Τετάρτη 20 Δεκέμβρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΝΕΟΛΑΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΟKΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ
Το περιεχόμενο των σπουδών στα σοβιετικά ανώτατα ιδρύματα

Σοβιετική αφίσα του 1976
Σοβιετική αφίσα του 1976
Βασικό ζητούμενο ως προς τον σχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών στα σοβιετικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ήταν η ολόπλευρη προετοιμασία των φοιτητών ώστε να αντεπεξέλθουν στα μελλοντικά τους καθήκοντα ως στελεχών της σοβιετικής κοινωνίας και οικονομίας. Για το σκοπό αυτό, πρώτιστη μέριμνα ήταν η απόκτηση μιας ολοκληρωμένης επιστημονικής αντίληψης του κόσμου. Ετσι, οι σπουδές οργανώνονταν κατά τέτοιον τρόπο ώστε οι φοιτητές να κατακτήσουν με επάρκεια τη γνώση των βασικών νόμων που διέπουν την ανάπτυξη της φύσης και της κοινωνίας, να τους κατανοήσουν σε βάθος ώστε να μπορούν να τους εφαρμόσουν σωστά όταν κληθούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους ως εργαζόμενοι, να μπορούν να αναπτύξουν δημιουργικά την επιστημονική τους δραστηριότητα από όποιο πόστο κληθούν να υπηρετήσουν την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας και οικονομίας.

Στη συνέχεια, θα ασχοληθούμε με βασικές πλευρές που αφορούν τη διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών και εν γένει το περιεχόμενο των σπουδών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ, βασιζόμενοι κυρίως στα όσα αναφέρονται σε μελέτη που εκπόνησε το 1968, για το Διεθνές Ινστιτούτο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού της UNESCO, ομάδα Σοβιετικών επιστημόνων με επικεφαλής τον K. Nozhko.

Η λογική της διάρθρωσης των προγραμμάτων σπουδών

Τα προγράμματα σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα αναθεωρούνταν τακτικά, για να ενσωματώνονται στις σπουδές τα νεότερα επιτεύγματα της εκάστοτε επιστήμης, οι σημαντικές σχετικές εξελίξεις τόσο από το πεδίο της επιστημονικής έρευνας, όσο και από την παραγωγή, η εμπειρία από την εφαρμογή της επιστήμης στις παραγωγικές δομές της σοβιετικής οικονομίας και οι απαιτήσεις που απορρέουν από αυτή.

Σε ό,τι αφορά τη διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών, έμφαση δινόταν στη λογική αλληλουχία των θεμάτων και των μαθημάτων, στις μεταξύ τους συνδέσεις και την ακολουθούμενη διαδικασία και μεθοδολογία μελέτης του εκάστοτε θέματος και αντικειμένου.


Σε ένα τυπικό πρόγραμμα σπουδών σε ένα σοβιετικό πανεπιστήμιο στα τέλη της δεκαετίας του 1960, διδάσκονταν περίπου 40 με 50 διαφορετικά αντικείμενα, τα οποία κατανέμονταν σε τρεις ομάδες (κύκλους): Κοινωνικά και οικονομικά θέματα, γενικά μαθήματα επί του επιστημονικού αντικειμένου, εξειδικευμένα θέματα. Στις σχολές μηχανικών υπήρχε σε πολλές περιπτώσεις και ένας τέταρτος κύκλος, που αφορούσε θέματα κοινού επιστημονικού ενδιαφέροντος για τους μηχανικούς όλων των ειδικοτήτων. Επίσης, ένα μέρος των ωρών που προέβλεπε το πρόγραμμα σπουδών, αφορούσε αθλήματα. Ετσι, για παράδειγμα, σε μια σχολή μηχανικών, περίπου το 40% των προβλεπόμενων ωρών στο πρόγραμμα σπουδών αφορούσε τα γενικά μαθήματα επί του επιστημονικού αντικειμένου, το 25 - 40% γενικά θέματα μηχανικής, το 20 - 25% εξειδικευμένα θέματα (σε κάποιες περιπτώσεις το ποσοστό αυτό έφτανε έως και το 40%), το 8 - 10% κοινωνικά και οικονομικά θέματα και περίπου το 3% αθλήματα.

Η πρώτη περίοδος των σπουδών, που κάλυπτε τα πρώτα 3 - 3,5 χρόνια, ήταν εστιασμένη στην αφομοίωση των βασικών ζητημάτων που άπτονται του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, στην εμβάθυνση στις βασικές αρχές της συγκεκριμένης επιστήμης, ώστε ο φοιτητής να αποκτήσει ολοκληρωμένη εποπτεία της επιστήμης του και γερά θεμέλια σε αυτή. Πατώντας πάνω σε αυτήν τη βάση, στη συνέχεια των σπουδών του εστίαζε σε μια πιο συγκεκριμένη περιοχή του επιστημονικού αντικειμένου.

Διδασκαλία της πληροφορικής και των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην πόλη Λβοφ
Διδασκαλία της πληροφορικής και των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην πόλη Λβοφ
Ετσι, στο πρόγραμμα σπουδών των Ηλεκτρολόγων Μηχανικών στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι ώρες κατανέμονταν ως εξής:

  • 390 ώρες σε θέματα κοινωνικών επιστημών. Εξ αυτών, οι 200 ώρες αφορούσαν διαλέξεις και οι 190 σεμινάρια.
  • 2.520 ώρες σε γενικά μαθήματα επί του επιστημονικού αντικειμένου. Εξ αυτών, 1.100 ώρες αφορούσαν διαλέξεις και 1.420 εργαστήρια, πρακτική εξάσκηση και εργασίες - πρότζεκτ.
  • 1.605 ώρες σε εξειδικευμένα θέματα, εκ των οποίων 937 σε διαλέξεις και 668 σε εργαστήρια και πρότζεκτ.
  • 22 βδομάδες για περιόδους πρακτικής άσκησης σε παραγωγικές δομές κ.λπ.
  • 16 βδομάδες για την προετοιμασία της πτυχιακής εργασίας.

Αντίστοιχα, το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος Χημείας του Πανεπιστημίου της Μόσχας περιλάμβανε συνολικά 5.200 ώρες, εκ των οποίων περίπου 2.100 αφορούσαν διαλέξεις, 1.700 εργαστήρια και 1.400 πρακτική άσκηση και σεμινάρια.

Το γεγονός ότι οι σπουδαστές στα σοβιετικά πανεπιστήμια προετοιμάζονταν καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών τους για να αναλάβουν τα καθήκοντα που τους αναλογούσαν ως μελλοντικά στελέχη της σοβιετικής οικονομίας και κοινωνίας αποτυπώνεται και στην ιδιαίτερη μέριμνα που δινόταν ώστε οι φοιτητές να αναπτύσσουν δημιουργικές ικανότητες, να εφαρμόζουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους σε συγκεκριμένα προβλήματα που άπτονται του αντικειμένου των σπουδών τους και προσομοιάζουν σε ζητήματα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν μελλοντικά, ως εργαζόμενοι επιστήμονες. Αναλαμβάνοντας να εκπονήσουν τέτοιου περιεχομένου εργασίες στο πλαίσιο των μαθημάτων τους, οι Σοβιετικοί φοιτητές καλούνταν να εφαρμόσουν τις θεωρητικές γνώσεις που αποκτούσαν από τα μαθήματα σε συνθήκες που προσομοιάζουν με πραγματικές, ώστε να εκπαιδεύονται στην αυτόνομη επιστημονική εργασία.

Η ολόπλευρη προετοιμασία των στελεχών της σοσιαλιστικής κοινωνίας

Μάθημα Γενικής Χημείας στο εργαστήριο Γενικής Χημείας του Πολυτεχνικού Ινστιτούτου του Κιέβου
Μάθημα Γενικής Χημείας στο εργαστήριο Γενικής Χημείας του Πολυτεχνικού Ινστιτούτου του Κιέβου
Από το γεγονός ότι τα σοβιετικά ανώτατα ιδρύματα προετοίμαζαν στελέχη που θα υπηρετούσαν την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας και οικονομίας απορρέει και ένα ξεχωριστό γνώρισμα των σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα.

Στα προγράμματα σπουδών των σχολών φυσικών επιστημών, όπως και των πολυτεχνικών, των ιατρικών, των γεωπονικών κ.λπ. σχολών, περιλαμβάνονταν μαθήματα κοινωνικών επιστημών και οικονομικών. Αντίστοιχα, οι φοιτητές των κοινωνικών επιστημών έρχονταν μέσω των προγραμμάτων σπουδών τους σε επαφή με τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών.

Το σκεπτικό πίσω από αυτήν την επιλογή ήταν ότι οι σύγχρονες φυσικές επιστήμες και η τεχνολογία ολοένα και περισσότερο αλληλοσυνδέονται με τα κοινωνικά προβλήματα της ανθρωπότητας, κάτι που καθιστά απαραίτητο για κάθε επιστήμονα να γνωρίζει και να κατανοεί σε βάθος την ιστορία της κοινωνίας, τους νόμους που διέπουν την εξέλιξή της.

Ετσι, όλοι οι μελλοντικοί επιστήμονες, ανεξάρτητα από την ειδίκευσή τους, μελετούν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους φιλοσοφία και ιστορία, ενώ τα τελευταία χρόνια των σπουδών προσφέρονται ως επιλεγόμενα μαθήματα ηθικής και αισθητικής. Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με το σκεπτικό των σοβιετικών ακαδημαϊκών αρχών, οι μελλοντικοί επιστήμονες μαθαίνουν να σκέπτονται σωστά, να ξεπερνούν τη μονομέρεια στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, να αποφεύγουν το δογματισμό και το σχολαστικισμό.

Με αντίστοιχο σκεπτικό, καθώς η κοινωνική λειτουργία των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας αποκτά διαρκώς αυξανόμενη σημασία και η γνώση των νόμων της φύσης καθίσταται απαραίτητη για τον κάθε άνθρωπο, στα προγράμματα σπουδών στις πανεπιστημιακές σχολές των κοινωνικών επιστημών περιλαμβάνονταν μαθήματα μέσω των οποίων οι φοιτητές αποκτούσαν γνώσεις για τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών και των μαθηματικών. Αλλωστε, στη Σοβιετική Ενωση ήταν συχνό το φαινόμενο φιλόσοφοι, ιστορικοί, νομικοί, οικονομολόγοι κ.ά. να στελεχώνουν σημαντικές θέσεις στη διοικητική δομή του σοβιετικού κράτους και στις κοινωνικές του υπηρεσίες, αναλαμβάνοντας έτσι σημαντικό ρόλο στην προώθηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε τομείς της κοινωνίας όπου η δραστηριότητά τους αλληλοσυνδέονταν άμεσα με την επιστήμη, την τεχνολογία και την οικονομία. Ηταν απαραίτητο, λοιπόν, να αποκτούν επαρκές υπόβαθρο σε αυτούς τους τομείς κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, ανάλογα και με την ειδικότητά τους.

Φοιτητές σε εργαστήριο ρομποτικής
Φοιτητές σε εργαστήριο ρομποτικής
Ετσι, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόσχας οι φοιτητές διδάσκονταν τυπική λογική, στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και στοιχεία μαθηματικής λογικής, ενώ στο Τμήμα Θεωρητικών και Εφαρμοσμένων Γλωσσικών Σπουδών, το 18% των προβλεπόμενων 4.266 ωρών διδασκαλίας στα τέλη της δεκαετίας του 1960 αφορούσε αρχές ανώτερων μαθηματικών. Αντίστοιχα, στις οικονομικές σχολές έδιναν μεγάλη σημασία στα μαθηματικά και την κυβερνητική. Για παράδειγμα, στο Τμήμα Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας, οι φοιτητές διδάσκονταν 200 ώρες ανώτερα μαθηματικά, 90 ώρες θεωρητική στατιστική και 70 ώρες μαθηματικά για τον οικονομικό σχεδιασμό, που συνολικά αντιστοιχούν στο 9% των συνολικά 3.924 ωρών διδασκαλίας του προγράμματός σπουδών τους.

Πιο χαρακτηριστικό, ίσως, είναι το παράδειγμα των τριών τμημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Εκεί, μεταξύ των υποχρεωτικών μαθημάτων στο Τμήμα Φιλοσοφίας, περιλαμβάνονταν 136 ώρες ανώτερων μαθηματικών, 168 ώρες γενικής φυσικής, 100 ώρες χημείας, 140 ώρες βιολογίας και 72 ώρες φυσιολογίας της ανώτερης νευρικής δραστηριότητας, που συνολικά αντιστοιχούν στο 13,6% των συνολικά 4.540 ωρών διδασκαλίας. Στο Τμήμα Λογικής, στα υποχρεωτικά μαθήματα συμπεριλαμβάνονταν 136 ώρες διδασκαλίας ανώτερων μαθηματικών και ισάριθμες ώρες βασικής μαθηματικής λογικής, ενώ προσφέρονταν προς επιλογή 432 επιπλέον ώρες μαθηματικής λογικής. Στο Τμήμα Ψυχολογίας, διδάσκονταν 7 μαθήματα φυσικών επιστημών και μαθηματικών: 272 ώρες ανώτερων μαθηματικών, 72 ώρες αρχών βιολογίας, 204 ώρες φυσιολογίας του ανθρώπου, 136 ώρες ανατομίας και εξέλιξης του νευρικού συστήματος, 172 ώρες φυσιολογίας της ανώτερης νευρικής δραστηριότητας, 60 ώρες νευρολογικών αρχών της ψυχολογίας, 64 ώρες ανθρωπολογίας. Επίσης, διδάσκονταν και το μάθημα «Εφαρμογές των μαθηματικών μεθόδων στην Ψυχολογία», στις 72 ώρες διδασκαλίας του οποίου οι φοιτητές διδάσκονταν στοιχεία πιθανοτήτων και πληροφορικής. Τα μαθήματα αυτά καταλάμβαναν το 22,1% των συνολικά 4.752 ωρών διδασκαλίας.


Παράλληλα με τα μαθήματα, στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα υπήρχε ένα εκτεταμένο δίκτυο πολιτιστικών και άλλων λεσχών, με πλούσια δραστηριότητα. Η συμμετοχή στις λέσχες αυτές δεν ήταν μέρος των υποχρεώσεων των φοιτητών, όμως ένα μεγάλο μέρος τους συμμετείχε στις δραστηριότητές τους και παρήγαγαν πολιτιστικό έργο υψηλού επιπέδου. Ετσι, υπήρχαν πολλές θεατρικές ομάδες, χορωδίες, μουσικά σύνολα, μπαλέτα κ.ά. που έδιναν παραστάσεις ακόμα και στο εξωτερικό.

Επίσης, ιδιαίτερη σημασία δινόταν στη σωματική άσκηση και τη φυσική αγωγή των σπουδαστών. Πέραν των υποχρεωτικών αντίστοιχων μαθημάτων στα οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, προσφέρονταν και αρκετά επιλεγόμενα μαθήματα φυσικής αγωγής και αθλημάτων, ενώ παράλληλα οι φοιτητές μπορούσαν να λάβουν μέρος και σε πολλές αθλητικές δραστηριότητες, καθώς και να συμμετέχουν στις ομάδες των διαφόρων αθλημάτων που υπήρχαν σε όλα τα ιδρύματα.

Η πρακτική άσκηση ουσιαστικό μέρος των σπουδών

Ενα επιπλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα των σπουδών στα σοβιετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, πέραν της επικέντρωσης στην πρόσκτηση των βασικών θεωρητικών αρχών του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, ήταν η έμφαση στην πολύπλευρη πρακτική άσκηση των σπουδαστών.

Η πρακτική άσκηση δεν αφορούσε μόνο μια καθορισμένης διάρκειας περίοδο, η οποία εντασσόταν στο πρόγραμμα σπουδών, αλλά διέπνεε το σύνολο των σπουδών. Ετσι, πέραν της περιόδου αυτής (αλλά και άλλων αντίστοιχων, μικρότερης διάρκειας), οι φοιτητές εξασκούνταν στην πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών γνώσεων που αποκτούσαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους με διάφορους τρόπους, είτε μέσω εργαστηριακών ασκήσεων είτε με επισκέψεις σε παραγωγικές και κοινωνικές δομές σχετικές με την ειδικότητά τους είτε με την εκπόνηση εργασιών για θέματα που αφορούν πρακτικά προβλήματα που αναδύονταν από την πείρα από τις σοβιετικές παραγωγικές και κοινωνικές δομές. Τέτοιου χαρακτήρα ήταν και η πτυχιακή εργασία που εκπονούσαν στο τέλος των σπουδών τους. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι σημαντικό μέρος και των θεωρητικών μαθημάτων και των ασκήσεων που επιλύονταν από τους φοιτητές αφορούσε πρακτικά προβλήματα που είχαν να κάνουν με την ειδικότητά τους.

Το κυρίως κτίριο του κρατικού Πανεπιστημίου του Κιέβου
Το κυρίως κτίριο του κρατικού Πανεπιστημίου του Κιέβου
Σημαντικές αλλαγές σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση της πρακτικής άσκησης των σπουδαστών σε παραγωγικές και κοινωνικές δομές στο πρόγραμμα σπουδών υπήρξαν μετά το 1965, καθώς διαπιστώθηκαν αδυναμίες και αρρυθμίες που επέφεραν οι μεταρρυθμίσεις του 1958 (βλ. προηγούμενο μέρος του αφιερώματος), με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

Η περίοδος αυτή της πρακτικής άσκησης τοποθετήθηκε έκτοτε μετά την ολοκλήρωση του τρίτου έτους των σπουδών, ενώ με τις αλλαγές του 1958 είχε ενταχθεί στο πρώτο έτος.

Ετσι, ο σπουδαστής συμπληρώνει την προετοιμασία του για τη μελλοντική επαγγελματική του αποκατάσταση με πρακτική εργασία σε παραγωγική ή κοινωνική δομή στην οποία μπορεί να συμβάλλει δουλεύοντας πάνω στο αντικείμενο σπουδών του, έχοντας προηγουμένως αποκτήσει, κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών των σπουδών του, ένα στέρεο θεωρητικό υπόβαθρο στην επιστήμη του.

Διδακτικές καινοτομίες

Στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ εφαρμόζονταν διάφορες μέθοδοι διδασκαλίας, κοινή συνισταμένη των οποίων ήταν η μέριμνα για την όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάπτυξη των κλίσεων και των ικανοτήτων των φοιτητών, καθώς και ο συνδυασμός θεωρίας και πράξης. Μάλιστα, στη διάρκεια των χρόνων δοκιμάστηκαν διάφορες πρωτοποριακές μέθοδοι, με στόχο τη βελτιστοποίηση της διδακτικής διαδικασίας, καθώς και την ενσωμάτωση σε αυτή σύγχρονων τεχνικών μέσων.

Για παράδειγμα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ερευνητικές ομάδες από πανεπιστημιακά ινστιτούτα της Μόσχας προσπαθούσαν συνδυασμένα να αναπτύξουν υπολογιστικές διατάξεις που θα αξιοποιούνταν στη διδακτική διαδικασία. Παράλληλα, ιδιαίτερα στα προχωρημένα έτη σπουδών, τα ιδρύματα πειραματίζονταν με διάφορες διδακτικές μεθόδους ώστε να πετύχουν τον καλύτερο συνδυασμό θεωρητικής και πρακτικής γνώσης.

Για παράδειγμα, σε κάποιες περιπτώσεις συγκροτούνταν μικρές ομάδες (μέχρι 7 φοιτητές), στις οποίες, με την ευθύνη ενός διδάσκοντα, συνδυάζονταν οι διαλέξεις με σεμιναριακού τύπου μαθήματα και πρακτική εξάσκηση σε πραγματικές συνθήκες και προσομοιώσεις τους με τη χρήση υπολογιστικών μέσων και μεθόδων.

Π.χ. στο Ινστιτούτο Ηλεκτρικής Ενέργειας της Μόσχας, στο μάθημα για τις Θερμικές Μηχανές, το ακαδημαϊκό έτος 1962 - 1963 οι 90 ώρες διδασκαλίας μοιράζονταν σε 54 ώρες διαλέξεων, 18 ώρες πρακτικής άσκησης και 18 ώρες εργαστηρίου. Με την εφαρμογή της προαναφερθείσας μεθόδου, το επόμενο ακαδημαϊκό έτος (1963 - 1964), οι ώρες των διαλέξεων περιορίστηκαν σε 36, με τον διδάσκοντα να χρησιμοποιεί σύγχρονα μέσα για να εστιάσει στα ουσιαστικά σημεία της διδακτέας ύλης, στα νέα υλικά και τις κατασκευαστικές μεθόδους, καθώς και στα νέα στοιχεία που προέκυψαν από την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας μετά την έκδοση των εγχειριδίων. Από μεριάς τους, οι φοιτητές καλούνταν να αξιοποιήσουν τις σημειώσεις και το εγχειρίδιο ώστε να καλύψουν το υπόλοιπο μέρος, που αφορούσε κυρίως την περιγραφή της λειτουργίας των διαφόρων μηχανών και των πιο απλών μερών τους κ.ο.κ. Παράλληλα, οι 18 ώρες που έμεναν διαθέσιμες από τον περιορισμό των διαλέξεων, αξιοποιούνταν για την εξάσκηση των φοιτητών σε δομημένα προβλήματα με τη χρήση σύγχρονων υπολογιστικών μεθόδων και μέσων. Στόχος, μεταξύ άλλων, ήταν να περιοριστεί ο παθητικός χαρακτήρας της συμμετοχής των φοιτητών στη διδακτική διαδικασία, αλλά και να αναβαθμιστεί το επίπεδο της ενασχόλησης των φοιτητών με πρακτικά προβλήματα, ώστε π.χ. να μην αναλώνονται μόνο σε απλούς υπολογισμούς, αλλά να αποκτούν συνολική εποπτεία των ζητημάτων που αφορούν το εκάστοτε συγκεκριμένο θέμα και προκύπτουν σε πραγματικές συνθήκες.

Παράλληλα, γινόταν προσπάθεια ώστε και η αξιολόγηση των φοιτητών να εστιάζει στην ικανότητά τους να ανταποκρίνονται σε τέτοια προβλήματα, αξιοποιώντας με ορθολογικό και δημιουργικό τρόπο τις θεωρητικές τους γνώσεις. Αυτός είναι και ένας λόγος για τον οποίο π.χ. υπήρχε έντονος προβληματισμός για το κατά πόσον η αξιολόγηση των φοιτητών μέσω ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής ήταν ο πλέον δόκιμος τρόπος.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές

Οσοι φοιτητές ξεχώριζαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους για την κλίση τους στην επιστημονική εργασία και ενδιαφέρονταν να συνεχίσουν την επιστημονική τους σταδιοδρομία εργαζόμενοι στα σοβιετικά πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, είχαν τη δυνατότητα να συνεχίσουν σε μεταπτυχιακές σπουδές.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές στη Σοβιετική Ενωση είχαν, έτσι, διαφορετικό χαρακτήρα από αυτόν στα σύγχρονα αστικά πανεπιστήμια. Η διαφορά αυτή έγκειται στο γεγονός ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές δε συμπλήρωναν απλώς τις προπτυχιακές, παρέχοντας επιπρόσθετα προσόντα στους αποφοίτους, αλλά ολοκλήρωναν την προετοιμασία όσων θα ασκούσαν συγκεκριμένα επαγγέλματα, συνεχίζοντας και στην επαγγελματική τους πορεία την ακαδημαϊκή τους διαδρομή.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές διαρκούσαν τρία χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων οι μεταπτυχιακοί φοιτητές, καθοδηγούμενοι από πεπειραμένους και καταξιωμένους καθηγητές, προετοιμάζονταν για την επιστημονική τους σταδιοδρομία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές εμβάθυναν στη φιλοσοφία, μάθαιναν μια ξένη γλώσσα, μαθηματικά, εξοικειώνονταν με τις νεότερες επιστημονικές θεωρίες, έπαιρναν μαθήματα παιδαγωγικής και επιτελούσαν επιστημονική - ερευνητική εργασία σε ένα εξειδικευμένο θέμα.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές ολοκληρώνονταν με την εκπόνηση διατριβής, με την επιτυχή υπεράσπιση της οποίας ο φοιτητής αποκτούσε τον ακαδημαϊκό τίτλο «kandidat» της εκάστοτε επιστήμης. Ο τίτλος αυτός είναι αντίστοιχος του διδακτορικού στα σύγχρονα αστικά πανεπιστήμια.

Κατόπιν, συνεχίζοντας την ακαδημαϊκή διαδρομή, ο νέος επιστήμονας είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τον τίτλο «doktor» του εκάστοτε επιστημονικού αντικειμένου, προετοιμάζοντας και υπερασπίζοντας τη σχετική διατριβή του. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, κάτι αντίστοιχο με την «υφηγεσία» που υπήρχε παλιότερα και στην Ελλάδα.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ