Τις θέσεις της ΝΔ για τη συνταγματική αναθεώρηση δημοσιοποίησε χτες ο Αντώνης Σαμαράς. Κίνηση που απαντά στην ανάγκη θωράκισης του αστικού πολιτικού συστήματος και του κράτους των μονοπωλίων. Στόχος της κυβέρνησης είναι στις 3/9 να ξεκινήσει και επίσημα η συνταγματική διαδικασία, ώστε η επόμενη Βουλή να είναι αναθεωρητική.
Οι προωθούμενες αλλαγές εντάσσονται στην προσπάθεια θωράκισης του αστικού πολιτικού συστήματος στις νέες συνθήκες, όπου σταθερές κυβερνήσεις δεν θα προκύπτουν μόνο ως μονοκομματικές αλλά και ως κυβερνήσεις συνεργασίας. Σε αυτό ακριβώς αποσκοπούν μέτρα όπως:
Μείωση του αριθμού των βουλευτών. Ενίσχυση του ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας και άμεση εκλογή του από τους Ελληνες πολίτες. Καθιέρωση σταθερού εκλογικού συστήματος με την πρόβλεψη ότι η αλλαγή του απαιτεί πλειοψηφία των 3/5 της Βουλής. Ισχυροποίηση των εγγυήσεων για εξάντληση της διάρκειας της κοινοβουλευτικής περιόδου. Θέσπιση ασυμβίβαστου του αξιώματος του υπουργού με την ιδιότητα του βουλευτή. Ιδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου που να ελέγχει τη συνταγματικότητα των νόμων. Τοποθέτηση μόνιμου υπηρεσιακού υφυπουργού για τον προϋπολογισμό με 5ετή θητεία και αντίστοιχα μόνιμου υφυπουργού Εξωτερικών και άλλου για την Αμυνα. Κατάργηση των γενικών γραμματέων στα υπουργεία κ.ά. Και μέτρα για την αποτροπή πρόωρων εκλογών.
Ο Αντ. Σαμαράς, στην ομιλία του, περιέγραψε ως αναγκαιότητα ένα νέο Σύνταγμα (καθώς το σημερινό «έκλεισε τον κύκλο του») που να διασφαλίζει «συναίνεση στα μεγάλα ζητήματα» καθώς «η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και θεσμική θωράκιση».
Επίσης, ζητά ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, προκειμένου «η γνώση να συνδεθεί με την παραγωγή και την αγορά», όπως και ίδρυση ειδικού τμήματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τη γρήγορη εκδίκαση υποθέσεων μεγάλων δημόσιων συμβάσεων και ιδιωτικών επενδύσεων, ώστε «να απελευθερωθεί σειρά επενδύσεων που σήμερα εκκρεμούν».
Η αναθεώρηση που προωθεί η κυβέρνηση συνδέεται και με την επιδίωξη της αστικής τάξης να προσαρμόσει και συνταγματικά τη λειτουργία και οργάνωση του αστικού κράτους στην παραπέρα ένταση της κρατικής βίας και καταστολής, στο δόγμα «νόμος και τάξη», για το χτύπημα του ταξικού εργατικού κινήματος, για το πέρασμα της αντιλαϊκής πολιτικής με τις λιγότερες δυνατές αντιστάσεις. Εξ ου και δεν έλειψαν οι αναφορές του Σαμαρά ενάντια στον «συντεχνιακό προστατευτισμό», οι επιθέσεις του ενάντια στις «ανεξέλεγκτες συντεχνίες και οι αυθαιρεσίες μικρών, λίγων αλλά οργανωμένων ομάδων. Αλλά σίγουρα και οργανωμένων συμφερόντων!» που θέλει - όπως είπε - να νικήσει «οριστικά», αφού «θέλουν να κρατήσουν την Ελλάδα πίσω»...
Από κοντά και επιχειρήματα του τύπου: «Φορτώναμε την κοινωνία μας με το βάρος του κρατισμού», «μείναμε πίσω στην ανταγωνιστικότητα και την επιχειρηματικότητα» που προϊδεάζουν για άγριο τσάκισμα λαού και εργαζομένων το αμέσως επόμενο διάστημα, με βάση και τα προτάγματα του ευρωμονόδρομου.
Η πρεμούρα του να διασφαλίσει ανοιχτό πεδίο για τα μονοπώλια φάνηκε κι από αναφορές του όπως ότι προώθησε ήδη «το πιο σαρωτικό κύμα μεταρρυθμίσεων που υπήρξε ποτέ», προκειμένου να αξιοποιηθεί η «μοναδική γεωπολιτική θέση» της χώρας, με ένα «κράτος έντιμο, που δεν θα τους προκαλεί ασφυξία κι ούτε θα νοθεύει τους κανόνες του παιγνιδιού». Η δε εγχώρια αστική τάξη να έχει «ρόλο στην περιοχή της» και «επιρροή πέρα από την περιοχή της, στην Ευρώπη, στον κόσμο ολόκληρο». Υποστήριξε, επίσης, ότι χρειάζεται ένα «πολιτειακό περιβάλλον σύμμαχο στην επιχειρηματικότητα, την προσέλκυση επενδύσεων».
Παρουσιάζοντας την Μέρκελ σαν την «κακιά μάγισσα» του παραμυθιού, ο Αλ. Τσίπρας παραμύθιασε και τους αναγνώστες της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του Guardian. Απαντώντας σε ερωτήματά τους ουσιαστικά υπέδειξε σαν υπεύθυνη για όλα τους τα βάσανα την Γερμανίδα καγκελάριο, έβγαλε παντελώς απ' το κάδρο τους μονοπωλιακούς ομίλους και τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ, προσφέροντάς τους για πολλοστή φορά καλές υπηρεσίες.
«Το μνημόνιο δεν επιβλήθηκε για να σωθεί η Ελλάδα, αλλά αποτελεί ένα πολιτικό σχέδιο της ίδιας της καγκελαρίου Μέρκελ» ισχυρίστηκε, συμπληρώνοντας πως «όλα είναι διαπραγματεύσιμα, όσο τουλάχιστον υπάρχει μια κυβέρνηση στην Ευρώπη έτοιμη να σταθεί ενάντια σε αυτό το σχέδιο». Για το γεγονός ότι το σχέδιο αυτό κουμπώνει απολύτως με τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου και συνεπώς δεν είναι διαθέσιμο για διαπραγμάτευση το προσπέρασε σαν ασήμαντη λεπτομέρεια.
Ο Αλ. Τσίπρας ομολογώντας ότι θέλει να διαπραγματευτεί για λογαριασμό των ντόπιων καπιταλιστών, εξέφρασε την πεποίθηση ότι «οι άλλες κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού Νότου θα αναγκαστούν να καταλάβουν μια αντίστοιχη στάση ...θα αναγκαστούν να ευθυγραμμιστούν με την ελληνική κυβέρνηση», ώστε να εξασφαλίσουν και για τις δικές τους αστικές τάξεις τυχόν οφέλη αυτής της διαπραγμάτευσης. Πρόκειται, ωστόσο, για κυβερνήσεις που έχουν εφαρμόσει με πυγμή την πολιτική που γονάτισε το λαό, αυτούς θέλει για «φίλους» ο ΣΥΡΙΖΑ, δείχνοντας το πραγματικό περιεχόμενο της πολιτικής του πρότασης.
Τέλος, εξέφρασε την προσήλωσή του στην ΕΕ και το ευρώ, λέγοντας «κανείς δεν εγείρει το θέμα της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΕ» και μάλιστα κατηγόρησε το Λαϊκό Κόμμα και τους σοσιαλδημοκράτες ότι στρέφουν τους ευρωπαϊκούς λαούς ενάντια στην ΕΕ. Ανέλυσε, καταλήγοντας, την πρόταση του κόμματός του για ένα Ευρωπαϊκό New Deal, καθώς, όπως είπε, «είναι επιτακτική ανάγκη να εγκαταλείψουμε τη λιτότητα και να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη».
Δέσμη προτάσεων για αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα, ένα σοβάντισμα στην υπό κατάρρευση αξιοπιστία του, κατέθεσε η ΔΗΜΑΡ χτες. Από αυτήν τη θέση ο Φ. Κουβέλης υποστήριξε πως το «πολιτικό σύστημα, αδιαμφισβήτητα, πρέπει να αλλάξει», σκορπώντας ταυτόχρονα αυταπάτες στο λαό ότι για τα βάσανά του φταίνε θεσμικές ελλείψεις.
Παρουσιάζοντάς τις, ο Α. Μανιτάκης δεν έκρυψε ότι η αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό χρειάζονται «ως μέσο και ως εργαλείο την εθνική συνεννόηση, τον εθνικό διάλογο για τους όρους και τις διαδικασίες της πολιτικής μας συμβίωσης» και εξέφρασε την ετοιμότητα της ΔΗΜΑΡ για «διάλογο σοβαρό, τεκμηριωμένο και υπεύθυνο».
Υπερασπίστηκε τη «διαφάνεια» και τον «έλεγχο» της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, υπό την ενορχήστρωση προφανώς σχετικών πρωτοβουλιών της ΕΕ που επιδιώκουν να πλήξουν κόμματα που αμφισβητούν την εξουσία του κεφαλαίου και την ίδια ως θεματοφύλακά της. Αλλά και τον έλεγχο του πολιτικού χρήματος, με κορόνες περί πάταξης της διαφθοράς, όταν αυτή είναι σύμφυτη του καπιταλισμού και δε χαλιναγωγείται όσοι κανόνες κι αν εισαχθούν, όπως άλλωστε έχει αποδειχτεί στη ζωή.
Την άμεση κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών ώστε να επιβάλλεται πλέον εκ των πραγμάτων η σύμπραξη των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης. Οπως είπε ο Α. Μανιτάκης, «για να πάμε σε ένα σύστημα που θα επιτρέπει τις κυβερνήσεις συνεργασίας χωρίς στρεβλώσεις δημοκρατικής και κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης». Προτείνουν την καθιέρωση της απλής αναλογικής.
Ακόμα πρότεινε ασυμβίβαστο της ιδιότητας του υπουργού με εκείνη του βουλευτή, μείωση του αριθμού των βουλευτών κ.ά., καλώντας όσους μιλούν για συνταγματική αναθεώρηση να υιοθετήσουν τις προτάσεις αυτές που δεν την προϋποθέτουν και να μην παίζουν με το Σύνταγμα αφού, όπως είπε, «η συνταγματική αναθεώρηση χρειάζεται ειδική διαδικασία, μεγάλες πλειοψηφίες και πολιτικές συναινέσεις, θα είναι η κατάληξη μιας διαδικασίας ριζικών αλλαγών, που θα τις επικυρώνει και δε θα τις επιβάλλει μονοκομματικά».
Το ρόλο του ως δεκανίκι του συστήματος επιβεβαίωσε ο Σταύρος Θεοδωράκης, επικεφαλής του «Ποταμιού» στη συνέντευξή του στο «ΒΗΜΑ fm». Είπε: «Θυμάστε τις δημοσκοπήσεις πριν εμφανιστεί το Ποτάμι; Το 40% ήταν στον... κανένα (...) Είναι ένα διαλυμένο πολιτικό σκηνικό, όπου ο καθένας ψάχνει μια λύση (...) Αλλά εμφανίζεται ξαφνικά ο Θεοδωράκης, ο οποίος είναι ένας άνθρωπος που έχει μια εικόνα στον κόσμο και κάποιες αρχές, είναι συμπαθής και λέει "εδώ είμαστε"».
Παρείχε διαβεβαιώσεις ότι ο ίδιος δεν αμφισβητεί την κυβερνητική σταθερότητα: «(...) οποιοδήποτε αποτέλεσμα (σ.σ. στις ευρωεκλογές) δεν επηρεάζει τη διακυβέρνηση της χώρας, εκτός αν ο Σαμαράς νιώθει αδύναμα τα ποδάρια του. Αν το νιώθει, να μας το πει».
Παράλληλα ξαναδήλωσε έτοιμος για συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας: «Τα προβλήματα της χώρας είναι πάρα πολύ μεγάλα (...) δεν μπορεί να σωθεί με ένα 25% Αριστερά ή Δεξιά και είναι λίγο υπερβολή όταν ένας ηγέτης κοιτάζεται στον καθρέφτη και λέει "εγώ θα σώσω τη χώρα" (...) Τι χρειάζεται για να σωθεί η χώρα; Ενα καινούργιο σχέδιο και μια μεγάλη συμμαχία...»
Ζήτησε υψηλά ποσοστά για να παζαρέψει από καλύτερες θέσεις το μετεκλογικό του ρόλο: «Να δημιουργηθεί ένα νέο ρεύμα - που πιστεύουμε ότι θα δημιουργηθεί στις ευρωεκλογές και γι' αυτό θα έχουμε ένα σεβαστό ποσοστό, ώστε να μας ακούν οι άλλοι. Και μετά τις ευρωεκλογές, θα έλθει το "Ποτάμι" και θα πει ότι "αυτές είναι οι 20 προτάσεις μας για το μέλλον της χώρας" (...) και ας έλθει τότε να πει ο κ. Τσίπρας πού διαφωνεί. Αν διαφωνεί κάπου, βεβαίως θα διορθώσω κάτι ή θα προσθέσω κάτι από αυτά που λέει ο Σαμαράς. Εάν συμφωνήσουμε σ' αυτά τα βασικά σημεία και πούμε ότι προχωράμε, στα 17 σημεία συμφωνούμε και στα τρία δε συμφωνούμε, τότε θα προχωρήσουμε. Οποιος και αν είναι αυτός».
Και ακόμα: «Να γκρεμίσουμε τις διαχωριστικές γραμμές και να τις αφήσουμε μόνο εκεί όπου πρέπει (...) Ηρθε η στιγμή της ωριμότητας. Οχι μόνο για το πολιτικό σύστημα, αλλά για τον κόσμο», καλώντας το λαό να στοιχηθεί πίσω από τα αντιλαϊκά προτάγματα του ευρωμονόδρομου και να υποταχτεί στα μονοπώλια.
Αλλωστε ξεκαθάρισε ότι «δεν μπορεί η κυβέρνηση αυτήν τη στιγμή να δώσει χρήματα σε όλους, αλλά έχει μια βασική προτεραιότητα: Να βοηθήσει όσους είναι κάτω από το όριο της φτώχειας ή είναι άνεργοι (...) δεν μπορείς να τα δώσεις σε όλους»!
Επίσης: «Δεν πιστεύω ότι πρέπει να γίνει οποιαδήποτε διόρθωση στους μισθούς αυτήν τη στιγμή», ενώ για τους δημόσιους υπάλληλους είπε: «Δεν υπάρχει για εμάς - για να το πω με έναν αγαπημένο όρο της Αριστεράς - φετίχ με τη μονιμότητα».
Ζητά και ιδιωτικοποιήσεις: «Είμαστε υπέρ της ιδιωτικοποίησης όπου μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός και να βγάλει λεφτά η κοινωνία». Φέρνοντας δε το παράδειγμα του Πειραιά και της COSCO συμπλήρωσε: «Εμείς δε λέμε όχι».