Οι εξελίξεις της περασμένης βδομάδας αναδεικνύουν την πολυεπίπεδη κόντρα που εξελίσσεται το τελευταίο διάστημα στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού
Eurokinissi |
Εντονες πιέσεις ασκούνται για την άμεση πώληση του 17% της επιχείρησης, όπως παραδέχεται η κυβέρνηση, αν και οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι πλέον οι απαιτήσεις των δανειστών έχουν αυξηθεί και επαναφέρουν παλιότερους σχεδιασμούς για άμεση πώληση μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ. Παράλληλα με αυτά, το βράδυ της περασμένης Τετάρτης υπήρξε αιφνιδιαστική παρέμβαση μηχανισμών της Επιτροπής Ανταγωνισμού της ΕΕ (DG COMP) στα γραφεία της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ, αναζητώντας στοιχεία για το εάν η ΔΕΗ αξιοποιεί τη «δεσπόζουσα θέση» που κατέχει στην εγχώρια αγορά για να «χειραγωγεί» τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος προς όφελός της.
Με βάση και τις τελευταίες εξελίξεις, φαίνεται εκ νέου η προσπάθεια της κυβερνητικής πολιτικής και στη συγκεκριμένη φάση, αλλά και γενικότερα απ' όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, να συμβιβάσει τα αντικρουόμενα επιχειρηματικά συμφέροντα στο χώρο της Ενέργειας, τα οποία, για δικούς τους λόγους, το καθένα επιθυμεί διαφορετική διάρθρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρισμού. Καταρχήν, υπάρχουν εκείνα τα τμήματα του εγχώριου, βιομηχανικού κυρίως, κεφαλαίου που επιθυμούν μια σημαντική παρουσία του κρατικού μονοπωλίου στο χώρο, που θα αναλαμβάνει το επενδυτικό ρίσκο και το κόστος και θα εξασφαλίζει με σχετική ασφάλεια τροφοδοσίας του συστήματος μια ευνοϊκή τιμολογιακή πολιτική γι' αυτούς.
Ηταν χαρακτηριστικές όλο το προηγούμενο διάστημα οι τοποθετήσεις εκπροσώπων του εγχώριου κεφαλαίου με αφορμή τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης του ΑΔΜΗΕ, όπου και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θ. Φέσσας, είχε ταχθεί έμμεσα ενάντια, αλλά και άλλοι μεγάλοι επιχειρηματίες εξέφραζαν ανησυχίες για το κατά πόσο ένας ιδιωτικός ΑΔΜΗΕ θα μπορούσε να προχωρά στο απαιτούμενο ύψος επενδύσεις εκσυγχρονισμού του δικτύου. Αντίστοιχα, μεγάλες βιομηχανικές μονάδες που απολαμβάνουν εκπτώσεις στην κατανάλωση μέσω των συμφωνητικών που έχουν υπογράψει με τη ΔΕΗ, γνωρίζουν ότι ένας σημαντικός περιορισμός της κρατικής συμμετοχής στην επιχείρηση θα άλλαζε αυτομάτως και την τιμολογιακή πολιτική της επιχείρησης προς αυτούς.
Επανερχόμενοι στο ζήτημα της «χειραγώγησης» των τιμών από τη ΔΕΗ για την οποία μιλήσαμε αρχικά, αξίζει να αναφέρουμε την πρόσφατη δημόσια τοποθέτηση του προέδρου της ΔΕΗ, Μ. Παναγιωτάκη, ο οποίος καταφέρθηκε, δίχως να παραθέτει ονόματα, εναντίον των ιδιωτών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας για προσπάθειες «χειραγώγησης της αγοράς» κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης στα τέλη Δεκέμβρη - αρχές Γενάρη. Κύκλοι της ΔΕΗ δεν επιβεβαίωναν, αλλά και δεν απέκλειαν ο έλεγχος που διεξάγει η DG COMP στα γραφεία της επιχείρησης να έχει προέλθει από «παρέμβαση ιδιωτικών συμφερόντων της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στις Βρυξέλλες», με σκοπό την άσκηση πίεσης στη ΔΕΗ ώστε να διαμορφώνονται οι τιμές του εγχώριου συστήματος στα μέτρα της κερδοφορίας τους...
Βέβαια, πέραν του τι διατείνεται η ΔΕΗ, και η ίδια για τα μέτρα της δικής της κερδοφορίας ενδιαφέρεται, αφού ως επιχείρηση λειτουργεί με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, την απασχολεί δηλαδή, όπως και κάθε άλλη επιχείρηση, να καταγράφουν κερδοφορία οι ετήσιοι ισολογισμοί της και να μπορεί να επεκτείνει το χώρο επιχειρηματικής της δράσης.
Πάντως, μέσα σε όλα αυτά, την περασμένη βδομάδα ανέκυψε εκ νέου το πρόβλημα χρηματοδότησης των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ και ο μηδενισμός του ελλείμματος που εμφανίζει ο σχετικός λογαριασμός, ο οποίος είχε φτάσει τα 258 εκατ. ευρώ στο τέλος Νοέμβρη. Η κατάσταση εδώ έχει γίνει πραγματικά... «μύλος», με τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας - από κοινού «εναλλακτικοί» και ΔΕΗ - να στρέφονται κατά της «χρέωσης προμηθευτή», του μέτρου που είχε θεσπίσει ο προηγούμενος υπουργός Περιβάλλοντος, Π. Σκουρλέτης, για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος. Βάση αυτού του μέτρου, ο κάθε προμηθευτής, αναλόγως του μεριδίου που κατείχε στην αγορά, θα κατέβαλλε ένα τίμημα που ξεκινούσε από τα 6 ευρώ/MWh, αλλά έφτασε τα 40 ευρώ/MWh τον περασμένο Γενάρη. Ποσό υπέρογκο και για τη ΔΕΗ, που εξαιτίας του μεγαλύτερου μεριδίου που κατέχει στην αγορά, θα σήκωνε το μεγαλύτερο βάρος αλλά μεσοπρόθεσμα και για τους εναλλακτικούς, με τη σταδιακή αύξηση των μεριδίων τους - όπως κι αν αυτό επιτευχθεί - θα επιβάρυνε και αυτούς. Το βράδυ της Πέμπτης, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας όρισε ανώτατο πλαφόν της χρέωσης αυτής τα 15 ευρώ/MWh, ενώ τον ερχόμενο Ιούνη η τιμή θα επανεξεταστεί.
Ολες αυτές οι κόντρες φυσικά καθόλου άσχετες δεν είναι με το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε φάση μετάβασης της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού στο νέο «μοντέλο - στόχο» (Target - Model) της ΕΕ, σκοπός του οποίου είναι, όπως υπογραμμίζεται στη σχετική κοινοτική οδηγία, «η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου, ώστε να επιτευχθούν κέρδη σε απόδοση...» των ομίλων που δραστηριοποιούνται στο χώρο. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο περιορισμός, βάση νόμου πια, των μεριδίων της ΔΕΗ στην αγορά, κάτι που αν δεν επιτευχθεί μέσω του μοντέλου των δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας που προώθησε έως τα τώρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, θα επιτευχθεί μέσω του δρόμου απευθείας πώλησης περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, που προτείνει η τρόικα.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει ως «ένα το κρατούμενο» την ολοκλήρωση του καθεστώτος απελευθέρωσης στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τη μετάβαση στο νέο ευρωενωσιακό μοντέλο. Προσπαθεί ταυτόχρονα, όμως, να βρεθεί ένας συμβιβασμός μεταξύ επιχειρηματιών που «σφάζονται» για το ενεργειακό φιλέτο, είτε αυτοί είναι παραγωγοί - προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, είτε είναι βιομηχανικοί καταναλωτές που ο ηλεκτρισμός αποτελεί σημαντικό μέρος του κόστους παραγωγής τους. Χαρακτηριστικότερη ενέργεια του υπουργείου ΠΕΝ την περασμένη βδομάδα ήταν η κατάθεση τροπολογίας με την οποία αίρεται το μονοπώλιο της ΔΕΗ στην προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος προς το Δημόσιο και πλέον τη δυνατότητα αυτή αποκτούν και οι «εναλλακτικοί προμηθευτές», από τους οποίους μπορεί το Δημόσιο να προκαταβάλει για ένα έτος το ηλεκτρικό ρεύμα που θα καταναλώσει. «Δωράκι» δηλαδή προς τους ιδιώτες που εποφθαλμιούν τις μονάδες παραγωγής της ΔΕΗ, ειδικά τα πλέον κερδοφόρα τμήματά της, όπως είναι τα υδροηλεκτρικά, με την πρόφαση της «ίσης αντιμετώπισης»...
Είναι αυτονόητο ότι οι επιχειρηματικές συγκρούσεις που διεξάγονται το τελευταίο διάστημα γίνονται στις πλάτες του εργαζόμενου λαού, που σε κάθε περίπτωση πάνω του θα πέσει - και ήδη πέφτει - το τίμημα της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Από την πρώτη στιγμή, το ΚΚΕ έχει προειδοποιήσει τα λαϊκά στρώματα ότι η διαδικασία «ανοίγματος» της αγοράς ηλεκτρισμού από τη μια μεριά εκτοξεύει το κόστος ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά, ενώ αποφέρει τεράστια κέρδη για τους επιχειρηματίες του χώρου. Παράλληλα, όπως αποδείχθηκε και από την πρόσφατη ενεργειακή κρίση, κρύβει κι άλλους κινδύνους για την εγχώρια ενεργειακή ασφάλεια και την επάρκεια τροφοδοσίας του συστήματος, στοιχεία τα οποία τίθενται εν αμφιβόλω από το κυνήγι του κέρδους στο οποίο επιδίδονται οι επιχειρηματικοί όμιλοι.
Για την ακρίβεια, μόνο το ΚΚΕ στέκεται σταθερά και αταλάντευτα ενάντια όχι μόνο στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ - είτε αυτή γίνει με τη συνταγή ΣΥΡΙΖΑ, είτε με την προηγούμενη της ΝΔ ή και με οποιαδήποτε άλλη - αλλά και συνολικά ενάντια στην απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνεται η θέση του ΚΚΕ ότι ενεργειακή επάρκεια για τις λαϊκές ανάγκες και φτηνό ρεύμα για το λαό είναι έννοιες ασύμβατες με την καπιταλιστική κερδοφορία, τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Η ικανοποίηση αυτής και των υπόλοιπων λαϊκών αναγκών μπορεί να γίνει μόνο σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του, στο πλαίσιο μιας κοινωνίας όπου η εργατική τάξη θα έχει την εξουσία και την οικονομία στα χέρια της, σχεδιάζοντας κεντρικά την παραγωγή με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες και τις μεγάλες σημερινές δυνατότητες. Εκεί και ο τομέας της Ενέργειας, παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς, θα αποτελεί κοινωνική ιδιοκτησία, στραμμένη στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.