Σάββατο 8 Μάη 2021 - Κυριακή 9 Μάη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η πολύπλευρη συνδυασμένη δουλειά να γίνεται τρόπος ζωής και παρέμβασης της κάθε ΚΟΒ

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο.

Είναι ζητούμενο αν και κατά πόσο συζητάμε σε σταθερή βάση το ιδεολογικοπολιτικό μέτωπο της παρέμβασής μας, τις συγκεκριμένες προτεραιότητες που θέτουμε για τη δράση της ΚΟΒ, μέσα στην ΚΟΒ, προκειμένου να γίνεται πιο αποτελεσματική στη συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων γύρω της.

Πρέπει να απαντάμε σε κάθε φάση της δουλειάς μας έχοντας επίγνωση του γενικού πολιτικού ζητήματος, δηλαδή της πάλης για την εργατική εξουσία, πώς ταυτόχρονα θα φωτιστεί το ειδικό, το κλαδικό, το τοπικό. Αυτό απαιτεί, εκτός των άλλων, το μέλος της ΚΟΒ να είναι σε θέση να απαντάει σε μεγάλα ερωτήματα ευρύτερης σημασίας, να ανοίγει νέα ζητήματα, να παίρνει υπόψη του την κυρίαρχη προπαγάνδα και την αντανάκλασή της στον χώρο δράσης του.

Το προηγούμενο διάστημα απασχόλησε την Τομεακή Επιτροπή Ηρακλείου η αποτύπωση της θέσης μας για τη διαχείριση των απορριμμάτων, του νερού, εξειδικευμένη και εμπλουτισμένη με τα ιδιαίτερα στοιχεία του αστικού σχεδιασμού για την περιοχή μας. Την ίδια περίοδο, με αφορμή μέτωπα που ανοίγαμε σε χώρους δουλειάς μελετήσαμε πιο επισταμένα κλάδους και επιχειρήσεις όπως μονοπώλιο στον κλάδο του εμπορίου ή επιχείρηση από τους leaders του κλάδου των τροφίμων.

Μέσα από την προσπάθεια αυτή εμπλουτίσαμε τη συζήτηση στις ΚΟΒ, φωτίσαμε τις αιτίες που δημιουργούν τις σκληρές συνθήκες δουλειάς, αποτυπώσαμε ποιο είναι το συγκεκριμένο σχέδιο της αστικής τάξης και του κράτους της που φέρνει σε χειρότερη θέση τους εργαζόμενους του κλάδου και της επιχείρησης. Στηρίξαμε έτσι και τις Κομματικές Ομάδες των μαζικών φορέων ώστε να ξεφύγουν από τον πρακτικίστικο τρόπο λειτουργίας και συζήτησης, να επικεντρωθούν στη διαμόρφωση διεκδικητικού πλαισίου που να πατάει στα προβλήματα και να ανοίγει τον δρόμο για την ικανοποίηση των αναγκών. Ακόμα, στο πώς περισσότεροι εργαζόμενοι θα ενταχθούν στην καθημερινή λειτουργία του σωματείου και στο να φωτίζουν τις αιτίες που διαμορφώνουν τις συνθήκες δουλειάς και ζωής των εργατών.

Συνέπεια αυτής της δουλειάς ήταν στρατολογίες εργαζομένων σε κρίσιμες επιχειρήσεις του νομού, κατακτήσεις εργαζομένων σε χώρους όπου η εργοδοτική αυθαιρεσία και ασυδοσία ήταν το μοναδικό κεκτημένο, διεύρυνση του περίγυρου των ΚΟΒ με εργαζόμενους που δεν είχαν καμία προηγούμενη σχέση με το Κόμμα, αλλά και καλύτερη στοιχειοθέτηση της επικαιρότητας της επαναστατικής πρότασης του Κόμματος.

Σε όλες τις περιπτώσεις, χωρίς να αποφεύγουμε αστοχίες και παραλείψεις, απαιτήθηκε συνδυασμός βασικών στοιχείων της δουλειάς μας. Πρώτον, η καλή επεξεργασία των πλαισίων πάλης, ώστε να απαντάμε στις αγωνίες των εργαζομένων παίρνοντάς υπόψη το επίπεδο συνείδησής τους. Δεύτερον, απαιτήθηκε επίμονη και συστηματική οργανωτική δουλειά μέσα στα σωματεία, στις σωματειακές επιτροπές, ώστε να συμμετέχουν περισσότεροι εργαζόμενοι στην προετοιμασία και τη διεξαγωγή του αγώνα, κάθε κινητοποίησης. Τρίτον, η ταυτόχρονη πολιτική οργανωτική δουλειά της ΚΟΒ, η οποία διεξάγει ολοκληρωμένα την ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση και ανοίγει δρόμους για την πολιτικοποίηση του αγώνα και την ωρίμανση συνειδήσεων.

Για παράδειγμα, στο εργοστάσιο της ανακύκλωσης (ΚΔΑΥ Ηρακλείου) ο αγώνας των εργαζομένων έχει περάσει από πολλές διακυμάνσεις, με ελπιδοφόρες κατακτήσεις σε περίοδο συνολικής υποχώρησης, αλλά και σημαντικά πισωγυρίσματα. Οσο σωστά διεκδικούσαμε να μην περάσουν τα αντεργατικά σχέδια της εργοδοσίας, για τους μισθούς, τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας κ.λπ., άλλο τόσο σωστό ήταν να ζυμώνουμε ως διεκδίκηση το «καμία επιχειρηματική δραστηριότητα στα σκουπίδια». Ποιος άλλος τρόπος υπάρχει για να καλλιεργήσεις την πρόταση του Κόμματος για την ανάπτυξη και αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων του κλάδου σε όφελος των εργαζομένων και της λαϊκής οικονομίας στο πλαίσιο της εργατικής εξουσίας;

Ενα ακόμα παράδειγμα. Η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών στο κλαδικό συνδικάτο διαμόρφωσε αγωνιστικό πυρήνα σε μεγάλο σούπερ μάρκετ, απέναντι στην ισχυρή εργοδοτική τρομοκρατία αλλά και την παρέμβαση του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού. Μέσα από αυτές τις παρεμβάσεις οι κομμουνιστές συνδικαλιστές αναγνωρίστηκαν ακόμα και σε τμήματα εργαζομένων που βρίσκονταν έξω από το σωματείο, χωρίς συμμετοχή στους αγώνες. Ωστόσο, παρά το κατεκτημένο κύρος, ο πυρήνας των πρωτοπόρων δεν διευρυνόταν με περισσότερους αποφασισμένους εργαζόμενους. Στον κομματικό πυρήνα της επιχείρησης φούσκωνε διαρκώς ο προβληματισμός «γιατί συμμετέχουμε μόνο εμείς και όχι περισσότεροι συνάδελφοί μας, αφού όλοι βλέπουν ποιος έχει δίκιο;». Είναι λοιπόν κρίσιμο ζήτημα της καθοδηγητικής μας δουλειάς, για την ανάπτυξη του αγώνα, η πολιτικοποίηση με τη διαρκή εξειδίκευση των αιτημάτων των συνθημάτων, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκειά του, όπως και στη διεξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων μετά το τέλος του. Ετσι ώστε οι εργαζόμενοι που αναλαμβάνουν τη μεγάλη υπόθεση της οργάνωσης της αντιπαράθεσης με την εργοδοσία να αντιλαμβάνονται τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δρουν, όχι μόνο μέσα στον χώρο δράσης τους αλλά συνολικά την κατάσταση που έχει διαμορφώσει συνειδήσεις και διαθέσεις, τη συνολικότερη πορεία του πολιτικού και συνδικαλιστικού αγώνα.

Το στοίχημα, τελικά, είναι η πολύπλευρη συνδυασμένη δουλειά να γίνεται τρόπος ζωής και παρέμβασης της κάθε ΚΟΒ στον χώρο της. Το καθήκον αυτό σχετίζεται με τον δικό μας ρόλο, το ρόλο του καθοδηγητικού Οργάνου στο πώς βοηθάμε ώστε κάθε ΚΟΒ να παράγει το δικό της έργο. Ετσι η ΚΟΒ και τα μέλη της θα βρίσκονται όλο και πιο μπροστά από τις εξελίξεις, δεν θα ακολουθούν απλά την επικαιρότητα, δεν θα παρεμβαίνουν μόνο κάτω από την πίεση των εξελίξεων, αλλά και όταν παρεμβαίνουν θα παίρνουν υπόψη τους τη συνολική διαπάλη και το πώς αυτή επιδρά στον χώρο ευθύνης τους.


Γιάννης Χριστοφοράκης
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Κρήτης του ΚΚΕ

Για τη σημασία όξυνσης της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης

Το δεύτερο κείμενο των Θέσεων είναι εξίσου σημαντικό και αλληλένδετο με τα άλλα δύο, γιατί προσδιορίζει τις γενικές εξελίξεις της περιόδου, στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον που καλούμαστε να παρέμβουμε.

Είναι οι εξελίξεις που αξιοποιούνται από τα αστικά κόμματα, για την ενσωμάτωση των λαϊκών δυνάμεων, της λαϊκής δυσαρέσκειας, την καταστολή, τον αποπροσανατολισμό του εργατικού κινήματος, για να παγιδεύσει το λαό σε συνθήματα ξένα προς τα συμφέροντά του, για το χτύπημα του Κόμματος.

Στόχος μας είναι η διεύρυνση του περίγυρου, η μαχητικοποίησή του. Σε αυτό θα συμβάλει η όξυνση της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση, τα άλλα αστικά κόμματα, τους οπορτουνιστές. Δεν αρκεί η ανάδειξη του αντιλαϊκού χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής και λοιπών αστικών κομμάτων. Πρέπει να αναδεικνύουμε τη δική μας πολιτική πρόταση διεξόδου, την ανωτερότητά της, ώστε συνολικά να αμφισβητείται το κυρίαρχο σύστημα, να μπαίνουν βάσεις αντίστασης, ανατροπής, ενίσχυσης του Κόμματος παντού.

Με βάση την κοσμοθεωρία μας, τη μελέτη της καπιταλιστικής οικονομίας, την αποκτημένη πείρα, μπορούμε από καλύτερη θέση να εξηγούμε το αδιέξοδο του καπιταλισμού, την ανάγκη μιας άλλης κοινωνίας και οικονομίας, με σκοπό την ικανοποίηση των δικών μας, κοινωνικών αναγκών.

Δεν πέρασε πολύς καιρός που τα αστικά επιτελεία μάς μιλούσαν περί δίκαιης ανάπτυξης, ανοδικής πορείας της οικονομίας. Την ίδια ώρα εμείς εξηγούσαμε τον ταξικό χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την εκμετάλλευση ως την πηγή του κέρδους, την αιτία των κρίσεων. Απομυθοποιούσαμε τη θέση ότι το καπιταλιστικό κέρδος συνδέεται με τη βιοτική άνοδο της εργατικής τάξης, τον ρόλο της ΕΕ, την επισφάλεια της ανάκαμψης. Προβλέψαμε τη νέα κρίση και επιβεβαιωθήκαμε. Με αυτόν τον αέρα λοιπόν, με τον κόσμο μας, μπορούμε να βαθύνουμε τη συμφωνία, δείχνοντας τις αντικειμενικές - ανυπέρβλητες αντιφάσεις του συστήματος, φωτίζοντας μέσα από αυτές τη δυνατότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού.

Αλλωστε, ιδιαίτερα για την κρίση και τι δεν έχουμε ακούσει: Χρέους, κατανάλωσης, καζινοκαπιταλισμού, πανδημίας. Η πανδημία επιτάχυνε την εκδήλωση της κρίσης, όμως τα σημάδια επιβράδυνσης υπήρχαν από πριν σε διεθνές επίπεδο. Τα συσσωρευμένα κεφάλαια που δεν βρίσκουν κερδοφόρα διέξοδο και λιμνάζουν, η βαθύτερη σύνδεση με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα υπονομεύουν τις μεγάλες παραγωγικές δυνατότητες της χώρας (π.χ. ΛΑΡΚΟ), την κάλυψη των λαϊκών αναγκών (π.χ. φάρμακα, εμβόλια). Δεν είναι ο κορονοϊός εμπόδιο στην κατασκευή σχολείων και νοσοκομείων, στην πρόσληψη εκπαιδευτικών και γιατρών, αλλά το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους.

Σκοπός τους πάντοτε είναι ένας και ο ίδιος: Να συσκοτίσουν, να αθωώσουν την αντικειμενική πορεία του καπιταλιστικού μονόδρομου. Θέλουν να μην μπορούμε να σκεφτούμε τίποτα πέρα από αυτό το σύστημα. Να λέμε αυτό είναι, με τα καλά και τα στραβά του. Και αν τύχει η «στραβή», το έχουμε μάθει το «παραμύθι». Το ρίχνουνε στις φυσικές καταστροφές, στις «αντικειμενικές επιπτώσεις» της πανδημίας. Πυρκαγιές, σεισμοί, χιόνια, πλημμύρες, πανδημία. Η λογική των αστών ότι δεν μπορούμε να σωθούμε από αυτό που ονομάζεται φυσική καταστροφή είναι μακριά από τη δική μας. Για την αστική τάξη, η πρόκριση έργων προστασίας δεν εμπίπτει στην κερδοφορία του κεφαλαίου, εντάσσεται στη λογική κόστους - οφέλους, άρα δεν αξίζει επένδυση.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά δεν μπορούμε να είμαστε «όλοι μαζί» απέναντι στον κοινό εχθρό. Γιατί στο ερώτημα, ποιος θα πληρώσει την κρίση, το κεφάλαιο ή ο λαός, η απάντηση δεν είναι όλοι μαζί. Για ακόμη μια φορά ο λογαριασμός δεν αφορά τα αφεντικά, που αυγάτισαν τα κέρδη τους κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης και της σύντομης ανάπτυξης που ακολούθησε, τους καπιταλιστές που θησαυρίζουν εν μέσω πανδημίας, τους εργοστασιάρχες, τους εφοπλιστές, που έχουν μπουκώσει από τα κέρδη τους, την ίδια στιγμή που σε πλοία, χώρους δουλειάς, οι εργάτες σκοτώνονται, λόγω των λειψών μέτρων προστασίας. Αφορά μόνο εμάς, τις λαϊκές οικογένειες. Ομοψυχία πρέπει να δείξουμε στην οργάνωση της πάλης, της ταξικής αλληλεγγύης, ετοιμάζοντας τη δική μας αντεπίθεση απέναντι στο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του.

Απέναντι σε όλα αυτά δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μόνο τα αστικά επιχειρήματα, αλλά και τις θεωρίες των οπορτουνιστών. Για την κρίση αποκρύπτουν ότι η πραγματική αιτία βρίσκεται στο ίδιο το σύστημα, το χρεώνουν σε νεοφιλελεύθερες πολιτικές, στην «υποδούλωση» της χώρας. Προτείνουν «σωστή» κρατική παρέμβαση, αποσπούν το κράτος και την πολιτική από την οικονομία, την τάξη που εξουσιάζει. Αθωώνουν το καπιταλιστικό σύστημα, αμφισβητούν τις νομοτέλειες της καπιταλιστικής οικονομίας, θέλουν το κίνημα να παλεύει για άλλη αστική διαχείριση, ένα μεταβατικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που, τάχα, θα μας περάσει σε ένα σύστημα για τους εργαζόμενους. Καλλιεργούν αυταπάτες στο εργατικό κίνημα για φιλολαϊκή κυβέρνηση στον καπιταλισμό, το θέλουν ουρά της σοσιαλδημοκρατίας, όπως άλλωστε κάνανε και με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Γι' αυτούς το κράτος δεν αντιμετωπίζεται ως ένας θεσμός της αστικής τάξης, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα και την κυριαρχία της, αλλά ως μια κοινότητα ανθρώπων, που αστοί και εργάτες, ανεξάρτητα από την ταξική τους αντίθεση, μπορούν να συμβιώσουν ειρηνικά μαζί, ξεπερνώντας τις ταξικές τους διαφορές. Γι' αυτούς το εργατικό κίνημα μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του στους καπιταλιστές εντός συστήματος, χωρίς την ανατροπή του, χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οδηγούν στην καλλιέργεια αυταπατών στην εργατική τάξη ότι ο καπιταλισμός μπορεί να εξανθρωπιστεί, μέσα από κατάλληλες παρεμβάσεις, ότι αστοί και εργάτες μπορούν να συνυπάρξουν ειρηνικά, άρα δεν χρειάζεται να παλεύουμε για την ανατροπή.

Το βρώμικο ρόλο τους τον έχουμε μάθει, το ίδιο και την επίθεση που ασκούν στο Κόμμα, πότε χυδαία και απροκάλυπτα, πότε χτυπώντας μας την πλάτη με επιθέσεις φιλίας. Χαρακτηριστική είναι η επίθεση που κάνουν στο Κόμμα για τη θέση μας για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τη θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, τους ανταγωνισμούς στην περιοχή, καταλήγοντας να μας εγκαλούν για εθνικιστική θέση, αντιπροτείνοντας παραίτηση από τα κυριαρχικά δικαιώματα του λαού, αυτοί που καλούν τις αστικές κυβερνήσεις Ελλάδας - Τουρκίας να τα βρουν. Μιλάνε για αποτίναξη της ξενικής εξάρτησης, βγάζοντας λάδι την αστική τάξη της χώρας. Καλούν την εργατική τάξη να συμμετάσχει σε «εθνική κυβέρνηση» με μεταβατικό χαρακτήρα.

Στο πλαίσιο αυτό προχωρούν σε πρωτοβουλίες (π.χ. ΠΑΚΣ), στη λογική ότι οι ανταγωνισμοί μεταξύ ιμπεριαλιστικών ενώσεων και κρατών μπορούν να λυθούν από μια «ομάδα» με πασιφιστικές - φιλειρηνικές προθέσεις, αποκρύπτοντας τις νομοτέλειες του καπιταλισμού, απορρίπτοντας την ταξική πάλη, τον ρόλο της εργατικής τάξης ως κινητήριας δύναμης για την ανατροπή του συστήματος.

Αξιοποιώντας τις Θέσεις του 2ου κειμένου, απέναντι στις ανορθολογικές θεωρίες αστών και οπορτουνιστών, πρέπει να αυξήσουμε ρυθμούς στην ιδεολογική - πολιτική αναβάθμισή μας, ώστε τεκμηριωμένα να μπορούμε, δίνοντας απαντήσεις, να κερδίζουμε συνειδήσεις με το Κόμμα, που είναι η μόνη δύναμη διεκδίκησης και ανατροπής, γιατί μόνο το Κόμμα μπορεί να οργανώσει τη λαϊκή αντεπίθεση.


Κατερίνα Βγενά
ΚΟΒ Ιδιωτικής Υγείας Πειραιά

Η επιστημονικοτεχνική εξέλιξη και η επίδρασή της στην εργατική τάξη

Η προσπάθεια του ανθρώπου να κατανοήσει τους νόμους της φύσης, να τους εφαρμόσει ώστε να καλυτερέψει τη ζωή του, είναι μια διαδικασία από την αρχή της ανθρώπινης κοινωνίας. Η επιστημονική μελέτη των φαινομένων, η αξιοποίησή τους σε τεχνολογικά επιτεύγματα είναι συνεχής. Η επίδρασή τους στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είναι άμεση. Επιδρά πρώτα και κύρια στον ίδιο τον εργαζόμενο άνθρωπο, που κατανοώντας τα φαινόμενα στην ολότητά τους ανεβάζει τον πολιτισμό του, ανεβάζει την τεχνική του κατάρτιση. Επιδρά άμεσα και στα μέσα παραγωγής, στα εργαλεία. Συνέπεια και της ανάπτυξης του ανθρώπου, αφού αυτά αποτελούν τόσο αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας όσο και καταλυτική δύναμη για τη συνέχειά της. Δεν είναι τυχαίο που οι κλασικοί αφιέρωσαν πολύ χρόνο για να μελετήσουν σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις, ώστε να μελετήσουν σε βάθος τις ίδιες τις σχέσεις παραγωγής. Tο πρόβλημα είναι ότι ο προσανατολισμός της επιστημονικής έρευνας καθορίζεται πρώτιστα από τη δυνατότητα για πραγμάτωση μέγιστου κέρδους και όχι για τη βελτίωση της ζωής του εργαζόμενου ανθρώπου, τελικά η σχετική εξαθλίωση αυξάνεται. Πλευρά του ίδιου νομίσματος είναι η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης και μέσα από τον τρόπο της οργάνωσης της παραγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες η ωρομέτρηση κάθε εργάτη, που με «επιστημονικό» τρόπο οδηγεί στην εντατικοποίηση της εργασίας.

Η επίδραση της επιστημονοτεχνικής εξέλιξης είναι πολλαπλή. Επηρεάζει τις συνθήκες εργασίας της εργατικής τάξης, επιταχύνει την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, δημιουργεί νέα πεδία κερδοφορίας. Οι επενδύσεις στην «πράσινη οικονομία», για παράδειγμα, ως «διέξοδος» από την καπιταλιστική κρίση πατάει στο ότι τώρα υπάρχει η δυνατότητα να αποδώσει ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Μια πιο αθέατη πλευρά είναι πώς αλλάζουν οι αναγκαίες δεξιότητες που αποκτά/χρειάζεται η νέα βάρδια της εργατικής τάξης.

Στις βιομηχανίες μεταποίησης συναντάει κάποιος όλα τα χρώματα αυτής της παλέτας. Βιοτεχνίες που βασίζονται στην «τέχνη του μάστορα», μέχρι και πλήρως αυτοματοποιημένες εγκαταστάσεις. Τέτοιες εικόνες βλέπουμε και στην Ελλάδα, μεγάλες βιομηχανίες όπως ο «Παπαστράτος», «Μύλοι Λούλη», μεγάλες φαρμακευτικές. Οι λόγοι για αυτήν την πανσπερμία είναι σύνθετοι, π.χ. έχει να κάνει και με τη συνέχιση ενός μικρομάγαζου από τον πατέρα - τεχνίτη στον γιο ή τη «δορυφορική» σχέση τέτοιων εταιρειών με μονοπώλια κ.λπ. Η τάση είναι η επικράτηση των μονοπωλιακών ομίλων σε σχέση με τη βιοτεχνική παραγωγή. Ο λόγος βρίσκεται στους νόμους κίνησης της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Ας σκεφτεί κάποιος ότι μέσω της εφαρμογής της τελευταίας λέξης της τεχνολογίας ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας πέφτει, σε σημείο που πλέον ο μικροβιοτέχνης δεν μπορεί να αντεπεξέλθει. Ο κλάδος του Μετάλλου είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Υπάρχουν αρκετές μικρότερες εταιρείες που δουλεύουν ακόμα με μηχανικές εργαλειομηχανές, ενώ άλλες έχουν περάσει μερικώς ή ολικώς σε μηχανήματα τύπου CNC. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Πώς επιδρούν όλα αυτά στην εργατική τάξη;

Ο εργάτης - χειριστής της μηχανής χρειάζεται πλέον να έχει μια σειρά γνώσεων και δεξιοτήτων. Γνώση Αγγλικών, Η/Υ, μηχανολογικού σχεδίου, προγραμματισμού, γνώση μηχανολογίας. Παράλληλα, στις μεγάλες βιομηχανίες μεγαλώνει και η ανάγκη πρόσληψης εργαζομένων για να εκτελέσουν πιο σύνθετες και ειδικευμένες εργασίες, όπως να συντηρήσουν πολύπλοκες μηχανές με αυτοματισμούς, να αναπτύξουν και να σχεδιάσουν νέα προϊόντα, να προσομοιάζουν στον Η/Υ πολύπλοκα προβλήματα. Μισθωτοί επιστήμονες, με πτυχίο ΤΕΙ ή Πολυτεχνείου, που μέχρι χτες «ξεκίναγαν» από θέση προϊστάμενου. Σήμερα, περισσότεροι εργαζόμενοι δουλεύουν εξ αποστάσεως. Δεν αναιρείται ούτε «καλυτερεύει» η εκμεταλλευτική σχέση, αν δουλεύεις από το σπίτι σου. Συνοπτικά, ενώ ο βασικός μηχανισμός εκμετάλλευσης συνεχίζει να κυριαρχεί, ο τρόπος εμφάνισής του στα μάτια του εργαζόμενου είναι πολύ πιο θολός απ' ό,τι στο παρελθόν. Είναι χαρακτηριστική η δυσκολία να εξηγήσουμε πώς ένας εργαζόμενος των 1.500 ευρώ είναι εκμεταλλευόμενος.

Σε επίπεδο συνείδησης, η επίδραση της επιστημονοτεχνικής εξέλιξης είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη. Στην παλιότερη φρουρά της εργατικής τάξης συναντάμε επιφυλακτικότητα απέναντι στις νέες τεχνολογίες. Να αναπαράγονται αντιλήψεις «το μάτι του μάστορα δεν θα το φτάσει καμία μηχανή». Αντιλήψεις που πηγάζουν και από τον φόβο για την ανεργία, αφού γνωρίζουν ότι ο καπιταλιστής δεν θα νοιαστεί για τον «μαστρο-Γιώργο», αν αυτός δεν παράγει την απαιτούμενη υπεραξία. Επίσης έχουν μάθει ότι εργάτης είναι μόνο αυτός που κάνει χειρωνακτική δουλειά. Παράλληλα, στη νέα βάρδια της εργατικής τάξης υπάρχει το άγχος της εύρεσης εργασίας, της ατέλειωτης δουλειάς μπροστά από τον Η/Υ. Επιπλέον, συνυπάρχει η ελπίδα ότι ατομικά μπορούν να ξεχωρίσουν. Αισιοδοξούν ότι το μάζεμα κάθε «τυπικού προσόντος» θα είναι διαβατήρια για καλύτερες θέσεις. Επιδρούν έντονα οι εικόνες από το παρελθόν, ακόμα και σε μορφή «αστείου» για τις «καλές εποχές του ΠΑΣΟΚ, που δεν ζήσαμε», εικόνες για start-up εταιρείες που καινοτομούν. Φυσικά, η συνολικότερη κατάσταση του εργατικού κινήματος, η απουσία της πίστης ότι συλλογικά μπορεί να αλλάξει κάτι.

Χωράει υποτίμηση, μπροστά στο «τρέξιμο» της καθημερινότητας; Στη θεωρητική προσέγγιση μπορεί κάποιος να οδηγηθεί σε θεωρίες περί «τέλους της εργατικής τάξης». Δεν φτάνει να αναπαράγεις ότι η εργατική τάξη είναι και παραμένει ο παραγωγός του κοινωνικού πλούτου. Είναι ανάγκη να το αποδεικνύεις, πώς πραγματοποιείται στη ζωή, να βοηθάς τον συνάδελφο να το αντιληφθεί και μέσα από και τις δικές του παραστάσεις, να ξεδιαλύνεις τη θολούρα. Η υποτίμηση μπορεί να οδηγεί και σε στένεμα της κομματικής δουλειάς, της παρέμβασης στο εργατικό κίνημα. Π.χ. δεν θα στενεύει τη δραστηριότητά του ένας σύντροφος που έχει ως κριτήριο «αν κάποιος είναι μέσα στο γράσο ή όχι» για να ανήκει στην εργατική τάξη; Θα πατάει σε γερές βάσεις η προσπάθεια για να φτιαχτεί πλαίσιο πάλης μέσα σε ένα όμιλο ή έναν κλάδο που βασίζεται σε αναπτυγμένες τεχνολογίες; Τα αιτήματα θα πατάνε στις σύγχρονες ανάγκες και δυσκολίες; Τα συνθήματα θα είναι τα ίδια; Θα αγκαλιάζει όλους τους εργαζόμενους ή θα μπαίνουν εργαζόμενοι κάτω από την ταμπέλα της «εργατικής αριστοκρατίας» μόνο και μόνο επειδή δουλεύουν μπροστά σε έναν Η/Υ και όχι πάνω στο μηχάνημα; Το ΔΣ ενός συνδικάτου θα παίρνει πρωτοβουλίες ώστε να σπάει και η αποξένωση που δημιουργούν οι νέες τεχνολογίες;

Μπροστά στις αλλαγές που φέρνουν η διευρυμένη χρήση της ρομποτικής και η ολοένα αυξανόμενη χρήση τηλεχειρισμού και ελέγχου, το Κόμμα χρειάζεται να στρέψει τη ματιά του και στις αλλαγές της διάρθρωσης της εργατικής τάξης. Πιστεύω ότι έγκαιρα η ΚΕ εξετάζει τέτοια ζητήματα. Οι αναλύσεις για την 4η βιομηχανική επανάσταση, ο προσανατολισμός στις σχολές των πρώην ΤΕΙ και των ΕΠΑΣ, είναι κάποια τέτοια παραδείγματα. Το κείμενο δεν φιλοδοξεί να λύσει ένα τόσο πολύπλοκο ζήτημα. Ερωτήματα που θέλουν συνεχή ενασχόληση, που χρειάζεται να προβληματίσουν το σύνολο του κομματικού δυναμικού, τις ΤΕ και τις ΚΟΒ. Ο κάθε σύντροφος να προσφέρει από το πόστο του ώστε όλη η δραστηριότητά μας να βοηθάει, να είναι εύστοχη και διεισδυτική στις εργαζόμενες μάζες.


Α. Σ.

Η μοναδική διαφορετική πολιτική πρόταση

Το 1ο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το 21o Συνέδριο μπαίνει - και σωστά - στο «ψητό» αναδεικνύοντας χωρίς ωραιοποιήσεις τις αδυναμίες μας ως Κόμματος στην πολιτική μας δράση - με ό,τι αυτό σημαίνει και με έμφαση στα καθοδηγητικά Οργανα, καθώς και στην παρέμβασή μας στο κίνημα παρουσιάζοντας αναλυτικά σε ποιες συνθήκες σήμερα δρούμε.

Στα 30 χρόνια από την επικράτηση των αντεπαναστατικών ανατροπών, σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της Ιστορίας μας, με την πανδημία να περιπλέκει παραπέρα την κατάσταση, καλούμαστε να επιβεβαιώνουμε καθημερινά και στην πράξη το «κόμμα παντός καιρού», σε ένα περιβάλλον - στη χώρα και διεθνώς - κάτι παραπάνω από εχθρικό, με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους ο ταξικός εχθρός και το αστικό κράτος να δυναμώνουν λόγω και της αλματώδους εξέλιξης της τεχνολογίας και με κινούμενη άμμο γύρω μας.

Πάνε 30 χρόνια από τότε που το ΚΚΕ είχε κάνει επίκεντρο της πολιτικής του το περίφημο («ξύλινο» κατά ορισμένους ένθεν κακείθεν) σύνθημα «πέντε κόμματα - δύο πολιτικές», αναδεικνύοντας τη μοναδική διαφορετική πολιτική πρόταση που ερχόταν από το Κόμμα της εργατικής τάξης.

Από τότε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι, το αστικό πολιτικό σκηνικό μεταμορφωνόταν (άλλαζε ο Μανωλιός...).

Η διαχρονική θέση του Κόμματος «"τόσα" κόμματα - δύο πολιτικές» αποτελεί αποκρυστάλλωμα του πολιτικού χάρτη της χώρας, έτσι όπως διαμορφώνεται τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια, βασίζεται στη μέθοδο της «συγκεκριμένης ανάλυσης» καθορίζοντας, όχι μόνο συνθηματολογικά, την επιθετική πολιτική του ΚΚΕ, απέναντι στην άρχουσα τάξη και τις πολιτικές της εκφράσεις ή εφεδρείες, που κάθε φορά επιλέγει για να προωθήσει και να εξασφαλίσει τα συμφέροντα και την κυριαρχία της.

Μπορούμε σήμερα να έχουμε την παραμικρή αμφιβολία για την ορθότητα αυτής της επιλογής; Να κρίνουμε ότι μας εμπόδισε στο άνοιγμα της πολιτικής μας στους εργαζόμενους και στη νεολαία; Φυσικά ΟΧΙ!

Η ζωή έδειξε πως στο βαθμό που παλεύουμε ολοκληρωμένα, σε κάθε χώρο, βαθαίνοντας την ανάλυσή μας, αποδεικνύοντας με συγκεκριμένα επιχειρήματα τη στάση των άλλων πολιτικών δυνάμεων, η θέση του Κόμματος έχει αποτελέσματα, δημιουργεί ρήγματα στις συνειδήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας, που είναι εγκλωβισμένοι στις συντηρητικές αντιλήψεις κυρίως της σοσιαλδημοκρατίας.

Αποτελεί καταγραμμένη θετική εμπειρία, όσο κι αν είναι ακόμα πίσω, πολύ πίσω, απ' τις προσδοκίες μας ή τις δυνατότητές μας.

Που δεν έχει καμιά σχέση με τα εκλογικά ποσοστά μας - αυτό είναι άλλου παπά «ευαγγέλιο», στο οποίο έχουν δοθεί κατά καιρούς απαντήσεις.

Πάντως, κάθε υποχώρηση από τη γραμμή «"τόσα" κόμματα - δύο πολιτικές» - επικαιροποιημένη ως «ΚΚΕ κόμμα παντός καιρού» - σημαίνει πισωγύρισμα μπροστά στις δυσκολίες και σ' ένα βαθμό συμβιβασμό με τους αρνητικούς συσχετισμούς και άνοιγμα της πόρτας σε λογικές που δοκιμάσαμε στο παρελθόν και δεν ήταν καθόλου ωφέλιμες ούτε για το Κόμμα ούτε, πολύ περισσότερο, για τον προσανατολισμό του αγώνα της εργατικής τάξης και της νεολαίας.

Και όλα τα παραπάνω σε μια φάση που η υποχώρηση και το ανερμάτιστο του εργατικού κινήματος - παίρνοντας υπόψη και τις ανάγκες και παρά τις φαινομενικές εξάρσεις - μεγαλώνουν καθημερινά.

Είναι καθημερινό πλέον φαινόμενο, που βαραίνει πάνω μας, η αίσθηση γενικής κατάρρευσης του κόσμου, που κοινωνικά και ταξικά δεν αφορά τους «άλλους» αλλά και τον κοντινό μας περίγυρο, ακόμη και πολλούς από εμάς τους ίδιους... Απέναντι σ' αυτό πρέπει, με μεγάλη δόση ανθρωπιάς και υπομονής, να χτυπήσουμε, με συντροφική κουβέντα, την «προσωπική κατάρρευση», που είναι πρώτιστα πολιτική και ιδεολογική.

Παράλληλα, η αστική διακυβέρνηση, που μπήκε σε νέα φάση με τη ΝΔ, επιδιώκει - και σε μεγάλο βαθμό καταφέρνει - να βγάλει προς τα έξω εικόνα «εθνικής συναίνεσης», αποκρύπτοντας επιμελώς την κυριολεκτικά δουλική της στάση απέναντι στην ΕΕ και τους Αμερικανούς, εν μέσω άσφαιρων πυρών και σκυλοκαβγάδων με τον ΣΥΡΙΖΑ, που ο ΓΓ του Κόμματος εύστοχα ανέδειξε με το «αραμπάδες και καρούλια, ραπανάκια και μαρούλια...».

Οι Θέσεις στέκονται αναλυτικά ...βλ παράγρ. Α 4. «Σε αυτές τις συνθήκες αυξάνεται η αστική και οπορτουνιστική πίεση για "εθνική ομοψυχία και ενότητα" κάτω από τη σημαία της αστικής τάξης για τη στήριξη της γεωστρατηγικής αναβάθμισής της».

Ξαναγυρνώντας στο «ψητό», νομίζω πως πέρα από τις γενικότερες διαπιστώσεις η κάθε ΚΟΒ πρέπει να βγει από αυτήν την προσυνεδριακή διαδικασία κοιτάζοντας περισσότερο στον καθρέφτη, να δει τον εαυτό της μέσα από το πρίσμα των γενικότερων αδυναμιών και να καταφέρει έστω ένα βήμα μπροστά. Πολύ περισσότερο οι εδαφικές, με τα γνωστά ηλικιακά προβλήματα.

Τα κεφ. 9 - 10 (όπου πρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στην καθημερινή καθοδηγητική μας δουλειά) αναφέρονται εκτενώς στο καίριο ζήτημα της στρατηγικής του Κόμματος («η καθοδήγηση και δράση ξεκινούν από τη στρατηγική - αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται εξειδίκευση της στρατηγικής σε κάθε φάση, στον καθημερινό αγώνα»).

Εδώ, σύντροφοι, νομίζω πως πραγματικά δεν τα πάμε καλά γιατί ο συνδυασμός με την καθημερινότητα και την πάλη για τα διάφορα άμεσα ζητήματα - της συνοικίας και γενικότερα - απαιτεί μια «μαγκιά» που μάλλον δεν την έχουμε και που ξεκινάει από την έλλειψη ενημέρωσης (μέσω του «Ριζοσπάστη» - σε τίτλους και ξεψάχνισμα, του portal, της ΚΟΜΕΠ, αλλά και των - μέσα από τα ταξικά γυαλιά μας - αστικών ΜΜΕ - ΑΠΕ-ΜΠΕ, CNN, ΜΚΔ κ.ά.).

Φυσικά αυτό απαιτεί και χρήση της τεχνολογίας, το «χαρτί» δεν αρκεί.

Η καθοριστική σημασία της ιδεολογικής - μορφωτικής δουλειάς και προετοιμασίας των δυνάμεων μας - πέρα από τη συλλογική προσπάθεια (ΚΟΒ, τμήματα+συνεργασίες), περνάει από τον καθένα μας ατομικά - δεν γίνεται διαφορετικά: Οταν μάλιστα ο βομβαρδισμός από τα αστικά ΜΜΕ και την τηλεόραση είναι ανελέητος.

Εχει να κάνει, «το τερπνόν μετά του ωφελίμου», αλλά κι αυτό θέλει εξοικείωση με τη μελέτη βιβλίων ιδεολογικο-πολιτικο-ιστορικά και φυσικά λογοτεχνία - κάτι που δεν θέλει και smart phone - με παρακολούθηση των οπτικοακουστικών μέσω του Κόμματος κ.λπ.

Βαριά η διαπίστωση πως «ως ένα μεγάλο βαθμό, η καθοδηγητική δουλειά από πάνω μέχρι κάτω δεν βελτιώθηκε και δεν αντιστοιχήθηκε με τις στρατηγικές μας επεξεργασίες, όπως είχε εντοπίσει το 20ό Συνέδριο», που φτάνει παντού επιτροπές περιοχής και των τομεακών - με έμφαση και με αναφορά και σε ΠΓ-ΚΕ-Γραμματεία - σχετικά με τη λειτουργία των τμημάτων (της ΚΕ), στελέχωση κεντρικών κομματικών ομάδων κ.λπ.

Σε αυτό τι να πει κανείς; Οψόμεθα, αλλά το πρόβλημα ανάγεται στην ανανέωση του Κόμματος και τη στρατολογία, στο οποίο δεν γίνεται εκτενής αναφορά.

Σημειώνω, επικροτώ και επαυξάνω την παράγραφο - που θα ήθελε περαιτέρω ανάπτυξη - «διατηρούμε ωραιοποιημένη αντίληψη, η οποία συνυπάρχει με την άγνοια ή τη σύγχυση, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση κατά τον 20ό αιώνα», ειδικά σε σχέση με τις νεότερες ηλικίες.


Γιάννης Παπαγιάννης
ΚΟΒ Κάτω Καισαριανής του ΚΚΕ

Για τη δουλειά μας σε νέους καλλιτέχνες - δημιουργούς

Οι Θέσεις αναδεικνύουν τη σημασία που έχει ο Πολιτισμός για το Κόμμα. Η ενασχόληση του Κόμματος με τον Πολιτισμό, εκτός από τη συμβολή του στην ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των κομμουνιστών και στην ικανότητά τους να προσεγγίζουν και να κατανοούν την πραγματικότητα για να μπορούν να παρεμβαίνουν σε αυτή, έχει και μια άλλη πλευρά. Την αλληλεπίδραση του Κόμματος με τους καλλιτέχνες - δημιουργούς, δηλαδή στο πώς θα τους βοηθήσει να υιοθετήσουν και να μετουσιώσουν στο έργο τους τη μαρξιστική επιστημονική κοσμοθεωρία, ώστε μέσα απ' αυτό να συνδράμουν με τη σειρά τους τη συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Προσπαθώντας να συμβάλω στον διάλογο θα αναφερθώ στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας νέος κομμουνιστής καλλιτέχνης για να μπορέσει να παράγει σημαντικό καλλιτεχνικό έργο. Για τις ανάγκες του σημειώματος θα σταθώ στους νέους λογοτέχνες, αλλά παρόμοια συμπεράσματα ισχύουν και για τα άλλα είδη Τέχνης.

Η δυσκολία να εκφράσεις την αντικειμενική πραγματικότητα. Η λογοτεχνία, ως ένα σύνθετο είδος Τέχνης που έχει να κάνει με τον λόγο, δηλαδή τη δραστηριότητα της σκέψης, έχει τη δυνατότητα να εκφράσει καλλιτεχνικά την αντικειμενική πραγματικότητα και τις κοινωνικές σχέσεις σε όλη τους την πολυπλοκότητα, να εκφράσει και τις πιο λεπτές αποχρώσεις του ανθρώπινου ψυχισμού. Ταυτόχρονα έχει μεγάλη δυνατότητα ιδεολογικής επίδρασης, και αυτόνομα αλλά και σε συνδυασμό με άλλα είδη Τέχνης (θεατρικά έργα, στίχοι τραγουδιών, σενάρια κινηματογράφου, κ.ά.).

Γι' αυτόν το λόγο ένας πρωτοπόρος νέος λογοτέχνης δεν μπορεί να αρκεστεί μόνο στο όποιο ταλέντο του, αλλά χρειάζεται να φροντίζει για την όλο και πιο πλατιά μόρφωση και καλλιέργειά του: Για την ιδεολογική - θεωρητική κατάρτισή του πάνω στον διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό, τη γενική μόρφωσή του, τη βαθιά γνώση και αφομοίωση του έργου μεγάλων δημιουργών που προηγήθηκαν και φυσικά για την κοινωνική του πείρα μέσα από τη συμμετοχή του στο λαϊκό κίνημα. Μόνο έτσι θα μπορέσει να παράγει καλλιτεχνικό έργο αξιόλογο αισθητικά, αλλά και χρήσιμο κοινωνικά, έργο που θα μπορέσει να επιδράσει στις συνειδήσεις των αναγνωστών του, βοηθώντας τους να αποκρυπτογραφήσουν τις κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνουν τη σύγχρονη πολύπλοκη πραγματικότητα, που θα συμβάλει στην ένταξή τους στον αγώνα για την κατάργηση της εκμετάλλευσης, που θα μπορεί να εμπνεύσει, να μαχητικοποιήσει και να ατσαλώσει την πρωτοπορία.

Επιπρόσθετη δυσκολία είναι ότι οι νέοι λογοτέχνες καλούνται να γράψουν στην εποχή της αντεπανάστασης, του ολοένα και βαθύτερου σαπίσματος του καπιταλισμού και των αστικών ιδεολογιών, αλλά και της έλλειψης έντονης κίνησης της Ιστορίας, κάτι που θα μπορούσε να τους εμπνεύσει.

Ταυτόχρονα χρειάζεται να υπερπηδήσει τα εμπόδια της αστικής εκπαίδευσής του. Από το δημοτικό έως το πανεπιστήμιο, στις επαγγελματικές καλλιτεχνικές σχολές καθώς και στο χώρο της κριτικής της τέχνης, επικρατεί κυρίως η αστική θεωρία του μεταμοντέρνου, που, μεταξύ άλλων, αναιρεί την έννοια της αντικειμενικής αλήθειας, αφού όλα είναι θέμα «άποψης» ή «οπτικής γωνίας». Η ιστορική ανάλυση και η επιστημονική θεώρηση της κοινωνίας αντικαθίστανται από τον πληθωρισμό «πολλών και αντικρουόμενων ατομικών απόψεων», που όλες μπορεί να αποτελούν αλήθεια. Στο πλαίσιο αυτό στην Τέχνη κερδίζει ολοένα έδαφος η «προσωπική μαρτυρία». Στο ίδιο πλαίσιο η κύρια αντίθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας (μεταξύ κεφαλαίου - εργασίας) κρύβεται κάτω από πλήθος άλλων αντιθέσεων και διακρίσεων, υπαρκτών μεν, αλλά παρεπόμενων της βασικής ταξικής αντίθεσης, όπως φύλου, χρώματος, σεξουαλικού προσανατολισμού, φυλής, εθνικότητας, θρησκείας, σωματικής διάπλασης.

Οπως γίνεται κατανοητό, αυτές οι θεωρήσεις προκαλούν ένα πραγματικό «χυλό» στη συνείδηση (κυρίως των νεότερων γενιών που ακόμα δεν έχουν κοινωνική και προσωπική πείρα). Συχνά η απάντηση σε αυτήν τη μεταμοντέρνα «σούπα» γίνεται με ροπή προς τη μεταφυσική όψη των πραγμάτων, δηλαδή χωρίς να γίνονται αντιληπτές οι αντιθέσεις μέσα στα αντικείμενα, η αλληλοσύνδεσή τους και φυσικά η κίνηση και εξέλιξή τους.

Ολα αυτά υπογραμμίζουν τη τεράστια σημασία που έχει το μαρξιστικό θεωρητικό υπόβαθρο των νέων καλλιτεχνών.

Ζητήματα βιοπορισμού. Ενα ζήτημα που πρέπει επίσης να θιχτεί είναι η αδυναμία βιοπορισμού των λογοτεχνών από την τέχνη τους. Στην Ελλάδα είναι πολύ λίγοι οι λογοτέχνες που επιβιώνουν από τη συγγραφική τους δραστηριότητα (πωλήσεις βιβλίων - πνευματικά δικαιώματα) και αυτοί είναι κυρίως μεγάλης ηλικίας και καταξιωμένοι ή ιδιαίτερα εμπορικοί. Ο νέος λογοτέχνης πρέπει να εργάζεται συχνά με εξαντλητικά και ευέλικτα ωράρια, σε εντελώς διαφορετικό αντικείμενο από την τέχνη του, αφιερώνοντας σε αυτό το πιο παραγωγικό κομμάτι της μέρας του. Ετσι, στην καπιταλιστική κοινωνία υπάρχει σημαντική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων στην Τέχνη, δεδομένου ότι η Τέχνη είναι και μορφή εργασίας. Δηλαδή για να εξελιχθεί ένας νέος που έχει λογοτεχνικό ταλέντο και να βελτιωθεί στην τέχνη του, πρέπει να αφιερώνει πολλές ώρες στη συγγραφή έργων, στην παρακολούθηση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας, στη μελέτη του έργου των προηγούμενων γενιών καλλιτεχνών, καθώς και δοκιμίων λογοτεχνικής κριτικής. Πόσο καλά και για πόση ώρα μπορεί να το κάνει αυτό ένας νέος μετά από ένα οκτάωρο ή δεκάωρο εξαντλητικής δουλειάς; Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες έκδοσης για έναν νέο συγγραφέα, ειδικά αν το έργο δεν είναι «εμπορικό», από αυτά που διαβάζονται εύκολα στην παραλία, ή αν δεν είναι «μεταμοντέρνας κοπής», χωρίς σύνδεση, εντελώς αυτοαναφορικό, δυσνόητο και χωρίς κοινωνικές αναφορές. Πρόκειται για ζητήματα που απασχολούν τους νέους λογοτέχνες και οπωσδήποτε θα πρέπει το επόμενο διάστημα να απασχολήσουν και τις επεξεργασίες μας για το εποικοδόμημα του σοσιαλισμού.

Με βάση τα παραπάνω, το πρώτο ζητούμενο είναι να βοηθήσουμε τους συντρόφους και οπαδούς με καλλιτεχνική φλέβα να γίνουν κομμουνιστές καλλιτέχνες. Να τους δίνουμε το χρόνο να ασχοληθούν με το αντικείμενο της τέχνης τους, να τους αναθέτουμε καθήκοντα που να συνδέονται με αυτό, να τους εντάσσουμε έγκαιρα στο σύστημα της κομματικής μόρφωσης. Το δεύτερο είναι να συνεχιστεί και να βαθύνει η προσπάθεια συσπείρωσης καλλιτεχνών γύρω από το Κόμμα, να παρεμβαίνουμε στην αντίληψή τους για την πραγματικότητα, θαρρετά αλλά και με σεβασμό να συνομιλούμε για το έργο τους, τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία, αλλά και για τη στάση τους στο κίνημα, ώστε να τους βοηθούμε να κάνουν βήματα μπροστά.

Εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο 21ο Συνέδριο του Κόμματός μας. Με όπλο τις Θέσεις και την Απόφαση να κάνουμε ακόμα περισσότερα και καλύτερα βήματα το επόμενο δύσκολο διάστημα.


Αλέξανδρος Βαλσαμής
Συνεργάτης του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ

Για την παρέμβαση στις μικρότερες ηλικίες

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ. Θεωρώ ότι βαθαίνουν σε κρίσιμες πλευρές της ολόπλευρης ισχυροποίησης του ΚΚ, για «κόμμα παντός καιρού», με στόχο την ανατροπή και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Οι Θέσεις εντοπίζουν πόσο έχει ενταθεί η παρέμβαση της καπιταλιστικής εξουσίας ώστε τα παιδιά των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων να εκλαμβάνουν την κοινωνία στην οποία γεννιούνται σήμερα (μαζί με κάθε «παραλογισμό» της) ως το καλύτερο δυνατό που υπάρχει για τον άνθρωπο, που ακόμα κι όταν «αλλάζει», το κάνει μόνο μέσα στα όρια του ίδιου συστήματος. Οχι ως βαθμίδα στην πορεία εξέλιξης της ανθρωπότητας, που υπόκειται σε νόμους, πρώτα απ' όλα οικονομικούς.

Ο τελευταίος χρόνος ήταν αποκαλυπτικός για το πώς υπονομεύονται στις συνειδήσεις μας, από πολύ μικρή ηλικία, βασικά εργαλεία που επέδρασαν καθοριστικά στην εξέλιξη και προκοπή του ανθρώπου. Οχι απλά η εργασία και η μόρφωση, αλλά η ίδια η ορθή λογική, η ίδια η κοινωνική μας φύση. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο, στα παιδιά μιας εποχής με ασύλληπτη πρόοδο και δυνατότητες, παρουσιάζεται ως τρόπος αντιμετώπισης μιας πανδημίας ένα διαρκές «μένει ο καθένας σπίτι του». Και, μάλιστα, απλά με «ό,τι έχει και μπορεί». Ενώ με την αξιοποίηση των τεράστιων παραγωγικών δυνατοτήτων τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά, τα παιδιά μιας τέτοιας εποχής δεν αντιμετωπίζουν την ανησυχία και τα ερωτήματα που τους γεννά η λεγόμενη «υγειονομική κρίση» με τα περιθώρια που προσφέρει η συλλογική επιστημονική γνώση. Αντίθετα, μαθαίνουν να μην πλησιάζουν πολύ τον δάσκαλο ή τον φίλο τους, να αναθέτουν σε μια οθόνη την επαφή με το σχολείο, τους συνομηλίκους, το παιχνίδι.

Με δεδομένες και τις πρωτόγνωρες συνθήκες της τελευταίας χρονιάς, φάνηκε κρυστάλλινα η σημασία της δουλειάς του Κόμματος και της ΚΝΕ στις μικρότερες ηλικίες. Με την έκδοση του περιοδικού «κόκκινο Αερόστατο», με τις συναντήσεις παιδιών μικρότερων ηλικιών, με εκδοτικές πρωτοβουλίες όπως το «Κι όμως κινείται» κ.τ.λ. Αναδείχτηκε ότι όλη αυτή η προσπάθεια χρειάζεται να οργανωθεί πιο σταθερά, πιο αποφασιστικά. Η ανάπτυξή της επιβεβαιώνει την ικανότητα και τον προσανατολισμό που ακόμα περισσότερο σήμερα διαθέτει το Κόμμα μας για να οργανώσει αποφασιστικά την ιδεολογικοπολιτική αντεπίθεση, καταρχήν των δυνάμεών μας, αλλά και πλατύτερα των λαϊκών στρωμάτων.

Η προσπάθεια που έγινε να ανοίξουν καίρια ζητήματα (δύσκολα θα έλεγε κανείς για τέτοιες ηλικίες) είναι πολύτιμη, αφού η ίδια η ζωή τα «ανοίγει» με πολλούς τρόπους, κάθε μέρα. Για παράδειγμα, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στη Μεσόγειο φέρνει αντικειμενικά μες στα εργατικά - λαϊκά σπίτια συζητήσεις για τον πόλεμο, αλλά και για τη «φιλία των χωρών» (ξεκομμένη βέβαια από το ταξικό περιεχόμενο που της δίνει το ποιος έχει την εξουσία), «ζυμώνεται» η «πατριωτική στάση» που θα επιβληθεί στην εργατική - λαϊκή οικογένεια ανάλογα με τις επιλογές της αστικής τάξης.

Στη συνάντηση παιδιών μικρότερων ηλικιών στη Νέα Ιωνία στην Αττική συγκεντρώθηκε πολύ θετική πείρα: Με συνάντηση για την 28η Οκτώβρη, άνοιξε με τα παιδιά η κουβέντα για το πώς και πότε ξεκινάει ένας πόλεμος. Πώς και πότε μπορεί αληθινά ένας λαός να προστατευθεί οριστικά από τους πολέμους. Με αξιοποίηση του «Κι όμως κινείται» άνοιξε η κουβέντα για το αν και πώς αλλάζει τελικά ο κόσμος, για το αν και πόσο αναπόφευκτα είναι τα προβλήματα που έχει σήμερα μια οικογένεια, μικρότερα και μεγαλύτερα.

Οι συναντήσεις τέτοιων ομάδων με τη στήριξη του Κόμματος και της ΚΝΕ, αλλά και αντίστοιχες πρωτοβουλίες στο επίπεδο του κινήματος (από συνδικάτα, συλλόγους γυναικών κ.τ.λ.) μπορούν να επενδύσουν, να εξελίξουν σημαντικές αρετές της εργατικής τάξης, την αλληλεγγύη, τη συλλογική δράση. Να ενοχοποιηθεί και να πάρει απάντηση ο ατομικισμός, που για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα δεν είναι πρόβλημα ηθικής, απλά ή κύρια. Είναι εμπόδιο στην ορθή αντίληψη της πραγματικότητας, στην κατανόηση τού ότι η τύχη του ενός συνδέεται με την τύχη του άλλου, στην ανακάλυψη της δυναμικής που απελευθερώνει η ένταξη στο κίνημα, της ασπίδας που διαμορφώνει η σωστή, οργανωμένη κατανόηση ανεπαρκειών και αδυναμιών στην καθημερινή πάλη, για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα.

Η στήριξη της δουλειάς μας στις μικρότερες ηλικίες, και με ευθύνη των ΚΟΒ, μπορεί να προσφέρει στέρεες βάσεις. Να ανοίξει πιο απαιτητικά τη συζήτηση για το ποια τελικά είναι τα εφόδια που ένα παιδί εργατικής - λαϊκής οικογένειας χρειάζεται στη ζωή του για να ανακαλύπτει διεξόδους, περισσότερο από διάφορα άλλα. Περισσότερο π.χ. από την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας, την ενασχόληση με ένα άθλημα. Η συζήτηση αυτή φτάνει στο πότε τελικά ένας γονιός «γίνεται καλός γονιός», μια κουβέντα που γίνεται διαρκώς στους τόπους δουλειάς, στις γειτονιές. Σε αυτή οι δυνάμεις μας μπορούν να παρέμβουν σήμερα ακόμα πιο ενιαία και οργανωτικά εξοπλισμένα. Για να αναδειχθεί ότι δεν αρκεί η φιλότιμη και γεμάτη θυσίες προσπάθεια κάθε οικογένειας προκειμένου να εξοπλιστούν τα παιδιά της. Η ίδια η ανατροφή των παιδιών δεν αποτελεί ατομική - οικογενειακή υπόθεση. Να αναδειχθεί ότι δεν αρκεί ένας γονιός να «λιώνει» σε 2 και 3 δουλειές, όταν δεν τα «φέρνουν βόλτα» στο σπίτι. Δεν αρκεί διαρκώς να «τρέχει» τα παιδιά στη μία ή άλλη πολιτιστική και αθλητική δραστηριότητα, όταν το σημερινό σχολείο καταντάει παιδοφυλακτήριο.

Η καπιταλιστική εξουσία ορμά από τα πιο τρυφερά χρόνια στα παιδιά για να τα στρέψει ενάντια στις ανάγκες τους, αλλά και στα όπλα που υπάρχουν για να τις υπερασπιστούν. Για να αμυνθούν χρειάζονται εφόδια από νωρίς. Δεν αρκεί η θετική προτροπή της οικογένειας, δεν αρκεί να απεργεί και να διαδηλώνει «ο μπαμπάς και η μαμά». Η απόφαση για να στρατευτεί κανείς στο κίνημα δεν θα έχει αντοχή αν δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητής ατομικής επιλογής, την οποία άλλωστε καθένας δοκιμάζει διαρκώς.

Οι συναντήσεις παιδιών μικρότερων ηλικιών μπορούν να προσφέρουν πολύτιμα ερεθίσματα για γνωριμία των παιδιών με τη δύναμη της συλλογικής δράσης, την οποία καθόλου τυχαία το σύστημα απαξιώνει από πολύ νωρίς στα μάτια τους.

Σταθεροποιώντας τέτοιες συναντήσεις μπορούμε να επενδύσουμε και σε αυτόν τον τομέα στην αξιοποίηση της πρωτοπόρας θεωρίας μας. Λαμβάνοντας προφανώς υπόψη τα χαρακτηριστικά των μικρότερων ηλικιών, με τον ίδιο όμως στόχο: Να γίνονται κατανοητά τα προβλήματα και οι ένοχοι γι' αυτά. Αλλά και, φυσικά, να γίνονται κατανοητές οι λύσεις. Να γίνεται κατανοητή η δύναμη της τάξης στην οποία κι αυτές οι ηλικίες θα ενταχθούν μόλις μπουν στην παραγωγή. Στην οποία θα έχουν κάθε περηφάνια να ανήκουν, δημιουργώντας το αληθινά καινοτόμο που μόνο εκείνη είναι ικανή να φέρει.


Αναστασία Μοσχόβου
ΚΟΒ «Ριζοσπάστη»



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ