Επίσκεψη κλιμακίου του ΚΚΕ σε χωριά που επλήγησαν από το σεισμό
Τα χωριά Δράγανο και Αθάνι, που επλήγησαν περισσότερο από την ισχυρή σεισμική δόνηση στη Λευκάδα πριν δύο μέρες, επισκέφτηκε χτες κλιμάκιο του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Σταύρο Τάσσο, βουλευτή του Κόμματος, ο οποίος εξέφρασε την αλληλεγγύη του Κόμματος στους πληγέντες κατοίκους, επισημαίνοντας την ανάγκη της άμεσης αποκατάστασης των καταστροφών και της αποζημίωσής τους από την κυβέρνηση.
Οι κάτοικοι των δύο χωριών εξακολουθούν να περνούν δύσκολες ώρες, καθώς το δίκτυο υδροδότησης δεν έχει αποκατασταθεί, ρεύμα δεν υπάρχει, ενώ δεν έχει λυθεί ούτε το ζήτημα της διανυκτέρευσής τους, με αποτέλεσμα να περνούν τις νύχτες είτε στα αυτοκίνητά τους, είτε σε σπίτια συγγενών. Οι καταγραφές των ζημιών γίνονται με μεγάλη καθυστέρηση. Οι πρώτες εκτιμήσεις από τις αυτοψίες των ειδικών κλιμακίων στις πληγείσες περιοχές αναφέρουν ότι δεκάδες σπίτια έχουν υποστεί καταστροφές. Με βάση τους προχτεσινούς ελέγχους σε 120 κατοικίες, οι 86 κρίθηκαν με ζημιές και προβλήματα, οι 20 από αυτές σημάνθηκαν με κόκκινο, οι άλλες με κίτρινο και 34 κρίθηκαν κατοικήσιμες. Σε όλα τα σπίτια μεγάλες ζημιές έχει υποστεί η οικοσκευή.
Οι επαρχιακοί δρόμοι που οδηγούν στον Αγιο Νικήτα ήταν κλειστοί, διότι σημειώνονταν κατολισθήσεις και καθιζήσεις στο οδόστρωμα. Οι κάτοικοι ζητούν να γίνουν έργα αντιστήριξης στις πλαγιές του βουνού που βρίσκεται πάνω από τα δύο χωριά, καθώς υπάρχει σοβαρός κίνδυνος τα φαινόμενα κατολίσθησης να επαναληφθούν. Σύμφωνα με σύσκεψη αρμοδίων, το νοσοκομείο για δύο μέρες, χτες και σήμερα, θα δέχεται μόνο έκτακτα περιστατικά και αν υπάρξει ανάγκη νοσηλείας, οι ασθενείς θα μεταφερθούν σε άλλο νοσοκομείο εκτός Λευκάδας.
Από τη συζήτηση με τους κατοίκους των πληγέντων χωριών |
Ο Σταύρος Τάσσος αναφέρθηκε στην ανάγκη για αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας, η οποία δεν μπορεί να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, όπως κάνουν όλες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, που δεν υλοποιούν με προτεραιότητα αυτά τα αναγκαία έργα υποδομής γιατί δεν εξασφαλίζουν υπερκέρδη στο κεφάλαιο. Και πρόσθεσε: «Θα πρέπει η Πολιτεία να αναλάβει την πλήρη αποκατάσταση όλων αυτών που έχουν πληγεί. Οσον αφορά τα κτίρια, δε θα πρέπει μόνο να επανέλθουν στην προ του σεισμού κατάσταση, αλλά θα πρέπει να γίνει και περαιτέρω ενίσχυση. Γιατί αν επανέλθουν στην προ του σεισμού κατάσταση, ένας σεισμός ανάλογου μεγέθους θα τα ξανακαταστρέψει. Επομένως, το ζητούμενο είναι αυτά τα κτίρια που τώρα έχουν πάθει ζημιές και βέβαια μπορούν να επισκευαστούν, να επισκευαστούν όχι για να επανέλθουν στην προ του σεισμού κατάσταση, αλλά για να ενισχυθούν ακόμα περισσότερο. Πρέπει, επίσης, να παρθούν μέτρα για τη στέγαση και τη σίτιση αυτών των ανθρώπων που σήμερα δεν μπορούν να μπουν στα σπίτια τους. Θα πρέπει να λυθεί άμεσα το πρόβλημα αυτό. Θα πρέπει να επιδοτηθούν αυτοί που σήμερα είναι άνεργοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, χαμηλόμισθοι».
Εξω από το δημαρχείο, πλήθος κόσμου, ανταποκρινόμενο στο κάλεσμα της Λαϊκής Επιτροπής καλούσε το λαό της Νίκαιας σε ξεσηκωμό, για να ακυρώσει τις αυξήσεις και να διεκδικήσει μέτρα ανακούφισης, καταγγέλλοντας τις μεθοδεύσεις της δημοτικής αρχής. Οι δημοτικοί σύμβουλοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης», από την πλευρά τους, κάνουν λόγο για απαράδεκτες διαδικασίες και καταγγέλλουν ότι έξω από την αίθουσα του συμβουλίου βρέθηκαν άγνωστα άτομα που εμπόδιζαν την είσοδό τους στη συνεδρίαση. Τελικά, μετά από προπηλακισμούς και τραμπουκισμούς που δέχτηκαν οι σύμβουλοι του ΚΚΕ από γνωστούς και αγνώστους, στους οποίους πρωτοστάτησε η δημοτική πλειοψηφία, αλλά και μπόλικο αντικομμουνισμό, η «Λαϊκή Συσπείρωση» δήλωσε ότι αποχωρεί από τη διαδικασία, ενώ το ίδιο έπραξαν και οι υπόλοιπες παρατάξεις.
Στην κινητοποίηση έξω από το Δημαρχείο καλούσαν και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ των εργαζομένων του Δήμου, σημειώνοντας την απαράδεκτη τακτική της Δημοτικής Αρχής, που καλεί τους συναδέλφους τους να υπερασπιστούν τις αυξήσεις των τελών, ως μέσο για να εξασφαλίσουν το μισθό τους! Θλιβεροί σύμμαχοι αυτής της προσπάθειας της δημοτικής αρχής, βρέθηκαν να είναι οι κυβερνητικοί συνδικαλιστές («Συνδικαλιστική Ανατροπή» - πρώην ΠΑΣΚΕ), που ευτυχώς η προπαγάνδα τους απορρίφθηκε από την πλειοψηφία των εργαζομένων.
Η «Λαϊκή Συσπείρωση» Νίκαιας - Ρέντη έχει καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση για το θέμα, αναφέροντας το εξής παράδειγμα: Μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, με δύο καταστήματα σε Νίκαια και Ρέντη αντίστοιχα, πληρώνει 6,9 ευρώ/τ.μ. για το κτίριό της στη Νίκαια, και 4,83 ευρώ/τ.μ. για το άλλο κατάστημά της στο Ρέντη! Την ίδια στιγμή, οι εργατικές - λαϊκές οικογένειες θα επιβαρυνθούν με αυξήσεις 10% στα δημοτικά τέλη και 20% στο δημοτικό φόρο.
Παράλληλα, η «Λαϊκή Συσπείρωση» καλεί το λαό να διεκδικήσει, μεταξύ άλλων, την πρόσληψη του αναγκαίου μόνιμου προσωπικού στο δήμο, την κάλυψη της μισθοδοσίας των εργαζομένων από το κράτος και την πλήρη κρατική χρηματοδότηση για την κάλυψη όλων των αναγκών του δήμου.
Σημειώνουμε ότι από 1/1/2016 οι Περιφέρειες της χώρας καλούνται να ενσωματώσουν στους προϋπολογισμούς τους τη μισθοδοσία των υπαλλήλων τους. Αυτό σημαίνει ότι η πληρωμή των εργαζομένων θα γίνεται όχι πια από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά από τους προϋπολογισμούς των Περιφερειών μέσω των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων, όμως με δεδομένη τη μείωσή τους (τα τελευταία 6 χρόνια ξεπέρασε το 60%) δημιουργείται ένα αβέβαιο μέλλον σχετικά με την πληρωμή των εργαζομένων.
Η Αλεξάνδρα Μπαλού, περιφερειακή σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης», σημείωσε πριν από την ψηφοφορία πως «δε φτάνει να συμφωνήσουμε σε κάτι, αλλά να δούμε η επόμενη μέρα πού θα μας βρει. Για να μην υπάρχουν και κάποιες αυταπάτες ότι είναι τόσο εύκολα τα πράγματα». Προειδοποίησε ότι «μπορεί να πάρουμε μία σωστή ομόφωνη απόφαση αλλά να μείνουν οι εργαζόμενοι στο κενό. Η κυβέρνηση να λέει θα εφαρμόσω το νόμο, η Περιφέρεια να λέει δε θα υλοποιήσω τον άλλο νόμο και οι εργαζόμενοι να μένουν απλήρωτοι. Αυτό το ζήτημα είναι η υλοποίηση συγκεκριμένης πολιτικής, που ξεκίνησε από το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ, τη ΔΗΜΑΡ, μαζί ή χώρια δεν έχει σημασία, και συνεχίζεται απρόσκοπτα και ταχύτατα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Δεν πρόκειται για μια απλή, κακή μνημονιακή πολιτική. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι μια κεντρική πολιτική γραμμή, που απαιτεί, στα πλαίσια των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τη μείωση του κόστους εργασίας. Που απαιτεί την κατάργηση της μόνιμης και σταθερής δουλειάς, να περάσουν στην πλάτη των εργαζομένων και των οικογενειών τους τα βάρη που έπρεπε το κράτος να καλύπτει και με βάση τις ανάγκες, όχι μόνο με τους μισθούς των υπαλλήλων».
Σημείωσε, επίσης, πως «οι ΚΑΠ έχουν μειωθεί αλλά τα αποθεματικά έχουν δοθεί για να πληρωθούν οι δανειστές όπως τους λένε» και πως δεν γίνεται να περιμένουμε «την αύξηση των ΚΑΠ για να λειτουργήσει η Περιφέρεια ή οι δήμοι, δηλαδή να προσδοκούμε να αυξηθούν οι φόροι και τα τέλη τα ανταποδοτικά στις ίδιες τις οικογένειές μας».