Κυριακή 15 Μάρτη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ
«Το ζήτημα είναι να αλλάξουμε τον κόσμο»

126 χρόνια από το θάνατο του θεμελιωτή της κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου

«Οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα, όμως, είναι να τον αλλάξουμε».

Καρλ Μαρξ: «Θέσεις για τον Φόυερμπαχ».

* * *

Στις 14 Μάρτη του 1883, ο Καρλ Μαρξ, ο άνθρωπος που, με το θεωρητικό και πολιτικό του έργο, αλλά και την πρακτική του δράση, έγινε ο θεμελιωτής της κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, του Επιστημονικού Κομμουνισμού, του Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού, άφησε την τελευταία του πνοή, στο Λονδίνο. Ο Μαρξ ανέλυσε επιστημονικά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ανακάλυψε τις εγγενείς αντιφάσεις του και απέδειξε το αντικειμενικό πέρασμα της κοινωνίας «από το βασίλειο της αναγκαιότητας, στο βασίλειο της ελευθερίας», στη Δικτατορία του Προλεταριάτου, ως θεμελιακή προϋπόθεση για την οικοδόμηση του Κομμουνισμού. Μετά το θάνατό του, η επιστημονική κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης πήρε το όνομά του: «Μαρξισμός».

«Ολη η μεγαλοφυΐα του Μαρξ - έλεγε ο Λένιν - βρίσκεται στο ότι έδωσε απαντήσεις στα ερωτήματα που είχε ήδη θέσει η πρωτοπόρα σκέψη της ανθρωπότητας. Η διδασκαλία του γεννήθηκε σαν κατευθείαν κι άμεση συνέχιση της διδασκαλίας των πιο μεγάλων εκπροσώπων της φιλοσοφίας, της πολιτικής οικονομίας και του σοσιαλισμού» (Λένιν: «Για τον Καρλ Μαρξ και τη θεωρία του»).

Ο μαρξισμός, ιστορική αναγκαιότητα

Δεν μπορεί κανείς να δει τον Μαρξ έξω από την εποχή του και, φυσικά, την εποχή μας. Την εποχή, δηλαδή, της εδραίωσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, της βιομηχανικής επανάστασης, της προόδου στην ιστορική εξέλιξη που έφερε η αστική τάξη, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις συνθήκες περάσματος της ίδιας στην παρακμή και στην αντίδραση, αλλά και την εργατική τάξη, το νεκροθάφτη της. Ο μαρξισμός ήταν ιστορική αναγκαιότητα της εποχής του καπιταλισμού.

Ο Μαρξ μελέτησε κριτικά τη φιλοσοφία από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες του και στάθηκε ιδιαίτερα στη γερμανική κλασική φιλοσοφία (Χέγκελ - Φόυερμπαχ). Από τον Φόυερμπαχ αξιοποίησε τον υλισμό και απέρριψε τον ιδεαλισμό του. Στον Χέγκελ ανακάλυψε τη βασική εσωτερική του αντίθεση ανάμεσα στο σύστημα (ιδεαλιστικό) και τη μέθοδο (διαλεκτική). Απέρριψε τον ιδεαλισμό και πήρε τη διαλεκτική του μέθοδο. Ενωσε, όμως, οργανικά τον υλισμό με τη διαλεκτική και έτσι δημιουργήθηκε ο Διαλεκτικός Υλισμός, γεγονός που σήμανε και την ολοκληρωτική ήττα του ιδεαλισμού και της μεταφυσικής.

Σε σχέση με την ανακάλυψη του νόμου εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας, ο Μαρξ απέδειξε επιστημονικά το αναπόφευκτο του περάσματος από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, στην αταξική κοινωνία, με κινητήριο μοχλό την ταξική πάλη, την οποία όπως είπε ο ίδιος δεν την ανακάλυψε αυτός, αλλά άλλοι πριν απ' αυτόν. «Ολη η ως τώρα ιστορία των κοινωνιών είναι ιστορία της ταξικής πάλης», γράφει μαζί με τον Ενγκελς («Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»).

«Το όνομά του και το έργο θα ζήσουν στους αιώνες»

Οταν ο Φρίντριχ Ενγκελς έκλεινε το λόγο του πάνω στον τάφο του Καρλ Μαρξ, στις 18 Μάρτη 1883, δηλαδή τέσσερις μέρες μετά το θάνατό του, έλεγε: «To όνομά του και το έργο του θα ζήσουν στους αιώνες!».

«Οπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νόμο εξέλιξης της οργανικής φύσης - έλεγε ο Ενγκελς - έτσι ο Μαρξ ανακάλυψε το νόμο της εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας: το σκεπασμένο ίσαμε τώρα με ιδεολογικά επιστρώματα απλό γεγονός, ότι οι άνθρωποι, πριν απ' όλα πρέπει να τρώνε, να πίνουν, να έχουν κατοικία και να ντύνονται, προτού αρχίσουν να ασχολούνται με την πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη θρησκεία κλπ. Οτι επομένως η παραγωγή των άμεσων υλικών μέσων συντήρησης και κατά συνέπεια η κάθε φορά βαθμίδα της οικονομικής ανάπτυξης ενός λαού ή μιας χρονικής περιόδου, αποτελεί τη βάση απ' όπου εξελίχθηκαν οι κρατικοί θεσμοί, οι αντιλήψεις για το δίκαιο, την τέχνη, ακόμα και οι θρησκευτικές παραστάσεις των ανθρώπων της εποχής, τη βάση απ' όπου επομένως πρέπει να εξηγηθούν και όχι αντίθετα - όπως συνέβαινε ίσαμε τώρα.

Μα αυτό δεν είναι όλο. Ο Μαρξ ανακάλυψε επίσης τον ειδικό νόμο κίνησης του σημερινού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και της αστικής κοινωνίας που προέρχεται απ' αυτόν. Με την ανακάλυψη της υπεραξίας φωτίστηκαν με μιας όλα, ενώ όλες οι προηγούμενες έρευνες, τόσο των αστών οικονομολόγων, όσο και των σοσιαλιστών κριτικών είχαν πλανηθεί στο σκοτάδι».

Ο Μαρξ, από την εποχή της Κομμούνας του Παρισιού, στα 1871, έγραφε για την εργατική τάξη: «Κι όμως ήταν η πρώτη επανάσταση με την οποία η εργατική τάξη αναγνωρίστηκε ανοιχτά, σαν η μόνη τάξη που ήταν ακόμη ικανή για κοινωνική πρωτοβουλία. Αναγνωρίστηκε ακόμα και από τη μεγάλη μάζα της μεσαίας τάξης του Παρισιού - από τους μαγαζάτορες, τους βιοτέχνες, τους εμπόρους - εκτός μόνο από τους πλούσιους κεφαλαιοκράτες» («Εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», «Διαλεχτά έργα» τόμ. 1ος, σελ. 627).

Η μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας τον οδήγησε στη μελέτη και έρευνα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, τους οικονομικούς του νόμους. Τα αποτελέσματα αυτής της δραστηριότητας αποτυπώθηκαν στο αξεπέραστο επιστημονικό του έργο «Το Κεφάλαιο». Σ' αυτό απέδειξε ότι η ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής οδηγεί αντικειμενικά και αναπόφευκτα στον ανώτερο κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής, ενώ για την έρευνα και τη μελέτη του ακολούθησε τη διαλεκτική μέθοδο, αποδεικνύοντας, ταυτόχρονα, ότι οι νόμοι κίνησης της κοινωνίας είναι αντικειμενικοί, ανεξάρτητοι από τη θέληση των ανθρώπων, αλλά δρουν μέσω της δράσης των ανθρώπων.

«Ο αγώνας ήταν το στοιχείο του»

Το έργο του Καρλ Μαρξ δεν αναλώθηκε μόνο στη διαμόρφωση της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού. Ηταν ο ίδιος άνθρωπος της δράσης.

«Η επιστήμη ήταν για τον Μαρξ μια ιστορικά κινητήρια επαναστατική δύναμη, θα πει ο Ενγκελς. Οσο μεγάλη χαρά κι αν αισθανόταν για κάθε νέα ανακάλυψη, σε οποιαδήποτε θεωρητική επιστήμη που δεν μπορούσε ίσως να προβλεφτεί ακόμα καθόλου η πραχτική της εφαρμογή - αισθανόταν μια εντελώς αλλιώτικη χαρά, όταν επρόκειτο για μια ανακάλυψη που επιδρούσε αμέσως επαναστατικά στη βιομηχανία και γενικά στην ιστορική εξέλιξη. Ετσι παρακολούθησε επισταμένα την πορεία των ανακαλύψεων στον τομέα του ηλεκτρισμού... Γιατί ο Μαρξ ήταν προπάντων επαναστάτης. Ο πραγματικός σκοπός της ζωής του ήταν να βοηθήσει με έναν οποιονδήποτε τρόπο στην ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας και των κρατικών θεσμών που έχει δημιουργήσει, να πάρει μέρος στην απελευθέρωση του σύγχρονου προλεταριάτου, που αυτός του έδωσε για πρώτη φορά τη συνείδηση της θέσης του και των αναγκών του, τη συνείδηση των όρων της χειραφέτησής του. Ο αγώνας ήταν το στοιχείο του. Και αγωνίστηκε με πάθος, επιμονή, με επιτυχία, όσο λίγοι». (Φρ. Ενγκελς, «Λόγος στον τάφο του Καρλ Μαρξ», Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», Εκδόσεις «Γνώσεις», τόμ. 2, σελ. 188-189).

Και ο ίδιος ο Μαρξ έλεγε για το έργο του πως «ό,τι καινούριο έκανα εγώ ήταν για να αποδείξω:

1. Οτι η ύπαρξη των τάξεων συνδέεται απλώς με ορισμένες φάσεις ανάπτυξης της παραγωγής,

2. ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου,

3. ότι η ίδια αυτή η δικτατορία αποτελεί μονάχα το πέρασμα στην κατάργηση όλων των τάξεων και σε μια αταξική κοινωνία». (Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», τ. 1, σελ. 530).

Ο Καρλ Μαρξ για τις οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού

«Το κεφάλαιο, κριτική της πολιτικής οικονομίας», Τόμος I
«Το κεφάλαιο, κριτική της πολιτικής οικονομίας», Τόμος I
Η οικονομική κρίση στις καπιταλιστικές οικονομίες αναζωπύρωσε τις συζητήσεις, για το χαρακτήρα της, την αιτία της, την αντιμετώπισή της, τις μορφές διαχείρισής της, προκειμένου οι συνέπειες για το κεφάλαιο να είναι όσο γίνεται λιγότερο οδυνηρές. Αλλωστε, κρίση σημαίνει και καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, επομένως και ενός τμήματος του κεφαλαίου. Το τελευταίο είναι υπερτιμημένο και πρέπει να έρθει στα ίσα του, αυτό θα το κάνει η κρίση, αλλά ταυτόχρονα ωθεί και στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Οδυνηρές, βεβαίως, είναι οι συνέπειες για την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα στα οποία ρίχνουν τα βάρη της κρίσης οι αστικές κυβερνήσεις. Οι απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος, ανάμεσά τους και οι οπορτουνιστές, ανάγοντας την αιτία της οικονομικής κρίσης στη μορφή διαχείρισης, αφαιρούν ή συγκαλύπτουν το έδαφος στο οποίο εκδηλώνεται, δηλαδή τον ίδιο τον καπιταλισμό. Οπως και το γεγονός ότι η εκδήλωσή της είναι νομοτελειακή, αντικειμενικό γεγονός, πέρα και έξω από τη θέληση των ανθρώπων. Γιατί η αιτία της οικονομικής κρίσης βρίσκεται στη βασική αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Ετσι εκδηλώνεται η τυχοδιωκτική πολιτική των οπορτουνιστών. Με τη συγκάλυψη της αιτίας της κρίσης, την εξαφάνιση της αντικειμενικότητας της εμφάνισής της, με προβολή πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού για την αντιμετώπισή της, συσκοτίζουν στη συνείδηση της εργατικής τάξης το δρόμο για την αντιμετώπιση της κρίσης σε όφελος των συμφερόντων της, που σημαίνει ταξική πάλη για την ικανοποίηση όλων των αναγκών της στη ρότα κατάργησης της αιτίας που δημιουργεί και αναπαράγει την κρίση, δηλαδή κατάργησης της αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Που οδηγεί ευθέως στην αναγκαιότητα της κοινωνικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της, άρα και στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, και στην αντικατάστασή της από την κοινωνική ιδιοκτησία. Δηλαδή, στην κατάργηση του καπιταλισμού και στο επαναστατικό πέρασμα στο σοσιαλισμό. Ετσι, αστοί αναλυτές, και ιδιαίτερα οι οπορτουνιστές, επικαλούνται τον Μαρξ για την ερμηνεία της κρίσης, αλλά τον αρνούνται ως προς το οριστικό ξεπέρασμά της. Πολύ περισσότερο, καλούν την εργατική τάξη από κοινού με τους καπιταλιστές να αντιμετωπίσουν την κρίση. Δηλαδή, οδηγούν στη διαιώνιση της υποταγής της στο κεφάλαιο.

Μαχητική ταξική δράση

Το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»
Το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»
Η οικονομική κρίση πρέπει να οδηγήσει σε μαχητική ταξική δράση την εργατική τάξη. Που ταυτόχρονα πρέπει να βγάλει σωστά πολιτικά συμπεράσματα. Με βασικό το ότι μπορούν να στηρίζονται με μεγαλύτερη πεποίθηση στο ΚΚΕ, να το τροφοδοτούν με τη δική τους συμμετοχή στην οργανωμένη πάλη ενάντια στους καπιταλιστές, με αντίσταση και απειθαρχία στα καλέσματα της ταξικής συνεργασίας από τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό, από τις αστικές ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις και από τους κυβερνητικούς και ευρωενωσιακούς μηχανισμούς, όπως και από τα κόμματα του «ευρωμονόδρομου». Πιο αποφασιστικά και μαζικά να εγκαταλείψουν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και τους συνοδοιπόρους τους, και να στηρίξουν το ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ πάντα αποκάλυπτε, αλλά ιδιαίτερα μετά το 1991, την απάτη περί αέναης ανάπτυξης του καπιταλισμού, ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας με δήθεν κοινό όφελος για εργάτες και καπιταλιστές. Μίλησε για το αναπόφευκτο της οικονομικής κρίσης για όλες τις καπιταλιστικές οικονομίες. Πρόβλεψε την κρίση, το αναπόφευκτο μιας βαθιάς και απότομης όξυνσης όλων των κοινωνικών αντιθέσεων και των ενδοϊμπεριαλιστικών. Οι σημερινές συνθήκες επιβάλλουν να επιταχυνθούν οι διεργασίες ανάλογης ανασύνταξης του εργατικού κινήματος σε ταξική κατεύθυνση. Αυτό είναι και ένα από τα ζητούμενα της περιόδου μεταξύ 18ου και 19ου Συνεδρίου, και ένα από τα βασικά καθήκοντα του Κόμματος με βάση τις Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου.

Αυτό που έχει σημασία είναι, με τη δική μας ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση, να συμβάλουμε ώστε η εργατική τάξη να μπορεί να διαμορφώνει όσο γίνεται βαθύτερη αντικαπιταλιστική συνείδηση, να οξύνει παραπέρα την ταξική πάλη, να επαγρυπνά ώστε να μην πισωγυρίζει.

Να μην υποταχτεί στην άποψη ότι μπορεί να μπει φραγμός στην αναρχία της αγοράς με την προγραμματισμένη παρέμβαση και ρύθμιση σε όφελός της, αν αλλάξει η διαχείριση και να κυριαρχήσει ως απάντηση «στη σύγχρονη αναρχία σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης».

Η υπερπαραγωγή

Πορτρέτο του Καρλ Μαρξ
Πορτρέτο του Καρλ Μαρξ
Το καπιταλιστικό κράτος με την όποια παρέμβασή του, που υπάρχει και συνεχίζει, δεν μπορεί να αναιρέσει το αυθόρμητο στην καπιταλιστική παραγωγή, επομένως να βάλει τέρμα καταργώντας τον κύκλο της κρίσης. Την καπιταλιστική παραγωγή τη χαρακτηρίζει η αναρχία. Δεν μπορεί να υπάρξει γενικευμένη ρύθμιση και προγραμματισμός που να καταργήσουν τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις του συστήματος.

Ταυτόχρονα, χρειάζεται ιδεολογική παρέμβαση και αποκάλυψη αστικών και οπορτουνιστικών αντιλήψεων, αθώωσης των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής, δηλαδή της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Αυτές οι σχέσεις είναι η αιτία της κρίσης, η οριστική αντιμετώπιση της οποίας απαιτεί την κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.

Στο «Κεφάλαιο», ο Μαρξ απέδειξε ότι αντικειμενικά ο καπιταλισμός θα αντικατασταθεί από τον ανώτερο, κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής. Οτι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα. Και απέδειξε ότι αντικειμενικά και μέσω της δράσης των ίδιων των νόμων κίνησης του καπιταλισμού φτάνει στο τέλος του. Το εξηγεί μιλώντας για την ιστορική τάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης («Κεφάλαιο», τ. 1ος), αλλά και με τη μελέτη της μετοχικής εταιρείας («Κεφάλαιο», τ. 3ος), αποδεικνύοντας ότι η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, φτάνοντας στο ανώτατο όριό της, κάνει περιττούς τους καπιταλιστές, αφού μετατρέπονται σε απλούς ιδιοκτήτες κεφαλαίου, μην έχοντας καμιά σχέση με την οργάνωση της παραγωγής.

Το γεγονός ότι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα διαπιστώνεται από την όξυνση της βασικής του αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, και από την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης.

Οι καπιταλιστές αυξάνουν την παραγωγικότητα, αυξάνοντας τη μάζα των κερδών τους, αλλά αυτή η τάση οδηγεί στην πτώση του ποσοστού του κέρδους, που σημαίνει ότι αντικειμενικά δυσκολεύεται η αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Εδώ βρίσκεται και η στενότητα των ορίων του, το αναπόφευκτο της ανατροπής του.

Οι Μαρξ και Ενγκελς συζητάνε με εργάτες. Εργο του A. Venetsian, 1961
Οι Μαρξ και Ενγκελς συζητάνε με εργάτες. Εργο του A. Venetsian, 1961
Ας δούμε πώς το παρουσιάζει. «Εξαλλου, μια και το ποσοστό της αξιοποίησης του συνολικού κεφαλαίου, το ποσοστό του κέρδους, αποτελεί το κίνητρο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής (ακριβώς όπως η αξιοποίηση του κεφαλαίου αποτελεί το μοναδικό της σκοπό), η πτώση του ποσοστού του κέρδους επιβραδύνει το σχηματισμό καινούργιων αυτοτελών κεφαλαίων και εμφανίζεται έτσι απειλητική για την ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού προτσές παραγωγής, προάγει την υπερπαραγωγή, την κερδοσκοπία, τις κρίσεις, την εμφάνιση περίσσιου κεφαλαίου, παράλληλα με τον περίσσιο πληθυσμό. Οι οικονομολόγοι, λοιπόν, που, όπως ο Ρικάρντο, θεωρούν απόλυτο τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, νιώθουν εδώ ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής δημιουργεί φραγμό στον ίδιο τον εαυτό του, και γι' αυτό αποδίδουν το φραγμό αυτό όχι στην παραγωγή, αλλά στη φύση (στη διδασκαλία για την γαιοπρόσοδο). Το κύριο, όμως, που τους κάνει να τρομάζουν μπρος στο μειωνόμενο ποσοστό του κέρδους, είναι η διαίσθηση ότι ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σκοντάφτει σ' έναν φραγμό, που δεν έχει καμιά σχέση με την παραγωγή του πλούτου σαν τέτοιου. Και αυτός ο ιδιόμορφος φραγμός μαρτυράει τον περιορισμένο στο χρόνο και τον ιστορικό, παροδικό μόνο χαρακτήρα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Μαρτυράει ότι δεν αποτελεί απόλυτο τρόπο παραγωγής για την παραγωγή του πλούτου, ότι μάλλον σε μια ορισμένη βαθμίδα έρχεται σε σύγκρουση με την παραπέρα ανάπτυξή του» («Το Κεφάλαιο» τρίτος τόμος, σελ. 306).


Πώς και γιατί προάγει την υπερπαραγωγή; Οι καπιταλιστές παράγοντας για το κέρδος είναι υποχρεωμένοι να αυξάνουν την παραγωγικότητα. Η ίδια η τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει τούς οδηγεί σ' αυτό που σημαίνει ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης της εργασίας, δηλαδή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή μέσα παραγωγής που αυξάνουν στον ίδιο χρόνο τη μάζα της παραγωγής εμπορευμάτων ακόμη και με λιγότερη χρησιμοποίηση εργατικής δύναμης, δηλαδή εργατών.

Ας δούμε πώς το δίνει ο Μαρξ.

«Η σχετική μείωση του μεταβλητού κεφαλαίου έναντι του σταθερού, που συμβαδίζει με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ωθεί στην ανάπτυξη του εργατικού πληθυσμού, ενώ δημιουργεί διαρκώς τεχνητό υπερπληθυσμό. Η συσσώρευση του κεφαλαίου εξεταζόμενη από την πλευρά της αξίας, επιβραδύνεται από το μειωνόμενο ποσοστό του κέρδους, και επιταχύνει έτσι τη συσσώρευση των αξιών χρήσης, η οποία με τη σειρά της επιταχύνει την πορεία της συσσώρευσης από άποψη αξίας.

Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή τείνει πάντα να ξεπεράσει αυτά τα εσωτερικά της όρια, τα ξεπερνάει, όμως, μόνο με μέσα, που της αντιτάσσουν εκ νέου και σε πιο τεράστια κλίμακα αυτά τα όρια.

Το αληθινό όριο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής είναι το ίδιο το κεφάλαιο, είναι το γεγονός ότι το κεφάλαιο και η αυτοαξιοποίησή του εμφανίζονται σαν αφετηρία και τέρμα, σαν κίνητρο και σκοπός της παραγωγής, ότι η παραγωγή είναι μόνο παραγωγή για το κεφαλαίο και όχι αντίστροφα, ότι δηλαδή τα μέσα παραγωγής είναι απλά μέσα για μια διαρκώς διευρυνόμενη διαμόρφωση του προτσές της ζωής για την κοινωνία των παραγωγών. Τα όρια, μέσα στα οποία μόνο μπορούν να κινηθούν η διατήρηση και η αξιοποίηση της κεφαλαιακής αξίας, οι οποίες βασίζονται στην απαλλοτρίωση και στην πτώχευση της μεγάλης μάζας των παραγωγών, τα όρια αυτά βρίσκονται γι' αυτό διαρκώς σε αντίφαση με τις μεθόδους παραγωγής, που είναι υποχρεωμένο να χρησιμοποιήσει το κεφάλαιο για το σκοπό του και που τείνουν προς απεριόριστη αύξηση της παραγωγής, προς την παραγωγή σαν αυτοσκοπό, προς την απεριόριστη ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας. Το μέσο - απεριόριστη ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας - έρχεται σε διαρκή σύγκρουση με τον περιορισμένο σκοπό της αξιοποίησης του υπάρχοντος κεφαλαίου. Αν λοιπόν ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής είναι ένα μέσο ιστορικής σημασίας για την ανάπτυξη της υλικής παραγωγικής δύναμης και για τη δημιουργία της αντίστοιχης σ' αυτήν παγκόσμιας αγοράς, αποτελεί ταυτόχρονα τη μόνιμη αντίφαση ανάμεσα σ' αυτό το ιστορικό του καθήκον και στις αντίστοιχές του κοινωνικές σχέσεις παραγωγής» («Το Κεφάλαιο», τρίτος τόμος, σελ. 316).


Η διαρκής ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σε σχέση με τον περιορισμένο σκοπό της αξιοποίησης του κεφαλαίου οδηγεί στην κρίση.

Η πτώση του ποσοστού κέρδους και η υπερπληθώρα κεφαλαίου

Η σχετική μείωση του μεταβλητού κεφαλαίου σημαίνει μείωση των εργατών, που συμβαδίζει με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ο υπερπληθυσμός είναι οι άνεργοι. Η αναφορά στην αύξηση των αξιών χρήσης σημαίνει αύξηση της παραγωγής προϊόντων για πούληση στην αγορά που θα φέρει στους καπιταλιστές συσσώρευση κεφαλαίου. Εδώ δείχνει την τάση της απεριόριστης αύξησης της παραγωγής που απαιτεί την απεριόριστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Που έρχεται όμως σε αντίφαση με τον περιορισμένο σκοπό της παραγωγής, το κέρδος. Το ποσοστό του οποίου πέφτει. Ταυτόχρονα η πτώση του ποσοστού κέρδους που δεν αναπληρώνεται από τη μάζα του κέρδους δημιουργεί κεφάλαια που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν στην παραγωγή. Τα οποία καταλήγουν στις τράπεζες (Πίστη) και αξιοποιούνται απ' αυτές είτε στα κερδοσκοπικά παιχνίδια μέσω και Χρηματιστηρίου (μετοχές, αγυρτεία), είτε ως αναπασχόλητο κεφάλαιο, γιατί δεν μπορεί να επενδυθεί. Είναι συνέπεια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, της πτώσης του ποσοστού κέρδους που οδηγεί σε υπερσυσσώρευση κεφαλαίου με κομμάτι του που μένει αναξιοποίητο. Εχουμε επομένως υπερσσυσώρευση κεφαλαίου, που δεν μπορεί να μπει στην παραγωγή. Δηλαδή σημάδι κρίσης.

Σχετικά μ' αυτό ο Μαρξ αναφέρει: «Με την πτώση του ποσοστού του κέρδους αυξάνει το ελάχιστο μέγεθος του κεφαλαίου, που απαιτείται να διαθέτει ο ξεχωριστός κεφαλαιοκράτης για την παραγωγική χρησιμοποίηση της εργασίας, του κεφαλαίου που απαιτείται τόσο για την εκμετάλλευση της εργασίας γενικά, όσο και για να είναι ο ξοδεμένος εργάσιμος χρόνος, ο αναγκαίος για την παραγωγή των εμπορευμάτων χρόνος, και να μην ξεπερνάει ο χρόνος αυτός το μέσο κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή των εμπορευμάτων. Και ταυτόχρονα αυξάνει η συγκέντρωση του κεφαλαίου, γιατί, πέρα από ορισμένα όρια, ένα μεγάλο κεφάλαιο με μικρό ποσοστό κέρδους συσσωρεύεται πιο γρήγορα από ένα μικρό κεφάλαιο με μεγάλο ποσοστό κέρδους. Αυτή η αυξανόμενη συγκέντρωση οδηγεί από την πλευρά της, όταν φθάσει ένα ορισμένο επίπεδο, σε νέα πτώση του ποσοστού του κέρδους. Η μάζα των μικρών κατακερματισμένων κεφαλαίων ωθείται έτσι στο δρόμο των περιπετειών: κερδοσκοπία, πιστωτική αγυρτεία, απάτη με τις μετοχές, κρίσεις. Η λεγόμενη πληθώρατου κεφαλαίου αναφέρεται ουσιαστικά πάντα στην πληθώρα εκείνη κεφαλαίου, για το όποιο η πτώση του ποσοστού του κέρδους δεν ισοσταθμίζεται από τη μάζα του - και τέτοιες είναι πάντα οι νέες σχηματιζόμενες φρέσκες καταβολάδες του κεφαλαίου - ή αναφέρεται στην πληθώρα εκείνη που, με τη μορφή της Πίστης, θέτει στη διάθεση των επιχειρηματιών των μεγάλων κλάδων παραγωγής, τα κεφάλαια εκείνα που μόνα τους είναι ανίκανα για αυτοτελή δράση. Η πληθώρα αυτή του κεφαλαίου απορρέει από τις ίδιες συνθήκες, που γεννούν ένα σχετικό υπερπληθυσμό, και γι' αυτό αποτελεί ένα φαινόμενο που συμπληρώνει αυτόν τον τελευταίο, παρ' όλο που και οι δυο βρίσκονται σε αντιτιθέμενους πόλους, αναπασχόλητο κεφάλαιο στη μια πλευρά, και αναπασχόλητος εργατικός πληθυσμός στην άλλη.

Υπερπαραγωγή κεφαλαίου, και όχι ξεχωριστών εμπορευμάτων - αν και η υπερπαραγωγή κεφαλαίου περιλαβαίνει πάντα την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων - δε σημαίνει λοιπόν τίποτα άλλο από υπερσυσσώρευση κεφαλαίου» («Το Κεφάλαιο», τρίτος τόμος, σελ. 317).

Οι δυσκολίες αναπαραγωγής και οι τράπεζες

Στην κρίση λοιπόν υπάρχει συσσωρευμένο κεφάλαιο, το οποίο δεν μπορούν να επενδύσουν, σε συνδυασμό με αναξιοποίητο βιομηχανικό κεφάλαιο, δηλαδή δυσκολία συνέχειας της διευρυμένης αναπαραγωγής, με δεδομένο ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί η παραγωγή, δηλαδή η πούληση εμπορευμάτων.

«Στη διάρκεια της ίδιας της κρίσης, όταν ο καθένας έχει κάτι να πουλήσει και δεν μπορεί να το πουλήσει, ενώ είναι υποχρεωμένος να πουλήσει για να μπορεί να πληρώσει, ακριβώς τότε είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά η μάζα, όχι του αναπασχόλητου κεφαλαίου, του κεφαλαίου που ζητάει να επενδυθεί, αλλά η μάζα του κεφαλαίου που δυσκολεύεται στο προτσές της αναπαραγωγής του, όταν είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά και η έλλειψη πιστώσεων (και γι' αυτό είναι μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά το προεξοφλητικό επιτόκιο των τραπεζιτών). Τότε μεγάλες μάζες του ήδη επενδυμένου κεφαλαίου είναι πράγματι αναπασχόλητες, γιατί σκαλώνει το προτσές αναπαραγωγής. Εργοστάσια παραμένουν κλειστά, πρώτες ύλες σωρεύονται, έτοιμα προϊόντα παραγεμίζουν την αγορά με τη μορφή εμπορευμάτων. Δεν υπάρχει επομένως μεγαλύτερο σφάλμα από το να αποδίδουν την κατάσταση αυτή σε έλλειψη παραγωγικού κεφαλαίου. Τότε ακριβώς υπάρχει υπερπληθώρα παραγωγικού κεφαλαίου, εν μέρει σε σχέση με την κανονική, για την ώρα όμως περιορισμένη, κλίμακα της αναπαραγωγής, εν μέρει σε σχέση με την ελαττωμένη κατανάλωση» («Το Κεφάλαιο», τρίτος τόμος, σελ. 609).

Αυτή η εκτίμηση αποκαλύπτει το γιατί οι κυβερνήσεις στηρίζουν οικονομικά τις τράπεζες. Ελλειψη πιστώσεων σημαίνει ότι λόγω κρίσης οι τράπεζες δε δανείζουν ή δε μεσολαβούν για τη συνέχιση του προτσές της παραγωγής και της κυκλοφορίας εμπορευμάτων, αφού υπάρχει υπερπαραγωγή, επομένως διακοπή της αναπαραγωγής, που σημαίνει κινδύνους αποπληρωμής δανείων, ενώ υπάρχει την ίδια ώρα αναξιοποίητο παραγωγικό κεφάλαιο. Υπάρχουν και οι κίνδυνοι να μην πραγματοποιηθούν πιστώσεις που έχουν ήδη δοθεί πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Εδώ οι τράπεζες πρέπει να στηριχτούν όχι μόνο από τυχόν τέτοιες ζημιές, αλλά και από ζημιές λόγω κερδοσκοπικών δικών τους παιχνιδιών στα Χρηματιστήρια. Από τη σκοπιά τους οι βιομηχανίες ζητούν πιστώσεις για να συνεχίσουν την παραγωγή, αλλά αφού διαπιστώνεται δυσκολία στην πούληση της παραγωγής τους δεν παίρνουν πιστώσεις για να τη συνεχίσουν. Και αυτό ακριβώς γιατί υπάρχει ήδη αδιάθετη παραγωγή.

Αυτό επίσης το δίνει ανάγλυφα ο Μαρξ, ως εξής: «Ας φανταστούμε ότι όλη η κοινωνία αποτελείται μονάχα από βιομηχάνους κεφαλαιοκράτες και από μισθωτούς εργάτες. Ας παραβλέψουμε σε συνέχεια τις διακυμάνσεις των τιμών, που εμποδίζουν μεγάλες μερίδες του συνολικού κεφαλαίου να αναπληρώνονται στις μέσες καταστάσεις τους και που λόγω της γενικής συνάρτησης του συνολικού προτσές αναπαραγωγής, έτσι όπως το αναπτύσσει ιδίως η Πίστη, πρέπει αναπόφευκτα να προκαλούν πάντα προσωρινά γενικά σταματήματα. Ας παραβλέψουμε επίσης τις φαινομενικές συναλλαγές και τις κερδοσκοπικές ανταλλαγές που τις προάγει το πιστωτικό σύστημα. Τότε μια κρίση θα μπορούσε να εξηγηθεί μονό με τις δυσαναλογίες της παραγωγής σε διάφορους κλάδους, και από τη δυσαναλογία ανάμεσα στην κατανάλωση των ίδιων των κεφαλαιοκρατών και στη συσσώρευσή τους. Οπως όμως έχουν τα πράγματα, η αναπλήρωση των επενδυμένων στην παραγωγή κεφαλαίων εξαρτιέται στο μεγαλύτερο μέρος τους από την ικανότητα κατανάλωσης των μη παραγωγικών τάξεων, ενώ η ικανότητα κατανάλωσης των εργατών περιορίζεται εν μέρει από τους νόμους του μισθού εργασίας, και εν μέρει από το γεγονός, ότι τους εργάτες τους απασχολούν τόσο καιρό μόνο, όσο καιρό μπορούν να απασχολούνται επικερδώς από την τάξη των κεφαλαιοκρατών. Η τελική αιτία όλων των πραγματικών κρίσεων παραμένει πάντα η φτώχεια και ο περιορισμός της κατανάλωσης των μαζών, που αντιτίθεται στην τάση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής να αναπτύσσει έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις, λες και το όριό της αποτελείται μόνο από την απόλυτη ικανότητα κατανάλωσης της κοινωνίας.

Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πραγματική έλλειψη παραγωγικού κεφαλαίου, τουλάχιστον στα από κεφαλαιοκρατική άποψη αναπτυγμένα έθνη, παρά μόνο στην περίπτωση κακών εσοδειών, είτε των κύριων μέσων διατροφής, είτε των κυριότερων βιομηχανικών πρώτων υλών.

Σ' αυτήν όμως την εμπορική Πίστη προστίθεται τώρα η καθεαυτό χρηματική Πίστη. Η αμοιβαία πίστωση των βιομηχάνων και των εμπόρων μπλέκεται με τα δάνεια σε χρήμα σ' αυτούς από μέρους των τραπεζιτών και των δανειστών χρήματος. Κατά την προεξόφληση των συναλλαγματικών το δάνειο είναι μόνο ονομαστικό. Ενας εργοστασιάρχης πουλάει το προϊόν του έναντι μιας συναλλαγματικής και προεξοφλεί τη συναλλαγματική αυτή σε έναν bill-broker (μεσίτη συναλλαγματικών).Στην πραγματικότητα ο μεσίτης δανείζει μόνο την πίστωση του τραπεζίτη του, που με τη σειρά του δανείζει το χρηματικό κεφάλαιο των καταθετών του, οι όποιοι αποτελούνται από τους ίδιους τους βιομηχάνους και εμπόρους, αλλά και από εργάτες (μέσω των ταμιευτηρίων), από γαιοκτήμονες και από άλλες μη παραγωγικές τάξεις. Ετσι ο κάθε ατομικός εργοστασιάρχης ή έμπορος αποφεύγει την υποχρέωση να διατηρεί μεγάλο εφεδρικό κεφάλαιο, και την εξάρτησή του από τις πραγματικές χρηματικές επιστροφές. Από την άλλη μεριά, όμως, εν μέρει με τις συναλλαγματικές ευκολίες και εν μέρει με εκείνες τις εμπορευματικές συναλλαγές που έχουν μοναδικό σκοπό την παραγωγή συναλλαγματικών, όλο το προτσές περιπλέκεται τόσο, που μπορεί να εξακολουθεί με όλη την ησυχία της να υπάρχει επί πολύ ακόμα η επίφαση πολύ καλών εργασιών και εύκολων χρηματικών επιστροφών, όταν από καιρό πια οι επιστροφές γίνονταν στην πραγματικότητα εν μέρει σε βάρος εξαπατημένων δανειστών χρήματος και εν μέρει σε βάρος εξαπατημένων παραγωγών. Γι' αυτό, ακριβώς άμεσα πριν από το κραχ, φαίνεται πάντα η επιχείρηση σχεδόν υπερβολικά υγιής. Την καλύτερη απόδειξη γι' αυτό μας την προσφέρουν λ.χ. οι "Reports on Bank Acts" του 1857 και 1858, όπου όλοι οι διευθυντές τραπεζών, οι έμποροι, με δυο λόγια όλοι οι καλεσμένοι εμπειρογνώμονες, με επικεφαλής τον λόρδο Οβερστον, αλληλοσυγχαίρονταν για την άνθηση και την υγεία των εργασιών - ακριβώς ένα μήνα προτού ξεσπάσει η κρίση, τον Αύγουστο του 1857. Και κατά περίεργο τρόπο ο Τουκ, σαν ιστοριογράφος κάθε κρίσης, στο έργο του "Ιστορία των τιμών", επαναλαμβάνει ακόμα μια φορά την αυταπάτη αυτή. Οι επιχειρήσεις είναι πάντα υγιέστατες και οι δουλειές ευδοκιμούν περίλαμπρα, ώσπου ακολουθεί με μιας η κατάρρευση» («Το Κεφάλαιο», τρίτος τόμος, σελ. 609 - 611).

Επομένως, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να ξεφύγει από την αναρχία στην παραγωγή, αφού οι καπιταλιστές δεν παράγουν για την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας, των ανθρώπων. Ετσι παράγουν αλλά δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν την παραγωγή, να πουλήσουν τα εμπορεύματα, και επέρχεται κρίση.

Η κρίση στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»

Σχετικά με την κρίση, οι Μαρξ και Ενγκελς, από το 1848, στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», μίλησαν για το αναπόφευκτό της, το νομοτελειακό της εκδήλωσής της, καθώς και ότι μέσα απ' αυτήν ξεπροβάλλει η αναγκαιότητα αντικατάστασης του καπιταλισμού από το σοσιαλισμό.

Ας το παρακολουθήσουμε μέσα από το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», για την κρίση. Εχει ιδιαίτερα μεγάλη αξία γιατί ενώ γράφτηκε το 1848 μιλά για το σήμερα.

Η επαναστατικοποίηση των εργαλείων και των σχέσεων παραγωγής

«Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή όλες τις κοινωνικές σχέσεις. Αντίθετα, η αμετάβλητη διατήρηση του παλιού τρόπου παραγωγής αποτελούσε τον πρώτο όρο ύπαρξης όλων των προηγούμενων βιομηχανικών τάξεων. Η συνεχής ανατροπή της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις, με την ακολουθία τους οι καινούριες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν. Καθετί το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται, καθετί το ιερό βεβηλώνεται και στο τέλος οι άνθρωποι αναγκάζονται ν' αντικρίσουν με νηφάλιο μάτι τη θέση τους στη ζωή και τις αμοιβαίες σχέσεις τους.

Η ανάγκη να μεγαλώνει ολοένα την πώληση των προϊόντων της κυνηγά την αστική τάξη πάνω σ' όλη τη γήινη σφαίρα. Είναι υποχρεωμένη να φωλιάζει παντού, να εγκαθίσταται παντού, να δημιουργεί παντού σχέσεις.

Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμόρφωσε κοσμοπολιτικά την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν και εξακολουθούν ακόμα καθημερινά να εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες. Εκτοπίζονται από νέες βιομηχανίες που η εισαγωγή τους γίνεται ζωτικό ζήτημα για όλα τα πολιτισμένα έθνη, από βιομηχανίες που δεν επεξεργάζονται πια ντόπιες πρώτες ύλες, αλλά πρώτες ύλες που βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες ζώνες και που τα προϊόντα τους δεν καταναλώνονται μονάχα στην ίδια τη χώρα, αλλά ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη του κόσμου. Στη θέση των παλιών αναγκών, που ικανοποιούνταν από τα εθνικά προϊόντα, μπαίνουν καινούριες ανάγκες, που για να ικανοποιηθούν απαιτούν προϊόντα των πιο απομακρυσμένων χωρών και κλιμάτων. Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και αποκλειστικότητας μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών. Κι αυτό που γίνεται στην υλική παραγωγή γίνεται και στην πνευματική παραγωγή. Τα πνευματικά προϊόντα των μεμονωμένων εθνών γίνονται κοινό κτήμα. Η εθνική μονομέρεια και ο εθνικός περιορισμός γίνονται όλο και πιο αδύνατα και από τις πολλές εθνικές και τοπικές φιλολογίες διαμορφώνεται μια παγκόσμια φιλολογία.

Με τη γρήγορη βελτίωση όλων των εργαλείων παραγωγής, με την απεριόριστη διευκόλυνση των επικοινωνιών, η αστική τάξη τραβάει στον πολιτισμό όλα, ακόμα και τα πιο βάρβαρα έθνη. Οι φτηνές τιμές των εμπορευμάτων της είναι το βαρύ πυροβολικό που γκρεμίζει όλα τα σινικά τείχη και που αναγκάζει όλα τα έθνη να δεχτούν τον αστικό τρόπο παραγωγής, αν δε θέλουν να χαθούν. Τα αναγκάζει να εισαγάγουν στη χώρα τους το λεγόμενο πολιτισμό, δηλαδή να γίνουν αστοί. Με μια λέξη, δημιουργεί έναν κόσμο "κατ' εικόνα της".

Η αστική τάξη υπέταξε την ύπαιθρο στην κυριαρχία της πόλης. Δημιούργησε τεράστιες πόλεις, αύξησε σε μεγάλο βαθμό τον αριθμό του αστικού πληθυσμού σε σύγκριση με τον αγροτικό και απέσπασε έτσι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού από την ηλιθιότητα της αγροτικής ζωής. Οπως εξάρτησε την ύπαιθρο από την πόλη, έτσι εξάρτησε τις βάρβαρες και τις μισοβάρβαρες χώρες από τις πολιτισμένες, τους αγροτικούς λαούς από τους αστικούς λαούς, την Ανατολή από τη Δύση.

Η αστική τάξη όλο και περισσότερο καταργεί τον κατακερματισμό των μέσων παραγωγής, της ιδιοκτησίας και του πληθυσμού. Συσσώρευσε τον πληθυσμό, συγκεντροποίησε τα μέσα παραγωγής και συγκέντρωσε την ιδιοκτησία σε λιγοστά χέρια». (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 23-25).

Οι δυνάμεις που δεν τιθασεύονται

Σε άλλο σημείο του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», οι Μαρξ και Ενγκελς αναφέρουν:

«Μπρος στα μάτια μας συντελείται μια παρόμοια κίνηση. Οι αστικές σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής, οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κυριαρχήσει πάνω στις καταχθόνιες δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε. Εδώ και δεκάδες χρόνια, η ιστορία της βιομηχανίας και του εμπορίου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιστορία της εξέγερσης των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στις σύγχρονες σχέσεις παραγωγής, ενάντια στις σχέσεις ιδιοκτησίας, που αποτελούν τους όρους ύπαρξης της αστικής τάξης και της κυριαρχίας της. Αρκεί ν' αναφέρουμε τις εμπορικές κρίσεις που με την περιοδική τους επανάληψη όλο και πιο απειλητικά αμφισβητούν την υπόσταση ολόκληρης της αστικής κοινωνίας. Στις εμπορικές κρίσεις καταστρέφεται τακτικά ένα μεγάλο μέρος όχι μονάχα των έτοιμων προϊόντων, αλλά ακόμα και των παραγωγικών δυνάμεων που ήδη είχαν δημιουργηθεί. Στις κρίσεις ξεσπά μια κοινωνική επιδημία που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής. Η κοινωνία ξαφνικά βρίσκεται πάλι πίσω σε κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Θα 'λεγε κανείς ότι ένας λιμός, ένας γενικός καταστροφικός πόλεμος της έκοψε όλα τα μέσα ύπαρξης. Η βιομηχανία, το εμπόριο φαίνονται εκμηδενισμένα. Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα ύπαρξης, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο. Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει δε χρησιμεύουν πια για την προώθηση του αστικού πολιτισμού και των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας. Αντίθετα, έγιναν πάρα πολύ μεγάλες γι' αυτές τις σχέσεις, εμποδίζονται από αυτές και κάθε φορά που οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν το εμπόδιο αυτό, φέρνουν σε αναταραχή ολόκληρη την αστική κοινωνία, απειλούν την ύπαρξη της αστικής ιδιοκτησίας. Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν από αυτές. Πώς ξεπερνά η αστική τάξη τις κρίσεις; Από τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά μάζες από παραγωγικές δυνάμεις. Από την άλλη, κατακτώντας καινούριες αγορές και εκμεταλλευόμενη πιο βαθιά τις παλιές. Πώς λοιπόν; Προετοιμάζοντας πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις και ελαττώνοντας τα μέσα για να προλαβαίνει τις κρίσεις(η υπογράμμιση είναι του "Ρ").

Τα όπλα που χρησιμοποίησε η αστική τάξη για να ανατρέψει τη φεουδαρχία στρέφονται τώρα ενάντια στην ίδια την αστική τάξη.

Ομως η αστική τάξη δε σφυρηλάτησε μονάχα τα όπλα που θα της φέρουν το θάνατο. Δημιούργησε και τους ανθρώπους που θα χειριστούν αυτά τα όπλα, τους σύγχρονους εργάτες, τους προλετάριους.

Στο βαθμό που αναπτύσσεται η αστική τάξη, δηλαδή το κεφάλαιο, στον ίδιο βαθμό αναπτύσσεται και το προλεταριάτο, η τάξη των σύγχρονων εργατών που ζουν μονάχα τόσο όσο βρίσκουν δουλειά, και που βρίσκουν τόσο δουλειά όσο η δουλειά τους αυξάνει το κεφάλαιο. Αυτοί οι εργάτες που είναι αναγκασμένοι να πουλιούνται κομματάκι κομματάκι, είναι ένα εμπόρευμα όπως κάθε άλλο εμπορικό είδος, και γι' αυτό είναι εκτεθειμένοι σε όλες τις εναλλαγές του συναγωνισμού, σε όλες τις διακυμάνσεις της αγοράς». (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 26-27).

Το αναπόφευκτο της νίκης του προλεταριάτου

Οι Μαρξ και Ενγκελς στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» υπογραμμίζουν επίσης: «Αντίθετα, ο σύγχρονος εργάτης, αντί ν' ανυψώνεται με την πρόοδο της βιομηχανίας, βυθίζεται όλο και πιο χαμηλά, πιο κάτω ακόμα κι από τις συνθήκες ζωής της ίδιας του της τάξης. Ο εργάτης πέφτει στην αθλιότητα και η μαζική αθλιότητα αυξάνει ακόμα πιο γρήγορα από τον πληθυσμό και τον πλούτο. Ετσι γίνεται φανερό ότι η αστική τάξη είναι ανίκανη να παραμείνει άλλο κυρίαρχη τάξη της κοινωνίας και να επιβάλει στην κοινωνία σαν ρυθμιστικό νόμο τους όρους ύπαρξης της τάξης της. Είναι ανίκανη να κυριαρχεί γιατί είναι ανίκανη να εξασφαλίσει στο σκλάβο της την ύπαρξη, ακόμα και μέσα στη σκλαβιά του, γιατί είναι υποχρεωμένη να τον ρίξει ως την κατάσταση που θα χρειάζεται να τον τρέφει αυτή αντί να τρέφεται η ίδια από αυτόν. Η κοινωνία δεν μπορεί πια να ζήσει κάτω από την κυριαρχία της αστικής τάξης, δηλαδή η ύπαρξη της αστικής τάξης δε συμβιβάζεται άλλο με την κοινωνία.

Ο ουσιαστικός όρος για την ύπαρξη και την κυριαρχία της αστικής τάξης είναι η συσσώρευση του πλούτου στα χέρια ιδιωτών, ο σχηματισμός και η αύξηση του κεφαλαίου. Η προϋπόθεση του κεφαλαίου είναι η μισθωτή εργασία. Η μισθωτή εργασία στηρίζεται αποκλειστικά στο συναγωνισμό ανάμεσα στους ίδιους τους εργάτες. Η πρόοδος της βιομηχανίας, που η αστική τάξη είναι ο άβουλος και παθητικός της φορέας, βάζει στη θέση της απομόνωσης των εργατών μέσα από το συναγωνισμό την επαναστατική τους συνένωση μέσα από την οργάνωση. Ετσι, με την ανάπτυξη της μεγάλης βιομηχανίας αφαιρείται κάτω από τα πόδια της αστικής τάξης το ίδιο το έδαφος που πάνω στη βάση του παράγει και ιδιοποιείται τα προϊόντα. Πριν από όλα, η αστική τάξη παράγει τους ίδιους τους νεκροθάφτες της. Η πτώση της και η νίκη του προλεταριάτου είναι το ίδιο αναπόφευκτα» (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 33-34).


Σ.Κ.

Ο Γιούρι Σλομπόντκιν για την υπόθεση Κατίν

Ο υπερασπιστής του ΚΚΣΕ μίλησε πρόσφατα στον «902» για το πώς κατέρρευσε η αντικομμουνιστική συκοφαντία του Κατίν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσίας το 1992

Στα πτώματα του Κατίν βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις κ.ά. με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής (οι Γερμανοί είχαν ισχυριστεί πως οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς την άνοιξη του 1940)
Στα πτώματα του Κατίν βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις κ.ά. με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής (οι Γερμανοί είχαν ισχυριστεί πως οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς την άνοιξη του 1940)

Οι αντικομμουνιστικές δυνάμεις στη Ρωσία προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τη συκοφαντία του Κατίν για να νομιμοποιήσουν την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης και του ΚΚ στη Ρωσία, την περίοδο 1991-1992, στη σχετική δίκη που έγινε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας.

Για το θέμα μίλησε πρόσφατα στον «902» ο Γιούρι Σλομπόντκιν. Λίγα λόγια γι' αυτόν:

  • Ο Γιούρι Σλομπόντκιν, γεννήθηκε στις 7 Νοέμβρη 1939.

  • Νομικός, εργάστηκε 32 χρόνια ως δικαστής, εκ των οποίων 24 ήταν πρόεδρος στο δικαστήριο του Σολτσινογκόρσκ.

  • Την περίοδο της «περεστρόικα» προσχώρησε στο «Κίνημα της Κομμουνιστικής πρωτοβουλίας», που αντιμάχονταν την πορεία ανατροπής του σοσιαλισμού και την τότε ηγεσία του ΚΚΣΕ. Στη συνέχεια έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΚΕΚΡ-ΚΚΡ), όταν αυτό ιδρύθηκε το Νοέμβρη του 1991 και έως σήμερα παραμένει μέλος του.

  • Ηταν βουλευτής στο Ανώτατο Σοβιέτ της Ρωσικής Ομοσπονδίας την περίοδο 1990-1993.

  • Συμμετείχε (το 1992) ως υπερασπιστής της νόμιμης δράσης του Κομμουνιστικού Κόμματος στη δίκη που έγινε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσίας για το Προεδρικό Διάταγμα του Γιέλτσιν που απαγόρευε τη δράση του ΚΚΣΕ και του ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας.

-- Τι υπήρχε στα ντοκουμέντα που είχαν κατατεθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο για την υπόθεση του Κατίν, κι από πού εσείς βγάλατε το συμπέρασμα πως πρόκειται για πλαστά έγγραφα;

-- Υπήρχαν δύο σημαντικότατα ντοκουμέντα. Παρουσιάστηκε ένα σημείωμα, που υποτίθεται το υπέγραφε ο Λαβρέντι Μπέρια και αντίγραφο του πρωτοκόλλου από τη συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου. Και τα δύο είχαν την ίδια ημερομηνία, της 4ης Μάρτη. Τόσο το σημείωμα, στο οποίο υπήρχε η παράκληση να εξεταστεί η τύχη των αιχμαλώτων, των Πολωνών αξιωματικών και την ίδια ημερομηνία, 4 Μάρτη 1940, είχε και το ντοκουμέντο του Πολιτικού Γραφείου. Αμέσως, ως νομικός, κατάλαβα πως τα ντοκουμέντα αυτά είναι πλαστά, κι αυτό γιατί ποτέ δεν πραγματοποιούνταν συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου την ίδια μέρα με την οποία υποβάλλεται το αίτημα στο σημείωμα του ενός ή του άλλου κρατικού παράγοντα, για να εξεταστεί το ένα ή το άλλο ζήτημα στη συνεδρίαση του ΠΓ. Συνήθως απαιτούνταν 5-7 μέρες για κάτι τέτοιο. Γι' αυτό είπα τότε πως τα ντοκουμέντα είναι πλαστά και ζήτησα να μας παρουσιαστούν τα πρωτότυπα.

Η πλευρά που εκπροσωπούσε τον Γιέλτσιν είπε πως θα τα παρουσιάσει, όμως δεν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Δεν είχαν τα πρωτότυπα.

-- Τα πρωτότυπα δηλαδή δε βρέθηκαν; Δεν παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο;

-- Ακριβώς! Ακριβώς!

Παραχάραξη με πλαστά ντοκουμέντα

-- Και στην πολωνική κυβέρνηση επίσης δε δόθηκε κάτι.

-- Εχετε απόλυτο δίκιο. Και το κύριο είναι πως στη συνέχεια, όταν δημοσιεύτηκαν τα υλικά της δίκης σχετικά με την απόφαση αναγνώρισης του Προεδρικού Διατάγματος του Γιέλτσιν «Για την απαγόρευση της δράσης του ΚΚΣΕ» όπως και της δράσης του ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, ως παράνομου και αντισυνταγματικού, ακόμη λοιπόν και τότε το λεγόμενο «σημείωμα του Λαβρέντι Μπέρια» και πάλι παραχαράχτηκε. Από εκεί απαλείψανε εντελώς την ημερομηνία της 4ης Μάρτη. Κι όταν χρησιμοποιούνται μια σειρά τέτοια μέσα, γίνεται φανερό πως εξαρχής πρόκειται για ντοκουμέντα που είναι πλαστά.

-- Το Συνταγματικό Δικαστήριο πήρε υπόψη του αυτά τα ντοκουμέντα;

-- Το Συνταγματικό Δικαστήριο στην απόφαση του δεν έχει διατυπώσει ούτε μια λέξη σχετικά με αυτά τα ντοκουμέντα. Οπως και δεν έχει ούτε μια αναφορά στην υπόθεση του Κατίν. Πλήρως άφησε αυτήν την υπόθεση. Από μια ορισμένη πολεμική που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον Πρόεδρο του Συνταγματικού Δικαστηρίου, τον Ζόρκιν και την πλευρά που εκπροσωπούσε τον Μπορίς Γιέλτσιν, ήταν φανερό πως και οι δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου αμφέβαλλαν για τη γνησιότητα αυτών των ντοκουμέντων. Γι' αυτό άλλωστε και στην τελική τους απόφαση που ανακοινώθηκε στις 30 Νοέμβρη 1992 τίποτα δεν ανέφεραν γι' αυτά τα ντοκουμέντα, αν και τα ενσωμάτωσαν στην υπόθεση. Κι όταν μετά εκδόθηκε το εξάτομο των πρακτικών αυτής της δίκης, όταν όλοι οι άλλοι 5 τόμοι εκδόθηκαν σε 2.000 αντίτυπα, ο τελευταίος, στον οποίο υπήρχαν και αυτά τα πλαστά έγγραφα εκδόθηκε σε τιράζ μόλις 500 αντιτύπων. Κάτι που σπάνια συμβαίνει σε τέτοιες εκδόσεις.

-- Κατά τη γνώμη σας, ποιος ο ρόλος της ηγεσίας του ΚΚΣΕ και ειδικότερα του Γκορμπατσόφ στην ανακίνηση αυτού του ζητήματος;

-- Νομίζω πως ο Γκορμπατσόφ, από τη στιγμή που μπήκε στο δρόμο της προδοσίας των εθνικών συμφερόντων της Σοβιετικής Ενωσης και της πλήρους παράδοσης της ΕΣΣΔ, ενδιαφέρονταν να υπάρχουν όσο το δυνατόν περισσότερα «καυτά» δεδομένα, στη βάση των οποίων θα συκοφαντούσαν τη Σοβιετική Ενωση, το κοινωνικό - κρατικό της σύστημα και την προηγούμενη σοβιετική ηγεσία, πρώτα απ' όλα βέβαια τον Στάλιν. Ηθελε να δικαιολογήσει την προδοσία του. Το ίδιο ήθελε κι ο Γιέλτσιν, γιατί τέτοιους προδότες δεν είχε ξαναγνωρίσει η ανθρωπότητα.

Σχετικά με την υπεράσπιση του Γκαίμπελς από την «ΑΥΓΗ»

Την Κυριακή (01/03/09) η «ΑΥΓΗ» δημοσίευσε ένα άρθρο που υποτίθεται επιδιώκει να καταρρίψει την επιχειρηματολογία του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, σχετικά με την απόκρουση της γκαιμπελικής συκοφαντίας, που αφορά στο έγκλημα του Κατίν, που αναπαράγει για «μαζική κατανάλωση» η πρόσφατη ταινία του Βάιντα, στοχεύοντας, προφανώς, στο μυαλό της νεολαίας.

Ο αρθρογράφος γράφει, σχεδόν στην αρχή του άρθρου του, πως: «Αν και τα περισσότερα στοιχεία και ενδείξεις συνηγορούν ότι πρόκειται για σταλινικό έγκλημα, το θέμα του Κατίν δεν έχει κλείσει ακόμη εντελώς για την ιστορική έρευνα» και προσθέτει λίγο παρακάτω: «Μια πρώτη παρατήρηση εδώ είναι ότι, με όλη τη σημασία του, το Κατίν αντιπροσωπεύει ένα μικρό κλάσμα από τα εγκλήματα και τις εκατόμβες του σταλινισμού. Τα εγκλήματα αυτά -- αρκετά ετερογενή και ποικίλα -- περιλαμβάνουν εκατομμύρια κομμουνιστές και αθώους πολίτες, θύματα του λιμού του 1932-33...», και συνεχίζει με το αναμάσημα των γνωστών κατηγοριών του Σολζενίτσιν και των συγγραφέων της «Μαύρης βίβλου του κομμουνισμού».

Από τα παραπάνω και μόνο γίνεται φανερό πως δεν έχει νόημα να ασχοληθείς με την ουσία όσων αναφέρονται, γιατί ο «συγγραφέας» έχει φορέσει τις «ανανεωτικές» κι αντισταλινικές παρωπίδες, που του έχει χαρίσει η πιο μαύρη κι αντιδραστική προπαγάνδα του αστικού συστήματος. Ας τις χαίρεται!

Αυτές οι παρωπίδες έχουν τον Στάλιν στο «στόχαστρο» για να «πυροβολήσουν» τελικά την ίδια την αναγκαιότητα κι επικαιρότητα του σοσιαλισμού. Στα πλαίσια αυτής της πολεμικής γίνεται και η κατασκευή των «εγκλημάτων», η πτωματολογία και η καλλιέργεια του φόβου της «κόκκινης τρομοκρατίας», που πάντοτε κατείχε κυρίαρχη θέση στο οπλοστάσιο του αντικομμουνισμού.

Εκείνο, όμως, που έχει σημασία να αναδειχτεί είναι το πού οδηγεί όλους αυτούς, τους δήθεν «προοδευτικούς» κι «αριστερούς», ο αντισταλινισμός τους. Από αυτά που γράφουνε είναι φανερό πως οδηγούνται στην παπαγαλία των συκοφαντιών του Γκαίμπελς και των νεότερων εκπροσώπων του κεφαλαίου, όπως του Μπους, που στα λόγια μονάχα τους καταδικάζουν, ενώ πρακτικά έρχονται στηρίζοντας το «θεάρεστο» έργο τους. Π.χ. «τα θύματα του λιμού του 1932-33», που κι αυτά αποδίδονται στον Στάλιν, χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά από τον Γκαίμπελς, και σήμερα χρησιμοποιούνται από τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, Β. Γιούστσενκο, την προσωπική «ανάδειξη» του Μπους στην Ουκρανία. Ακόμη και σύγχρονοι Αμερικανοί και μη κομμουνιστές ερευνητές τα απορρίπτουν, όπως π.χ. ο Μαρκ Τάουγκερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνιας, ειδικευμένος σε ζητήματα αγροτικής οικονομίας της ΕΣΣΔ, που πέρσι εξέδωσε και στα ουκρανικά το βιβλίο του με τον τίτλο: «Πείνα, γκολοντομόρ, γενοκτονία». Ο Τάουγκερ, στη βάση ενός τεράστιου όγκου αρχειακού υλικού, που μελέτησε, σημειώνει: «Τα ντοκουμέντα μαρτυρούν πως όλοι εκείνοι που ονομάζουν αυτήν την περίοδο γενοκτονία ή γκολοντομόρ, δεν έχουν ακριβή πληροφόρηση». Και προσθέτει: «Ο Στάλιν δεν ευθύνεται γι' αυτόν το λιμό».

Μήπως δεν τα γνωρίζουν αυτά στην «ΑΥΓΗ», στο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ; Δε γνωρίζουν πως ο Γιούστσενκο φτιάχνει αντισοβιετικά «μουσεία κατοχής» σε διάφορες περιοχές της Ουκρανίας, κι αυτό παρά την κατακραυγή που δέχεται; Δε γνωρίζουν π.χ. πως το «μουσείο σοβιετικής κατοχής», που έφτιαξε στη Σεβαστούπολη, έγινε τελικά χώρος των γραφείων της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ουκρανίας και παραμένει κλειστό ως σήμερα, μετά τη σάπια ντομάτα και τα αυγά που έπεσαν στα εγκαίνια;

Γιατί αυτά που υποστηρίζουν σήμερα αυτοί οι «προοδευτικοί» κι «αριστεροί» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, είναι αυτά που στηρίζουν πιο φανατικά κυβερνητικοί ηγέτες σαν τον Β. Γιούστσενκο, τον πρόεδρο της Γεωργίας, Μ. Σαακασβίλι, (που ζήλεψε τη δόξα του Γιούστσενκο και φτιάχνει κι αυτός ανάλογα «μουσεία σοβιετικής κατοχής»), σαν τον πρόεδρο της Λιθουανίας Β. Αντάμκους (που πολέμησε στο πλευρό των ναζί, μέσα από τις γραμμές του «Στρατού άμυνας της Πατρίδας», που συγκρότησαν οι φασιστικές κατοχικές δυνάμεις με επικεφαλής Γερμανό συνταγματάρχη κι αργότερα έγινε Αμερικανός πολίτης και υπάλληλος της αμερικανικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών), σαν τους άλλους ρεβανσιστές-φιλοναζιστές, που αναδείχτηκαν σε κυβερνητικά πόστα στις χώρες της Βαλτικής με τις πλάτες ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ.

Εκεί τους οδηγεί ο αντισταλινισμός τους...

Σ' ό,τι αφορά το συγγραφέα του συγκεκριμένου άρθρου (Χρ. Κεφαλη) ένα έχουμε να του πούμε: Προλαβαίνει! Ναι, προλαβαίνει να βγάλει εισιτήριο για τη Ρίγα της Λετονίας, όπου στις 16 Μάρτη τα μέλη, οι απόγονοι και οι οπαδοί της «Λεγεώνας των Ες-Ες» θα παρελάσουν, όπως κάνουν όλα τα τελευταία χρόνια, μετά το 1991. Θα το ευχαριστηθεί πολύ...


Του Ελισαίου ΒΑΓΕΝΑ*
*Ο Ελισαίος Βαγενάς είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, Υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του Κόμματος



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ