Νέα έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» για τον μεγάλο καλλιτέχνη, που περιλαμβάνει έργα που προσέφερε η κόρη του στο Ιστορικό Αρχείο του Κόμματος
Στις σελίδες του ο αναγνώστης μπορεί να θαυμάσει έργα του Ηλ. Φέρτη, που σχεδόν όλα φιλοτεχνήθηκαν την περίοδο της Κατοχής και στη διάρκεια παραμονής του ζωγράφου στην «Ελεύθερη Ελλάδα». Η δημιουργία του εκείνα τα χρόνια δεν έχει απλώς καλλιτεχνική αξία, αλλά ταυτόχρονα έχει και την αξία της ιστορικής μαρτυρίας και της καταγραφής τόσο της φρίκης του πολέμου όσο και των μεγάλων στιγμών του λαού μας, της πάλης για μια καλύτερη ζωή ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες.
Παράλληλα, μέσα από τα έργα, τις διηγήσεις του Φέρτη, όπως τις κατέγραψε ο ίδιος σε μαγνητόφωνο και ο αναγνώστης της συγκεκριμένης έκδοσης μπορεί να έχει πρόσβαση μέσω των QR που βρίσκονται σε συγκεκριμένες σελίδες, αλλά και την ενδιαφέρουσα εισαγωγή, μπορεί να γνωρίσει πλευρές της ζωής και του πλούσιου έργου του δημιουργού.
Ο Ηλίας Φέρτης γεννήθηκε στη Λαμία το 1906. Φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών και ευτύχησε να είναι μαθητής μεγάλων δασκάλων. Στο πέμπτο έτος προσχώρησε στο εργαστήρι του Κ. Παρθένη, που μόλις είχε ιδρυθεί. Η μαθητεία του πλάι στον σπουδαίο μοντερνιστή δάσκαλο ήταν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη του νεαρού ζωγράφου.
Το ταλέντο του Ηλ. Φέρτη είχε διαφανεί από την περίοδο που ήταν σπουδαστής της Καλών Τεχνών, γι' αυτό και είχε αποσπάσει από τότε μια σειρά από βραβεία, διακρίσεις και επαίνους. Με την αποφοίτησή του έγινε μέλος της ομάδας «Ελεύθεροι Καλλιτέχναι». Το 1938 η ομάδα αυτή πραγματοποίησε μεταξύ άλλων εκθέσεις ζωγραφικής με προοδευτικό περιεχόμενο, δεχόμενη επιθέσεις από τη μεταξική δικτατορία. Ο Φέρτης βρέθηκε στο Παρίσι, για να συνεχίσει τις σπουδές του.
Η πρώτη περίοδος της Κατοχής βρίσκει τον Φέρτη στην Αθήνα. Με τη δύναμη της τέχνης του αποτύπωσε την απτή πραγματικότητα: Τα βάσανα του ελληνικού λαού, τις κακουχίες, αλλά και τα πρώτα αγωνιστικά σκιρτήματα της λαϊκής αντίστασης. Συνέβαλε στον παράνομο Τύπο φιλοτεχνώντας το σχέδιο του πρώτου φύλλου της «Νέας Γενιάς» τον Μάρτη του 1943, ενώ συμμετείχε με έργα του και σε συλλογικά λευκώματα που εκδόθηκαν από το ΕΑΜ. Για αυτές του τις ενέργειες συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Ειδική Ασφάλεια.
Επέστρεψε στην Αθήνα τον Οκτώβρη του 1944. Εργα, όπως πίνακες, αφίσες, χαρακτικά για έντυπα, σχέδια και μέσα στις σελίδες του «Ριζοσπάστη» και της «Νέας Γενιάς», συμπληρώνουν τις δημιουργίες του καλλιτέχνη την περίοδο της Απελευθέρωσης.
Ο Ηλίας Φέρτης δεν συγκαταλέγεται τυχαία στους σημαντικότερους ζωγράφους της Αντίστασης. Με το έργο του απαθανάτισε τις αγωνίες, την οργή, την ελπίδα, την αξιοπρέπεια του λαού δίνοντας μαχητικό «παρών» στην οργάνωση του αγώνα. Πίστευε πως ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να μένει ασυγκίνητος από την κοινωνία που τον περιβάλλει, από τις αγωνίες και τις ελπίδες της τάξης του.
Τα επόμενα χρόνια ο Φέρτης συνέχισε να δημιουργεί. Παράλληλα, εργάστηκε ως προσωπικός βοηθός του καθηγητή Χατζηκυριάκου Γκίκα στο Πολυτεχνείο, ενώ το 1955 ξεκίνησε να δουλεύει στη Σχολή Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, διδάσκοντας το μάθημα του Ελεύθερου Σχεδίου, χωρίς ωστόσο να διοριστεί ποτέ.
Εργα του έχουν βραβευτεί στη Διεθνή Εκθεση των Καννών, στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, στη Διεθνή Εκθεση Κεραμικής στην Πράγα, στην Ακαδημία Αθηνών και αλλού.
«Εφυγε» από τη ζωή το 1987.
Με δυο λόγια από καρδιάς και με απέραντη αγάπη και σεβασμό μίλησε στον «Ριζοσπάστη» η Ειρήνη Φέρτη για την προσφορά έργων του Ηλ. Φέρτη στο Αρχείο του ΚΚΕ, αλλά και για το πώς ήταν ο ίδιος ως πατέρας και ως δημιουργός.
«Εκανα πράξη την επιθυμία του πατέρα μου. Ηθελε ο ίδιος να δοθούν στο Κόμμα, άλλωστε απεικόνιζαν πλευρές από την Ιστορία του ΚΚΕ. Ο πατέρας μου δημιούργησε αυτά τα έργα σε δύσκολα χρόνια όντας και ο ίδιος δοσμένος στον αγώνα που δινόταν με μπροστάρη το ΚΚΕ.
Ο πατέρας μου ήταν ένας γενναιόδωρος, ευαίσθητος και συναισθηματικός άνθρωπος. Μοίραζε απλόχερα την αγάπη του στην οικογένεια, τους φίλους, την Τέχνη του. Πάντα ήταν παρών για τον άνθρωπο.
Δεν χρησιμοποίησε ποτέ το ταλέντο του για εφήμερη δόξα και προβολή. Ηταν πάντα σεμνός. Γεύτηκε τη μεγάλη χαρά μέσα στο εργαστήριό του, την ώρα της δημιουργίας. Είχε μια σιγουριά για τη δουλειά του. "Εχω το χέρι μου", έλεγε. Για αυτό, κατάφερε να διακριθεί και σε άλλα είδη της εικαστικής τέχνης, όπως τη γλυπτική, τη χαρακτική, την κεραμική, αλλά και στην ποίηση και τη λογοτεχνία...».