Στο σημερινό 4σέλιδο «Νεολαία» μπορούμε να βρούμε:
-- Ρεπορτάζ από την εκδήλωση της Περιφερειακής Οργάνωσης Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ, με συναυλία - αφιέρωμα στον Αλκη Αλκαίο.
-- Αφιέρωμα «Οκτωβριανή Επανάσταση και Παιδεία»: Το περιεχόμενο των σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστήμια.
-- Αποσπάσματα από την εισήγηση για τα ζητήματα των ΤΕΙ, στην 8η Πανελλαδική Συνάντηση του Μετώπου Αγώνα Σπουδαστών (ΜΑΣ).
Εκδήλωση της Περιφερειακής Οργάνωσης Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ για τον Αλκη Αλκαίο
«Πόρτο Ρίκο», «Πρωινό Τσιγάρο», «Κιφ», «Ρόζα», «Πάντα γελαστοί», «Για μια Ντολόρες», «Αγύριστο κεφάλι», «Ερωτικό», ήταν μερικά από τα τραγούδια που ακούστηκαν και ενθουσίασαν τον κόσμο που παρευρέθηκε στην εκδήλωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο αφιέρωμα πραγματοποιήθηκε με το μεράκι πολλών μελών και φίλων της Οργάνωσης, που χωρίς να υπολογίζουν κόπο και χρόνο, προετοιμάζονταν εδώ και δύο μήνες.
Το Περιφερειακό Συμβούλιο της Οργάνωσης Σπουδάζουσας ευχαρίστησε θερμά όλους εκείνους που γνώριζαν τον ποιητή και βοήθησαν, και ιδιαίτερα τον Ηλία Γεράκη για την παραχώρηση αρχειακού υλικού.
Η Αλ. Προυσανίδου ανάμεσα στα άλλα σημείωσε:
«"Δεκάδες υψηλής αισθητικής στίχοι με κάνουν να πιστεύω ότι ο Αλκης Αλκαίος ήταν ένας Ποιητής που υποδυόταν τον στιχουργό".
"Εγραψε με τον άξιό του λόγο με τρόπο μαγικό για πράγματα που θέλουμε να πούμε και δεν προλαβαίνουμε...".
Μερικά μόνο από τα λόγια και τους χαρακτηρισμούς που έχουν πει συνθέτες και ερμηνευτές που έχουν συνεργαστεί μαζί του.
Εμείς τι παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε; Μπορούμε να πούμε ότι έβαλε στο στόμα μας να σιγοτραγουδούμε λόγια μεγάλων επαναστατών, όπως τη φράση του Τσε στο "Πόρτο Ρίκο", "Αξίζει φίλε να υπάρχεις για ένα όνειρο κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει". Μπορούμε να πούμε ακόμα ότι σε έναν στίχο μπόρεσε να περιγράψει αυτήν τη βάρβαρη εποχή που ζούμε, που γίνεται ακόμα πιο βάρβαρη και σκοταδιστική μετά και από τις ανατροπές του σοσιαλιστικού συστήματος, "Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία, πώς η ιστορία γίνεται σιωπή". Και σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι έχει τη δική του ξεχωριστή θέση σε κάθε Φεστιβάλ μας»...
Πριν αναφερθεί στη ζωή και το έργο του Αλκαίου, σημείωσε: «Το Κόμμα μας, η ΚΝΕ, σε αυτήν την 100χρονη και 50χρονη διαδρομή μπορούν να υπερηφανευτούν ότι οι περισσότεροι από τους πιο σπουδαίους δημιουργούς από όλα τα είδη της τέχνης στράτευσαν τη ζωή και το έργο τους στην υπόθεση της εργατικής τάξης, ή επηρεάστηκαν κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους από το Κόμμα, το λαϊκό κίνημα και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε για τη συνεργασία που είχε ο Αλκαίος με τον «Ριζοσπάστη»:
«Μετά τη μεταπολίτευση γίνεται μέλος του ΚΚΕ, στην Οργάνωση των Δικηγόρων. Από το 1977 ξεκινά η συνεργασία του με την εφημερίδα μας, τον "Ριζοσπάστη", όπου δημοσιεύει ποιήματα, αλλά και σκέψεις γύρω από ζητήματα τέχνης. Αναφέρει για παράδειγμα το 1979, σε άρθρο του με τίτλο "Κόμμα και Τέχνη", πώς οι πνευματικοί άνθρωποι καταξιώνονται "σαν δημιουργοί και σαν άνθρωποι, όταν δεν είναι αποκομμένοι από τις προσδοκίες των ανθρώπων του μόχθου και την κοινωνική τους πάλη". Ακόμα επισημαίνει ζητήματα αισθητικής "που ζητάνε την ανάλυσή τους και την πραχτική τους αντιμετώπιση", όπως "ο προσδιορισμός του προοδευτικού, αποφυγή του ρηχού βερμπαλισμού και του λαϊκισμού (άλλο λαϊκότητα κι άλλο λαϊκισμός)".
Το Γενάρη του 1978, έγραψε κείμενο με τίτλο "Εργάτες σαν το ατσάλι", που αναφέρεται στη νέα κοινωνία της πραγματικής ελευθερίας, την κοινωνία του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. "Λοιπόν πατέρα, δεν ξέρεις τι όμορφη πούναι τούτη η κυψέλη. Δεν έχει βασίλισσα, δεν έχει κηφήνες - μονάχα εργάτες. Κι έχει κάτι εργάτες πατέρα, μουντζούρικους, μα με τη λάμψη στα μάτια, ιδρωμένους, μα με το γέλιο στα χείλη. Κι έχει κάτι εργάτες, απλούς σαν το χάδι της μάνας, γοργούς σαν το πιο ατίθασο άτι, ανυπόμονους σαν το πιο βουερό ποτάμι. Δεν ξέρεις τι όμορφη πούναι τούτη η κυψέλη. Δεν έχει βασίλισσα, δεν έχει κηφήνες - μονάχα εργάτες. Κι έχει κάτι εργάτες πατέρα, ίδια με το ατσάλι δυνατούς. Ιδια με θαλασσόλυκους άφοβους. Ιδια περίσκεπτους με σοφούς της πράξης. Δες την κερήθρα, άρχισε να γιομίζει μέλι!".
Με το βαθιά διεθνιστικό ποίημά του "Φλεβάρης 1848" ξεκινά και "επίσημα" η ποιητική και στιχουργική του σταδιοδρομία. Η δημιουργική συμπόρευση με τον Θάνο Μικρούτσικο κράτησε μια ζωή και μας χάρισε μερικά από τα πιο ωραία και διαχρονικά έντεχνα λαϊκά τραγούδια (...). Αλλες του συνεργασίες είναι με τους Μαυρουδή, Τόκα, Παπακωνσταντίνου, Μάλαμα, Πασχαλίδη και άλλους».
Τόνισε ότι παρά τα προβλήματα υγείας, που τον καθηλώνουν στο κρεβάτι, συνεχίζει να δημιουργεί. «Αφουγκράζεται τον καιρό του, με βαθιά κοινωνική διάθεση. Ο λόγος του είναι αιχμηρός κι όχι πάντα εύκολα κατανοητός, χρειάζεται ο ακροατής να κάνει αναγωγές στην κοινωνία, στην ιστορία, για να μπορέσει να κατανοήσει. Και από την άλλη, με τον πιο τρυφερό τρόπο γράφει για τις καθημερινές προσωπικές στιγμές που βιώνει ο καθένας μας, για τον έρωτα, τη μοναξιά, την αγάπη.
Ο Αλκαίος "έφυγε" από τη ζωή το Δεκέμβρη του 2012, αλλά μένουν τα τραγούδια του, μιας και είναι ένας από τους λίγους στιχουργούς που σημάδεψαν το σύγχρονο έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Κλείνουμε αυτήν τη μικρή αναφορά με έναν στίχο από το ποίημα "Σβετλάνα", που έγραψε το 1977 στον "Ριζοσπάστη". Ενας στίχος που δίνει με τον καλύτερο τρόπο την πίστη στην τελική νίκη, που σε περιόδους όπως η σημερινή, που όλα φαίνονται ακίνητα, μάς γεμίζει με επαναστατική αισιοδοξία:
"Αγρυπνείτε.
Είπα: Μέτρησα και λείπουν χιλιάδες.
Είπες: Μέτρησα τις μυριάδες των ζωντανών
που κινούν για τη μάχη"».
Στη συνέχεια, θα ασχοληθούμε με βασικές πλευρές που αφορούν τη διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών και εν γένει το περιεχόμενο των σπουδών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ, βασιζόμενοι κυρίως στα όσα αναφέρονται σε μελέτη που εκπόνησε το 1968, για το Διεθνές Ινστιτούτο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού της UNESCO, ομάδα Σοβιετικών επιστημόνων με επικεφαλής τον K. Nozhko.
Τα προγράμματα σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα αναθεωρούνταν τακτικά, για να ενσωματώνονται στις σπουδές τα νεότερα επιτεύγματα της εκάστοτε επιστήμης, οι σημαντικές σχετικές εξελίξεις τόσο από το πεδίο της επιστημονικής έρευνας, όσο και από την παραγωγή, η εμπειρία από την εφαρμογή της επιστήμης στις παραγωγικές δομές της σοβιετικής οικονομίας και οι απαιτήσεις που απορρέουν από αυτή.
Σε ό,τι αφορά τη διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών, έμφαση δινόταν στη λογική αλληλουχία των θεμάτων και των μαθημάτων, στις μεταξύ τους συνδέσεις και την ακολουθούμενη διαδικασία και μεθοδολογία μελέτης του εκάστοτε θέματος και αντικειμένου.
Η πρώτη περίοδος των σπουδών, που κάλυπτε τα πρώτα 3 - 3,5 χρόνια, ήταν εστιασμένη στην αφομοίωση των βασικών ζητημάτων που άπτονται του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, στην εμβάθυνση στις βασικές αρχές της συγκεκριμένης επιστήμης, ώστε ο φοιτητής να αποκτήσει ολοκληρωμένη εποπτεία της επιστήμης του και γερά θεμέλια σε αυτή. Πατώντας πάνω σε αυτήν τη βάση, στη συνέχεια των σπουδών του εστίαζε σε μια πιο συγκεκριμένη περιοχή του επιστημονικού αντικειμένου.
Αντίστοιχα, το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος Χημείας του Πανεπιστημίου της Μόσχας περιλάμβανε συνολικά 5.200 ώρες, εκ των οποίων περίπου 2.100 αφορούσαν διαλέξεις, 1.700 εργαστήρια και 1.400 πρακτική άσκηση και σεμινάρια.
Το γεγονός ότι οι σπουδαστές στα σοβιετικά πανεπιστήμια προετοιμάζονταν καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών τους για να αναλάβουν τα καθήκοντα που τους αναλογούσαν ως μελλοντικά στελέχη της σοβιετικής οικονομίας και κοινωνίας αποτυπώνεται και στην ιδιαίτερη μέριμνα που δινόταν ώστε οι φοιτητές να αναπτύσσουν δημιουργικές ικανότητες, να εφαρμόζουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους σε συγκεκριμένα προβλήματα που άπτονται του αντικειμένου των σπουδών τους και προσομοιάζουν σε ζητήματα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν μελλοντικά, ως εργαζόμενοι επιστήμονες. Αναλαμβάνοντας να εκπονήσουν τέτοιου περιεχομένου εργασίες στο πλαίσιο των μαθημάτων τους, οι Σοβιετικοί φοιτητές καλούνταν να εφαρμόσουν τις θεωρητικές γνώσεις που αποκτούσαν από τα μαθήματα σε συνθήκες που προσομοιάζουν με πραγματικές, ώστε να εκπαιδεύονται στην αυτόνομη επιστημονική εργασία.
Στα προγράμματα σπουδών των σχολών φυσικών επιστημών, όπως και των πολυτεχνικών, των ιατρικών, των γεωπονικών κ.λπ. σχολών, περιλαμβάνονταν μαθήματα κοινωνικών επιστημών και οικονομικών. Αντίστοιχα, οι φοιτητές των κοινωνικών επιστημών έρχονταν μέσω των προγραμμάτων σπουδών τους σε επαφή με τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών.
Το σκεπτικό πίσω από αυτήν την επιλογή ήταν ότι οι σύγχρονες φυσικές επιστήμες και η τεχνολογία ολοένα και περισσότερο αλληλοσυνδέονται με τα κοινωνικά προβλήματα της ανθρωπότητας, κάτι που καθιστά απαραίτητο για κάθε επιστήμονα να γνωρίζει και να κατανοεί σε βάθος την ιστορία της κοινωνίας, τους νόμους που διέπουν την εξέλιξή της.
Ετσι, όλοι οι μελλοντικοί επιστήμονες, ανεξάρτητα από την ειδίκευσή τους, μελετούν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους φιλοσοφία και ιστορία, ενώ τα τελευταία χρόνια των σπουδών προσφέρονται ως επιλεγόμενα μαθήματα ηθικής και αισθητικής. Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με το σκεπτικό των σοβιετικών ακαδημαϊκών αρχών, οι μελλοντικοί επιστήμονες μαθαίνουν να σκέπτονται σωστά, να ξεπερνούν τη μονομέρεια στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, να αποφεύγουν το δογματισμό και το σχολαστικισμό.
Με αντίστοιχο σκεπτικό, καθώς η κοινωνική λειτουργία των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας αποκτά διαρκώς αυξανόμενη σημασία και η γνώση των νόμων της φύσης καθίσταται απαραίτητη για τον κάθε άνθρωπο, στα προγράμματα σπουδών στις πανεπιστημιακές σχολές των κοινωνικών επιστημών περιλαμβάνονταν μαθήματα μέσω των οποίων οι φοιτητές αποκτούσαν γνώσεις για τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών και των μαθηματικών. Αλλωστε, στη Σοβιετική Ενωση ήταν συχνό το φαινόμενο φιλόσοφοι, ιστορικοί, νομικοί, οικονομολόγοι κ.ά. να στελεχώνουν σημαντικές θέσεις στη διοικητική δομή του σοβιετικού κράτους και στις κοινωνικές του υπηρεσίες, αναλαμβάνοντας έτσι σημαντικό ρόλο στην προώθηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε τομείς της κοινωνίας όπου η δραστηριότητά τους αλληλοσυνδέονταν άμεσα με την επιστήμη, την τεχνολογία και την οικονομία. Ηταν απαραίτητο, λοιπόν, να αποκτούν επαρκές υπόβαθρο σε αυτούς τους τομείς κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, ανάλογα και με την ειδικότητά τους.
Πιο χαρακτηριστικό, ίσως, είναι το παράδειγμα των τριών τμημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Εκεί, μεταξύ των υποχρεωτικών μαθημάτων στο Τμήμα Φιλοσοφίας, περιλαμβάνονταν 136 ώρες ανώτερων μαθηματικών, 168 ώρες γενικής φυσικής, 100 ώρες χημείας, 140 ώρες βιολογίας και 72 ώρες φυσιολογίας της ανώτερης νευρικής δραστηριότητας, που συνολικά αντιστοιχούν στο 13,6% των συνολικά 4.540 ωρών διδασκαλίας. Στο Τμήμα Λογικής, στα υποχρεωτικά μαθήματα συμπεριλαμβάνονταν 136 ώρες διδασκαλίας ανώτερων μαθηματικών και ισάριθμες ώρες βασικής μαθηματικής λογικής, ενώ προσφέρονταν προς επιλογή 432 επιπλέον ώρες μαθηματικής λογικής. Στο Τμήμα Ψυχολογίας, διδάσκονταν 7 μαθήματα φυσικών επιστημών και μαθηματικών: 272 ώρες ανώτερων μαθηματικών, 72 ώρες αρχών βιολογίας, 204 ώρες φυσιολογίας του ανθρώπου, 136 ώρες ανατομίας και εξέλιξης του νευρικού συστήματος, 172 ώρες φυσιολογίας της ανώτερης νευρικής δραστηριότητας, 60 ώρες νευρολογικών αρχών της ψυχολογίας, 64 ώρες ανθρωπολογίας. Επίσης, διδάσκονταν και το μάθημα «Εφαρμογές των μαθηματικών μεθόδων στην Ψυχολογία», στις 72 ώρες διδασκαλίας του οποίου οι φοιτητές διδάσκονταν στοιχεία πιθανοτήτων και πληροφορικής. Τα μαθήματα αυτά καταλάμβαναν το 22,1% των συνολικά 4.752 ωρών διδασκαλίας.
Επίσης, ιδιαίτερη σημασία δινόταν στη σωματική άσκηση και τη φυσική αγωγή των σπουδαστών. Πέραν των υποχρεωτικών αντίστοιχων μαθημάτων στα οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, προσφέρονταν και αρκετά επιλεγόμενα μαθήματα φυσικής αγωγής και αθλημάτων, ενώ παράλληλα οι φοιτητές μπορούσαν να λάβουν μέρος και σε πολλές αθλητικές δραστηριότητες, καθώς και να συμμετέχουν στις ομάδες των διαφόρων αθλημάτων που υπήρχαν σε όλα τα ιδρύματα.
Ενα επιπλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα των σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, πέραν της επικέντρωσης στην πρόσκτηση των βασικών θεωρητικών αρχών του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, ήταν η έμφαση στην πολύπλευρη πρακτική άσκηση των σπουδαστών.
Η πρακτική άσκηση δεν αφορούσε μόνο μια καθορισμένης διάρκειας περίοδο, η οποία εντασσόταν στο πρόγραμμα σπουδών, αλλά διέπνεε το σύνολο των σπουδών. Ετσι, πέραν της περιόδου αυτής (αλλά και άλλων αντίστοιχων, μικρότερης διάρκειας), οι φοιτητές εξασκούνταν στην πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών γνώσεων που αποκτούσαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους με διάφορους τρόπους, είτε μέσω εργαστηριακών ασκήσεων είτε με επισκέψεις σε παραγωγικές και κοινωνικές δομές σχετικές με την ειδικότητά τους είτε με την εκπόνηση εργασιών για θέματα που αφορούν πρακτικά προβλήματα που αναδύονταν από την πείρα από τις σοβιετικές παραγωγικές και κοινωνικές δομές. Τέτοιου χαρακτήρα ήταν και η πτυχιακή εργασία που εκπονούσαν στο τέλος των σπουδών τους. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι σημαντικό μέρος και των θεωρητικών μαθημάτων και των ασκήσεων που επιλύονταν από τους φοιτητές αφορούσε πρακτικά προβλήματα που είχαν να κάνουν με την ειδικότητά τους.
Η περίοδος αυτή της πρακτικής άσκησης τοποθετήθηκε έκτοτε μετά την ολοκλήρωση του τρίτου έτους των σπουδών, ενώ με τις αλλαγές του 1958 είχε ενταχθεί στο πρώτο έτος.
Ετσι, ο σπουδαστής συμπληρώνει την προετοιμασία του για τη μελλοντική επαγγελματική του αποκατάσταση με πρακτική εργασία σε παραγωγική ή κοινωνική δομή στην οποία μπορεί να συμβάλλει δουλεύοντας πάνω στο αντικείμενο σπουδών του, έχοντας προηγουμένως αποκτήσει, κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών των σπουδών του, ένα στέρεο θεωρητικό υπόβαθρο στην επιστήμη του.
Στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ εφαρμόζονταν διάφορες μέθοδοι διδασκαλίας, κοινή συνισταμένη των οποίων ήταν η μέριμνα για την όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάπτυξη των κλίσεων και των ικανοτήτων των φοιτητών, καθώς και ο συνδυασμός θεωρίας και πράξης. Μάλιστα, στη διάρκεια των χρόνων δοκιμάστηκαν διάφορες πρωτοποριακές μέθοδοι, με στόχο τη βελτιστοποίηση της διδακτικής διαδικασίας, καθώς και την ενσωμάτωση σε αυτή σύγχρονων τεχνικών μέσων.
Για παράδειγμα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ερευνητικές ομάδες από πανεπιστημιακά ινστιτούτα της Μόσχας προσπαθούσαν συνδυασμένα να αναπτύξουν υπολογιστικές διατάξεις που θα αξιοποιούνταν στη διδακτική διαδικασία. Παράλληλα, ιδιαίτερα στα προχωρημένα έτη σπουδών, τα ιδρύματα πειραματίζονταν με διάφορες διδακτικές μεθόδους ώστε να πετύχουν τον καλύτερο συνδυασμό θεωρητικής και πρακτικής γνώσης.
Για παράδειγμα, σε κάποιες περιπτώσεις συγκροτούνταν μικρές ομάδες (μέχρι 7 φοιτητές), στις οποίες, με την ευθύνη ενός διδάσκοντα, συνδυάζονταν οι διαλέξεις με σεμιναριακού τύπου μαθήματα και πρακτική εξάσκηση σε πραγματικές συνθήκες και προσομοιώσεις τους με τη χρήση υπολογιστικών μέσων και μεθόδων.
Π.χ. στο Ινστιτούτο Ηλεκτρικής Ενέργειας της Μόσχας, στο μάθημα για τις Θερμικές Μηχανές, το ακαδημαϊκό έτος 1962 - 1963 οι 90 ώρες διδασκαλίας μοιράζονταν σε 54 ώρες διαλέξεων, 18 ώρες πρακτικής άσκησης και 18 ώρες εργαστηρίου. Με την εφαρμογή της προαναφερθείσας μεθόδου, το επόμενο ακαδημαϊκό έτος (1963 - 1964), οι ώρες των διαλέξεων περιορίστηκαν σε 36, με τον διδάσκοντα να χρησιμοποιεί σύγχρονα μέσα για να εστιάσει στα ουσιαστικά σημεία της διδακτέας ύλης, στα νέα υλικά και τις κατασκευαστικές μεθόδους, καθώς και στα νέα στοιχεία που προέκυψαν από την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας μετά την έκδοση των εγχειριδίων. Από μεριάς τους, οι φοιτητές καλούνταν να αξιοποιήσουν τις σημειώσεις και το εγχειρίδιο ώστε να καλύψουν το υπόλοιπο μέρος, που αφορούσε κυρίως την περιγραφή της λειτουργίας των διαφόρων μηχανών και των πιο απλών μερών τους κ.ο.κ. Παράλληλα, οι 18 ώρες που έμεναν διαθέσιμες από τον περιορισμό των διαλέξεων, αξιοποιούνταν για την εξάσκηση των φοιτητών σε δομημένα προβλήματα με τη χρήση σύγχρονων υπολογιστικών μεθόδων και μέσων. Στόχος, μεταξύ άλλων, ήταν να περιοριστεί ο παθητικός χαρακτήρας της συμμετοχής των φοιτητών στη διδακτική διαδικασία, αλλά και να αναβαθμιστεί το επίπεδο της ενασχόλησης των φοιτητών με πρακτικά προβλήματα, ώστε π.χ. να μην αναλώνονται μόνο σε απλούς υπολογισμούς, αλλά να αποκτούν συνολική εποπτεία των ζητημάτων που αφορούν το εκάστοτε συγκεκριμένο θέμα και προκύπτουν σε πραγματικές συνθήκες.
Παράλληλα, γινόταν προσπάθεια ώστε και η αξιολόγηση των φοιτητών να εστιάζει στην ικανότητά τους να ανταποκρίνονται σε τέτοια προβλήματα, αξιοποιώντας με ορθολογικό και δημιουργικό τρόπο τις θεωρητικές τους γνώσεις. Αυτός είναι και ένας λόγος για τον οποίο π.χ. υπήρχε έντονος προβληματισμός για το κατά πόσον η αξιολόγηση των φοιτητών μέσω ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής ήταν ο πλέον δόκιμος τρόπος.
Οσοι φοιτητές ξεχώριζαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους για την κλίση τους στην επιστημονική εργασία και ενδιαφέρονταν να συνεχίσουν την επιστημονική τους σταδιοδρομία εργαζόμενοι στα σοβιετικά πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, είχαν τη δυνατότητα να συνεχίσουν σε μεταπτυχιακές σπουδές.
Οι μεταπτυχιακές σπουδές στη Σοβιετική Ενωση είχαν, έτσι, διαφορετικό χαρακτήρα από αυτόν στα σύγχρονα αστικά πανεπιστήμια. Η διαφορά αυτή έγκειται στο γεγονός ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές δε συμπλήρωναν απλώς τις προπτυχιακές, παρέχοντας επιπρόσθετα προσόντα στους αποφοίτους, αλλά ολοκλήρωναν την προετοιμασία όσων θα ασκούσαν συγκεκριμένα επαγγέλματα, συνεχίζοντας και στην επαγγελματική τους πορεία την ακαδημαϊκή τους διαδρομή.
Οι μεταπτυχιακές σπουδές διαρκούσαν τρία χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων οι μεταπτυχιακοί φοιτητές, καθοδηγούμενοι από πεπειραμένους και καταξιωμένους καθηγητές, προετοιμάζονταν για την επιστημονική τους σταδιοδρομία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές εμβάθυναν στη φιλοσοφία, μάθαιναν μια ξένη γλώσσα, μαθηματικά, εξοικειώνονταν με τις νεότερες επιστημονικές θεωρίες, έπαιρναν μαθήματα παιδαγωγικής και επιτελούσαν επιστημονική - ερευνητική εργασία σε ένα εξειδικευμένο θέμα.
Οι μεταπτυχιακές σπουδές ολοκληρώνονταν με την εκπόνηση διατριβής, με την επιτυχή υπεράσπιση της οποίας ο φοιτητής αποκτούσε τον ακαδημαϊκό τίτλο «kandidat» της εκάστοτε επιστήμης. Ο τίτλος αυτός είναι αντίστοιχος του διδακτορικού στα σύγχρονα αστικά πανεπιστήμια.
Κατόπιν, συνεχίζοντας την ακαδημαϊκή διαδρομή, ο νέος επιστήμονας είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τον τίτλο «doktor» του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, προετοιμάζοντας και υπερασπίζοντας τη σχετική διατριβή του. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, κάτι αντίστοιχο με την «υφηγεσία» που υπήρχε παλιότερα και στην Ελλάδα.
Αποσπάσματα από την εισήγηση για τα ζητήματα των ΤΕΙ
Στην εισήγηση για τα ΤΕΙ ειπώθηκε μεταξύ άλλων:
«Δεν θα κάτσουμε στα αυγά μας μπροστά στις νέες εξελίξεις που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ μαζί με τις διοικήσεις. Τα σχέδια που ετοιμάζουν οδηγούν είτε στη δημιουργία νέων ιδρυμάτων είτε σε συγχωνεύσεις πανεπιστημίων με ΤΕΙ είτε στο κλείσιμο σχολών και τμημάτων. Κριτήριό τους είναι "να εξοικονομήσουν πόρους", όπως λένε, δηλαδή να πετσοκόψουν και άλλο την πενιχρή χρηματοδότηση στην Παιδεία, να "συνδεθούν καλύτερα τα ιδρύματα με τις ανάγκες της αγοράς", δηλαδή να μας ετοιμάσουν να είμαστε πιο φτηνοί, ευέλικτοι, χωρίς δικαιώματα εργαζόμενοι και σήμερα πελάτες να πληρώνουμε πανάκριβα τη μόρφωσή μας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ παρουσιάζει τα σχέδιά της για τα ΤΕΙ ως "καινοτομία" που θα φέρει στην Ανώτατη Εκπαίδευση, "τελειώνει, λέει, με τις παθογένειες του παρελθόντος". Πουλάει παραμύθια για να μη δούμε πως όχι μόνο συνεχίζει την πολιτική παλιότερων κυβερνήσεων που τσάκισε το δικαίωμά μας στη μόρφωση και τη δουλειά, αλλά εντείνει ακόμα περισσότερο την επίθεση στα δικαιώματά μας.
Τι σημαίνουν και τι επιβάλλουν αυτές οι στοχεύσεις;
Λένε πως η κατάσταση αυτή "συμβάλλει στον ανταγωνισμό, άρα θα γίνουμε καλύτεροι". Αλήθεια, σήμερα πώς βοήθησε αυτός ο ανταγωνισμός τους νοσηλευτές για να βρουν δουλειά; Δεν αξιοποιείται τελικά για να πέσουν τα δικαιώματα όλων προς τα κάτω στη λογική "ο πιο φθηνός συμφέρει τον εργοδότη"; (...)
Μας λένε ότι αυτό ανοίγει δυνατότητες για να έχουμε όλοι ένα πτυχίο. Ας μας απαντήσουν, για ποιο λόγο σήμερα οι νέοι δεν μπορούν να τελειώσουν τις σπουδές τους; Επειδή είναι τεμπέληδες, χαζοί, δεν παίρνουν τα γράμματα; Στο ΤΕΙ πάνω από το 50% των σπουδαστών αναγκάζεται να δουλέψει για να σπουδάσει, φοιτητικές εστίες δεν υπάρχουν, οι λίστες αναμονής μπορεί να οδηγήσουν να χάνονται εξάμηνα, οι ελλείψεις σε καθηγητές οδηγούν να καθυστερούν τα μαθήματά μας, όπως έγινε φέτος στο ΤΕΙ Αθήνας όπου κινδυνέψαμε να χάσουμε το εξάμηνο ή και να μην μπορούμε να κάνουμε διπλωματική επειδή δεν υπάρχουν καθηγητές. Αυτοί είναι οι λόγοι που δυσκολευόμαστε να πάρουμε πτυχίο, λόγοι που οφείλονται στη δική τους πολιτική, που εφαρμόζουν χρόνια.
Η ουσία είναι ότι θέλουν να πετύχουν όσων αντέχουν οι τσέπες να σπουδάζουν και όσοι δεν μπορούν να οδηγούνται στη μαθητεία και την κατάρτιση.
Λένε ότι είναι φυσιολογικό να μαθαίνουμε, να σκεφτόμαστε και να δρούμε με κριτήριο τις ανάγκες της αγοράς.
Ρωτάμε:
Τα κριτήρια της αγοράς δεν ήταν που οδήγησαν να φτιαχτούν ΤΕΙ σε κάθε χωριό για να ενισχυθεί, όπως έλεγαν, η ανάπτυξη στις περιφέρειες και να στηριχτούν οι τοπικές κοινωνίες; Με τα ίδια κριτήρια δεν μιλούν σήμερα για την ανάγκη συμμαζέματος της Ανώτατης Εκπαίδευσης; Ποιο το αποτέλεσμα τελικά για τους φοιτητές; Σχολές να ανοιγοκλείνουν, σε άλλη σχολή να μπαίνεις και από άλλη να βγαίνεις, το πτυχίο που κατάφερες να πάρεις να μην αναγνωρίζεται.
Τα κριτήρια της αγοράς δεν επιβάλλουν να εξοικονομούνται πόροι και δυναμικό; Δηλαδή, να πετσοκόβονται οι ανάγκες των σπουδαστών επειδή κοστίζουν!
Πώς συνέβαλε η συνεργασία του ΤΕΙ Πειραιά με το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά; Μήπως αντιμετωπίστηκε η ανεργία των αποφοίτων που ξεπερνά το 20%; Οι απόφοιτοι που δουλεύουν στον κλάδο βρήκαν δουλειά με καλύτερους όρους, με δικαιώματα;
Τα ίδια κριτήρια, αυτά της αγοράς, είναι που έχουν οδηγήσει το 2017 να υπάρχουν 24 νεκροί από πλημμύρες, να ρυπαίνεται ο Σαρωνικός από σαπιοκάραβα, να γκρεμίζονται πόλεις από σεισμό. Γιατί τα μέτρα πρόληψης, προστασίας είναι κόστος και δεν ευνοούν τις επενδύσεις.
Επιβεβαιώνεται πως η επιχειρηματική λειτουργία στις σχολές μας δεν μπορεί να εξασφαλίσει την κάλυψη των αναγκών μας για μόρφωση και δουλειά, ενισχύει και δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα που έχουμε».
Ειδικότερη αναφορά έκανε η εισήγηση στο σχέδιο της κυβέρνησης για τη δημιουργία του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και στην πείρα από τη δράση του ΜΑΣ στα ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά με αφορμή αυτές τις εξαγγελίες. Μεταξύ άλλων επισήμανε:
«Οι δυνάμεις του ΜΑΣ στο ΤΕΙ δεν μείναμε με σταυρωμένα χέρια κόντρα στην αναμονή - εφησυχασμό και τις αυταπάτες που κυβέρνηση, διοικήσεις και πολιτικές δυνάμεις καλλιεργούσαν στο όνομα ότι "αναβαθμιζόμαστε". Μπήκαμε μπροστά στην οργάνωση του αγώνα διεκδικώντας ουσιαστική αναβάθμιση των σπουδών μας.
Στην προσπάθεια αυτή ήρθαμε αντιμέτωποι με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τις διοικήσεις των σχολών μας, μερίδα καθηγητών που καλλιεργούσαν τον εφησυχασμό και μας έλεγαν να δεχτούμε το Πανεπιστήμιο με τους όρους τους ή αλλιώς εκβιαστικά μας έλεγαν ότι θα μείνουμε ΤΕΙ μέχρι να μας κλείσουν.
Αντιμετωπίσαμε αυτούς τους εκβιασμούς και τις δυνάμεις που τους αναπαρήγαγαν μέσα στις σχολές και τους συλλόγους είτε λέγοντάς μας να μην κινητοποιούμαστε γιατί θα γίνουμε ΙΕΚ είτε να μείνουμε όπως είμαστε στο όνομα ότι θα γίνουμε χειρότερα (...)
Ηρθαμε κόντρα με τη λογική που μας ήθελε "να κοιτάξουμε το μαγαζί μας" και να "παλέψουμε μόνοι μας", όπως προσπαθούσαν ορισμένοι να μας καλλιεργήσουν, λογική επικίνδυνη που αποδυναμώνει τον αγώνα μας. Δεν στοιχηθήκαμε πίσω από συντεχνιακά αιτήματα είτε των διοικήσεων επαγγελματικών συλλόγων είτε διοικήσεων και μερίδας καθηγητών μας, που δεν έχουν καμιά σχέση στην πραγματικότητα με τις ανάγκες των σπουδαστών, των εργαζομένων. Κόντρα στη λογική που μας ήθελε να βλέπουμε ανταγωνιστικά τους αποφοίτους των πανεπιστημίων, λες και δεν "βράζουμε όλοι στο ίδιο καζάνι" της εργασιακής περιπλάνησης και των τσακισμένων εργασιακών δικαιωμάτων! Αναδείξαμε ότι χρειάζεται να οργανώσουμε τον αγώνα και τις διεκδικήσεις μας από κοινού φοιτητές και σπουδαστές που δεχόμαστε κοινή επίθεση στο δικαίωμά μας στη μόρφωση, στη δουλειά και τη ζωή! Και αποδεικνύεται ότι έχουμε τη δύναμη και πρέπει μέσα από τον οργανωμένο αγώνα και τους συλλόγους μας να δώσουμε συνέχεια στον αγώνα αυτό, μαζί με το εργατικό κίνημα και τα σωματεία.
Επιβεβαιώθηκε πως το διεκδικητικό πλαίσιο του ΜΑΣ είναι αυτό που μπορεί να ενοποιήσει, να συντονίσει και να ενώσει όλους τους σπουδαστές και φοιτητές σε έναν κοινό αγώνα για ουσιαστική αναβάθμιση των σπουδών μας (...)
Το γεγονός ότι κάθε μέρα μπαίνουν νέες δυνάμεις στον αγώνα, στις Γενικές Συνελεύσεις, στην οργάνωση των κινητοποιήσεων, τμηματικών συνελεύσεων και ετών είναι μήνυμα ενθαρρυντικό.
Γιατί αποδεικνύει πως υπάρχει διέξοδος! Οι σπουδαστές επιλέγουν το δρόμο του αγώνα, κόντρα στο συμβιβασμό και την αναμονή, διεκδικούν μόρφωση και σπουδές.
Οι δυνάμεις του ΜΑΣ έχουμε ευθύνη να συμβάλουμε ώστε αυτά τα βήματα να πολλαπλασιαστούν σε κάθε τμήμα, έτος και σχολή, να πολλαπλασιαστούν εστίες αντίστασης και διεκδίκησης παντού».