Απρόβλεπτη εξήγηση σε παγκόσμιας κλίμακας λιμό του 18ου αιώνα δίνει πρόσφατη επιστημονική μελέτη
Χρησιμοποιώντας ένα κλιματολογικό μοντέλο της NASA (υπηρεσίας διαστήματος των ΗΠΑ), ο Ομάν προσομοίωσε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή τις συνέπειες σε παγκόσμια κλίμακα από το αερόλυμα (αεροζόλ) σταγονιδίων θειικού οξέος, που σχηματίστηκε μετά την έκρηξη του Λάκι. Τα αποτελέσματα της προσομοίωσης δείχνουν ότι το νέφος μείωσε σε τέτοιο βαθμό την ηλιακή ακτινοβολία, η οποία φτάνει στο έδαφος, ώστε ψύχτηκαν μεγάλα τμήματα της Ασίας και της Βόρειας Αμερικής. Οι δακτύλιοι των δέντρων υποστηρίζουν το συμπέρασμα της μελέτης, σύμφωνα με το οποίο το καλοκαίρι του 1783 ήταν το ψυχρότερο μέσα σε μια περίοδο 500 ετών. Αυτή η ψύξη, είχε ως αποτέλεσμα να διαταραχτεί ο ετήσιος κύκλος των βροχών στην Αφρική και την Ινδία. Επειδή οι μουσώνες προκαλούνται από τις θερμοκρασιακές διαφορές μεταξύ των ωκεανών και της ξηράς, ο ετήσιος μουσώνας ήταν πολύ αδυνατισμένος, με αποτέλεσμα μεγάλη ξηρασία σ' αυτές τις δύο περιοχές.
Τα ευρήματα αυτά γεννούν το εύλογο ερώτημα: Τι θα γινόταν αν μια ανάλογη μεγάλη έκρηξη ηφαιστείου συνέβαινε σήμερα, στον τεχνολογικά προηγμένο κόσμο μας, όπου κυριαρχεί ο καπιταλισμός; Για το περιεχόμενο της απάντησης προδιαθέτει η τύχη των φτωχών μαύρων της Νέας Ορλεάνης (που παραδόξως πέθαναν από το πολύ νερό), αλλά και η τύχη μυριάδων ανθρώπων - ανάμεσά τους παιδιών - που πεθαίνουν κάθε χρόνο από την πείνα και τον υποσιτισμό, χωρίς να έχει συμβεί καμιά έκρηξη ηφαιστείου!
Για να δώσει οριστική απάντηση στο αίνιγμα, ο Κλεβ Χικς του Πανεπιστημίου του Αμστερνταμ, παρακολούθησε επί ένα χρόνο τους πιθήκους της περιοχής όπου ανακαλύφθηκε το κρανίο. Μαζί με την ομάδα του βιντεοσκόπησαν τη ζωή των πιθήκων, εξέτασαν τα εργαλεία και τις συνήθειές τους και κυρίως πήραν DNA, από τη μελέτη του οποίου προσδιορίστηκε ότι το κρανίο ανήκει σε γνωστό είδος χιμπατζή.
Εκείνο που ο Χικς δεν περίμενε να βρει, ήταν ο πρωτόγονος «πολιτισμός» των πιθήκων αυτών. Οπως και οι γορίλες, οι χιμπατζήδες του είδους Παν τρωγλοδύτης σουεϊνφούρθι ζουν στο έδαφος, σπάνε τα καύκαλα των χελωνών και των σαλιγκαριών χτυπώντας τα πάνω σε πέτρες, χρησιμοποιούν διαφορετικά είδη ραβδιών για να μαζέψουν διαφορετικά είδη μυρμηγκιών ώστε να τα φάνε και σε μια περίπτωση εντοπίστηκαν να τρώνε ακόμα και τις σάρκες μιας νεκρής λεοπάρδαλης. Αν και οι θρύλοι ότι κυνηγούν λιοντάρια δεν επιβεβαιώθηκαν, αυτό δε σημαίνει ότι οι συγκεκριμένοι χιμπατζήδες δεν προκαλούν φόβο. Στο παρθένο δάσος, οι χιμπατζήδες δε φοβούνται καθόλου και αντί να αποφεύγουν τον άνθρωπο, όπως κάνουν τα ξαδέρφια τους σε άλλες περιοχές πιο κοντά στη σαβάνα, πλησιάζουν για να δουν περί τίνος πρόκειται.
Πρόσφατα, το αμερικανικό περιοδικό «Τάιμ» δημοσίευσε κύριο άρθρο, όπου αναδείκνυε σε πρόσωπα της χρονιάς τα 300 εκατομμύρια των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που δημοσιεύουν στο διαδίκτυο προσωπικό υλικό (κείμενα, βίντεο, μουσική κτλ.), υποστηρίζοντας ότι βραβεύονται επειδή «πήραν τα ηνία των παγκόσμιων μέσων ενημέρωσης, ίδρυσαν και σχηματοποίησαν τη νέα ψηφιακή δημοκρατία, δούλεψαν δωρεάν και νίκησαν τους επαγγελματίες στον τομέα τους»! Αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα από την ενδιαφέρουσα σχετική επιφυλλίδα του Ντάγκλας Ράσκοφ, στο περιοδικό «Ντισκάβερ».
«...Πού είναι οι αποδείξεις ότι απελευθερωθήκαμε πραγματικά; Σίγουρα, το YouTube, το Facebook και η Wikipedia αποτελούν μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο που παράγεται το περιεχόμενο (σ.σ. για το διαδίκτυο). Αλλά, όσον αφορά το κέρδος των εταιρειών μέσα απ' όλη αυτή τη δραστηριότητα, πρόκειται απλώς για αλλαγή του τρόπου που οι ώρες διασκέδασης χρεώνονται στους καταναλωτές. Αντί να πληρώνουμε για να παρακολουθήσουμε μια ταινία στον κινηματογράφο, πληρώνουμε για να κατασκευάσουμε και ανεβάσουμε τις ταινίες μας στο διαδίκτυο. Αντί να πληρώνουμε τη δισκογραφική εταιρεία για να ακούσουμε τη μουσική των καλλιτεχνών της σε ένα CD player, πληρώνουμε μια εταιρεία για τον υπολογιστή, μια εταιρεία για την πρόσβαση στο διαδίκτυο και μια εταιρεία για το λογισμικό αναπαραγωγής πολυμέσων.
"Οι σύμβουλοι της Σίλικον Βάλεϊ το ονομάζουν Web 2.0, σα να ήταν μια νέα εκδοχή κάποιου παλιού λογισμικού. Αλλά στην πραγματικότητα είναι μια επανάσταση", ενθουσιάζεται το "Τάιμ". Συγνώμη, αλλά οι επαναστάσεις είναι εκείνες οι στιγμές στην ιστορία που το πλήθος εφορμά στο παλάτι και κόβει τα κεφάλια των ανθρώπων που τους εκμεταλλεύονταν.
Αντίθετα, η προθυμία του "Τάιμ" να αναγνωρίσει τη δύναμη των χρηστών του διαδικτύου υποδείχνει πως η εταιρική Αμερική έχει αυτοπεποίθηση ότι κατάφερε να ξεπεράσει την καταιγίδα: Αν αυτό που παίζεται σήμερα στο YouTube είναι το καλύτερο που "ο κόσμος" μπορεί να σκεφτεί, τότε τα μονοπώλια των μέσων ενημέρωσης δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε. Ακόμα και τα πιο δημοφιλή βίντεο στο Web είναι επιτυχίες μόνο για μερικές μέρες - το πολύ - και οι περισσότερες πολιτικές συζητήσεις είναι τόσο βλακώδεις που κάνουν τα ειδησεογραφικά δελτία της καλωδιακής τηλεόρασης να φαίνονται έξυπνα. Ας φάνε και blog (σ.σ. λογοπαίγνιο με το ας φάνε παντεσπάνι της Μαρίας Αντουανέτας, τα blog είναι διαδικτυακά ημερολόγια)»...
»...Συνεχίζουμε να δημιουργούμε περιεχόμενο χρησιμοποιώντας ακριβά καταναλωτικά προϊόντα και να το δημοσιεύουμε σε δικτυακούς κόμβους που ανήκουν σε εταιρείες, χρησιμοποιώντας κυκλώματα που ανήκουν σε εταιρείες. Πολύ περισσότερο, τα κάνουμε όλα αυτά χρησιμοποιώντας λογισμικό φτιαγμένο από εταιρείες, που τα συμφέροντά τους είναι ενσωματωμένα μέσα στον κώδικα (σ.σ. των προγραμμάτων). Σε πολλούς ιστοτόπους για βίντεο πρέπει να αποδεχτούμε όρους χρήσης που μας αναγκάζουν να παραδώσουμε μερικά ή όλα τα δικαιώματά μας στις δημιουργίες μας. Το iTunes ελέγχει τη χρήση αρχείων μουσικής και βίντεο που φτιάχνουμε, το ίδιο καλά όπως οι άνθρωποι του μάρκετινγκ ελέγχουν τα συμβαίνοντα στο MySpace και το Second Life για να εντοπίσουν καταναλωτικά μοτίβα και οι υπολογιστές του Gmail διαβάζουν τις συζητήσεις μας μέσω e-mail για να αποφασίσουν ποιες διαφημίσεις θα παρεμβάλουν σ' αυτές. Καθεμιά από τις πληκτρολογήσεις μας γίνεται μέρος ενός καταναλωτικού προφίλ. Κάθε προσπάθεια έκφρασης υποβαθμίζεται σε προτίμηση μάρκας»...
»...Ναι, χρησιμοποιούμε τα μέσα διαφορετικά, καθόμαστε σε καρέκλες και ανεβάζουμε πράγματα, αντί να καθόμαστε σε καναπέδες και να κατεβάζουμε πράγματα. Αλλά στο τέλος, παραμένουμε κολλημένοι σε ένα σωλήνα, παρακολουθώντας κυρίως ανοησίες, επιχειρηματολογώντας σαν θυμωμένοι ηλίθιοι, παραδίνοντας τα τελευταία υπολείμματα της ιδιωτικής μας ζωής και πληρώνοντας πολύ περισσότερα στις μεγάλες εταιρείες για το δικαίωμα αυτό».