Μέχρι αργά χτες το βράδυ αναμενόταν, οι εκπρόσωποι των κρατών - μελών να συμφωνήσουν στην υιοθέτηση της αντιδραστικής ρήτρας «opt - out»
Από παλιότερη κινητοποίηση των ταξικών δυνάμεων ενάντια στους νόμους της διευθέτησης |
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρόταση που κατέθεσε στη συνεδρίαση η σλοβενική προεδρία πέτυχε να συγκεράσει τις επιμέρους διαφωνίες, που στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων εκφράστηκαν στις προηγούμενες συνόδους. Οι διαφωνίες αφορούσαν κύρια στην εφαρμογή της ρήτρας «opt - out», όπως αυτή διατυπώνεται στην ευρωενωσιακή οδηγία 2003/88/ΕΚ για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Πρόκειται για τη δυνατότητα της εργοδοσίας να εξαιρείται από το τυπικό όριο των 48 ωρών που ισχύει σήμερα (μέγιστος μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας) και να διαμορφώνει πλέον τα ωράρια εργασίας με μόνη δεσμευτική προϋπόθεση το να μεσολαβεί ένα 11ωρο ανάπαυσης ανάμεσα σε δυο περιόδους εργασίας. Γεγονός που οδηγεί σε δουλειά 65 ωρών τη βδομάδα για πενθήμερη εργασίας (5Χ13), όριο που μπορεί να ξεπεράσει και τις 70 ώρες στην περίπτωση της εξαήμερης εργασίας.
Η πρόταση της σλοβενικής προεδρίας - η οποία με μικρές αλλαγές αναμενόταν να υιοθετηθεί αργά το βράδυ - διατηρεί αυτούσιο τον πυρήνα της ρήτρας «opt - out», εισάγοντας κάποιες επιμέρους και δευτερεύουσες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της. Η απαρίθμηση και μόνο των βασικότερων από αυτές τις προϋποθέσεις επαληθεύει ότι σε τίποτα δεν αλλάζουν οι βασικές στοχεύσεις της αντιδραστικής ρήτρας. Πιο συγκεκριμένα, προτεινόταν:
Θέλοντας να θολώσει τα νερά για «εσωτερική κατανάλωση», πριν ακόμα ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις και ενώ διαφαινόταν η πολιτική συμφωνία με την πρόταση της σλοβενικής προεδρίας, η Ελληνίδα υπουργός Απασχόλησης Φάνη Πάλλη - Πετραλιά έσπευσε να μοιράσει δήλωσή της, σύμφωνα με την οποία, σαν χώρα, «δε συζητούμε, και πιθανότατα θα προχωρήσουμε σε αποχή από τη διαδικασία υιοθέτησης, ούτε αύξηση των ωρών εργασίας, ούτε μείωση του καθεστώτος προστασίας των εργαζομένων με βραχυχρόνιες συμβάσεις». Ανάλογη - σύμφωνα με πληροφορίες - ήταν η στάση που κράτησαν στη συνεδρίαση και οι υπουργοί τεσσάρων ακόμα κρατών - μελών, της Κύπρου, της Ισπανίας, της Ουγγαρίας και του Βελγίου.
Η δήλωση όμως της Ελληνίδας υπουργού δεν έχει κανένα απολύτως ουσιαστικό αντίκρισμα, για δυο κυρίως λόγους: Πρώτον επειδή αργά ή γρήγορα η ελληνική νομοθεσία είναι υποχρεωμένη να εναρμονιστεί με την ευρωενωσιακή (η οποία ούτως ή άλλως υπερισχύει) και άρα να ενσωματώσει στο σύνολό της την οδηγία. Και δεύτερο, επειδή τόσο η ΝΔ, όσο και το ΠΑΣΟΚ έχουν ήδη φιλοδωρήσει τους εργοδότες με δυο νόμους για τη διευθέτηση, οι οποίοι, όπως παραδέχονται και οι υπουργοί Απασχόλησης, είναι εξίσου αποδοτικοί με τη ρήτρα «opt - out» για τα εργοδοτικά κέρδη.
Ενδεικτική, άλλωστε, της στρατηγικής συμφωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με όσα αναμενόταν να αποφασιστούν χτες στο Λουξεμβούργο, είναι και η τοποθέτηση της Φ. Πάλλη - Πετραλιά για την ίδια τη ρήτρα και τους όρους εφαρμογής της. «Ορίζοντας στην οδηγία τους σαφείς όρους και τις συνθήκες του opt - out, να παραπέμψουμε το ζήτημα της διάρκειας εφαρμογής στον κοινωνικό διάλογο» είπε στην τοποθέτησή της η Ελληνίδα υπουργός και συμπλήρωσε: «Κατά συνέπεια, η μονιμότητα ή η προοδευτική περίοδος εξόδου από το opt - out να αποφασίζονται είτε στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων είτε στο πλαίσιο των συμφωνιών που θα συνάπτουν οι κοινωνικοί εταίροι σε εθνικό επίπεδο».
Πρότεινε δηλαδή την εισαγωγή της ρήτρας μέσα από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, όπως αναμενόταν να αποφασίσει και η Σύνοδος.
Στην ίδια συνεδρίαση αναμενόταν να υπάρξει συμφωνία και ως προς την πρόταση να μη θεωρείται εργάσιμος χρόνος (και άρα πληρωτέος) το τμήμα εκείνο της εφημερίας κατά το οποίο ο εργαζόμενος παραμένει σε επιφυλακή χωρίς να προσφέρει άμεσα υπηρεσίες. Πρόκειται για εξέλιξη που αν τελικά επιβεβαιωθεί θα έχει οδυνηρές συνέπειες για το σύνολο των εργαζόμενων και κύρια για τους γιατρούς.
Αντικείμενο της ίδιας συνεδρίασης ήταν ακόμα το καθεστώς της προσωρινής εργασίας και της λειτουργίας των δουλεμπορικών - επί της ουσίας - γραφείων, ενώ σήμερα οι εργασίες ολοκληρώνονται με τη συζήτηση γύρω από θέματα Υγείας.
Ανακοίνωση για τις διώξεις σε βάρος συνδικαλιστών του ταξικού κινήματος
«Κάτω τα χέρια από τα στελέχη του ΠΑΜΕ και τους απολυμένους αγωνιστές κλωστοϋφαντουργούς της Νάουσας». Μ' αυτή την ξεκάθαρη προειδοποίηση προς την εργοδοσία, την κυβέρνηση και τους μηχανισμούς της, η Εκτελεστική Γραμματεία του ΠΑΜΕ εκφράζει την έντονη αγανάκτηση των εκατοντάδων χιλιάδων αγωνιστών του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος για την τρομοκρατία και τις διώξεις με τις οποίες επιχειρείται η ποινικοποίηση του δίκαιου αγώνα των απολυμένων κλωστοϋφαντουργών της Νάουσας.
Υπενθυμίζεται ότι οκτώ συνδικαλιστές, ανάμεσά τους ο πρόεδρος και μέλη της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Νάουσας, καλούνται σε απολογία στην ασφάλεια, έπειτα από μήνυση που κατέθεσε η διευθύντρια του καταστήματος του ΟΑΕΔ στη Νάουσα, με αφορμή την τρίωρη κατάληψη του καταστήματος που πραγματοποίησαν οι απολυμένοι κλωστοϋφαντουργοί, στις 14 Νοέμβρη του 2007.
«Κύριος στόχος αυτής της επίθεσης είναι το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και οι αγωνιστές του» σημειώνει το ΠΑΜΕ, δείχνοντας τους πραγματικούς υπεύθυνους για τη νέα δίωξη, την κυβέρνηση και τους μηχανισμούς της. Το ΠΑΜΕ επισημαίνει ότι αυτό το γεγονός εντάσσεται στη γενικότερη αντεργατική κυβερνητική επίθεση που στη Νάουσα εξειδικεύεται και από τα νέα αντεργατικά σχέδια του ομίλου Λαναρά σε βάρος των κλωστοϋφαντουργών. Και αναδεικνύει σε καθήκον πρώτης γραμμής την έκφραση της αλληλεγγύης και της έμπρακτης συμπαράστασης, αλλά και την οργάνωση της πάλης για την απόκρουση της επίθεσης κυβέρνησης και εργοδοσίας.
Πρωτοστατώντας σ' αυτήν την κατεύθυνση, το ΠΑΜΕ κάνει σαφές ότι δυναμικά απαιτεί και θα επιβάλει την απόσυρση άμεσα όλων των μηνύσεων που κατατέθηκαν σε βάρος όλων των αγωνιζόμενων απολυμένων κλωστοϋφαντουργών της Νάουσας. Επίσης, απαιτεί την άμεση ικανοποίηση όλων των οικονομικών και εργασιακών αιτημάτων και τη διασφάλιση της εργασίας των απολυμένων αγωνιστών κλωστοϋφαντουργών.