Κυριακή 20 Δεκέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Τα κύρια σημεία της έκθεσης για την απασχόληση στην Ευρώπη το 2009

Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν για την απασχόληση στην Ευρώπη το 2009, εκτιμάται, ότι η οικονομική κρίση είναι η βαθύτερη από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα. Σε μια προσπάθεια να διαφυλαχθεί η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και να μπορέσει να διαχειριστεί την κρίση, επισημαίνει η Κομισιόν τη σημασία που έχει η υλοποίηση της Στρατηγικής της Λισαβόνας στο σύνολό της, με έμφαση στο Ευρωπαϊκό Σχέδιο Ανάκαμψης της Οικονομίας που υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Δεκέμβρη του 2008.

Ως βασικό πρόβλημα παρουσιάζει η Κομισιόν την αυξανόμενη ανεργία, που εκτιμά, ότι θα οδηγήσει στην απώλεια επτά εκατομμυρίων θέσεων εργασίας την περίοδο 2009-2010, και θα εκτοξεύσει το ποσοστό ανεργίας στο 10%. Ενδεικτικό είναι το γεγονός, ότι το τέταρτο τρίμηνο του 2009 χάθηκαν 1 εκατομμύριο θέσεις εργασίας στην ΕΕ, ανεβάζοντας το ποσοστό ανεργίας στο 9,5%.

Στο ζήτημα αυτό στάθηκε και στην εαρινή του Σύνοδο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ξεχωρίζοντας τις ακόλουθες προτεραιότητες για τις πολιτικές απασχόλησης:

  • Τη διατήρηση και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την προώθηση της κινητικότητας.
  • Την αναβάθμιση των δεξιοτήτων με προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
  • Την αύξηση των δυνατοτήτων πρόσβασης στην απασχόληση.

Στην κατεύθυνση αυτή δίνεται ιδιαίτερη σημασία στην ευελφάλεια (ευελιξία με ασφάλεια) που θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για την προώθηση των πολιτικών απασχόλησης της ΕΕ. Προωθείται ο εκσυγχρονισμός και η προσαρμοστικότητα των αγορών εργασίας με έμφαση στην προετοιμασία της αγοράς για τη μελλοντική ανάκαμψη. Κρίνεται σημαντική η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στα πλαίσια και της «πράσινης ανάπτυξης και οικονομίας», η επένδυση σε ειδικευμένο, προσαρμόσιμο εργατικό δυναμικό για μια ανταγωνιστική Ευρώπη.

Η έκθεση της Κομισιόν εκτιμά, ότι η νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε από την κρίση ανέδειξε τη σημασία πιο σύγχρονου ελέγχου και ανάλυσης της αγοράς εργασίας και ταυτόχρονα εύρεσης τρόπων μείωσης των επιπτώσεων της κρίσης στις αγορές εργασίας και την εφαρμογή τους κατά την περίοδο της ανάκαμψης.

Ανησυχούν για την «υγεία» της ανταγωνιστικότητας

Η αυξανόμενη ανεργία, σύμφωνα με την έκθεση, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου και άρα η αντιμετώπισή της στην κατεύθυνση των ευρωπαϊκών πολιτικών απασχόλησης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την οικοδόμηση μιας δομικά υγιούς και διεθνώς ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής οικονομίας στο μέλλον.

Η ευελιξία των αγορών εργασίας κρίνεται από την Κομισιόν ως σημαντικό εργαλείο που θα μπορέσει να μετριάσει την αύξηση της ανεργίας. Και παρόλο που έχουν γίνει βήματα στην κατεύθυνση αυτή, ωστόσο αναδεικνύεται η ανάγκη αυτά τα βήματα να επιταχυνθούν, προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι της Στρατηγικής της Λισαβόνας για την απασχόληση.

Με βάση την προτεραιότητα που δίνεται στη μετακίνηση εκτιμάται στην έκθεση, ότι σημειώνεται μια αύξηση στη μετακίνηση των ανέργων από την απασχόληση και των απασχολούμενων στην ανεργία, με χαμηλότερα ποσοστά σε Ελλάδα (14%) και Σουηδία (16%) και πάνω από 25% σε Ηνωμένο Βασίλειο, Φινλανδία, Ισπανία και Δανία. Σε επίπεδο εργαζομένων 15-24 ετών η κινητικότητα αυτή φτάνει το 70%.

Η Κομισιόν εκτιμά, ότι οι σταθερότεροι οργανισμοί της αγοράς εργασίας εμποδίζουν τη μετακίνηση δυναμικού από μια φθίνουσα σε μια αναπτυσσόμενη δραστηριότητα και ταυτόχρονα αναδεικνύει και τις επιπτώσεις που θα έχει μια αυξημένη μετακίνηση στην αύξηση του κόστους κοινωνικών παροχών. Υψηλά δηλαδή ποσοστά ανεργίας τριβής (ανεργία που αφορά στην αδυναμία της αγοράς εργασίας να απορροφήσει άμεσα ανέργους, παρότι υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας, για τις οποίες οι άνεργοι έχουν τα απαραίτητα προσόντα και επαγγελματική εξειδίκευση), έξοδα προσαρμογής, απώλεια συγκεκριμένου ανθρώπινου δυναμικού, πιθανή αύξηση των επιδομάτων ανεργίας.

Η μακροχρόνια ανεργία εκτιμάται ότι ανέρχεται στην ΕΕ στο 45% επί του συνόλου των ανέργων, με σημαντική αύξηση σε μεγαλύτερης ηλικίας ανέργους με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Η έκθεση αναφέρει τον κίνδυνο μετατροπής του κυκλικού προβλήματος της ανεργίας σε δομικό, καθώς μειώνονται οι πιθανότητες εξόδου από την ανεργία, όσο αυξάνεται ο χρόνος ανεργίας, σε συνδυασμό και με την οικονομική ύφεση.

Ως μία από τις αιτίες αύξησης της μακροχρόνιας ανεργίας παρουσιάζεται στην έκθεση η αυστηρή εργατική νομοθεσία.

Η έκθεση εκτιμά, ότι σημαντική κινητήρια δύναμη για την αγορά εργασίας θα αποτελέσει η «πράσινη οικονομία και ανάπτυξη». Αναφέρει, ωστόσο, ότι η επίδραση στην καθαρή δημιουργία θέσεων δε θα είναι πολύ μεγάλη, καθώς θα συνοδεύεται από την απώλεια ήδη υπαρχόντων θέσεων εργασίας και οι υποκείμενες διαρθρωτικές αλλαγές θα απαιτήσουν την αναδιάταξη εργαζομένων ανάμεσα στους οικονομικούς τομείς και είδη δεξιοτήτων.

Χρειάζονται την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων

Διαφαίνεται από τα παραπάνω ξεκάθαρα ο στόχος να αλλάξουν ριζικά οι εργασιακές σχέσεις σε επίπεδο ΕΕ γενικότερα, αλλά και ειδικότερα σε κάθε κράτος μέλος. Η τοποθέτηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε σχέση με την «προτεραιότητα που δίνει στην καταπολέμηση της ανεργίας», είναι ότι «την πρώτη ευθύνη την έχουν τα κράτη μέλη, παρ' όλα αυτά η ΕΕ έχει την ευθύνη να παράσχει και να βελτιώσει ένα κοινό πλαίσιο, ώστε τα μέτρα να είναι συντονισμένα, αλληλοϋποστηριζόμενα και ευθυγραμμισμένα στους κανόνες της ενιαίας αγοράς». Η ενιαία αγορά εργασίας θα ρυθμίζει και ενιαία τις εργασιακές σχέσεις...

Σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της απασχόλησης, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την κινητικότητα, θα πρέπει αρχικά να έχουμε υπόψη μας το γεγονός, ότι απασχολούμενος, άρα όχι άνεργος, θεωρείται όποιος έχει δουλέψει έστω και μια ώρα το μήνα. Οταν λοιπόν αναφέρονται στην ανάγκη διατήρησης και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, αναδεικνύουν τη σημασία των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και μέσω αυτών της απορρόφησης μεγαλύτερου ποσοστού εργατικού δυναμικού στην αγορά εργασίας. Να διατηρηθεί δηλαδή ένα κομμάτι του ανθρώπινου κεφαλαίου, της εργατικής δύναμης, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζεται, ότι θα λαμβάνει και τα αναγκαία μέσα συντήρησής του. Σημαίνει ίδιες θέσεις εργασίας για περισσότερους εργαζόμενους, με λιγότερα δικαιώματα, μικρότερους μισθούς, περικοπή επιδομάτων, δώρων κλπ., στα πλαίσια της λεγόμενης μείωσης του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους και ταυτόχρονα εργατικό δυναμικό που θα είναι έτοιμο να μεταβεί άμεσα από τη μία θέση εργασίας στην άλλη, από τη μία ειδικότητα στην άλλη, από την ανεργία στην απασχόληση και πάλι στην εργασία, ανάλογα με την ανάπτυξη ή την ύφεση σε τομείς και κλάδους οικονομίας.

Διευρύνοντας τις ελαστικές μορφές απασχόλησης εξυπηρετούν και ένα τεράστιο μέρος των εργοδοτών, οι οποίοι προσλαμβάνουν πλέον εργατικό δυναμικό, ανάλογα με τις χρονικές ανάγκες - για ένα μήνα, έξι μήνες, ακόμα και με συμβάσεις ημέρας. Με τον τρόπο αυτό κρατούν όμηρους τους εργαζομένους, καταστρατηγούνται βασικά εργασιακά δικαιώματα (μόνιμη και σταθερή δουλειά, επιδόματα, άδειες, αποζημιώσεις κλπ). Ταυτόχρονα αυξάνει και η επιδότηση εργοδοτών, επιχειρήσεων από τον ΟΑΕΔ για την πρόσληψη εργαζομένων, πάλι με ελαστικές μορφές. Η επιχείρηση απαλλάσσεται από την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών και ενός μέρους του μισθού. Τέλος, στην κατεύθυνση αυτή τέτοια παραδείγματα αποτελούν σήμερα οι εργαζόμενοι σε Stage, οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, η ανάθεση σε εργολάβους, η ενοικίαση εργαζομένων κλπ.

Φαίνεται η σημασία που δίνει η αστική τάξη στη μείωση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης, όχι για να εξασφαλίσει το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, αλλά για να μπορεί να ανέβει η παραγωγικότητα την περίοδο της ανάκαμψης και να εξασφαλιστεί και μετά η αύξηση αυτή που συνάδει με την αύξηση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου. Αρα, χρειάζεται να παραμένει στην αγορά εργασίας, έστω και παροδικά, έστω και με ένα μεροκάματο το μήνα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της εργατικής τάξης. Ο τρόπος που επιτυγχάνεται αυτό είναι αφ' ενός οι ελαστικές μορφές εργασίας που ολοένα και διευρύνονται και στόχος είναι να επεκταθούν παραπέρα και να έχουν μόνιμο χαρακτήρα, αλλά και τα διάφορα προγράμματα κατάρτισης και επανακατάρτισης που απορροφούν ένα κομμάτι των ανέργων, προκειμένου να προετοιμάσουν τους εργαζόμενους για τη μετάβασή τους σε νέους τομείς οικονομικής δραστηριότητας που θα ιεραρχήσει το κεφάλαιο, αλλά και για να «μειώσει» την ανεργία μετατρέποντάς τη σε λανθάνουσα ανεργία. Η κινητικότητα των εργαζομένων από τον ένα κλάδο στον άλλο, τη μια χώρα στην άλλη, από την ανεργία στην απασχόληση και την απασχόληση στην ανεργία θα διευρύνεται, όσο θα μεγαλώνουν τα αδιέξοδα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, θα εμφανίζονται ολοένα και συχνότερα οι κρίσεις, θα επενδύει το κεφάλαιο κάθε φορά σε νέες σφαίρες παραγωγής, σε νέες χώρες κλπ., προκειμένου να αντιμετωπίζει τις κρίσεις αυτές. Και τα μέτρα που προωθούνται αυτό ακριβώς προμηνύουν, το βάθεμα της σαπίλας του καπιταλισμού, που θα γίνεται ολοένα και συχνότερα εμφανές με την υπερσυσσώρευση κεφαλαίου.

Θέλουν «ευέλικτους» και «ευκίνητους» εργάτες

Και πάλι από όλα αυτά τα μέτρα φαίνεται ξεκάθαρα, ότι απορρέουν εκ νέου αντιφάσεις. Κρίνει η ΕΕ αναγκαία για την επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος την ολοένα και αυξανόμενη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού, το να είναι οι εργαζόμενοι πιο ευέλικτοι, πρωταρχικά συνειδησιακά, να είναι πιο προσαρμόσιμοι, εντοπίζοντας ωστόσο ότι κάτι τέτοιο θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους κοινωνικών παροχών, όπως τα υψηλά επίπεδα ανεργίας τριβής, τα έξοδα προσαρμογής, την απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου, αλλά και την πιθανότητα αύξησης των δαπανών για επιδόματα ανεργίας, θα δημιουργήσει δηλαδή νέα προβλήματα στο σύστημα. Ηδη προσπαθούν να βρουν νέους τρόπους για την επίλυσή τους, όπως βαφτίζοντας το επίδομα ανεργίας, επίδομα απασχόλησης, με την έμμεση επίθεση στην εργατική νομοθεσία, που θεωρείται για τους αστούς «αυστηρή», δεν τους αφήνει δηλαδή να δρουν ασύδοτα και να εκμεταλλεύονται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τους εργαζόμενους.

Η επίθεση που γίνεται σήμερα με τις αλλαγές σε Ασφαλιστικό, με το νέο νομοσχέδιο για τους συμβασιούχους, οι εξαγγελίες περί εθνικού βασικού μισθού και σύνταξης, στην ουσία εμπεριέχουν όλες τις παραπάνω αποφάσεις της ΕΕ. Η Ελλάδα έχει ήδη καθυστερήσει στην εφαρμογή των κατευθύνσεων της Στρατηγικής της Λισαβόνας, στη σύγκλιση με τους νόμους της «ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας» που θα χρησιμοποιηθεί σαν όχημα αφενός να ξεπεραστεί η κρίση εξασφαλίζοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κέρδη στους κεφαλαιοκράτες και αφετέρου προκειμένου να υιοθετηθεί ένα νέο εργασιακό μοντέλο.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι η «κινητικότητα» φαίνεται να κυριαρχεί στις ηλικίες 15-24 ετών, γαλουχώντας τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης με τις νέες εργασιακές σχέσεις.

Συμπερασματικά, τα μέτρα και οι διαπιστώσεις της ΕΕ έχουν στόχο:

  • Την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων, προκειμένου να συγκρατηθεί το ποσοστό κέρδους του μεγάλου κεφαλαίου.
  • Στην κατεύθυνση αυτή, κρατώντας με διάφορες μορφές απασχόλησης μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων στην αγορά εργασίας, αυξάνουν και τη μάζα των εκμεταλλευομένων.
  • Προσπαθούν να δώσουν ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη μέσω επενδύσεων σε κλάδους και προϊόντα πράσινης οικονομίας

Αρα είναι αναγκαία η αύξηση της κινητικότητας και της προσαρμοστικότητας των εργαζομένων, προκειμένου ακριβώς να απορροφηθούν στους νέους αυτούς κλάδους.


Μαρία ΚΑΤΣΑΛΗ
Μέλος του Εργατικού - Συνδικαλιστικού τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ