους ήχους ηλεκτρικής και ηλεκτρονικής μουσικής, αμόλησε καμιά δεκαριά ζόμπι, κλέφτες και αστυφύλακες, και τους άφησε να χτυπιούνται σαν ζόμπι. Να τρώνε με τα χέρια, να κάνουν έρωτα, εμετούς, να ρεύονται και να αερίζονται. Μην αποπροσανατολιστείτε. Δεν έχουμε να κάνουμε με ζόμπι, με, ποιητική αδεία, τέρατα, αλλά με πραγματικούς ανθρώπους. Οι ήρωες της ταινίας δεν είναι ζόμπι. Ανθρωποι είναι που συμπεριφέρονται σαν ζόμπι!

Το μόνο ευχάριστο στην ταινία είναι το φινάλε της. Στο τέλος δεν έμεινε ζωντανό κανένα από τα τέρατα, που παρέλασαν στην οθόνη! Και αυτό είναι μια κάθαρση, μια δικαίωση του ανθρώπου. Αν οι δημιουργοί είχαν την έμπνευση να προχωρούσαν και στην αυτοτιμωρία τους, την οποία και να κινηματογραφούσαν, τότε τα πράγματα, θα ήταν ακόμα πιο δικαιωμένα!

Θυμάστε την περίπτωση του Μάνσον; Ε, αυτός ήταν ένας άγγελος μπροστά σε ετούτους! Σε όλους «ετούτους»! Σε όλους τους καλλιτεχνικούς... Λόρντι.

Παίζουν: Σιντ Χέιγκ, Σέρι Μουν Ζόμπι, Μπιλ Μόσλι, Γουίλιαμ Φόρσιθ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ