Κάθε συνέδριο του ΚΚΕ έχει σπουδαία σημασία, τόσο για το ίδιο το Κόμμα, όσο και για το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα συνολικότερα.
«Είναι βαθιά μας πεποίθηση ότι το ΚΚΕ μπορεί να περάσει σε μια νέα φάση αντεπίθεσης. Ο 21ος αιώνας θα είναι ανασύνταξης των επαναστατικών δυνάμεων, της απόκρουσης της επίθεσης του διεθνούς κεφαλαίου. Αιώνας αποφασιστικής αντεπίθεσης, καινούριας ανόδου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και νέας σειράς κοινωνικών επαναστάσεων». (Εισαγωγή Θέσεων 17ου Συνεδρίου, σελ. 3).
Αυτό λέει πολλά με μεγάλη σημασία. Πώς όμως θα περάσει το ΚΚΕ σε μία νέα φάση αντεπίθεσης; Για να περάσει το ΚΚΕ σ' αυτή τη φάση θα πρέπει να ξεκαθαριστούν τέσσερα κομβικά σημεία:
Α. ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ
Εννιά χρόνια από το 1995 μένουμε στις τοποθετήσεις της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης και στην αντίληψη ότι στις χώρες του «υπαρκτού» υπήρχε σοσιαλισμός και μάλιστα αναπτυγμένος. Στο μεταξύ πλήθος στοιχείων από τότε άλλα συνηγορούν, ενώ έχουμε και το φαινόμενο - ανεξήγητο βέβαια στις Θέσεις - της Κίνας με την καθοδήγηση του ΚΚΚ να περνά στον καπιταλισμό!
Σήμερα όλο και πιο συχνά εμφανίζονται κείμενα στον κομματικό Τύπο άκριτης παρουσίας του «υπαρκτού» ή ακόμα χειρότερα υμνολογίας π.χ. του «πατερούλη Ιωσήφ».
Δίχως να αρνούμαστε την τεράστια αξία της «πρώτης απόπειρας σοσιαλιστικής οικοδόμησης» (Θέση 18) ο χαρακτήρας της οποίας θα πρέπει άλλωστε να μελετηθεί σε βάθος, ξεπερνώντας τις όποιες αγκυλώσεις, να ξεκαθαρίζουμε ότι ο σοσιαλισμός της εποχής μας δεν είναι δυνατόν να είναι ταυτόσημος με την «πρώτη απόπειρα» που πραγματοποιήθηκε κάτω από πολύ δύσκολες αντικειμενικά συνθήκες.
Θα πρέπει τέλος, να ξεκαθαριστεί ότι το «μέτωπο» στοχεύει άμεσα στο σοσιαλισμό και ότι δεν έχει νόημα καμία άλλη «μεσολάβηση» ανάμεσα σ' αυτόν και το σύγχρονο καπιταλισμό, γιατί θα ήταν λάθος να καλλιεργείται η ψευδαίσθηση ότι η εργατική τάξη θα πειστεί πιο εύκολα να παλέψει για κάποιο ενδιάμεσο στάδιο.
Οι θέσεις περνούν σε σωστές γενικές διαπιστώσεις και εκτιμήσεις, τόσο σε διεθνές, όσο και ελλαδικό επίπεδο. Δημιουργείται όμως η ανάγκη να ανοιχτούν επιτακτικά σειρά θεμελιακών θεωρητικών ζητημάτων, όπως ο χαρακτήρας του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, το ζήτημα της αλλοτρίωσης της ίδιας της εργατικής τάξης κ.ά. Αυτά σήμερα απαιτούν μία μη δογματική σχέση με τον Μαρξισμό - Λενινισμό και την αντιμετώπισή τους όχι σαν «Αγία Γραφή», αλλά σαν ζωντανή θεωρία. Αυτά όμως απαιτούν θάρρος, τολμηρή σκέψη, κουράγια!
Β. ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Θα πρέπει να εκτιμηθεί ότι είναι γενικώς σωστές οι διαπιστώσεις και εκτιμήσεις στις Θέσεις 7 και 8. Θα πρέπει και εδώ όμως να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα.
Καλές οι διεθνείς συναντήσεις, θα πρέπει όμως να αποφασίσουμε με ποιες πολιτικές δυνάμεις συμπορευόμαστε, με ποιες απλώς συμμαχούμε, και ποιες βάζουμε απέναντι. Δεν μπορούμε, π.χ., να καλούμε στις συναντήσεις το ΚΚ Ιράκ, πατερίτσα της κατοχικής κυβέρνησης, να μην ασκούμε δημόσια κριτική και πολεμική στο ΚΚ Κίνας, να μη θέτουμε ανοιχτά τις διαφωνίες μας με το ΑΚΕΛ και το ρόλο που παίζει σήμερα στην Κύπρο κ.ά.
Το ΚΚΕ σήμερα είναι ανάγκη να συμμετέχει πιο ενεργητικά στο διεθνές εργατικό, επαναστατικό και κομμουνιστικό κίνημα. Ο κομμουνιστικός πόλος σήμερα δεν πρόκειται να προκύψει με συζητήσεις σε σαλόνια, αλλά μέσα από την άνοδο γενικότερα παγκόσμια του επαναστατικού κινήματος και βέβαια, όπως έλεγε ο Λένιν: «Οποίος θέλει να βοηθήσει τους ταλαντευόμενους, πρέπει να πάψει να ταλαντεύεται ο ίδιος».
Γ. ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Το μαζικό κίνημα είναι το οξυγόνο για τους κομμουνιστές. Πώς όμως σήμερα αντικειμενικά αναπτύσσεται, πώς παρεμβαίνει το ΚΚΕ, βοηθά πάντα στην ανάπτυξη του μαζικού κινήματος, πώς λειτουργούν και δρουν το ΠΑΜΕ, η ΠΑΣΥ, η ΕΕΔΥΕ, η ΟΓΕ κ.ά.; Εχουν αυτόνομη μαζική παρουσία ή έχουν μετατραπεί στην πράξη και φαντάζουν σαν παραρτήματα του Κόμματος, που μέσα από ένα διάχυτο πολλές φορές πνεύμα, να επικρατεί η αδράνεια και ο σεχταρισμός;
Στο εργατικό κίνημα όπου παρουσιάζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες όσο θετικά και να κρίνει κανείς την ταξική παρουσία του ΠΑΜΕ, με στόχους και παραγωγή αιτημάτων, δεν μπορεί κανείς να μη δει ένα πνεύμα στενότητας ή «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι απέναντι». Αλήθεια όμως, πώς λειτουργεί το ΠΑΜΕ, η Γραμματεία του,. Πώς συμμετέχουν οι αντιπρόσωποι από τα συνδικάτα, κατά κλάδους ή τόπους, πώς παίρνονται οι αποφάσεις, κ.ά. Που αν τα εξετάσουμε διαπιστώνουμε ότι το ΠΑΜΕ έχει μετατραπεί στην πράξη σε μία στενά ελεγχόμενη παράταξη. Δυστυχώς, όσο και αν απεύχεται, όπως στο τέλος της Θέσης 33, διάχυτη είναι η αντίληψη, ότι μαζικές οργανώσεις αντιμετωπίζονται σαν υποκατάστατα του Κόμματος και το χειρότερο, όπως η ίδια παράγραφος αναφέρει, παράλληλα ότι συνυπάρχουν και η ενσωμάτωση και ο συμβιβασμός!
Αν πραγματικά θέλουμε να αγκαλιάσει το ΠΑΜΕ συνολικά την εργατική τάξη και να δώσει νέα ορμή στο εργατικό κίνημα, θα πρέπει να «ανοίξει» τη λειτουργία του, με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, με αιρετά όργανα αποβάλλοντας τα χαρακτηριστικά στενής παράταξης.
Δ. ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Οι Θέσεις του 17ου Συνεδρίου ασκούν σημαντική κριτική τόσο στα κατώτερα όργανα και στις ΚΟΒ όσο και στην ίδια την ΚΕ. Πολλά που αναφέρονται στις κριτικές αυτές έχουν και σε προηγούμενα συνέδρια ή συνδιασκέψεις και αχτίφ επισημανθεί. Γιατί όμως δεν προχωρούν πολλά ζητήματα; Πολλές προτάσεις, σκέψεις θα μπορούσε κανείς να παραθέσει, δύο όμως σημαντικότατα αναφέρω:
Α. Υπάρχει μέσα στην κομματική οργάνωση σοβαρό πρόβλημα έκφρασης γνώμης, μία κύρια διαφωνία θεωρείται αρχή φραξιονισμού! Και έτσι πολλές φορές δημιουργείται ένα πνεύμα μη ανάθεσης δουλιάς, ή μη εκλογής στα όργανα όσων μελών διαφωνούν. Η λύση του προβλήματος της γνώμης έχει αποφασιστική σημασία για να μη φύγουν ή να διαγράφονται από το Κόμμα τα στελέχη με προσφορά και αγωνιστικότητα που είναι αναγκαία για να δίνουν ζωή στις οργανώσεις, να τις στελεχώνουν. Δυστυχώς δημιουργείται μία κατάσταση φόβου έκφρασης γνώμης, μιας αυτολογοκρισίας που στην ουσία πλέον τελματώνει τη ζωή στις οργανώσεις.
Β. Η ανάδειξη στελεχών και ιδιαίτερα με το φαινόμενο των επαγγελματικών στελεχών με 10, 20 πλέον χρόνια αυτής της ιδιότητας, έχει δημιουργήσει ένα στρώμα στελεχών αποκομμένων από την παραγωγή και τις μάζες. Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την προσφορά και την εμπειρία τους, πολλά αρνητικά όμως στην κομματική οργάνωση ξεκινούν από αυτό το στρώμα στελεχών με γραφειοκρατικές ιδιαίτερα αντιλήψεις, έχοντας εμπεδώσει τη ρουτινιάρικη δουλιά, μη επιτρέποντας ουσιαστικά να ανέλθουν νέα στελέχη με μαχητικότητα και ευρύτερο πνεύμα.
Με αυτές τις σκέψεις, παρατηρήσεις, ευχές για ό,τι καλύτερο για το ΚΚΕ και την απελευθέρωση της εργατικής τάξης.
Βασίλης Τουμπέλης
Αγαπητοί σ/φοι
Τη δεκαετία του '90, κόντρα σε μεγάλες δυσκολίες το ΚΚΕ σταθεροποιήθηκε στην ελληνική κοινωνία, ως ο κεντρικός εκφραστής μιας διαφορετικής λογικής, αντίστασης και μαχητικότητας.
Είναι όμως ικανή η κατάκτηση αυτή, να συνεχίσει να οδηγεί το κόμμα δυναμικά μπροστά προς την εκπλήρωση των στόχων του, με δεδομένες τις δυσκολίες που συνεχώς ανακύπτουν; Αποψη μου είναι πως αν και καταρχήν επιτυχής, η ανασυγκρότηση που ακολούθησε τη θύελλα αλλαγών του 1990-1991, στηρίχτηκε συχνά σε μια πολιτική και οργανωτική πρακτική που αυτοϋπονομεύει τον τελικό στόχο (ισχυροποίηση, νίκη στο επίπεδο της εξουσίας). Θα υποστηρίξω πως είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν και αφορούν σε μεγάλο βαθμό μια διαφορετική νοοτροπία στον τρόπο που λειτουργούμε και δρούμε, στο πώς παράγουμε πολιτική εν τέλει.
Δύσκολα θα διαφωνήσει κανείς πως μεγάλο μέρος των κομματικών δυνάμεων και οργανώσεων, αδρανεί ή υπολειτουργεί. Χωρίς κανείς να αγνοεί αντικειμενικές δυσκολίες στη μαζική δράση ενός αριστερού σήμερα, εντούτοις είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση αυτή. Ομως από το κείμενο των Θέσεων απουσιάζουν σαφείς και με βάση την εμπειρία επεξεργασμένες παρατηρήσεις ή προτάσεις, πέρα από γενικόλογες αναφορές, στο ζήτημα αυτό. Πιστεύω πως θετικά στην κατεύθυνση αυτή θα συνδράμουν ορισμένες γερές δόσεις ενίσχυσης της εσωκομματικής δημοκρατίας και ποιοτικής λειτουργίας των οργανώσεων. Για να γίνει κάτι τέτοιο απαιτείται η αναθεώρηση βασικών πρακτικών γύρω από την καθοδήγηση.
Ενα ριζοσπαστικό - επαναστατικό κόμμα, στις σύγχρονες συνθήκες ειδικά, πρέπει διαλεκτικά να ενσωματώνει και υπερβαίνει τις αστικοδημοκρατικές ελευθερίες, οδηγούμενο σε ένα ποιοτικά ανώτερο στάδιο δημοκρατίας και συνειδητής πειθαρχίας. Λυδία λίθος όλων αυτών: η πλήρης ελευθερία απόψεων και κριτικής, η δυνατότητα συμμετοχής και συνδιαμόρφωσης, η πειθαρχία στις συλλογικές αποφάσεις.
Αντ' αυτού, θα τολμούσα να ισχυριστώ πως το κόμμα εξακολουθεί να λειτουργεί υπό το πρίσμα ενός «σοβιετικού» μοντέλου οργάνωσης και καθοδήγησης, το οποίο φαίνεται πως εμπεδώθηκε την περίοδο εκείνη που είχε άκριτα και αυτοκαταστροφικά ασπαστεί το πρότυπο των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού, χωρίς μια ανοιχτή μαρξιστική κριτική του. Με τον τρόπο αυτό στο σήμερα, μια σειρά μελών αδρανοποιείται και απογοητεύεται, ενώ φίλοι και επιρροές αρνούνται να ενταχθούν ή προσεγγίσουν τις γραμμές μας.
Για παράδειγμα: σε σειρά συνδιασκέψεων κόμματος και νεολαίας, παρατηρεί κανείς μια, τουλάχιστον, προβληματική διαδικασία προτάσεων για την ανάδειξη νέων οργάνων. Τα μέλη, σε αντίθεση με τους μέλλοντες καθοδηγητές, ενημερώνονται την ώρα της διαδικασίας για τις προτάσεις του απερχόμενου οργάνου και παρά τη θεωρητικά ανοιχτή δυνατότητα διαφορετικών προτάσεων, επί της ουσίας πολλές φορές αποθαρρύνονται από το να προτείνουν ή να μετέχουν. Παράλληλα, δεν υπάρχει κάποιος θεσμοθετημένος κανονισμός με τον οποίο γίνονται οι διαδικασίες ανάδειξης - προτάσεων ή εκφράζονται και λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικές γνώμες. Αποτέλεσμα όλων αυτών: ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός και η, σε γενική κλίμακα σωστή, αντίληψη πως το απερχόμενο καθοδηγητικό όργανο «έχει δικαίωμα να προτείνει για τα νέα όργανα», να μετατρέπεται στην πράξη σε μια νοοτροπία στη συνείδηση πολλών μελών να πειθαρχούν άκριτα ή να θεωρούν τις διαδικασίες εκλογής ως τυπικές επικυρώσεις. Το φαινόμενο αυτό έχει σε βάθος χρόνου βαθύτατες διαλυτικές συνέπειες, σε μια εποχή που απαιτείται γερή ιδεολογικοπολιτική συγκρότηση για να παλέψει κανείς.
Οι παραπάνω πρακτικές, χωρίς να είναι μοναδικός προσδιοριστικός παράγοντας, συνδέονται οργανικά με ένα ευρύτερο διοικητικό και γραφειοκρατικό στιλ λειτουργίας. Ετσι στο επίπεδο της ανάδειξης στελεχών, οι διδαχές των οδυνηρών διασπάσεων σχετικά με τα κριτήρια ανάδειξης, δεν εφαρμόζονται επαρκώς στην πράξη. Αναδεικνύονται επαγγελματικά στελέχη, χωρίς προηγούμενα να έχουν περάσει από τη βάσανο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, που είναι ο αποφασιστικός κριτής της ειλικρίνειας και της μαχητικότητας όλων μας. Εξακολουθεί να αναπαράγεται διευρυνόμενη μια μεγάλη ομάδα στελεχών, ειδικά αν συμπεριλάβει κανείς και «έμμεσα» εργαζόμενους στο κόμμα - όπως μέλη που δουλεύουν σε «Ρ», «902», άλλες «ελεγχόμενες» θέσεις σε επιχειρήσεις, φορείς, Τοπική Αυτοδιοίκηση - οι οποίοι παρά τη σημαντική συμβολή τους στην καθημερινή πάλη, μοιάζουν να παγιώνονται, να κάνουν «καριέρα», συχνά απέχοντας ή μετέχοντας μηχανιστικά στον καθημερινό προβληματισμό των εργαζομένων. Πολλές φορές τα στελέχη αυτά δεν έχουν συνδικαλιστική ή κοινωνικοπολιτική παρουσία.
Με βάση τα παραπάνω καλλιεργείται εν δυνάμει μια αντίθεση, όχι πρωτόγνωρη στην ιστορία του εργατικού κινήματος διεθνώς: η αντίθεση ανάμεσα σε «καθοδηγητικά», «διοικητικά» στελέχη και σε «πρακτικά», «συνδικαλιστικά» στελέχη και μέλη. Αμεσο απότοκο αυτής είναι ένας φαύλος κύκλος προβληματικών κριτηρίων αξιολόγησης και ανάδειξης. Για παράδειγμα, συχνά οι επιδόσεις στην οικονομική εξόρμηση, που μπορεί να συνδέονται με έναν εύπορο κύκλο συγγενών και επαφών, υπερεκτιμώνται, ενώ η ιδεολογική κατάρτιση, η μαζική επιρροή υποβαθμίζονται ή θεωρούνται αυτονόητες.
Αλλοτε πάλι τέτοιου τύπου προβλήματα οδηγούν σε λαθεμένες ή ακατανόητες από το κομματικό δυναμικό συμμαχίες και συσπειρώσεις, που γίνονται σε επίπεδο κορυφής και ενίοτε με «αστέρες» του τοπικού-πανελλαδικού κυρίαρχου συστήματος, που προσβλέπουν στη δεξαμενή ψήφων του ΚΚΕ, χωρίς πολιτικές θέσεις. Είναι μάλιστα λυπηρό τέτοιες επιλογές να οδηγούν σε αδρανοποίηση μελών, ανεξαρτήτως επιμέρους ευθυνών, σε εποχές όπου κυριολεκτικά κανείς δεν περισσεύει. Μια συμπληρωματική ψηφίδα στα παραπάνω είναι και η πρακτική της τοποθέτησης στελεχών σε όργανα, χωρίς να έχουν προηγηθεί εκλογοαπολογιστικές διαδικασίες.
Για όλα αυτά ελάχιστα λέγονται ή προτείνονται στο κείμενο των Θέσεων. Ισως όμως στην αντιμετώπισή τους η νέα ΚΕ, θα μπορέσει να βρει πολλές απαντήσεις για την κουραστικά επαναλαμβανόμενη στο κείμενο παρατήρηση περί λειψής κατανόησης, ενιαιοποίησης και εφαρμογής στην πράξη της πολιτικής του μετώπου.
Παράλληλα ενώ αναφορικά με τη δράση των κομμουνιστών στο μαζικό κίνημα θεωρώ ιδιαίτερα θετικά τα των Θέσεων 21-23, από το κείμενο (βλ. Θέση 12) δε βγαίνει σαφές καταστάλαγμα για τα πεπραγμένα στην πολιτική συμμαχιών (π.χ. συμμαχία με Κομμουνιστική Ανανέωση, δημοτικές - νομαρχιακές κινήσεις, επιτροπές κλπ.).
Κανένα από τα παραπάνω προβλήματα, που αποτελούν συνδυασμό υποκειμενικού και αντικειμενικού, και σίγουρα δεν αφορούν μόνο το ΚΚΕ, δε θα φάνταζε τόσο δυσεπίλυτο αν δε βιώναμε μια περίοδο συνολικού πισωγυρίσματος στο κίνημα. Ομως αυτή η συγκυρία αποτελεί ταυτόχρονα μια καλή ευκαιρία να διωχτεί η «σκουριά» χρόνων, να τεθούν ξανά βασικά ζητήματα που ανέδειξε η σοσιαλιστική οικοδόμηση με παρρησία και σε ένα σύγχρονο κριτικό επιστημονικό-θεωρητικό πλαίσιο. Εδώ η συμβολή μας είναι πίσω από δυνατότητες και απαιτήσεις. Οι καταρχήν σωστές αλλά και καθυστερημένες Θέσεις για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε (1995), παραμένουν το μόνο βήμα. Οι μετέπειτα αναλύσεις και επεξεργασίες, και κυρίως, μια διαφορετική δυναμική λειτουργίας και επαφής με τις μάζες, λείπουν. Μια σειρά από σημαντικές, ακόμη και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μελέτες όπως αυτές των Κάππου, Μπιτσάκη, Παυλίδη κ.ά. αντιμετωπίζονται με σιωπή ή επιθετικότητα και τα πάντα αφήνονται για το μέλλον. Εύλογα δημιουργούνται αρνητικοί συνειρμοί αν συνυπολογιστούν και άλλες θέσεις σε διεθνή ζητήματα, (π.χ. Κίνα, Βόρειος Κορέα κλπ.) όπου σύμφωνα με την κεντρική γραμμή οικοδομούν σοσιαλισμό. Πόσο έχουμε λοιπόν διδαχτεί από την εμπειρία των σοβιετικών κοινωνικών σχηματισμών, σε ποιο βαθμό θέτουμε τα ζητήματα ανοιχτά, χωρίς αφορισμούς αλλά διαλεκτικά, χωρίς αμήχανες αποσιωπήσεις αλλά με θαρραλέες παρατηρήσεις, αναγνώριση και ανάδειξη των βαθύτερων πτυχών;
Καταληκτικά, πέρα από τα προαναφερόμενα, θέλω να προτείνω τα εξής:
Να οδηγηθεί το 17ο Συνέδριο σε βασικά συμπεράσματα για το ζήτημα της κομματικής ανάπτυξης, και να προτείνει μέτρα αναζωογόνησης και αναβάθμισης του κομματικού δυναμικού. Να οργανωθούν κομματικά σώματα και ανοιχτές στο κοινό εκδηλώσεις που θα αναπτυχθεί γόνιμος προβληματισμός για τη σχέση κόμματος - μαζών στις σύγχρονες συνθήκες και την αναγκαιότητα οργανωμένης πάλης. Στα πλαίσια αυτά να οργανωθεί καμπάνια προσέγγισης μελών που αποχώρησαν ή ανεξάρτητων αριστερών. Αμεση δημιουργία διαρκών στηλών διαλόγου - κριτικών παρατηρήσεων σε «Ρ», «ΚΟΜΕΠ». Ενίσχυση του επιστημονικο-θεωρητικού ρόλου της «ΚΟΜΕΠ» με καθιέρωση Συντακτικής Επιτροπής από μαρξιστές επιστήμονες, που θα κρίνουν άρθρα και εισηγήσεις, παράλληλα με τη διατήρηση μόνιμων στηλών που θα δημοσιεύονται κομματικά άρθρα, αποφάσεις, μελέτες κλπ. Ενίσχυση του ΚΜΕ ως μαρξιστικού μελετητικού φορέα, πέρα από διανοουμενισμούς, με δημιουργία ομάδων μελέτης, ανάδειξης των προβλημάτων και επιμόρφωσης των λαϊκών - εργατικών στρωμάτων. Συνέχιση του διαλόγου για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε με πρόσκληση συμμετοχής σε ανθρώπους που δεν ανήκουν στις γραμμές μας και αξιοποίηση της εμπειρίας των μεταναστών που προέρχονται από τις χώρες αυτές.
Γκιάλης Στέλιος
Θεσσαλονίκη
Σύντροφοι, το ίδιο το κείμενο των θέσεων με τις αναλύσεις του και τους προβληματισμούς που βάζει η ΚΕ, δείχνει την ανοδική πορεία του Κόμματος ή τουλάχιστον την πείρα (ιδεολογική και πρακτική) που συσσώρευσε το κόμμα μας από το 14ο Συνέδριο ως σήμερα.
Για τη λαϊκή εξουσία
Σωστά μπαίνει το ζήτημα της εξουσίας και της διεκδίκησής της που πρέπει να γίνει κτήμα όλων των κομματικών μελών. Πρέπει επιτέλους να μπορέσουμε να δώσουμε στον κόσμο αυτό που μέχρι τώρα δεν το έχουμε καταφέρει. Την προοπτική μιας άλλης εξουσίας, ότι δεν παλεύουμε απλά για τη βελτίωση της ζωής στα σημερινά πλαίσια αλλά για μια άλλη εξουσία, αυτό που λέμε στις θέσεις «λαϊκή εξουσία». Για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα απ' όλα τα ίδια τα μέλη μας να το συνειδητοποιήσουν αυτό. Αρα σωστά μπαίνει το ζήτημα της ενιαίας αντίληψης. Πρέπει όμως να προσέξουμε μην διαστρεβλωθεί το ζήτημα αυτό (κυρίως από τα μεσαία στελέχη) και οδηγηθούμε σε αριστερίστικες πρακτικές και με γνώμονα τον στόχο μας του σοσιαλισμού απομακρυνθούμε από την καθημερινή πάλη για τα «μικρά» και «μεγάλα» προβλήματα του λαού.
- Στο κείμενο των θέσεων γίνεται μια σαφώς εκτενέστερη ανάλυση της σημερινής κατάστασης στην οικονομία και στις σχέσεις παραγωγής. Ομως για να γίνει κατανοητός αλλά και άμεσος στον λαό ο στόχος της λαϊκής εξουσίας θα πρέπει η ΚΕ - με το επιστημονικό δυναμικό που διαθέτει το κόμμα (και το ΚΜΕ) να επεξεργαστεί άμεσα το πώς στην πράξη θα εφαρμοστεί στις σημερινές συνθήκες η εξουσία αυτή. Σε ποιους τομείς της οικονομίας θα ρίξει το βάρος της η λαϊκή εξουσία για να επιβιώσει; Σε ποιους π.χ. κλάδους θα εφαρμοστούν συνεταιρισμοί; π.χ. ποιος ο ρόλος και η μορφή της μικρομεσαίας σημερινής επιχείρησης;
- Για όλα αυτά πρέπει να βγουν επιστημονικά κείμενα, μπροσούρες αλλά και εκλαϊκευμένα από την ΚΕ ώστε να διευκολύνουν τη δράση των ΚΟΒ προς τις λαϊκές μάζες.
- Σε καμία περίπτωση η δημιουργία του μετώπου δεν πρέπει να συγχέεται με κάποιο ενδιάμεσο στάδιο εξουσίας. Στόχος μας θα πρέπει να είναι η ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και η αλλαγή των σχέσεων παραγωγής. Αυτή είναι η μόνη βιώσιμη λύση για μια άλλη κοινωνία.
Για τα Διεθνή
Η πολύ καλή δουλιά του Κόμματος στα διεθνή είναι εμφανής. Συνδιασκέψεις, συναντήσεις κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων έγιναν με πρωτοβουλία μας, από τις οποίες βγήκαν και αξιόλογα και σημαντικά ως προς την ιδεολογική τους και πολιτική τους κατεύθυνση κείμενα. Σήμερα με την «παγκοσμιοποίηση» των καπιταλιστών ίσως είναι αναγκαίο να γίνει ένα βήμα παραπάνω όσον αφορά τις διεθνείς μας σχέσεις. Πρέπει να συντονιστεί περισσότερο το συνεπές επαναστατικό κίνημα σε όλο τον κόσμο. Να κοιτάξει η ΚΕ αν σήμερα είναι εφικτό η δημιουργία μιας «Διεθνούς» των ΚΚ με χαλαρή βέβαια μορφή, ίσως κάτι σαν τη νεολαιίστικη ΠΟΔΝ. Οσο οι καπιταλιστές από τον κόσμο συσπειρώνονται κάτω από ενώσεις, τόσο πιο επιτακτική είναι η συσπείρωση και η ενιαία δράση του αντίπαλου προς αυτούς δέους.
Επίσης σήμερα με την περισσότερη εμπειρία μας πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνει ένα δεύτερο πανελλαδικό σώμα για τις αιτίες ανατροπής του σοσιαλισμού. Σήμερα το Κόμμα και οι κομμουνιστές είναι πιο έτοιμοι να συνεχίσουν και να διευρύνουν τις σκέψεις τους και τα συμπεράσματα για τα γεγονότα στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες αλλά και στο κομμουνιστικό κίνημα γενικότερα.
Για τις συμμαχίες
Σύντροφοι, η κατεύθυνση και τα χαρακτηριστικά (αντιμονοπωλιακά-αντιιμπεριαλιστικά) που δίνουν οι θέσεις μας (αυτές και των προηγούμενων δυο συνεδρίων) με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο, θα πρέπει βάσει αυτών να εξετάσουμε και κάποιες συμμαχίες που έγιναν τα τελευταία χρόνια κυρίως σε τοπικό επίπεδο (Στην Τοπική Αυτοδιοίκηση) και να δούμε από την εμπειρία που πήραμε την ορθότητά τους. Π.χ. σε δυο δήμους, Χαλάνδρι και Χολαργό, τι κάναμε; Μια εκλογική τοπική συμμαχία με δυο παράγοντες που πολιτικά ανήκουν στο ΠΑΣΟΚ (και ξανασυμμετέχουν σε αυτό σήμερα), οι οποίες συμμαχίες δεν ξεκίνησαν από τη βάση, από κάποιους κοινούς αγώνες και συσπειρώσεις. Δε γνωριστήκαμε από τους αγώνες μαζί τους. Ποιος ο στόχος; Η καλύτερη διαχείριση του συστήματος; (στην περίπτωση αυτή των συγκεκριμένων αυτών Δήμων). Τελικά τέτοιους συμμάχους μπορούμε να τους κερδίσουμε στην πλευρά του λαϊκού κινήματος, του Κόμματος;
- Στο θέμα των συμμαχιών και του χαρακτήρα τους μπαίνει ένα ζήτημα που κατά τη γνώμη μου πρέπει να μπει στο συνέδριο: Η δημιουργία του Συνασπισμού.
- Σήμερα πρέπει να πάρουμε την ξεκάθαρη θέση για αυτό. Η δημιουργία του Συνασπισμού ήταν λάθος. Ηταν και αυτή στα πλαίσια της διεθνής συγκυρίας υποχώρησης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και φανερά έξω από τη λογική συμμαχιών ενός Μαρξιστικού, Λενινιστικού κόμματος. Ηταν απλά μια μορφή συμμαχίας για τη συμμετοχή στη διαχείριση του συστήματος, χωρίς αντιιμπεριαλιστικά και αντιμονοπωλιακά χαρακτηριστικά (αποδέσμευση από ΕΟΚ και NATO π.χ.). Χωρίς στόχο μιας άλλης λαϊκής εξουσίας.
Για την ΚΝΕ
\
Σύντροφοι λόγω και της ηλικίας μου (30) δεν μπορώ παρά να βάλω τους προβληματισμούς μου για την κατάσταση στην ΚΝΕ. Για την οποία ΚΝΕ η ευθύνη ανήκει πολιτικά-ιδεολογικά στο Κόμμα. Ενώ είναι αναμφισβήτητη η οργανωτική της ανάπτυξη, η δράση της αλλά και τα αποτελέσματά της στο νεολαιίστικο κίνημα δεν είναι εξίσου ανοδικά. Ανησυχητικό είναι το αποτέλεσμα σε ΑΕΙ και ΤΕΙ των δυνάμεων της ΠΚΣ, κυρίως στα ΤΕΙ έχουμε συνεχόμενη πτώση τα τελευταία 4 χρόνια σε ποσοστά. Με εξαίρεση το κεντρικό φεστιβάλ, η ΚΝΕ παρ' όλη την ανάπτυξή της δε φαίνεται στις γειτονιές, δεν αναπτύσσει πολύμορφες δράσεις και πρωτοβουλίες, δεν έχει κάνει δεσμά με την τοπική νεολαία. Ακόμα βλέπω αδυναμία στην αφομοίωση των μελών της και συγκράτησής τους στην ενεργό δράση στο κίνημα. Αυτό κυρίως στις συνοικιακές και μαθητικές ΟΒ. Οι προβληματισμοί που βάζει η θέση 31 με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο όπως και είναι επιτακτική ανάγκη η πραγματοποίηση της Πανελλαδικής συνδιάσκεψης για τη δουλιά του Κόμματος στη νεολαία.
Για τον σ. Νίκο Ζαχαριάδη
Στα πλαίσια της κομμουνιστικής ηθικής και του καταστατικού του Κόμματος, το συνέδριο θα πρέπει να αποκαταστήσει την κομματική ιδιότητα του σ. Ζαχαριάδη. Η σημασία της αποκατάστασης αυτής δεν είναι μόνο ηθική αλλά και ιδεολογικοπολιτική. Είναι μήνυμα εναντίον στις μετέπειτα οπορτουνιστικές αντιλήψεις που επικράτησαν στο Κόμμα και οδήγησαν στη διάλυση των κομματικών οργανώσεων αλλά και στη διάσπαση αργότερα του ΚΚΕ.
Σύντροφοι, ήρθε η ώρα να κάνουμε δυο βήματα μπροστά. Η περίοδος της ανασυγκρότησης πέρασε. Παρ' όλες τις αδυναμίες στις ΚΟΒ και τα καθοδηγητικά όργανα, που σωστά επισημαίνονται στις θέσεις, δεν μπορούμε ακόμα να κινούμαστε σε ρυθμούς ανασυγκρότησης. Αυτό δημιουργεί γκρίνιες και στασιμότητα στο Κόμμα. Πρέπει να αντεπιτεθούμε, να βγούμε επιθετικά προς τα έξω, ξέροντας τις δυσκολίες αλλά έχοντας σαν όπλο τις θέσεις που θα πάρει το Συνέδριο και την κοσμοθεωρία μας. Να ανοιχτούμε στον κόσμο, να του δώσουμε την ελπίδα ότι είναι εφικτή μια άλλη κοινωνία. Πρέπει να μην διστάσουμε να κάνουμε προτάσεις για ένταξη στις γραμμές μας ανθρώπων που αγωνίζονται μαζί μας. Να είμαστε μπροστά στις εξελίξεις για να μην μας περάσουν αυτές.
Κρανιάς Γιάννης
ΚΟΒ ΕΒΕ Πειραιά
1. Πιο κοντά στη συγκεκριμένη πραγματικότητα
Η συνεδριακή συζήτηση πάει (για άλλη μια φορά) να φρακάρει σε μια παραπλανητική αντιλογία: Η Ελλάδα είναι ή όχι ιμπεριαλιστική χώρα; Τα επιχειρήματα εκατέρωθεν βάσιμα. Μήπως όμως ξεχνάμε ότι η σύγχρονη Ελλάδα έχει χάσει την οικονομική της αυτοτέλεια, έχει μπει για τα καλά στο χωνευτήρι της ιμπεριαλιστικής «παγκοσμιοποίησης»; Δύσκολα να μιλήσεις πια για, έστω σχετικά, αυτοτελή κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, που έχει μια «δική του» συμπεριφορά. Μάλλον στήσαμε καυγά σε αχυρώνα χωρίς τοίχους. Μοιάζει περισσότερο με γεωγραφική περιοχή, με διακριτά εθνολογικά στοιχεία, και όχι εθνοκρατική οντότητα (μια αστική τάξη, ένα έθνος, μια οικονομία, ένα κράτος). Η Ελλάδα ήταν ένα κράτος, που ποτέ δε στάθηκε, πολιτικοστρατιωτικά, στα πόδια του, πάντα χρειαζόταν στρατιωτικούς εγγυητές και τον εκάστοτε «ξένο παράγοντα», δηλαδή πολιτικό νονό. Ηταν και είναι προτεκτοράτο. Η εθνολογική του ομοιογένεια σε μεγάλο βαθμό κατασκευάστηκε και σήμερα η αστική τάξη την πετάει στα σκουπίδια - δεν τη χρειάζεται πια.
Αντιιμπεριαλιστική αλλαγή και εθνική ανεξαρτησία (το όραμα του Ν. Ζαχαριάδη) ήταν εφικτή μόνο με συνθήκες διεθνούς έννομης τάξης (ουτοπία), που όμως υποκαταστάθηκε αρκετά ικανοποιητικά για περίπου 30 χρόνια με την ισορροπία, που εξασφάλιζε η δύναμη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου (Σύμφωνο Βαρσοβίας). Σήμερα, αντί για ισορροπία, έχουμε αντιδραστική πλανηταρχία (Νέα Τάξη), δηλαδή δυσμενέστερους πολιτικοστρατιωτικούς όρους και επιπλέον πολλαπλά οικονομικά δεσμά. Ολα του γάμου δύσκολα...
...Αλλά και η νύφη είναι γκαστρωμένη. Ωριμάζουν προβλήματα αναπτυγμένου καπιταλισμού, που λύνονται μόνο με σοσιαλιστικά μέτρα, όπως το ασφαλιστικό, ο επισιτισμός και η αγροτική οικονομία, η παιδεία, η ακτοπλοΐα, η προστασία του περιβάλλοντος, η πολιτιστική υποβάθμιση, οι τηλεπικοινωνίες και η πληροφορική, η ανάπτυξη της βιομηχανίας μέσων παραγωγής (τύπου Α), η αποσυμφόρηση της Αθήνας και η αναγέννηση της επαρχίας κλπ. Παράλληλα, οι λόγοι, που από το '60 και δώθε ευνόησαν την οικονομική άνοδο για τα 2/3 περίπου του ελληνικού λαού, και αποτέλεσαν τη βάση του πολιτικού προσεταιρισμού του από την αστική τάξη, τώρα πια εκλείπουν. Αλλο ένα τρίτο του πληθυσμού, μικρομεσαίοι και αγρότες, χώρια οι μετανάστες, προορίζεται για μαζική προλεταριοποίηση. Το όραμα της ΕΕ ξεφτάει. Διάχυτη η επίγνωση ότι οι καλές μέρες είναι παρελθόν. Ο τριτοδρομισμός έφαγε τα ψωμιά του.
Εδώ και καιρό οι κυβερνήσεις πέφτουν χωρίς αντιπολίτευση, υπάρχει κουκουλωμένη πολιτική κρίση. Οι εργαζόμενοι πρέπει να κάνουν τα κουμάντα τους, να ετοιμαστούν να προλάβουν φασιστικές εκτροπές, προβοκάτσιες με την τουρκική αστική τάξη ή την αλβανική μαφία, να αναζητήσουν διεθνή στηρίγματα, εργατική αλληλεγγύη, κύρια στη γειτονιά μας, Βαλκάνια και Αν. Μεσόγειο.
Επί σαράντα χρόνια, μετά το ΕΑΜ, «μετωπολογούμε» χωρίς αποτέλεσμα: ΠΑΜΕ (το '60), «Ενωμένη Αριστερά», ΑΑΔΣ, ΚΕΑ, «Συνασπισμός», σήμερα ΑΑΔΜ. Από αποτυχία σε αποτυχία. Τι φταίει; Κάποιος σοφός είπε ότι «για να μπορείς να κάνεις πλατιά πολιτική, πρέπει να είσαι ιδεολογικά αδιάλλακτος». Από αυτό είμαστε ακόμη μακριά. Χάσαμε πολλά χρόνια με την αποϊδεολογικοποίηση. Θα τα καλύψουμε σε λίγους μήνες; Εδώ, μόνο για να ξεμπλέξουμε από την «Τριμερή χρηματοδότηση» (Ασφαλιστικό) χρειαστήκαμε 15 χρόνια.
Για μέτωπο και εξουσία και μάλιστα μόνο στην Ελλάδα, όπως είμαστε τώρα, δύσκολα τα βλέπω. Πολύ περισσότερο που με τα δοσμένα προβλήματα, η μόνη εξουσία, που έχει ελπίδες να επιβιώσει και να μην εκφυλιστεί, είναι η Δικτατορία του Προλεταριάτου. Μάλλον σε πολιτικό αντάρτικο να προσανατολιζόμαστε, μέχρι να γυρίσει ο καιρός και να ακονίσουμε και τα όπλα μας καλύτερα. Ασκημη κατάσταση. Και εμείς να βυζαντινολογούμε, αν είναι ή δεν είναι μπεριαλιστική...
2. Πολιτική πράξη ή αποκατάσταση
Για το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ και την 6η Ολομέλεια φαίνεται πως ωρίμασαν τα πράγματα στο Κόμμα. Από το '73 (όταν ο σ. Απόστολος Βαλσάμης - Καπετάν Ακρίτας - μου άνοιξε τα μάτια, τιμή στη μνήμη του) περιμένω αυτή τη στιγμή. Μόνο προσοχή. Δε θα ξεμπερδέψουμε τόσο εύκολα. Μη ξεχνάμε ότι αρκετοί διαπρεπείς αναθεωρητές ξεκίνησαν την καριέρα τους λιβανίζοντας τον Στάλιν. Η αποκατάσταση των σ. Στάλιν/ Ζαχαριάδη κλπ., για να είναι πολιτική πράξη πρέπει να σηματοδοτήσει την ουσιαστική επιστροφή του Κόμματος και του κομμουνιστικού κινήματος στις καλύτερες επαναστατικές παραδόσεις μας, την ασυμβίβαστη αγωνιστικότητα, την ανιδιοτέλεια, την κριτική και αυτοκριτική, την επαγρύπνηση. Δεν έχουν ανάγκη αυτοί από τη μεγαλοψυχία μας, εμείς έχουμε ανάγκη να αποτιμήσουμε, κριτικά και συντροφικά το έργο τους, αν θέλουμε να αντλήσουμε εμπειρίες και να συνεχίσουμε ό,τι καλύτερο αυτοί μας άφησαν.
3. Ατελής η θέση για τον «υπαρκτό»
Διαμορφώνεται μια τάση, σε κομμουνιστές όχι αναθεωρητές, ιδιαίτερα του εξωκοινοβουλευτικού χώρου, να αποστασιοποιούνται από τον «υπαρκτό», βγάζοντας και θεωρίες περίεργες, άλλοι ότι δεν ήταν σοσιαλισμός, άλλοι (σ. Κάππος) ότι ήταν ιδιόμορφο κοινωνικό σύστημα κλπ. Αυτά δε θα ωφελήσουν την επανάσταση, ούτε είναι και σωστά. Μαρτυρούν σύγχυση, τι είναι βάση και τι εποικοδόμημα. Η Δικτατορία του Προλεταριάτου είναι κατηγορία του εποικοδομήματος, αφορά το είδος της εξουσίας και δεν μπορεί να αντιπαρατίθεται διαζευκτικά με το Σοσιαλισμό αφού για μεγάλο διάστημα θα συνυπάρχουν.
Η ΕΣΣΔ δεν ήταν μόνο η γραφειοκρατία και η μαφία της, που θέριεψαν τα τελευταία χρόνια. Ηταν και η θέληση των λαών της. Αυτή η θέληση προσδιόρισε για μεγάλο διάστημα τη θετική παρουσία του «υπαρκτού» στον κόσμο.
Να προσθέσω ότι μέχρι το '91 η ιδεολογική στάση του ΚΚΕ απέναντι στον «υπαρκτό» ήταν άκριτη ταύτιση με τη διαβόητη αντιδραστική νομενκλατούρα, που κατέληξε να κυριαρχεί στο ΚΚΣΕ. Στάση, που υπολανθάνει ακόμη και σήμερα σε τοποθετήσεις κομματικών στελεχών, άρα και κριτική στο βιβλίο του σ. Κάππου, δημοσιευμένη στο «Ριζοσπάστη».
Και βέβαια δε βοηθάει να ξεκαθαρίσει το θέμα, που προφανώς μένει ανοιχτό. Ομως είναι μιζέρια και φυγομαχία να διαχωρίζουμε τη θέση μας από τον υπαρκτό Σοσιαλισμό.
4. Προλεταριακή Δημοκρατία
Να επανεξεταστούν τα οργανωτικά μέτρα, που αφορούν την (αναγκαία) ιδεολογικοπολιτική ενότητα και την (επίσης αναγκαία) μονολιθικότητα: Μετράω μέσα σε πενήντα (50) χρόνια τρεις μεγάλες διασπάσεις και αρκετές μείζονες κρίσεις. Και παρατηρώ ότι η εκάστοτε πολιτική έκφραση του αναθεωρητισμού επανδρώνεται από αποχωρούντα μεγαλοστελέχη του ΚΚΕ. Αρα η μήτρα του αναθεωρητισμού είναι το ίδιο το Κόμμα. Αυτή είναι η εκδίκηση της ζωής απέναντι στη διοικητική εκδοχή της ενότητας, στην πολιτική υποβάθμιση της επαγρύπνησης, που κυριαρχούσε στο Κόμμα τουλάχιστον όσο ήμουν μέλος.
Τα μέτρα περιφρούρησης να μη μετατρέπουν το Κόμμα σε ιερατείο, ξεκομμένο από την εργατική τάξη και το λαό. Δεν είναι δημοκρατία οι 1.200 λέξεις στο «Ρίζο», κάθε συνέδριο. Δημοκρατία είναι να αναπτύσσονται ελεύθερα και ολοκληρωμένα, τουλάχιστον δυο-τρεις, άντε πέντε, απόψεις, που μπορούν να υπάρξουν για κάθε ζήτημα, μπροστά σε ένα ακροατήριο με ταξική συνείδηση, που θα ψηφίσει με γνώση των συνεπειών της ψήφου του, και κύρια με πρόθεση να σηκώσει το βάρος της υλοποίησης των αποφάσεων.
Δημοκρατία είναι να αναπτύσσονται οι θέσεις με λόγια σταράτα, απλά, σύντομα και περιεκτικά, να τα καταλαβαίνει και ο εργάτης. Οχι τριάντα εννιά (39!) «κατεβατά» που θέλουν 39 ώρες μόνο για να διαβαστούν. Οι θέσεις μπορούν να είναι 39 προτάσεις ή μικρές παράγραφοι. Η τεκμηρίωση και ανάλυσή τους να διαχωρίζεται για να ανατρέχει όποιος και όταν κρίνει ό,τι χρειάζεται.
Φαίνονται δύσκολα αυτά; Είναι δύσκολα. Γιατί το θέμα της εσωκομματικής δημοκρατίας, της «Προλεταριακής Δημοκρατίας», που πρωτόβαλε ο Γκότβαλντ και αχνόπιασε ο Μαλένκοφ το '53, έμεινε εκεί, θάφτηκε κυριολεκτικά, από τους πολυλογάδες ανανεωτές του σοσιαλισμού που ακολούθησαν. Γιατί η προλεταριακή δημοκρατία τσούζει την αριστοκρατία, την ιντελιγκέντσια και όσους αλληθωρίζουν προς την αστική τάξη.
Μήπως θα ήταν καλύτερη σπονδή στη μνήμη του Στάλιν, η συνέχιση της συζήτησης για την «Προλεταριακή Δημοκρατία», που θα αποδώσει στον «Δημοκρατικό Συγκεντρωτισμό» το λενινιστικό του περιεχόμενο και θα τσακίζει τα πόδια της όποιας γραφειοκρατίας προσπαθεί να καβαλικέψει την εργατική τάξη και το κίνημα;
Να θυμηθούμε τέλος ότι ένα κόμμα που φυτοζωεί δεν μπορεί να αναζωογονηθεί ούτε ιδεολογικά προβλήματα να λύσει μόνο με οργανωτικά μέτρα. Η υποτονική λειτουργία είναι πολιτικό, ιδεολογικό και όχι οργανωτικό ζήτημα.
Ηλίας Τζαμουράνης
Μηχανικός
Το δουλοκτητικό σύστημα, η φεουδαρχία και ο καπιταλισμός, παρά τις διαφορές που έχουν μεταξύ τους, έχουν εντούτοις έναν κοινό παρονομαστή: Στηρίζονται και τα τρία στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και στον εγωισμό, στον ατομικισμό. Ετσι, λόγω του κοινού αυτού παρονομαστή, τα προβλήματα που γεννιόνταν κάθε φορά από τη διαδοχή του ενός εκμεταλλευτικού κοινωνικού συστήματος από το επόμενο εκμεταλλευτικό κοινωνικό σύστημα, ούτε πρωτόγνωρα ως προς τη βαθύτερη ουσία τους ούτε ιδιαιτέρως σοβαρά ήταν. Αντιθέτως, με τη μεγάλη Οκτωβριανή σοσιαλιστική επανάσταση, επιχειρήθηκε η έφοδος στον Ουρανό: Επιχειρήθηκε η οικοδόμηση του σοσιαλισμού, δηλαδή ενός εντελώς διαφορετικού κοινωνικού συστήματος, απαλλαγμένου, για πρώτη φορά, από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και από τον εγωισμό, τον ατομικισμό. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστούν, κατά την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, μια ολόκληρη σειρά από προβλήματα, ιδιαιτέρως σοβαρά και εντελώς πρωτόγνωρα στο ιστορικό γίγνεσθαι, με κυριότερο, ίσως, το πρόβλημα της απολύτως αναγκαίας αλλά βαθμιαίας και βασανιστικά αργής μεταβολής από «εγωιστική» σε «κοινωνική» της συνείδησης του ανθρώπου, ούτως ώστε να εναρμονιστεί η «φύση του ανθρώπου» προς τη φύση των νέων σοσιαλιστικών παραγωγικών σχέσεων, δηλαδή ούτως ώστε ο νέος μη εγωιστής «κοινωνικός» άνθρωπος, να μπορεί πλέον να διαχειρίζεται αρμονικά τα κοινωνικοποιημένα ήδη μέσα παραγωγής. Αυτά τα ιδιαιτέρως σοβαρά και πρωτόγνωρα στην Ιστορία προβλήματα οικοδόμησης του σοσιαλισμού, τα οποία μάλιστα δημιουργήθηκαν μέσα σε συνθήκες μιας ασφυκτικής καπιταλιστικής περικύκλωσης και ενός φοβερού παγκόσμιου πολέμου, παρά τις προσπάθειες που έγιναν, δεν μπόρεσαν τελικώς να επιλυθούν, με αποτέλεσμα, αφ' ενός μεν, το 1956 με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ να ανατραπεί στην ΕΣΣΔ η προλεταριακή εξουσία (δικτατορία του προλεταριάτου) και να καταληφθεί η εξουσία από τους εκπροσώπους του στρώματος της κομματικής γραφειοκρατίας και, αφ' ετέρου, να μετατραπεί στη συνέχεια το 1989 η κομματική γραφειοκρατική εξουσία σε καπιταλιστική από τη μερίδα εκείνη της κομματικής γραφειοκρατίας που είχε επικεφαλής της τον Γκορμπατσόφ. Το πλήθος, το μέγεθος και το πρωτόγνωρο των προβλημάτων που εμφανίστηκαν κατά την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, μέσα μάλιστα σε συνθήκες καπιταλιστικής περικύκλωσης και παγκόσμιου πολέμου, δικαιολογούν τα λάθη του ΚΚΣΕ που επέτρεψαν την ανατροπή της προλεταριακής εξουσίας από την κομματική γραφειοκρατία το 1956. Το ΚΚΕ, το 1956 με την 6η Ολομέλεια, με τρόπο ανώμαλο και αντικαταστατικό, απέπεμψε τη νόμιμη ηγεσία του και, ενεργώντας όπως η συντριπτική πλειοψηφία των άλλων κομμουνιστικών κομμάτων, ευθυγραμμίστηκε πλήρως, ιδεολογικά και πολιτικά, με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Η ευθυγράμμιση αυτή του ΚΚΕ έγινε για τους εξής λόγους: α) Διότι η ανατροπή της προλεταριακής εξουσίας από την κομματική γραφειοκρατία με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, ήταν ένα φαινόμενο εντελώς πρωτόγνωρο και πραγματικά «απίστευτο» για όλους σχεδόν τους κομμουνιστές, Ελληνες και ξένους, της εποχής εκείνης. β) Διότι το ΚΚΕ, όπως όλα άλλωστε τα κομμουνιστικά κόμματα, ήταν συνηθισμένο να συμπαρατάσσεται πάντοτε με το ΚΚΣΕ - και σωστά - λόγω της καπιταλιστικής περικύκλωσης της ΕΣΣΔ και της επιδίωξης να πνιγεί το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος της Γης, και γ) Διότι το ΚΚΕ, όπως όλα άλλωστε τα κομμουνιστικά κόμματα, θαύμαζε απεριόριστα το ΚΚΣΕ ως το κόμμα του μεγάλου Λένιν που έκανε τη μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση και, με εκπληκτικά κάθε τόσο επιτεύγματα, οικοδομούσε, για πρώτη φορά στη Γη, το σοσιαλισμό. Ο θαυμασμός όμως αυτός είχε ως αποτέλεσμα να θεωρεί το ΚΚΕ, χωρίς βεβαίως να το ομολογεί ρητά στα κομματικά του ντοκουμέντα, ότι το ΚΚΣΕ ποτέ δεν μπορούσε να κάνει λάθος. Το ΚΚΕ δεν μπόρεσε επίσης να αντιληφθεί, ούτε την από το 1956 και μετά ολοφάνερη εντούτοις καθημερινή και συστηματική διάβρωση των θεμελίων του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ από την κομματική γραφειοκρατική εξουσία, ούτε το ρόλο του Γκορμπατσόφ και τη μετατροπή της κομματικής γραφειοκρατικής εξουσίας σε καπιταλιστική το 1989 στην ΕΣΣΔ. Η μη κατανόηση εκ μέρους του ΚΚΕ των τεκταινομένων στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, οφείλεται στο πρωτόγνωρο και «απίστευτο» των φαινομένων, στη συνήθεια του ΚΚΕ να συμπαρατάσσεται πάντοτε με το ΚΚΣΕ, στην πίστη του ΚΚΕ στο αλάθητο του ΚΚΣΕ, στον ιδεολογικό αφοπλισμό του ΚΚΕ που ήρθε σαν αποτέλεσμα της υιοθέτησης εκ μέρους του των «αρχών» του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ και της αναθεωρητικής - ρεφορμιστικής γραμμής της μετασταλινικής κομματικής γραφειοκρατικής εξουσίας και τέλος στη συνεργασία ή, στην καλύτερη περίπτωση, στη συνοίκηση μέσα στην ηγεσία του ΚΚΕ, από το 1956 και μετά, των επαναστατών με τους αναθεωρητές - ρεφορμιστές. Επειδή όμως κανένα κακό, όσο μεγάλο και αν είναι, δεν είναι αμιγές καλού, η καπιταλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες είχε σαν αποτέλεσμα, από τη μια μεριά έναν εσωτερικό ιδεολογικό σεισμό απόρριψης του αναθεωρητισμού - ρεφορμισμού μέσα στη συνείδηση των επαναστατών του ΚΚΕ, από την άλλη μεριά την κάθαρση του ΚΚΕ με τις διαγραφές και αποχωρήσεις των αναθεωρητών - ρεφορμιστών κατά την κρίση του 1989-1991 και τέλος το άνοιγμα εκ των πραγμάτων της έρευνας στους κόλπους του αποκαθαρμένου πλέον ΚΚΕ για την κριτική μαρξιστική λενινιστική επανεκτίμηση του παρελθόντος. Ετσι φθάσαμε στο σημερινό ΚΚΕ το οποίο, παρά τη βαθύτατη ιδεολογική κρίση που μαστίζει το Παγκόσμιο Κομμουνιστικό Κίνημα, αυτό έχει μπει σε σωστό, επαναστατικό δρόμο και βρίσκεται μάλιστα στην πρωτοπορία των κομμάτων που έχουν ως βάση τους το μαρξισμό λενινισμό και απορρίπτουν τον αναθεωρητισμό - ρεφορμισμό. Η πρωτοπορία όμως αυτή του ΚΚΕ δείχνει λιγότερο το πόσο το ΚΚΕ έχει πετύχει την πλήρη ιδεολογική του καθαρότητα και περισσότερο το πόσο πολλά είναι δυστυχώς τα κομμουνιστικά κόμματα που έχουν αλωθεί από τον αναθεωρητισμό - ρεφορμισμό. Πράγματι, το ΚΚΕ έχει δρόμο ακόμα να διανύσει για να αποκοπεί εντελώς από επιβιώσεις συνηθειών, νοοτροπιών και αντιλήψεων που δημιουργήθηκαν, από τη μια μεριά, σαν αποτέλεσμα δεκαετιών ιδεολογικής ταύτισής του με τη μετασταλινική κομματική γραφειοκρατία του ΚΚΣΕ και από την άλλη μεριά, σαν αποτέλεσμα δεκαετιών συγχρωτισμού στην ηγεσία του των επαναστατών με τους αναθεωρητές - ρεφορμιστές. Παράδειγμα: Ενώ στη θέση 8 διακηρύσσεται ότι «είναι ζωτικής σημασίας η ιδεολογική αντεπίθεση του κομμουνιστικού κινήματος», στη θέση 5 παρατίθεται ασχολίαστη η φράση «Το ΚΚ Κίνας, στο τελευταίο συνέδριό του, αποδέχτηκε τη συμμετοχή καπιταλιστών στις γραμμές του». Και ερωτάται: Ετσι νοείται άραγε η ιδεολογική αντεπίθεση; Και τι φταίει άραγε ο σύντροφος που, υπερασπιζόμενος τη θέση 5, μου υποστήριζε ότι το κόμμα πρέπει να είναι ανοιχτό στους καπιταλιστές φτάνει αυτοί να αποδέχονται τις αρχές του; Και είναι άραγε κομμουνιστικό το κόμμα στο οποίο ένας Κινέζος Λάτσης μπορεί να γίνει καθοδηγητής της ΚΟΒ των εργατών του; Αλλο παράδειγμα: Το Γαλλικό «ΚΚ», με 4 υπουργούς του στην κυβέρνηση Ζοσπέν, βομβάρδιζε τη Γιουγκοσλαβία. Το «ΚΚ» Ιράκ συμμετέχει με έναν «υπουργό» του («υπουργός Πολιτισμού») στη διορισμένη από τους Αμερικανούς κυβέρνηση των Ιρακινών κουίσλινγκς. Και δε βγήκε μία ανακοίνωση του ανώτατου οργάνου του ΚΚΕ, της Κεντρικής Επιτροπής, που με τον πιο επίσημο, απερίφραστο και κατηγορηματικό τρόπο να δηλώνει πως δεν μπορεί να είναι κομμουνιστικά τα δύο αυτά κόμματα - σφαγεία του ιμπεριαλισμού και πως δεν μπορεί πλέον το ΚΚΕ να έχει την παραμικρή σχέση μαζί τους. Δηλαδή, το εάν το Γαλλικό «ΚΚ» και το «ΚΚ» Ιράκ είναι ή όχι κόμματα κομμουνιστικά, το ΚΚΕ το κρίνει γραφειοκρατικά από την ταμπέλα τους και όχι από τα έργα τους, πράγμα που σημαίνει ότι επιβιώνει στο ΚΚΕ η νοοτροπία σύμφωνα με την οποία το Χρουτσοφικό - Μπρεζνιεφικό - Γκορμπατσοφικό εκφυλισμένο κόμμα ήταν κόμμα κομμουνιστικό και οι γραφειοκράτες Χρουστσόφ - Μπρέζνιεφ - Γκορμπατσόφ ήταν κομμουνιστές ηγέτες, από το γεγονός ότι έφεραν την ταμπέλα «ΚΚΣΕ» και «Γενικός Γραμματέας του ΚΚΣΕ» και παρά το γεγονός ότι με τα έργα τους διαβρώνανε καθημερινά και συστηματικά τα θεμέλια του σοσιαλισμού.
Εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο Συνέδριο σύντροφοι.
Ο σοσιαλισμός νομοτελειακά θα νικήσει.
Κώστας Βλαχοχρήστος
Είναι γεγονός ότι η ΚΕ του Κόμματός μας για το 17ο Συνέδριο αναφέρθηκε λεπτομερώς στη συμπεριφορά του ιμπεριαλιστικού συστήματος στον ελλαδικό, αλλά και στο διεθνή χώρο ύστερα από τη νίκη της αντεπανάστασης.
Οι ΗΠΑ με πρόσχημα το τρομακρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτέμβρη 2001 στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον κατοχύρωσε πράγματι το δόγμα της «παγκόσμιας απειλής της τρομοκρατίας» και ύστερα με τους συμμάχους της, όπως η ΕΕ, το ΝΑΤΟ κατέστρωσαν ακόμη και πολιτικά σχέδια, όπως τα έκαναν και πράξη μέχρι στιγμής στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Και με τις συνθήκες που δημιούργησαν κατάφεραν να παίρνουν πίσω δικαιώματα που είχαν κατακτήσει οι λαοί με λαϊκούς αγώνες, αλλά και επαναστάσεις, όπως η Μεγάλη Οχκτωβριανή Επανάσταση το 1917.
Παρ' όλα αυτά, ύστερα από την ανατροπή της πορείας του σοσιαλισμού το Κόμμα κατάφερε να κάνει την ανασυγκρότησή του, ως ένα βαθμό, και να γίνει πιο ισχυρό, ανέπτυξε μεγάλους αγώνες μέσα από το μαζικό λαϊκό κίνημα. Ηρθε αμέσως σε επαφή με όλα τα κομμουνιστικά κινήματα στο διεθνή χώρο και τους έδωσε θάρρος, και συνεχίζει να έχει επαφή μαζί τους.
Το Κόμμα μας πρέπει να ξεπεράσει τις υποκειμενικές αδυναμίες του. Η επιστήμη, η τεχνολογία, οι παραγωγικές δυνάμεις, τα προϊόντα όλων αυτών των παραγόντων από τη μια πλευρά, και από την άλλη η αγανάκτηση των λαών από τη βαριά καταπίεση και ιδιαίτερα αυτόν τον καιρό και από την απέραντη διαφθορά του, έχουν δημιουργήσει πάρα πολύ ώριμες συνθήκες για την ανατροπή του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Κατάφερε να διατηρήσει την αυτοτέλειά του. Και αυτό για την πίστη την απόλυτη που έχει στην υλιστική, στο Μαρξισμό - Λενινισμό.
Πρέπει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση να δημιουργήσουμε το ΑΑΔΜ, τη λαϊκή συμμαχία για το σοσιαλισμό, ταυτόχρονα να διαφωτίσουμε όλα τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα σε όλον τον κόσμο, έτσι ώστε να εγκαταλείψουν την ιδεολογική τους διαπάλη που έχουν και να πιστέψουν στο μαρξισμό-λενινισμό, στη δικτατορία του προλεταριάτου, την ένοπλη αυτή εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, προκειμένου να γίνει πράξη ο σοσιαλισμός και να ανοίξει έτσι ο δρόμος για την κομμουνιστική κοινωνία. Να δημιουργηθεί αυτός ο διακριτός πόλος και οι άλλοι λαοί να βάλουν στόχο τη λαϊκή εξουσία. Και να πάψουμε να το 'χουμε σαν μακρινό όνειρο ότι το καθεστώς θα μας δώσει την ευκαιρία για να το ανατρέψουμε στο πολύ μακρινό μέλλον. Γιατί και τώρα με τη μεγάλη του επιθετικότητα, με τις αντιθέσεις του, πάει να μας δώσει αυτή τη δυνατότητα για να το ανατρέψουμε.
Εμείς, βέβαια δεν είμαστε ποιοτικά και ποσοτικά έτοιμοι για να αναλάβουμε αυτή την επαναστατική αποστολή. Υπάρχουν τομείς της οικονομίας της πατρίδας μας μέσα στην εργατική τάξη που τα ποσοστά του ελέγχου μας ανέρχονται σε 80 με 90%, εκεί οι απεργιακές κινητοποιήσεις θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια.
Τα παλιά στελέχη με την πείρα τους θα πρέπει να αναδείξουν νέα στελέχη που να έχουν μεγάλο ιδεολογικό ανέβασμα και μεγάλη ευφράδεια λόγου, τέτοιο που μέσα στη Βουλή, στα τηλεοπτικά παράθυρα, σε προεκλογικούς αγώνες, σε αγροτικές κινητοποιήσεις, η σύγκρουση με αυτή την πολιτική της οικονομικής ολιγαρχίας να είναι πιο δυνατή, πιο αποτελεσματική. Το ίδιο να συμβεί και στην ΚΝΕ, την πρωτοπόρα αγωνιστική νεολαία της πατρίδας μας.
Εχουμε υστερήσει σε προβλήματα οικολογικά και αθλητισμού. Αυτά είναι πολύ σημαντικά και που η νεολαία έχει μεγάλη ευαισθησία.
Στις οργανώσεις βάσεις κυρίως στον αγροτικό τομέα τα μέλη είναι πολύ χαλαρά, αγνοούν παντελώς την κοσμοθεωρία μας. Δε γνωρίζουν τα τρέχοντα θέματα. Αποφεύγουν να κάνουν συζητήσεις. Δεν έχουν όλοι την καλή διάθεση να δώσουν τα οικονομικά τους και αδυνατούν να πάρουν χρήματα και από άλλους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους οπαδούς. Το οικονομικό πρόβλημα πρέπει να προσεχτεί ιδιαίτερα. Δίχως αυτό δεν μπορεί να πάμε μπροστά. Οι στρατολογίες πρέπει να γίνονται με πιο καθαρή ματιά. Να εξετάζεται το οικογενειακό περιβάλλον, ποια η συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου, να μπει στην οργάνωση, στον παραπέρα χώρο της κοινωνίας.
Το καθεστώς στη χώρα μας διαθέτει όλα τα μέσα καταστολής. Την πολιτική, τη στρατιωτική, τη δικαστική εξουσία, τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης, τον Τύπο. Το πιο μεγάλο ατού που εμποδίζει το λαό να στρατευτεί μαζί μας είναι το ρουσφέτι. Το χρησιμοποιούν προεκλογικά οι δυο μεγάλοι υπηρέτες της πλουτοκρατίας, σε πολύ μεγάλο βαθμό, ότι άμα πάρουν την εξουσία θα διορίσουν τα παιδιά τους. Και οι διάφοροι πράκτορές τους σπέρνουν το φόβο ότι θα απολύσουν τους διορισμένους, αν δεν τους ψηφίσουν. Και στο ζήτημα αυτό η παρέμβασή μας είναι αδύναμη.
Στις εθνικές και τις ευρωεκλογές που έγιναν, το Κόμμα μας μεγάλωσε τη δύναμή του. Ενα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων που μας ψήφισαν έμεινα άγνωστοι κυρίως στις ευρωεκλογές, δε φροντίσαμε να τους μάθουμε και να συζητήσουμε μαζί τους, να τους προβληματίσουμε ακόμη πιο πολύ.
Εμείς στη βάση είμαστε κενοί Ιδεολογικά. Δε γνωρίζουμε τα τρέχοντα θέματα. Και αυτά τα λίγα που ξέρουμε δεν τα μεταφέρουμε πειστικά στον κόσμο. Η συμπεριφορά μας είναι τέτοια που τους κρατάει σε απόσταση. Δεν έχουμε κερδίσει την εκτίμησή τους.
Από την εμπειρία που έχει το Κόμμα μας παρέδωσε στην κατοχή τη λαϊκή εξουσία στην ντόπια και ξένη οικονομική ολιγαρχία, τη συνεργασία που κάναμε με το Συνασπισμό ένα μεγάλο μέρος του λαού το έχει εκτιμήσει ότι ήταν προδοσία. Πρέπει αυτά τα σύννεφα να τα διαλύσουμε. Ολοι το 'χουν μέσα τους. Τους έχει αγγίξει η κοινωνική αδικία.
Ολοι οι άνθρωποι που ανήκουν στα κόμματα της κοινωνικής ολιγαρχίας το λένε δημόσια ότι η ανατροπή του σοσιαλισμού εγκυμονεί κινδύνους μεγαλύτερης εκμετάλλευσης από το καθεστώς, αλλά και πολέμους. Αυτό είναι ένα πολύ θετικό σημάδι, ότι με την ποιοτική μας παρέμβαση οι δυνάμεις αυτές μπορεί να εγκαταλείψουν τα κόμματα αυτά και να στρατευτούν μαζί μας για τη συμμαχία των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, προκειμένου να δημιουργήσουμε το ΑΑΔΜ.
Εδώ πρόκειται για μια πολύπλευρη σκληρή σταθερή μάχη, όχι όμως και χωρίς αποτέλεσμα. Και όταν δημιουργηθεί αυτή η συμμαχία συνεχώς θα πρέπει να την τροφοδοτούμε με την ιδεολογία μας. Σημαντικό θα ήταν και τα άλλα κομμουνιστικά διεθνή κόμματα να είχαν βάλει αυτό το στόχο, αλλά δυστυχώς, όπως αναφέρει το Κόμμα μας, εκεί υπάρχει κρίση. Και όταν εμείς καταφέρουμε να πάρουμε τη λαϊκή εξουσία, μπαίνει το ερώτημα: Μπορούμε να αντέξουμε στη μεγάλη πίεση που θα δεχτούμε από τα μονοπώλια, τα οποία είναι κυρίαρχα στον παγκόσμιο χώρο; Και αν ακόμη δεν αντέξουμε θα έχουμε πει το μεγάλο ΝΑΙ! Θα έχουμε δώσει ένα μεγάλο όπλο, υπερόπλο, θα 'λεγα στις διεθνείς δυνάμεις, να κάνουμε τη μεγάλη αντεπίθεση.
Ο ιμπεριαλισμός, καθώς είναι το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, και γεννά την αναγκαιότητα του θανάτου του, μοιάζει με ετοιμοθάνατο. Θα πεθάνει που θα πεθάνει, ας τον πεθάνουμε εμείς νωρίτερα. Αυτό μπορεί να γίνει, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση.
Αλλες αδυναμίες που έχουμε, κριτική και αυτοκριτική δεν κάνουμε εμείς στη βάση. Η συνεργασία μας με το Συνασπισμό ήταν μεγάλο λάθος. Αυτό όμως το λάθος μας έβγαλε σε καλό γιατί γίναμε καθαροί. Στην περίοδο αυτή η εσωκομματική μας δημοκρατία είχε πάει περίπατο. Αν το δέντρο αυτό εξακολουθεί να είναι χαμηλό, πρέπει να του δώσουμε τροφή να γίνει έλατο.
Εχουμε σταθεί μακριά από τους μετανάστες. Οι συγκρούσεις πρέπει να πάρουν μεγάλες διαστάσεις από εδώ και πέρα.
Πάρα πολλά έχω να πω. Θέλω να δώσω, αλλά και να πάρω από τα στελέχη μας.
Νικολόπουλος Ηλίας Γ.
Πουλίτσι Μεσσηνίας