ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Μάρτη 2001
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Καθολικό δικαίωμα του λαού

Είναι γεγονός ότι τα επιτελεία της άρχουσας τάξης προετοιμάζουν εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα τις λαϊκές συνειδήσεις, προκειμένου να επιβάλουν την «καρατόμηση» της κοινωνικής ασφάλισης. Η προπαγάνδα για τους κινδύνους βιωσιμότητας των ταμείων, σε συνδυασμό με την πολιτική κατεύθυνση της αντιμετώπισης του προβλήματος από την άρχουσα τάξη προϊδεάζουν πως τούτο το κρίσιμο για την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα ζήτημα, βασικό δικαίωμα ζωής, γίνεται πεδίο εφαρμογής μεθόδων έντασης της εκμετάλλευσης. Η κοινωνική ασφάλιση είναι δικαίωμα για το σύνολο του λαού.

Εχει τεράστια σημασία η αντιμετώπιση του ζητήματος ως δικαίωμα για το «σύνολο του λαού», ως κοινωνικού δικαιώματος. Γιατί η «εξατομίκευση» των κοινωνικών δικαιωμάτων δεν προϋποθέτει καθόλου την εξασφάλισή τους για ολόκληρη την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι συστατικό στοιχείο της πολιτικής που εφαρμόζεται είναι η δημιουργία συνθηκών που να «σπρώχνουν» στην ατομική ευθύνη για εξασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων. «Το κράτος δημιουργεί "τις ευκαιρίες", ή τις "ίσες ευκαιρίες για όλους", αν οι πολίτες είναι υπεύθυνοι και ικανοί, μπορούν να τις αξιοποιούν». Αυτό το σλόγκαν επαναλαμβάνεται συνεχώς από τους πολιτικούς εκφραστές της άρχουσας τάξης και ιδιαίτερα την κυβέρνηση.

Είναι επομένως θεμελιακό ζήτημα το γεγονός ότι η ασφάλιση είναι και πρέπει να είναι κοινωνική, καθολικό δικαίωμα για ολόκληρο το λαό. Και πρέπει να είναι εξασφαλισμένο δικαίωμα ολόκληρης της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, είτε έχουν δουλιά, είτε είναι άνεργοι, είτε δουλεύουν με μερική απασχόληση, εποχιακά ή φασόν, είτε δεν μπορούν να δουλέψουν λόγω αναπηρίας, είτε είναι μετανάστες κλπ. Η υγεία είναι βασικό κοινωνικό δικαίωμα για όλους τους απλούς ανθρώπους του μόχθου, το ίδιο και η παροχή προνοιακών υπηρεσιών. Επίσης δεν μπορεί να εξασφαλίζονται τα γηρατειά μόνο σ' όσους «είχαν την τύχη» να εργάζονται σ' ολόκληρη τη ζωή τους. Γιατί κανένας εργάτης δε γεννιέται άνεργος. Καταδικάζεται στην ανεργία από τους καπιταλιστές, που κυνηγώντας τη μεγιστοποίηση των κερδών τους επενδύουν σε μέσα παραγωγής που χρειάζονται ολοένα και λιγότερους εργάτες.

Αλλά πρέπει επίσης να 'ναι καθαρό πως οι καπιταλιστές απαιτούν ως κοινωνική τάξη την πολιτική που θα τους αυξάνει τα κέρδη, που θα μεγαλώνει τις διαστάσεις των κεφαλαίων τους και βεβαίως του συνολικού κεφαλαίου, ανεξάρτητα από τους ξεχωριστούς ιδιοκτήτες του. Και αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά πως η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, ως κοινωνικής τάξης στο σύνολό της, μεγαλώνει τα κέρδη και το κεφάλαιο.

Χωρίς την εργατική τάξη και τη δουλιά της, κεφάλαιο δεν μπορεί να υπάρξει. Μα και η εργατική τάξη, ως κοινωνική τάξη, πρέπει συνολικά να ενδιαφέρεται για την ίδια, τις οικογένειές της, για τους απόμαχους της δουλιάς, για τους μετανάστες, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά της. Και η κοινωνική ασφάλιση δεν μπορεί να μη θεωρείται αναφαίρετο δικαίωμα για όλη την τάξη. Το ίδιο ισχύει και για τα μικροαστικά στρώματα, που το μεγάλο κεφάλαιο τα «σπρώχνει» βίαια στην προλεταριοποίηση και την ανεργία.

Η βασική λογική της πολιτικής που επιχειρείται να επιβληθεί, στο όνομα της βιωσιμότητας των ταμείων, είναι η ανταποδοτικότητα. Αυτή η λογική με απλά ελληνικά σημαίνει ότι για να υπάρχει κοινωνική ασφάλιση, πρέπει ο λαός να πληρώνει. Και θα παρέχονται κοινωνικοασφαλιστικές υπηρεσίες ανάλογα με την πληρωμή.

Είναι η πιο εκλεπτυσμένη μορφή εκχυδαϊσμού της υποταγής των κοινωνικών δικαιωμάτων στην εμπορευματική παραγωγή. Ολα είναι εμπόρευμα. Ολα είναι σχέση «δούναι - λαβείν». Αλλά πίσω από την επιφάνεια αυτής της σχέσης κρύβεται η εκμετάλλευση. Γιατί ο πλούτος παράγεται με τη δουλιά. Επομένως, ο πλούτος παράγεται από το λαό, αλλά τον καρπώνονται οι μεγαλοεπιχειρηματίες. Αυτό σημαίνει ότι ο εργάτης πληρώνεται ίσα για να ζει και να μπορεί να δουλεύει, ενώ από τη δουλιά του βγαίνει πλεόνασμα που το παίρνει ο καπιταλιστής.

Με τις διαβόητες αναδιαρθρώσεις πάνε να μειώσουν κι άλλο όλα όσα χρειάζεται για να ζει και να μπορεί να δουλεύει η εργατική τάξη, στο σύνολό της. Και χρειάζεται όχι μόνο τροφή και ένδυση, αλλά πρώτ' απ' όλα υγεία, εξασφάλιση της τρίτης ηλικίας, προνοιακές υπηρεσίες για όσους τις χρειάζονται, μόρφωση, ψυχαγωγία κλπ.. Ολα αυτά είναι αναγκαία, για να μπορεί να δουλεύει, αφού απ' αυτό ζει.

Επομένως, μαζί με το μισθό σε χρήμα, είχε εξασφαλίσει με αγώνες τη δημόσια δωρεάν υγεία, την ασφάλιση, τις προνοιακές παροχές. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά της, γιατί μαζί με το μισθό σε χρήμα, μ' όλες αυτές τις κατακτήσεις, μπορούσε να αναπληρώνει την καταναλωμένη, μέσω της εργασίας για τον καπιταλιστή, εργατική της δύναμη, ώστε να μπορεί να συνεχίζει να δουλεύει και να ζει. Αυτές οι δημόσιες δωρεάν παροχές είναι μέρος της αναπλήρωσης της εργατικής δύναμης. Η εργατική τάξη τις έχει ήδη πληρώσει με τη δουλιά της, το μεγάλο μέρος της οποίας βεβαίως ως απλήρωτο το κλέβουν οι καπιταλιστές. Οι διαβόητες αναδιαρθρώσεις στην κοινωνική ασφάλιση, τον τομέα υγείας και πρόνοιας, ανοίγουν το δρόμο της κατάργησης του δημόσιου δωρεάν χαρακτήρα τους ή τη μείωσή του. Ετσι μεγαλώνει το κομμάτι της κλεμμένης δουλιάς. Με την ανταποδοτικότητα, η εργατική τάξη σημαίνει ότι θα πληρώνει επιπλέον για παροχές που έχει ήδη πληρώσει. Και η κοινωνική ασφάλιση εντάσσεται σ' αυτή τη λογική. Πολύ δε περισσότερο που και αυτή παραδίδεται στο ιδιωτικό κεφάλαιο.

Είναι λοιπόν δικαίωμα όλου του λαού η «δημόσια, καθολική, υποχρεωτική Κοινωνική Ασφάλιση, η οικοδόμηση ενιαίου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, που περιλαμβάνει τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, τις υπηρεσίες πρόληψης και αποκατάστασης της υγείας, τις παροχές και υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας». Αυτή είναι η πρόταση του ΚΚΕ. Βεβαίως, η εφαρμογή της προϋποθέτει άλλη πολιτική, λαϊκή εξουσία, λαϊκή οικονομία. Αμεσα, είναι αναγκαία η συγκρότηση μετώπου πάλης της εργατικής τάξης, της μικρής και μεσαίας αγροτιάς, των μικρομεσαίων στρωμάτων της πόλης που συμπιέζονται από τα μονοπώλια, το μεγάλο κεφάλαιο, σ' αυτή την προοπτική.

Βεβαίως, πρωταρχικό ζήτημα, η ταξική ενότητα της εργατικής τάξης για υπεράσπιση και διεύρυνση της κοινωνικής ασφάλισης. Τα ταμεία μπορούν να είναι βιώσιμα. Ως προς τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης, η λογική ότι τα ασφαλιστικά ταμεία στηρίχτηκαν στην τριμερή χρηματοδότηση είναι λαθεμένη. Η χρηματοδότηση από το κράτος και οι εργοδοτικές εισφορές προέρχονται από την απλήρωτη δουλιά της εργατικής τάξης. Επίσης, το σύστημα της τριμερούς χρηματοδότησης δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Το κράτος δεν πλήρωσε ποτέ. Αλλά και η εργοδοσία πληρώνει λιγότερα. Οι μόνοι που προπληρώνουν για την ασφάλιση είναι οι εργάτες, άμεσα στον εργοδότη που είναι υποχρεωμένος να αποδίδει στα ταμεία και τις εργατικές και τις εργοδοτικές εισφορές. Αλλά και αυτά μέσω της εισφοροδιαφυγής δεν αποδίδονται. Δε χρειάζεται λοιπόν να «επιβληθεί καμία πρόσθετη επιβάρυνση στους ασφαλισμένους, να ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημα της μείωσης του ποσοστού της συμμετοχής των εργαζομένων στην προοπτική της απαλλαγής τους από τις ασφαλιστικές εισφορές. Το κόστος χρηματοδότησης της υγείας και της πρόνοιας να το αναλάβει άμεσα το κράτος, με τη συμμετοχή της εργοδοσίας, ιδιαίτερα του μεγάλου κεφαλαίου».


Λ.

Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ '40

(που έμεινε μισοτελειωμένη)

ΘΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ σήμερα, μέρα της γενικής απογραφής, μια άλλη που έγινε εδώ και 61 χρόνια το φθινόπωρο του 1940 κι έπεφτε ακριβώς πάνω στην ώρα της φασιστικής εισβολής και την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου.

ΣΤΗΝ πράξη η απογραφή εκείνη έμεινε μεσοστρατίς, αφού την πρόλαβε ο πόλεμος κι οι απογραφείς οι περισσότεροι ούτε τα δελτία τ' απογραφικά δεν πρόλαβαν να παραδώσουν, καθώς έφυγαν για να πάνε στο μέτωπο.

ΒΡΕΘΗΚΑ, τότε, φοιτητής με τις ομάδες που θα δούλευαν στην απογραφή στην περιοχή της Αθήνας και μάλιστα σε μια πολυάνθρωπη λαϊκή γειτονιά, τα Ανω Πετράλωνα, φορτωμένη με πολλά κι οξύτατα προβλήματα, που καθιστούσαν τη συμπλήρωση του απογραφικού δελτίου ιδιαίτερα περίπλοκη και δύσκολη για τον πρωτάρη απογραφέα.

Η «ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ» μας στα της απογραφής έγινε στα θρανία ενός δημοτικού σχολείου, νομίζω στην οδό Ερυσίχθονος. Εκεί κι έγινε κι η κατανομή των δρόμων, στους οποίους θα καταγράφαμε τα νοικοκυριά. Στη μερίδα μου είχε πέσει ένα κομμάτι, με 20 περίπου νούμερα στην οδός Θεσσαλονίκης.

ΕΚΕΙ δίπλα κι απέναντι στις γραμμές του Ηλεκτρικού, στη γέφυρα και κοντά στο εργοστάσιο του Πουλόπουλου. Με πρώτη ματιά η επιλογή αυτή φάνηκε πως θα 'ταν εύκολη και στρωτή, αλλά στην πράξη αποδείχτηκε πως είχε μπόλικες μπερδεψιές για να μπορέσει ν' αποτυπωθεί στο απογραφικό δελτίο.

Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ δε μου ήταν άγνωστη. Βρισκόταν κι ακουμπούσε στην παλιά Λαχαναγορά και στο Γκαζοχώρι. Ενας ολόκληρος κόσμος δούλευε και ζούσε στον εξοντωτικό ρυθμό της στο σχεδόν ολονύχτιο ωράριο που είχε τότε η λειτουργία της. Τα Πετράλωνα, σε κοντινή σχετικά απόσταση, αναζητούσαν εκεί το μεροκάματο, την μπουκιά το ψωμί, ακόμη και τα μικρά παιδιά, που τα 'βλεπες να γυροφέρνουν εκεί βαθιά τη νύχτα για να πουλήσουν τσιγάρα.

Μ' ΟΛΑ τα υλικά της απογραφής, τα δελτία κι όλα τα σχετικά, που είχα παραλάβει από το απογραφικό κέντρο βρέθηκα αρκετά νωρίς στο δρόμο και τα νούμερα, που είχα αναλάβει... Με τη σιγουριά, πως μέσα στη μέρα θα τέλειωνα και έτσι σύντομα θα μπορούσα να παραδώσω το απογραφικό έργο, που έπεφτε στο μερίδιό μου.

Η ΠΡΩΤΗ όμως διαπίστωση, που ανέτρεπε την αισιόδοξη προοπτική, πως θα ξεμπέρδευα γρήγορα ήρθε όταν πια χτύπησα το πρώτο νούμερο και τότε βρέθηκα μπροστά σε μια μεγάλη αυλή κι ολόγυρα καμιά δεκαριά δωμάτια, το καθένα κι ένα νοικοκυριό ξεχωριστό κι όπως θ' αποδειχνόταν κι όχι και τόσο απλό αλλά αντίθετα δύσκολο.

ΤΑ ΜΟΝΑ που ήταν απλά και δεν ήθελαν καθόλου αναζητήσεις ήταν η μοναδική βρύση με το νερό, που υδροδοτούσε όλους στη μια γωνιά της αυλής και στην άλλη ακριβώς, η κοινόχρηστη τουαλέτα, που έπρεπε απαραίτητα να σημειωθούν στα απογραφικά δελτία.

ΚΑΠΟΙΑ στιγμή χτυπώντας στο πρώτο δωμάτιο βρέθηκα μπροστά σε μια ηλικιωμένη γυναίκα, που καλοσυνάτα αλλά και κάπως στενοχωρημένη για την αταξία την πρωινή του σπιτιού της με δέχτηκε, μου πρόσφερε να καθίσω και πριν προλάβω να πω κάτι για την πρωινή αυτή επίσκεψη, δίχως εισαγωγές μου 'λεγε: «... Πάμε για πόλεμο... Και μας μετράτε...».

ΤΑ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΑ του λαού «έπιαναν» του πολέμου τα σημάδια, όσο κι αν η μεταξική δικτατορία προσπαθούσε να τα αποκρύψει. Συμπλήρωσα το πρώτο μου απογραφικό, προσθέτοντας και του άντρα της τα στοιχεία, που άρρωστος από καιρό ήταν άνεργος. Φαινόταν πως είχαμε τελειώσει, την έβλεπα όμως δισταχτική σαν να θέλει να προσθέσει κι άλλα. Τη ρώτησα και τότε μου 'πε πως έπρεπε να γράψουμε και την κόρη της την 25χρονη Νίτσα που κι αυτή άρρωστη βρισκόταν δυο χρόνια στη «Σωτηρία». Ο τεράστιος, φοβερός λογαριασμός με τη φυματίωση. Πέντε χιλιάδες ψυχές περίπου τότε στη «Σωτηρία».

ΠΑΝΩ σχεδόν στα ίδια πλαίσια και τ' άλλα 20 νοικοκυριά... με τα δωμάτια γύρω - γύρω στην αυλή, που καθώς διάβαινες την πόρτα τους συναπαντούσες την ανάγκη και τον πόνο, τη φτώχεια και την αρρώστια. Ολα όμως αυτά ήταν άπιαστα κι αδιάφορα για το ερωτηματολόγιο που είχε η απογραφή της δικτατορίας του Μεταξά.

Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ του 1940 έμεινε μισοτελειωμένη την πρόλαβε ο πόλεμος. Οι απογραφείς έμειναν με τα δελτία στο χέρι. Η μεταξική δικτατορία είχε επιχειρήσει μιαν απογραφή που με τον τρόπο που έγινε και με τα ερωτηματολόγια που δόθηκαν δεν μπορούσε να 'ναι τίποτε άλλο παρά έκφραση και στόχος ενός καταπιεστικού φασιστικού καθεστώτος.

Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ λογαριασμός, που θα γινόταν δέκα χρόνια αργότερα θα ήταν πολύ οδυνηρός και πολυαίμακτος για τις τεράστιες θυσίες του λαού μας, με χιλιάδες και χιλιάδες ψυχές, που θα πλησίαζε το εκατομμύριο.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Συζήτηση με την Αλ. Παπαρήγα

Εκδήλωση - συζήτηση για τη δημόσια Κοινωνική Ασφάλιση διοργανώνουν αύριο Δευτέρα 19 Μάρτη, οι Κομματικές Οργανώσεις Ενέργειας, Τηλεπικοινωνιών, Μεταφορών, Χρηματοπιστωτικού Συστήματος και Υγείας της ΚΟΑ του ΚΚΕ, στις 7 μ.μ., στο ξενοδοχείο «Τιτάνια», με ομιλήτρια την ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ