Από δω το πάει από κει το φέρνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όλο προτάσεις ...σύσφιξης σχέσεων απευθύνει στη ΝΔ, μεταξύ άλλων βγάζοντάς την και από τη δύσκολη θέση όποτε χρειάζεται. Την πρώτη φορά ήταν για υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής στο όνομα της κρισιμότητας της κατάστασης και για την αποτελεσματικότερη τάχα διαχείρισή της. Την επόμενη φορά η πρόταση αφορούσε στην από κοινού διαχείριση των ποσών του «Ταμείου Ανάκαμψης» που θα εισρεύσουν προς στήριξη της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας και επενδύσεων σε νέα πεδία κερδοφορίας όπως η «πράσινη» οικονομία και η ψηφιακή μετάβαση, με εγγύηση νέες αντιλαϊκές ανατροπές. Στο ενδιάμεσο κάθε τρεις και λίγο καταθέτει και την πρόταση για «εθνική συνεννόηση» ώστε να τρέξουν οι ευρωατλαντικοί σχεδιασμοί στην περιοχή. Ε, μετά τα παραπάνω, δεν ήταν και τίποτα η χτεσινή πρόταση στη Βουλή του Αλ. Τσίπρα για να ορίζουν από κοινού ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ τη διοίκηση της ΕΡΤ. Το πολύ πολύ η «συμπαραγωγή» να γυρίσει και ταινία για τη συναίνεσή τους που βγάζει μάτι. Ο λαός όμως και η νεολαία δεν έχουν κανένα λόγο να μένουν θεατές. Μόνο αν πάρουν την υπόθεση του αγώνα στα χέρια τους μπορούν να αλλάξουν «το έργο».
Ψηφίστηκε χτες βράδυ, με τις ψήφους της κυβέρνησης της ΝΔ και των βουλευτών της Ελληνικής Λύσης, το απαράδεκτο νομοσχέδιο Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη, το οποίο με τις μαζικές τους κινητοποιήσεις - όπως και χτες - χιλιάδες φοιτητές, μαθητές, εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων και εργαζόμενοι απ' όλους τους χώρους έχουν καταδικάσει, δηλώνοντας ότι θα μείνει στα χαρτιά, θα το καταστήσουν ανενεργό.
Με το νομοσχέδιο αυτό η κυβέρνηση υψώνει νέους φραγμούς στην πρόσβαση, που θα πλήξουν ακόμα περισσότερο τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, μετατρέπει την επιλογή σχολών σε τζογάρισμα, απογειώνει την καταστολή στα πανεπιστήμια (αστυνομία, κάμερες, σύγχρονους μηχανισμούς παρακολούθησης), προκειμένου να προωθηθεί απρόσκοπτα η ακόμα μεγαλύτερη πρόσδεση των πανεπιστημίων με τις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου, σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ και του ΟΟΣΑ.
Και καθώς η κυβέρνηση φτιάχνει ένα πανεπιστήμιο που θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τις κοινωνικές ανάγκες, τόσο περισσότερο θέλει να βάλει φραγμούς στη συλλογική αμφισβήτηση των εργαζομένων, των πανεπιστημιακών, των φοιτητών, γι' αυτό ενισχύει την καταστολή και αρνείται να ακούσει τα ώριμα και δίκαια αιτήματά τους, όπως ανέδειξαν στις ομιλίες τους ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, και όλοι οι βουλευτές του Κόμματος που τοποθετήθηκαν στη συζήτηση.
Κανένα από τα άλλα κόμματα, παρότι καταψήφισαν το νομοσχέδιο, δεν αμφισβήτησε την ουσία του, που θέλει να υπηρετήσει την ενίσχυση της ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας των πανεπιστημίων, ενώ με διαφορετικούς τόνους το καθένα μίλησαν για τις μορφές που μπορεί να πάρει ένα εκπαιδευμένο σώμα καταστολής μέσα στα Ιδρύματα.
Η απάντηση δίνεται από το ίδιο το κίνημα, ότι ο αγώνας συνεχίζεται ώστε το νομοσχέδιο αυτό «να μείνει στα χαρτιά».
«Το νομοσχέδιο θα πεταχτεί στο καλάθι των αχρήστων και θα το πετάξει η ορμητική παρέμβαση και δράση της νέας γενιάς», ανέφερε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, ο οποίος ανέδειξε ότι πίσω από τις αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε Κ. Μητσοτάκη και Αλ. Τσίπρα, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, «επί της ουσίας αλληλοσυμπληρώνονται και ο ένας κόβει και ο άλλος ράβει».
Οπως ανέδειξε ο Ν. Καραθανασόπουλος ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα έχουν κοινή αφετηρία, που είναι «η επιχειρηματική δραστηριότητα των ΑΕΙ, τα "ΑΕΙ ΑΕ", η αξιολόγηση με κριτήρια της ανάγκες της αγοράς και όχι της κοινωνικής εξέλιξης». «Θαυμάζετε όλοι, σημείωσε, κάποια πολύ μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, όπως των ΗΠΑ. Αλλά δεν βάζετε το κριτήριο ότι στις ΗΠΑ χρωστάνε 1,6 τρισ. δολάρια σε φοιτητικά δάνεια που μετατρέπουν τους πτυχιούχους σε διαχρονικούς ομήρους των τραπεζών για να τα ξεπληρώσουν».
«Συμφωνείτε στη διασύνδεση της έρευνας με τις επιχειρήσεις, αλλά και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς όπως το ΝΑΤΟ που κάνουν προγράμματα στα πανεπιστήμια. Αλήθεια, είναι ποτέ δυνατόν το αποτέλεσμα μιας έρευνας που χρηματοδοτείται από έναν επιχειρηματία να αμφισβητεί τα συμφέροντα του εργοδότη; Αντίθετα, θα προσπαθήσει να προσαρμόσει και να υποτάξει τα αποτελέσματα της έρευνας στα συμφέροντα της επιχείρησης που το χρηματοδοτεί, εργαλειοποιώντας έτσι την επιστήμη», σημείωσε.
Επισήμανε ότι ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και τα άλλα αστικά κόμματα συμφωνούν «στην υποβάθμιση και κατηγοριοποίηση των πτυχίων, στην απαξίωση των σπουδών, στην ισοτίμηση των πτυχίων με τα διπλώματα των κολεγίων, με την αποσύνδεση των πτυχίων από την επαγγελματική δραστηριότητα», αναδεικνύοντας με στοιχεία την τεράστια ταξική διαφοροποίηση που ήδη υπάρχει ανάμεσα στους επιστήμονες.
Ο Ν. Καραθανασόπουλος υπενθύμισε ότι αυτός που διαμόρφωσε το θεσμικό πλαίσιο για την ένταση της καταστολής στα πανεπιστήμια ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ με «την σύσταση της ομάδας υψηλού επιπέδου ειδικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ριζοσπαστικοποίηση, μέσα από την "έξυπνη αστυνόμευση" όπου και παρήγγειλε 1.000 συσκευές σκαναρίσματος προσώπων, όπου τώρα έρχεται να κουμπώσει με τη λειτουργία της κάμερας μέσα στα πανεπιστήμια», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν που με τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα έφτασε να μετατρέψει ουσιαστικά σε ποινικό αδίκημα τη διαμαρτυρία των φοιτητικών συλλόγων την ώρα της συνεδρίασης του πρυτανικού συμβουλίου.
Η συμφωνία ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων στην ένταση της καταστολής για το τσάκισμα του εργατικού και φοιτητικού κινήματος στα πανεπιστήμια επιβεβαιώνεται και από την αντίληψή τους για το άσυλο επεσήμανε, σημειώνοντας ότι «μιλάτε για άσυλο ακαδημαϊκό και όχι πανεπιστημιακό. Και στο ακαδημαϊκό άσυλο δεν συμπεριλαμβάνεται η δράση των φοιτητικών συλλόγων, των εργαζομένων στα πανεπιστήμια».
Εξάλλου, όπως σχολίασε ο Ν. Καραθανασόπουλος δεν είναι τυχαίο ότι η ΝΔ προσδίδει στον ΣΥΡΙΖΑ «ιδιότητες που δεν έχει. Σας λέει ότι είσαστε υποκινητές των φοιτητικών κινητοποιήσεων, αν είναι δυνατόν! Αλήθεια, μπορεί ένα κόμμα που έχει 1% με 2% πολύ στους φοιτητές να παίξει τον ρόλο του υποκινητή; Απλά βολεύει την κυβέρνηση να σας αναδεικνύει ως υποκινητές γιατί είσαστε ο βολικός αντίπαλος».
Εκανε σαφές ότι «αν νομίζει η κυβέρνηση ότι με αυτόν τον νόμο μπορεί να τσακίσει και να βάλει στον γύψο το φοιτητικό κίνημα και τους εργαζόμενους στα πανεπιστήμια είναι βαθιά ανιστόρητη».
«Αυτό το νομοσχέδιο - ζόμπι, όπως δικαίως το έχουν χαρακτηρίσει οι φοιτητές, είναι κατά παραγγελία Μαξίμου, με συμμάχους τον ΣΕΒ, τα επιτελεία της ΕΕ, τον ΟΟΣΑ και τα "καλά και αμόλυντα παιδιά" της ΔΑΠ - ΝΔΦΚ», επεσήμανε ο Μανώλης Συντυχάκης. «Είστε τόσο πονηροί και θρασύδειλοι, που το φέρνετε τώρα, σε συνθήκες lockdown, με 6.000 νεκρούς, με κλειστές τις σχολές εδώ και έναν χρόνο, μόνο και μόνο για να μην αντιδράσουν οι φοιτητές και οι ακαδημαϊκοί», συνέχισε, ενώ πρόσθεσε ότι «την πάσα για αυτήν την πρακτική την πήρε η ΝΔ» από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όπως «του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ψήφισε τον περιβόητο νόμο - πλαίσιο Γαβρόγλου μέσα στις διακοπές του Πάσχα, και άλλα πολλά».
Τόνισε ότι «βγάζει μάτι» η υποκρισία της κυβέρνησης, που για την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας επικαλείται λόγους προστασίας της ακαδημαϊκής ελευθερίας «όταν η ίδια έχει κατακρεουργήσει με προβοκάτσιες, με στημένα επεισόδια, με ψέματα, με συκοφαντίες, με αστυνομικούς στα Ιδρύματα, με κάρτες ελέγχου εισόδου και πειθαρχικές διώξεις σε φοιτητές και προσωπικό, και επικαλείται την ανάγκη της ηθικοποίησης και της τάξης στα πανεπιστήμια τη στιγμή που τα πορνοπάρτι της ΔΑΠ - ΝΔΦΚ και η εξαγορά μαθημάτων είναι το βασικό μέσο επικοινωνίας, ομηρίας και εκμαυλισμού των φοιτητικών συνειδήσεων».
Ο βουλευτής του ΚΚΕ έκανε καθαρό ότι «το σχέδιο νόμου είναι σε απόλυτη ευθυγράμμιση με το σχέδιο της Επιτροπής των Σοφών και την Εκθεση Πισσαρίδη, αυτήν την κατά τ' άλλα "υπερκομματική" επιτροπή, η οποία τι προτείνει; Εκ νέου αναδιάταξη των Ιδρυμάτων στην επικράτεια, επαναφορά με διαφορετική μορφή αλλά ίδια ουσία των ΤΕΙ, τα οποία τυπικά και μόνο καταργήθηκαν με τις πρόσφατες πανεπιστημιοποιήσεις, ίδρυση τριετών σχολών που τις ονομάζουν σχολές ή πανεπιστήμια εφαρμογών».
Καταλήγοντας είπε ότι «το πανεπιστήμιο που επιδιώκετε είναι το πανεπιστήμιο της αγοράς, των ανωνύμων εταιρειών, με μεγαλύτερα επιχειρηματικά ρίσκα, το τζογάρισμα των αποθεματικών τους, τις επενδύσεις με όρους επιχείρησης. Προφανώς θα μείνει στα χαρτιά, και καλούμε λαό και νεολαία να πάρει την υπόθεση στα χέρια του για την ανατροπή αυτής της πολιτικής».
Πρόκειται για νομοσχέδιο «που προσθέτει έναν ακόμα κρίκο στη μακριά αλυσίδα των αντιδραστικών αλλαγών που συντελούνται διαχρονικά στην Ανώτατη Εκπαίδευση από όλες τις κυβερνήσεις», υλοποιώντας «σταδιακά τις στρατηγικές επιλογές και κατευθύνσεις της ΕΕ, ικανοποιώντας τις απαιτήσεις του κεφαλαίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση», ανέφερε ο βουλευτής του ΚΚΕ Γιώργος Λαμπρούλης.
Οπως σημείωσε, «βάσει αυτής της στρατηγικής προωθούνται ενδεικτικά η επιχειρηματική δράση της Ανώτατης Εκπαίδευσης, η αξιολόγηση με τα κριτήρια της αγοράς, η αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα, η κατηγοριοποίηση πτυχίων και τμημάτων κ.ά. Στόχος η ριζική αλλαγή της φυσιογνωμίας, της δομής και του ρόλου του πανεπιστημίου, σύμφωνα με το πρότυπο του πανεπιστημίου - επιχείρηση, που έχει πράγματι ανάγκη η καπιταλιστική οικονομία».
Ο βουλευτής του ΚΚΕ στο ερώτημα που μπορεί να τεθεί καλοπροαίρετα «αν είναι κακό να δημιουργεί εμπορική αξία το πανεπιστήμιο ή αν είναι λάθος να εκπαιδεύει ανταγωνιστικούς εργαζόμενους, έτοιμους να αναμετρηθούν στην αγορά», τόνισε ότι θα πρέπει να σκεφτεί ο εργαζόμενος «αν η αγορά είναι ταυτόσημη με την κοινωνία. Οι ανάγκες μιας επιχείρησης, ενός επιχειρηματικού κλάδου είναι το ένα και το αυτό με τις κοινωνικές ανάγκες; Το αναμενόμενο περιθώριο κέρδους είναι ασφαλές κριτήριο για το αν πρέπει να διοχετευθούν κοινωνικοί πόροι στη μια ή στην άλλη επιστημονική περιοχή ή επιστημονικό πεδίο;».
Εφερε ως παράδειγμα το γεγονός ότι στον καπιταλισμό «η τεχνολογική πρόοδος, αντί να οδηγεί σε μείωση του χρόνου εργασίας, οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας» και παρά τα εντυπωσιακά επιστημονικά επιτεύγματα, «μένουν στα αζήτητα τομείς σημαντικοί για την κοινωνία, όπως για παράδειγμα τα ζητήματα που αφορούν τον τομέα της πρόληψης στην Υγεία, στο Φάρμακο, στην πολιτική προστασία κ.ά.» επειδή δεν φέρνουν το προσδοκώμενο κέρδος για τους επιχειρηματικούς ομίλους. Ενώ «η ερευνητική παραγωγή συχνά υποφέρει από εκφυλιστικά φαινόμενα, όπως οι κατευθυνόμενες έρευνες με αντιεπιστημονικό σχεδιασμό και μεθοδολογία».
Γι' αυτό, επισήμανε, «το πανεπιστήμιο - επιχείρηση, που επιδιώκει να περιφρουρήσει η κυβέρνηση μέσα από την ένταση της καταστολής, αλλά και διάφορους μηχανισμούς παρακολούθησης, είναι ξένο με την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Και όσο πιο ξένο γίνεται τόσο πιο πολύ επιδιώκεται να το προστατεύουν από τη νεανική συλλογική αμφισβήτηση και διεκδίκηση».
Ολόκληρη η ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα θα δημοσιευτεί στον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου».
Αποσπάσματα από την ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπα, στη χτεσινή συζήτηση
Eurokinissi |
«Φτιάχνετε ένα πανεπιστήμιο που θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τις κοινωνικές ανάγκες, από τις δυνατότητες που υπάρχουν:
Και όσο πιο ξένο γίνεται το πανεπιστήμιο σε αυτές τις ανάγκες, τόσο περισσότερο θέλετε να βάλετε εμπόδια στη συλλογική αμφισβήτηση των εργαζομένων σε αυτά, των πανεπιστημιακών, των φοιτητών, θέλετε να καταστείλετε τη διεκδίκηση και την εκπλήρωση ώριμων, δίκαιων αιτημάτων τους.
Αυτή είναι και η ουσία του νομοσχεδίου σας.
Και αυτήν την ουσία, δυστυχώς, την προετοίμασαν χρόνια τώρα και οι προηγούμενοι από εσάς. Είναι και αυτοί υπεύθυνοι, αφού δεν έχετε μόνοι σας την αποκλειστική πατέντα αυτής της αθλιότητας».
Ο Δ. Κουτσούμπας έδειξε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ «διατηρεί στο ακέραιο ό,τι αντιεκπαιδευτικό έχτισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ»: Τη γενίκευση των διδάκτρων, την απαξίωση πτυχίων, τα «άνοιξε - κλείσε» των περιφερειακών πανεπιστημιακών τμημάτων. Εντόπισε δε και κοινά στοιχεία ανάμεσα σε αυτό το νομοσχέδιο και σε σχέδια που παρουσίασε η προηγούμενη κυβέρνηση, στο πλαίσιο της κοινής στρατηγικής της ΕΕ, που και οι δύο υπηρετούν.
Αποδόμησε τα περί «εκσυγχρονισμού» της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και ανταπόκρισης «στις σύγχρονες προκλήσεις της εποχής», φέρνοντας παραδείγματα για την εξεταστική που ξεκίνησε χωρίς συγγράμματα, τους απαρχαιωμένους εξοπλισμούς εργαστηρίων κ.λπ. Σχολίασε χαρακτηριστικά: «Εχει και η κοροϊδία, βλέπετε, τα όριά της. Αν είχατε τη στοιχειώδη έγνοια για το τι αντιμετωπίζει η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών σήμερα στην προσπάθειά τους να αντεπεξέλθουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, θα ήσασταν τουλάχιστον πιο μετρημένοι».
Ο Δ. Κουτσούμπας κάλεσε την κυβέρνηση να ακούσει τι λένε οι φοιτητές και οι σύλλογοί τους και όχι να τους χαρακτηρίζει «ξεπερασμένες μειοψηφίες», «τεμπέληδες» κ.λπ. Πρόταξε την ανάγκη των φοιτητών να ξαναγυρίσουν στις σχολές και τις σπουδές τους, λέγοντας προς την κυβέρνηση ότι αυτοί που αντιδρούν και εξοργίζονται με το αντιεκπαιδευτικό της τερατούργημα:
«Είναι αυτοί που οι αντοχές τους δοκιμάζονται πίσω από μια οθόνη υπολογιστή για τόσους μήνες.
Είναι αυτοί που με θράσος τούς είπατε ότι μπορούν να επιστρέψουν στην πόλη όπου σπουδάζουν μόνο για να ξενοικιάσουν το σπίτι που έμεναν!
Είναι αυτοί που, αν και τελειόφοιτοι, χρειάζεται να πραγματοποιήσουν πρακτική άσκηση για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. (...)
Είναι επίσης οι φοιτητές των περιφερειακών Τμημάτων, που δεν ξέρουν - με βάση τις εξαγγελίες της κυβέρνησης - αν η σχολή τους θα συνεχίσει να υπάρχει και του χρόνου και τι είδους πτυχίο θα πάρουν.
Είναι οι φοιτητές ιατρικών και παραϊατρικών σχολών, που χρειάζεται να πραγματοποιήσουν τις απαραίτητες κλινικές ασκήσεις σε υγειονομικές μονάδες, και σε αυτούς φτάσατε στο σημείο να λέτε ότι όπου αυτές πραγματοποιηθούν, θα έχουν οι ίδιοι την ευθύνη να προστατευτούν από τον ιό.
Είναι όσοι αγωνιούν για το πώς θα αναπληρωθούν τα εκπαιδευτικά κενά που έχουν συσσωρευτεί όλο αυτό το διάστημα.
Είναι οι πρωτοετείς φοιτητές που δεν έχουν δει από κοντά το αμφιθέατρο της σχολής τους (...)
Δηλαδή είναι όλοι αυτοί που εσείς χαρακτηρίζετε περιθωριακούς, τεμπέληδες και ότι δεν θέλουν να μορφωθούν!».
Ανέφερε δε συγκεκριμένα μέτρα που θα μπορούσαν να παρθούν για να ανοίξουν οι σχολές, όπως αξιοποίηση κτιρίων που είναι προς πώληση στο ΤΑΙΠΕΔ, εύρεση άλλων χώρων και από την τεράστια ακίνητη περιουσία των Ιδρυμάτων, πρόσληψη καθηγητών και λοιπού βοηθητικού προσωπικού κ.λπ. «Αντί να μοιράζετε 20 εκατομμύρια το χρόνο για την πανεπιστημιακή σας αστυνομία, να αυξάνατε ουσιαστικά - λέμε τώρα - τη χρηματοδότηση στα ΑΕΙ, που φέτος είναι μειωμένη», είπε ο Δ. Κουτσούμπας και πρόσθεσε ότι «δεν υπάρχει λογικός άνθρωπος, και σε αυτήν την αίθουσα και - πολύ περισσότερο - μέσα στην ελληνική κοινωνία, που να μην κατανοεί ότι όλα αυτά και ρεαλιστικά είναι και απαντούν σε αγωνίες, στη θέληση της πλειοψηφίας του φοιτητόκοσμου και της εκπαιδευτικής κοινότητας. Αποτελούν διεκδικήσεις των φοιτητικών συλλόγων, αλλά "σκοντάφτουν" στις πολιτικές της κυβέρνησης, που αντιμετωπίζει τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των φοιτητών μόνο ως κόστος».
Μιλώντας για το θέμα της δήθεν «ανομίας», ξεκαθάρισε ότι «οι διάφορες ομάδες που οι ενέργειές τους εχθρεύονται το φοιτητικό κίνημα και πολύ συχνά το στοχοποιούν, και εσείς τις αξιοποιείτε αυτές τις ομάδες, μόνο για να εντείνετε τον αυταρχισμό και την καταστολή, έχουν στενή σχέση με φανερούς και κρυφούς μηχανισμούς του κράτους σας και όχι με τους φοιτητικούς συλλόγους, που διεκδικούν δίκαια αιτήματα. Τη δική σας δουλειά κάνουν αυτές οι ομάδες.
Οσο για τα περί "τραμπούκων", "ροπαλοφόρων", "εκβιαστών", "εθισμένων στη ρεμούλα και τη συνδιαλλαγή" και διάφορα άλλα κοσμητικά επίθετα, που χωρίς ίχνος ντροπής χρεώνετε συλλήβδην στους φοιτητές που αγωνίζονται, μια απλή περιήγηση στο διαδίκτυο αρκεί για να ανακαλύψει κανείς αν αυτά που εκστομίζετε αφορούν, εκτός από τους παραπάνω μηχανισμούς και προβοκατόρικες ομάδες, και την ίδια την κυβερνητική παράταξη στα ΑΕΙ. Κυρίως αυτή».
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα έφερε τις άθλιες αφίσες της κυβερνητικής ΔΑΠ, που κατέθεσε στα πρακτικά της Βουλής χτες ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Θ. Παφίλης, σημειώνοντας ότι δείχνουν την υποκρισία της κυβέρνησης και της παράταξής της για το πόσο σέβονται τις γυναίκες.
Αναφερόμενος στο θέμα της ελεγχόμενης πρόσβασης στα πανεπιστήμια, σχολίασε χαρακτηριστικά: «Αν θέλετε ειλικρινά να αποκλείσετε την πρόσβαση όσων δεν έχουν σχέση με τα πανεπιστήμια, τότε κάντε μια προσπάθεια: Να σταματήσετε να δίνετε βήμα για μάθημα στον Αμερικανό πρόξενο στη Θεσσαλονίκη, να διώξετε από τα Ιδρύματα τα στελέχη των επιχειρήσεων, να απομακρύνετε τα ερευνητικά προγράμματα του ΝΑΤΟ από αυτά». Γιατί όπως είπε «όλοι αυτοί, αντί να μορφώνουν τα παιδιά μας, σπαταλούν τις υποδομές των πανεπιστημίων για να μασουλάνε τα εκατομμύρια των ερευνητικών προγραμμάτων!».
Απευθυνόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ, που επιχείρησε να παρουσιαστεί ως υπερασπιστής των αγώνων της νεολαίας, θύμισε συγκεκριμένα στοιχεία έντασης της καταστολής και επί των ημερών του, ενώ στάθηκε στην προσπάθεια που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίσει αυτά τα μέτρα ως «ιδεοληψίες της κυβέρνησης, που δήθεν δεν εναρμονίζονται με τις κατευθύνσεις της ΕΕ». «Στις εκθέσεις της ΕΕ αναφέρεται ως βασικό μέλημα η αντιμετώπιση της "ριζοσπαστικοποίησης" στους χώρους των πανεπιστημίων», τόνισε. «Η ένταση της καταστολής και του αυταρχισμού στα ΑΕΙ είναι η φυσική συνέχεια του πανεπιστημίου που φτιάχνεται για τις επιχειρήσεις και για τους επιχειρηματίες».
Και να ψηφιστεί από τη Βουλή το νομοσχέδιο, συνέχισε, «στα πανεπιστήμια όλα αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοστούν στην πράξη! Ηδη άλλωστε οι πανεπιστημιακοί καθηγητές δεν φαίνονται διατεθειμένοι να το εφαρμόσουν. Και πολύ καλά κάνουν. Το νομοσχέδιο αυτό θα το καταστήσει τελικά ανενεργό η κοινή λογική των αναγκών της νεολαίας».
Αναφέρθηκε επίσης στο θέμα των ορίων φοίτησης, θέτοντας ρητορικά το ερώτημα: «Εσείς, που είσαστε δήθεν της αριστείας, μήπως ξέρετε φοιτητές φτωχών λαϊκών οικογενειών, που σπούδαζαν και δούλευαν ταυτόχρονα, άργησαν να πάρουν πτυχίο, αλλά τελικά έγιναν πολλά υποσχόμενοι επιστήμονες, άριστοι μεταξύ αρίστων; Δυστυχώς για εσάς, αυτοί οι νέοι δεν γίνονται μόνο ψυκτικοί από το Περιστέρι, αλλά και διδάκτορες».
Και πρόσθεσε: «Προφανώς και οι ανάγκες της κοινωνίας για επιστήμονες δεν είναι άπειρες. Είναι άλλο αυτό, όμως, από την ταξική επιλογή αυτών που θα σπουδάσουν τελικά, και ειδικά στα επιστημονικά αντικείμενα που επιθυμούν».
Παράλληλα ο Δ. Κουτσούμπας απάντησε σε μια σειρά από επιχειρήματα που συνοδεύουν την κυβερνητική προπαγάνδα για τις αλλαγές που φέρνει με το νομοσχέδιο στο θέμα της πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση, λέγοντας συγκεκριμένα:
«Θέλετε λοιπόν οι μαθητές να εισάγονται σε σχολές που πραγματικά τους ενδιαφέρουν; Κάντε αυτό που δεν έκανε ο Γαβρόγλου. Δώστε τη δυνατότητα στους μαθητές να κατοχυρώνουν βαθμολογία μαθημάτων για τις επόμενες χρονιές. Τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών μπορούν να βοηθηθούν με αυτό το μέτρο, για να περάσουν σε Τμήματα των πρώτων τους επιλογών.
Θέλετε να μην εισάγονται οι μαθητές με χαμηλούς βαθμούς στα ΑΕΙ; Σύμφωνοι. Αλλά τότε φτιάξτε καλά σχολεία, σχολεία της γνώσης, όχι του ψυχοφθόρου ανταγωνισμού και των διαφόρων δεξιοτήτων! Και, προπαντός, μην περιορίζετε τις επιλογές τους στο μηχανογραφικό.
Γιατί, εκτός των φραγμών που βάζετε, δεν υπολογίζετε καθόλου ότι πολλοί νέοι στα 17 τους χρόνια ενδέχεται να μην έχουν κατασταλάξει στον δρόμο που θέλουν να ακολουθήσουν. Και υπάρχουν πολλά παραδείγματα γι' αυτό. Αλλωστε ο ουσιαστικός Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός στα σχολεία, σήμερα, είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο.
Αφήστε λοιπόν τα περί πολλών εναλλακτικών διαδρομών και ανελκυστήρων. Μαραθώνιους συλλογής προσόντων και γνώσης με το κομμάτι φτιάχνετε.
Αυτό δεν είναι κοινή λογική. Είναι πολύ απλά η κοινή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που πίνετε όλοι σας νερό στο όνομά της, για τη διαιώνιση της απαξίωσης και υποβάθμισης του περιεχομένου.
Και αν πραγματικά κόπτεστε για τους μαθητές του Λυκείου, την πρόοδο, το άγχος τους, που βρίσκονται σε συνθήκες καραντίνας για έναν χρόνο, κάντε το αυτονόητο: Αποσύρετε την "τράπεζα θεμάτων" και τον καθορισμό της βάσης από τα ΑΕΙ.
Είναι άδικο. Είναι αντιπαιδαγωγικό και ψυχοφθόρο».
Κλείνοντας την ομιλία του, ο Δ. Κουτσούμπας τόνισε ότι «το δίκιο πάντα ξέρει να βρίσκει το δρόμο για να εκφραστεί. Και το δίκιο λέει "σιγά μη φοβηθώ".
Είμαστε με τη νεολαία που ασφυκτιά από τη βαρβαρότητα της ταξικής πολιτικής σας. Οι νέες και οι νέοι της χώρας θα γράψουν κι αυτοί το ζωντανό, το καλύτερο σενάριο της ζωής τους. Και θα είναι γραμμένο με τις πραγματικές ανάγκες τους, τα όνειρά τους, που τελικά θα βρουν εκδίκηση!».
Στον μύθο του «ισχυρού και ανθρώπινου» αστικού κράτους, που όπως είπε θα βάζει τάχα «κανόνες στην αγορά» - στην καπιταλιστική ζούγκλα - στηρίχτηκε ουσιαστικά όλη η επιχειρηματολογία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, κατά την ομιλία του χτες στη Βουλή για το νομοσχέδιο. Ο Αλ. Τσίπρας, που ανέγνωσε το νομοσχέδιο ως «δώρο» - σε ιδιωτικά συμφέροντα, στους ιδιοκτήτες των κολεγίων στη χώρα μας και υποβάθμισε το θέμα της έντασης της καταστολής που έρχεται να υπηρετήσει τις αντιδραστικές αλλαγές ως δευτερεύον, έως και αποπροσανατολιστικό.
«Αφήνετε με αυτόν τον νόμο, που θα ψηφίσετε σήμερα, πάνω από είκοσι τέσσερις χιλιάδες μαθητές κάθε χρόνο εκτός των ΑΕΙ», είπε ο Αλ. Τσίπρας, αναφερόμενος σε κοινά αποδεκτές εκτιμήσεις για τις συνέπειες που θα έχουν οι ρυθμίσεις στην πρόσβαση, και ότι αυτοί οι μαθητές θα αποτελέσουν «τη δεξαμενή της πελατείας των ιδιωτικών κολεγίων». Ωστόσο, δείχνοντας ποια είναι η ουσία του προβλήματος κατά τον ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι «τα κολέγια στη χώρα μας δεν έχουν καμία σχέση με τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στις άλλες χώρες, είτε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είτε και σε άλλες χώρες. Είναι πολύ χαμηλής ποιότητας». Και κατηγόρησε την υπουργό Παιδείας για την τροπολογία, με την οποία αναγκάζει τα Επιμελητήρια να εγγράψουν αποφοίτους κολεγίων, παραβλέποντας ότι η εξίσωση των πτυχίων τους έχει νομοθετηθεί με αλλεπάλληλες ρυθμίσεις από πολλές προηγούμενες κυβερνήσεις, ανάμεσα στις οποίες και τη δική του.
Με άλλα λόγια, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα είναι ότι ενισχύεται η αγορά χωρίς τους... απαραίτητους κανόνες, δηλαδή χωρίς έλεγχο και αναβάθμιση των κολεγίων, ώστε να είναι υψηλής ποιότητας, χωρίς έλεγχο από την πλευρά των Επιμελητηρίων στα εξισωμένα πτυχία τους, με εξετάσεις κι άλλους φραγμούς που θέλουν να επιβάλλουν σε όλους τους αποφοίτους! Μόνο που αυτή είναι η αγορά που κι αυτός υπηρετεί, αυτή είναι η λογική της, τα διαβαθμισμένα πτυχία πολλών ταχυτήτων, που τραβούν προς τα κάτω συνολικά τα δικαιώματα όλων των αποφοίτων, για να διαλέγουν οι εργοδότες τους φθηνότερους.
Ο Αλ. Τσίπρας ισχυρίστηκε ότι «ξαναμπαίνουμε σε μια λογική μετατροπής του λυκείου σε εξεταστικό προθάλαμο», ενώ τόλμησε να μιλήσει και για «ακύρωση του μορφωτικού ρόλου του λυκείου σε όλες τις τάξεις», αυτός που θεσμοθέτησε την κατάργηση της Γ' Λυκείου και τη μετατροπή της σε φροντιστήριο. Διέβλεψε συρρίκνωση των ΑΕΙ και μείωση της χρηματοδότησής τους που εκτός των άλλων συναρτάται και με τον αριθμό των φοιτητών, κάτι όμως που είναι στον πυρήνα της στρατηγικής της ΕΕ, για τα δήθεν αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης. Ουσιαστικά, υπερασπίστηκε τους στόχους της ΕΕ που θέλει αυξημένους αριθμούς φοιτητών, για να υπάρχουν αυξημένοι αριθμοί αποφοίτων με υψηλά προσόντα, τα οποία όμως θα κρίνονται τελικά από την «αγορά» σε έναν κυκεώνα ατομικού ανταγωνισμού και με βάση το «ζύγι» των κάθε φορά αναγκών του κεφαλαίου.
Σύμφωνα με τον Αλ. Τσίπρα, η κυβέρνηση για να κρύψει τα παραπάνω ανοίγει «μια παράλληλη συζήτηση πάνω σ' ένα υπαρκτό, είναι η αλήθεια, πρόβλημα που ουδόλως, όμως, σας ενδιαφέρει να το λύσετε επί της ουσίας, να το λύσετε αποτελεσματικά και ουσιαστικά. Ανοίγετε συζήτηση πάνω στο πρόβλημα της παραβατικότητας στα πανεπιστήμια».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, χτύπησε έτσι «μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», κρύβοντας και το περιεχόμενο της καταστολής - την υπεράσπιση των αντιδραστικών σχεδιασμών - και υιοθετώντας την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης περί «γενικευμένης ανομίας» στα ΑΕΙ λέγοντας: «Οχι απλά βλέπουμε φαινόμενα ακραία, όπως αυτό με τον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, αλλά στην ουσία υπάρχει πρόβλημα ελεύθερης διακίνησης των ιδεών. Δεν μπορεί να διεξαχθεί χωρίς φόβο μια δημόσια συζήτηση με πολιτικούς εκπροσώπους με τους οποίους κάποιες ομάδες διαφωνούν. Είναι γεγονός αυτό. Το παραδέχομαι. Είναι μεγάλο θέμα, πρέπει να βρούμε τον τρόπο να το λύσουμε». Και υπερασπίστηκε το πόρισμα Παρασκευόπουλου, που ποινικοποιούσε ευθέως τις καταλήψεις και άλλες κινητοποιήσεις φοιτητών κι εργαζομένων.
Αποδεχόμενος την εμφάνιση των ΑΕΙ ως «άντρων ανομίας», κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι πάει να στήσει «πυριτιδαποθήκες εκεί όπου πράγματι γίνονται συχνά εμπρησμοί, για να αντιμετωπίσετε τους εμπρησμούς με τις πυριτιδαποθήκες μέσα στα πανεπιστήμια». Στο ίδιο πνεύμα αντιμετώπισε ως κύρια προβλήματα για την πανεπιστημιακή αστυνομία πρώτον ότι δεν θα λογοδοτεί στους πρυτάνεις και δεύτερον ότι δεν θα έχει την κατάλληλη εκπαίδευση(!), φέρνοντας διάφορα παραδείγματα ειδικών φρουρών που... λόγω πλημμελούς εκπαίδευσης ενεπλάκησαν σε διάφορες υποθέσεις τον τελευταίο χρόνο.
Ενταγμένο στο πλαίσιο των συνολικών αντιδραστικών αλλαγών που σπεύδει να προωθήσει εν μέσω πανδημίας παρουσίασε το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια ο Κυρ. Μητσοτάκης, μιλώντας από τη βήμα της Βουλης. Οπως τόνισε άλλωστε, πρόκειται για μία «μεταρρύθμιση ανάμεσα σε πολλές που προωθούμε ταυτόχρονα με την αντιμετώπιση της πανδημίας», ανήκει δε στις «ρυθμίσεις» «που ανοίγουν ορίζοντες στο μέλλον», «συγχρονίζοντας» την Ανώτατη Εκπαίδευση, «με τις ανάγκες και τον βηματισμό του 21ου αιώνα».
Αναλύοντας δε τις προβλέψεις του νομοσχεδίου, είπε μεταξύ άλλων ότι έρχεται και «ως αντίδραση σε ένα ανορθολογικό καθεστώς», καθώς «σήμερα στη χώρα μας 8 στους 10 νέους εισάγονται στο πανεπιστήμιο. Φέτος μόνο είχαμε 81.000 καινούργιους φοιτητές, από τα 103.000 παιδιά που γεννήθηκαν το 2002. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο», σε μια έμμεση παραδοχή ότι θέλουν να εισάγουν φραγμούς στην πρόσβαση, οι οποίοι είναι δεδομένο ότι θα πλήξουν περισσότερο τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών.
Πρόσθεσε ότι «το 36% των ελληνικών επιχειρήσεων μας λέει ότι ζητά αλλά δεν βρίσκει στελέχη που θέλει» και ότι «σήμερα αντιμετωπίζουμε ένα πραγματικό πρόβλημα συσχέτισης μεταξύ της παρεχόμενης εκπαίδευσης και των αναγκών εργασίας». Κάτι όμως που δημιουργείται από τη φύση του καπιταλισμού, την απουσία σχεδιασμού, την αναρχία και τον ανταγωνισμό στην παραγωγή, όπου οι εργοδότες είναι αυτοί που διαλέγουν τους πιο καταρτισμένους και ταυτόχρονα πιο φθηνούς αποφοίτους, αξιολογώντας αυτοί ουσιαστικά και την αξία των πτυχίων.
Υπερασπίστηκε τη βάση εισαγωγής ως ρύθμιση που διασφαλίζει «τη στοιχειώδη ικανότητα των υποψήφιων φοιτητών να ξεκινήσουν τις σπουδές τους», παραβλέποντας ότι το επίπεδο των φοιτητών διαμορφώνεται από το σχολείο, που όλες οι κυβερνήσεις - μαζί και η δική του - το μετατρέπουν σε προγυμναστήριο δεξιοτήτων, ρίχνοντας το επίπεδό του.
Παραπέρα, παρουσιάζοντας την παρεχόμενη από το κράτος εκπαίδευση και την εκπαιδευτική διαδικασία ως ένα «δούναι και λαβείν», ισχυρίστηκε ότι ο φοιτητής πρέπει «να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις μιας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης» και να μην «απολαμβάνει τα προνόμια της αιώνιας φοίτησης». Παρέκαμψε έτσι την πλήρη απουσία φοιτητικής μέριμνας και την ανάγκη χιλιάδων παιδιών από τα λαϊκά στρώματα να κυνηγούν ένα μεροκάματο σε συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Αναπαράγοντας δε ψέματα και συκοφαντία, αξιοποιώντας προβοκάτσιες και προσπαθώντας να κρύψει την πραγματική αποστολή, την υπεράσπιση του πανεπιστημίου - παράρτημα των επιχειρηματικών ομίλων, υπερασπίστηκε την αστυνομοκρατία στις σχολές, τάχα για να ...δώσει «το δημόσιο πανεπιστήμιο πίσω στους φυσικούς του κατόχους, στους καθηγητές, στους φοιτητές, στους εργαζόμενους» - η κυβέρνηση της ΝΔ, που επί ένα χρόνο αρνείται να ανοίξει τις σχολές με τα απαραίτητα μέτρα!
Αξιοποιώντας ξανά συκοφαντίες και προβοκάτσιες, δεν παρέλειψε να υποστηρίξει πως «το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι οργανωμένες μειοψηφίες στα πανεπιστήμια, συγκεκριμένης ιδεολογικής απόχρωσης, επέμεναν - και επιμένουν μέχρι και σήμερα - να επιβάλλουν διά της βίας τη δική τους άποψη», εκμεταλλευόμενος και εδώ τη δράση μηχανισμών για γενίκευση της καταστολής απέναντι στο οργανωμένο λαϊκό κίνημα.
Εκεί που το «απογείωσε» ήταν όταν ταύτισε την ελευθερία με την καταστολή, λέγοντας ότι «οι σχολές θα κλείσουν έτσι την πόρτα στη βία, ανοίγοντας την πόρτα στην ελευθερία» και ότι «στις σχολές δεν μπαίνει η αστυνομία, μπαίνει η δημοκρατία, η δροσερή πνοή της ελευθερίας, που έως τώρα αφήνουν έξω οι καπνοί των μολότοφ»...
Τα δε κρούσματα κρατικής βίας και αστυνομικής αυθαιρεσίας τα απέδωσε σε «μεμονωμένα περιστατικά ειδικών φρουρών», ενώ είπε ότι «σε όλα τα αμερικανικά πανεπιστήμια υπάρχει πανεπιστημιακή αστυνομία ένοπλη», ξεχνώντας όμως να πει και για τα αποτελέσματα, με τους δεκάδες σακατεμένους φοιτητές, τις συλλήψεις φοιτητών που διεκδικούσαν ακόμα και τα στοιχειώδη.
Κατά τ' άλλα ο πρωθυπουργός επιχείρησε να παρουσιάσει ότι το νομοσχέδιο «θεραπεύει παθογένειες» που υπάρχουν, ώστε να ξαναποκτήσει το πανεπιστήμιο «το νόημά του». Παθογένεια όμως σήμερα είναι ότι οι πρωτοετείς δεν έχουν γνωρίσει ακόμα τη σχολή τους, ότι δίνουν εξεταστική χωρίς βιβλία, ότι δεν έχουν δωρεάν και πλήρη φοιτητική μέριμνα, ότι υπάρχουν ελλείψεις προσωπικού. Σε τελική ανάλυση, παθογένεια είναι τα διαχρονικά προβλήματα που προκύπτουν από τις προτεραιότητες που έχουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις, και η σημερινή.
Δεν δίστασε τέλος να παρουσιάσει ανιστόρητα την πολιτική της κυβέρνησης ως συνέχεια των αγώνων της Νεολαίας Λαμπράκη για «περισσότερες και ποιοτικότερες σπουδές», όταν η στρατηγική της ΕΕ και οι πολιτικές των κυβερνήσεων του κεφαλαίου είναι η μόρφωση σε λίγους, δεξιότητες στους περισσότερους και πανεπιστήμια ΑΕ.
Τις δικές τους αντιδραστικές προτάσεις για πανεπιστήμια και συνολικά για μια Εκπαίδευση κομμένη και ραμμένη στις ανάγκες της αγοράς, δηλαδή του κεφαλαίου, βρήκαν ευκαιρία να ξεδιπλώσουν και τα άλλα αστικά κόμματα.
Η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ Φ. Γεννηματά συμφώνησε στον «περιορισμό των αιώνιων φοιτητών», προτείνοντας το δικό της «μοντέλο» κόφτη μέσω ενός «εθνικού απολυτηρίου», και αφού έκανε λόγο για πανεπιστήμια που θα τα χαρακτηρίζουν «η εξωστρέφεια, η σύνδεση με την παραγωγή, την καινοτομία, την έρευνα και τη χρηματοδότησή τους στη βάση ενός σύγχρονου συστήματος αξιολόγησης», το οποίο προφανώς θα καθορίζει ο ΣΕΒ, πρότεινε αντί για αστυνομία την ...παραλλαγή ενός «ειδικού σώματος» που θα αναφέρεται στον πρύτανη, αποφεύγοντας να πει ότι αυτό θα εκπαιδεύεται από την αστυνομία, όπως είχε αναφέρει η ειδική αγορήτρια του ΚΙΝΑΛ.
Ο δε επικεφαλής του ΜέΡΑ25 Γ. Βαρουφάκης είπε με σαφήνεια ότι «το ερώτημα δεν είναι αν θα πρέπει να υπάρξει φύλαξη στα πανεπιστήμια, δεν είναι αν θα υπάρχει ειδικευμένος φρουρός, αλλά σε ποιον θα απαντά, στις πρυτανικές αρχές ή στον κ. Χρυσοχοΐδη», ενώ παρουσίασε και τον τρόπο που προτείνει το κόμμα του να πετιούνται έξω από τα αμφιθέατρα τα παιδιά των εργατικών - λαϊκών οικογενειών: Με προαπαιτούμενα και αλυσίδες μαθημάτων, δηλαδή να μην μπορεί π.χ. ένας φοιτητής να δώσει μάθημα που το χρωστάει από το πρώτο έτος στο τρίτο έτος, οπότε θα αναγκάζεται να φεύγει.
Οσο για την Ελ. Λύση, έφτασε να κάνει λόγο για στρατοπέδευση στα πανεπιστήμια επίλεκτου σώματος εκπαιδευμένου από τις ειδικές δυνάμεις του στρατού! Και, βέβαια, συμφώνησε με τον διωγμό φοιτητών από τις σχολές, με την καραμέλα περί «αιώνιων φοιτητών».