Σάββατο 7 Απρίλη 2018 - Κυριακή 8 Απρίλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 25
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Για την προστασία και την εξω-οικογενειακή φροντίδα των παιδιών

Ατομική ή κοινωνική υπόθεση;

Eurokinissi

Είναι βέβαιο ότι δεν θα συναντήσει κανείς πολιτικό σχηματισμό, κοινωνικό φορέα, αρθρογραφία στον ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο, που να μην τοποθετείται πάντα υπέρ της παιδικής προστασίας, υπέρ των δικαιωμάτων των παιδιών. Μάλιστα, με διαφορετικό τρόπο σε κάθε ιστορική περίοδο, το ζήτημα της παιδικής προστασίας είχε διαφορετικό περιεχόμενο όσον αφορά τα μέτρα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ανάπτυξη των ορφανοτροφείων, για να προστατευτούν τα παιδιά που έχασαν τους γονείς τους στον πόλεμο ή και αυτά που είχαν γεννηθεί «εκτός γάμου» και δεν αναγνωρίζονταν, είτε νομικά, είτε με το καθυστερημένο σύστημα αντιλήψεων που τότε κυριαρχούσε. Για την παιδική προστασία δραστηριοποιήθηκαν μέλη της αστικής τάξης και ιδιαίτερα οι γυναίκες της, με τη χρηματοδότηση και τη λειτουργία διαφόρων τύπων ιδρυμάτων, πράγμα που συνεχίζεται και σήμερα, με σαφώς πιο οργανωμένο τρόπο, και με έντονο το ιδεολογικό στίγμα, μέσω της λεγόμενης «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης».

Ταυτόχρονα, το ίδιο το αστικό κράτος πήρε διαχρονικά ορισμένα μέτρα προκειμένου να αντιστοιχηθεί το θεσμικό πλαίσιο στη σύγχρονη αστική πραγματικότητα, να καταργήσει αναχρονισμούς που έβγαζαν «μάτι» και ήταν ξεπερασμένοι ακόμα και στο πλαίσιο του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα της οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας. Μπορούμε να πούμε ότι δεν το διευκόλυναν, αλλά αντίθετα του δημιουργούσαν και εμπόδια.


Τέτοια μέτρα ήταν η αναγνώριση των παιδιών «εκτός γάμου», η ανάπτυξη των παιδικών και βρεφικών σταθμών, ορισμένα μέτρα για την παιδική εργασία, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η καθιέρωση διαφόρων επιδομάτων που σχετίζονται με την οικογένεια κ.λπ. Βεβαίως, για όλα αυτά που ενδεικτικά αναφέρουμε, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο η διεκδίκησή τους από το εργατικό - λαϊκό κίνημα και το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα.

Είναι γεγονός ότι το ζήτημα της παιδικής προστασίας παρουσιάζεται από την κυρίαρχη αστική αντίληψη - και η οποία επιδρά και στη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων - σαν ένα «ουδέτερο» ταξικά πεδίο. Οτι μπροστά στο παιδί και τις ανάγκες του συγκλίνει το κοινό ενδιαφέρον εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων. Η βαθύτερη στόχευση, όπως και για όλα τα άλλα ζητήματα που βασανίζουν τη λαϊκή οικογένεια, είναι να αποσυνδεθούν από τα κοινωνικά - οικονομικά αίτια, να καλυφθεί με αδιαπέραστο πέπλο η αιτία που τα δημιουργεί, πράγμα που θα αποτελούσε ένα ακόμα στοιχείο αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος.

Αμετάβλητο κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος

Είναι επιβεβαιωμένο ότι η αστική τάξη, το κράτος και οι εκάστοτε κυβερνήσεις που την υπηρετούν δεν χάνουν τον «μπούσουλα» για την εξασφάλιση όσο γίνεται πιο φτηνής εργατικής δύναμης.

Αυτό σημαίνει ότι όλα αυτά που απαιτούνται για τη συντήρησή της (σίτιση, στέγαση, διακοπές, μέτρα υγείας και ασφάλειας στην εργασία κ.ά.), την εκπαίδευσή της (Παιδεία), την αποκατάσταση της φθοράς της (πρόληψη, θεραπεία, αποκατάσταση, φάρμακα κ.ά.), όπως και για την αναπαραγωγή της με τη δημιουργία παιδιών, τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης που θα αντικαταστήσει την προηγούμενη, θα πρέπει να «στοιχίζουν» όσο το δυνατόν λιγότερο στο κεφάλαιο και στο κράτος του. Στο όριο, ώστε να μπορούν απλά να είναι ικανοί να μπουν στην παραγωγική διαδικασία.

Οσο λιγότερο θα «στοιχίζουν» η εργατική τάξη και τα παιδιά της, τόσο περισσότερο κέρδος θα εξασφαλίζει ο καπιταλιστής. Ενώ παράγεται τεράστιος πλούτος από τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας, αυτός ιδιοποιείται ατομικά, και ταυτόχρονα οι κοινωνικές ανάγκες των λαϊκών οικογενειών και των παιδιών τους αποτελούν σε μεγάλο βαθμό ατομική - οικογενειακή υπόθεση, στην οποία όλο και πιο δύσκολα μπορούν να αντεπεξέρχονται.

Το αποτέλεσμα είναι μαζί με τη διεύρυνση της σχετικής φτώχειας στα λαϊκά στρώματα να διευρύνονται και οι ανάγκες των παιδιών - που αντιστοιχούν στο κάθε φορά επίπεδο της ανάπτυξης και των δυνατοτήτων - που δεν μπορούν να ικανοποιηθούν. Ενα τμήμα των λαϊκών στρωμάτων, που εντάσσεται στην απόλυτη φτώχεια, επιδρά αντίστοιχα και στις ανάγκες των παιδιών.

Επομένως, στο πλαίσιο του σημερινού χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης αντικειμενικά παράγεται και αναπαράγεται το φαινόμενο της σχετικής και της απόλυτης έλλειψης προστασίας - από την πλευρά των αναγκών - των παιδιών. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Unicef», το 26,6% των παιδιών ζουν σε συνθήκες σχετικής φτώχειας, δηλαδή μεταξύ άλλων δεν διατρέφονται σωστά, δεν έχουν ικανοποιητική θέρμανση, δεν μπορούν να κάνουν ούτε μια βδομάδα διακοπών.

Δεν είναι τυχαίο ότι από την πλευρά του αστικού κράτους και της κυβέρνησης, όταν αναφέρονται στην παιδική προστασία, κυρίως εννοούν ορισμένα περιορισμένα μέτρα για την κατηγορία των παιδιών που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, ή γι' αυτά που για διάφορους λόγους είναι χωρίς οικογένεια, ή δεν μπορούν να ζήσουν με τους φυσικούς τους γονείς.

Είναι η γνωστή ευρωενωσιακή πολιτική της δραστικής περικοπής των έτσι κι αλλιώς ανεπαρκών κρατικών παροχών για τις κοινωνικές ανάγκες των ζευγαριών και των παιδιών τους και του περιορισμού τους σε αυτούς «που πραγματικά έχουν ανάγκη», δηλαδή μόνο σε αυτούς που ζουν κοντά ή εντός των συνθηκών απόλυτης ανέχειας. Μάλιστα, και αυτές οι παροχές στην ουσία μοιράζονται ως δαπάνη στους εργαζόμενους που είναι σε μια σχετικά καλύτερη κατάσταση.

Για παράδειγμα, ποια προστασία της ανάγκης στην Προσχολική Αγωγή υπάρχει, όταν ένα μικρό μέρος των λαϊκών οικογενειών πλέον έχει δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς και το μεγαλύτερο μέρος τους εξαναγκάζεται σε πληρωμές ή αντιμετωπίζει την πλήρη έλλειψή τους; Ποια προστασία των γενικών και ιδιαίτερων αναγκών των παιδιών υπάρχει, όταν το εισόδημα των γονιών τους - όταν το έχουν και αυτό - είναι στο επίπεδο του «πουρμπουάρ»;

Προστασία των παιδιών χωρίς ή με «ακατάλληλη» οικογένεια

Είναι σοκαριστικά και αναρίθμητα πια τα περιστατικά που δημοσιοποιούνται και αφορούν την κακοποίηση παιδιών από τους γονείς τους, τη σεξουαλική κακοποίηση μικρών κοριτσιών από τον πατέρα τους, περιστατικά ακραίας παραμέλησης και εγκατάλειψης βρεφών και μικρών παιδιών, εμπορίας βρεφών και πολλά άλλα. Και ενώ πάντα υπήρξαν τέτοια περιστατικά, το τελευταίο διάστημα πολλαπλασιάζονται, καθιστώντας το ζήτημα της παιδικής προστασίας επιτακτικό.

Η όξυνση τέτοιων φαινομένων καταγράφεται κάτω από την επίδραση μιας σειράς παραγόντων. Πρώτα απ' όλα, με το βάθεμα της σήψης του καπιταλισμού πολλαπλασιάζονται και οι παθογένειες μέσα σε οικογένειες (ενδοοικογενειακή βία και σεξουαλική κακοποίηση προς τα παιδιά, τοξικομανία, ψυχικές ασθένειες κ.ά.).

Επίσης, είναι πολλές οι περιπτώσεις παιδιών που εγκαταλείπονται από τους φυσικούς τους γονείς (τα μαιευτήρια και τα νοσοκομεία είναι γεμάτα με τέτοια παιδιά, τα οποία στην πλειοψηφία τους αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, αναπηρίες, στερητικά σύνδρομα κ.ά.). Ολα αυτά επιδεινώνονται ακόμα περισσότερο στα χρόνια της κρίσης, με την ανέχεια, την ανεργία, επιπτώσεις που εκφράζονται σε μεγαλύτερο βαθμό στις μονογονεϊκές οικογένειες, από τις οποίες προέρχεται ένα σημαντικό μέρος των παιδιών αυτών.

Νέο στοιχείο, που λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα προηγούμενα, είναι ότι τα τελευταία χρόνια, με τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τις αποφάσεις ΕΕ - ελληνικών αστικών κυβερνήσεων, η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε αποθήκη μεταναστών και ασυνόδευτων προσφυγόπουλων, ορισμένα από τα οποία είναι σε μικρές ηλικίες και χωρίς ελπίδα να επανασυνδεθούν με οποιονδήποτε δικό τους.

Για όλα αυτά τα παιδιά, το κράτος παρέχει διαχρονικά ένα ελάχιστο πακέτο κοινωνικής παιδικής προστασίας. Και είναι πραγματικά ελάχιστο! Περιλαμβάνει μετρημένες στα δάχτυλα δημόσιες δομές φιλοξενίας και ελάχιστες υποδομές για προγράμματα εξω-ιδρυματικής φροντίδας, όπως είναι η αναδοχή και η υιοθεσία. Αναλυτικότερα:

Σε σχέση με τις δομές φιλοξενίας - οικοτροφεία, αυτό που κυριαρχεί είναι η έλλειψη ενός ενιαίου δημόσιου φορέα, η ύπαρξη ελάχιστων κρατικών δομών, οι οποίες μάλιστα είναι σοβαρά υποστελεχωμένες και η υποχρηματοδότησή τους υποσκάπτει τη λειτουργία τους - πόσο μάλλον τη σωστή λειτουργία τους - ενώ ανθεί ο ιδιωτικός τομέας μέσω των διαφόρων ΜΚΟ, ΝΠΙΔ, ιδρυμάτων της Εκκλησίας και των «φιλάνθρωπων».

Το σύστημα της υιοθεσίας και της αναδοχής

Η υποστελέχωση των αρμόδιων δημόσιων υπηρεσιών για θέματα υιοθεσίας και αναδοχής δημιουργεί σημαντικές καθυστερήσεις στο σύστημα προετοιμασίας των υποψήφιων θετών και αναδόχων γονέων (απαραίτητη κοινωνική έρευνα, εκπαίδευση κ.λπ.).

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα παιδιά που μπορούν να δοθούν για υιοθεσία (μόνιμη οικογενειακή αποκατάσταση του παιδιού) ή αναδοχή (προσωρινή ανάληψη της φροντίδας του ανήλικου) να αναγκάζονται να μένουν για καιρό στα οικοτροφεία, γεγονός που έχει αποδειχθεί ότι έχει σημαντικές συνέπειες στην ανάπτυξή τους (συναισθηματική, γνωστική και σωματική). Με όλα αυτά, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις να κυριαρχούν οι ιδιωτικές υιοθεσίες, και ακόμα χειρότερα το εμπόριο παιδιών, και να ανθούν κυκλώματα τόσο σε χώρους δικαστικούς όσο και σε υγειονομικούς.

Ο μεγάλος όγκος των ιδιωτικών υιοθεσιών, δηλαδή των υιοθεσιών που διεξάγονται εκτός των δημόσιων ιδρυμάτων, δημιουργεί σοβαρό προβληματισμό και μόνο από το γεγονός ότι η κοινωνική έρευνα για την καταλληλότητα ή μη των θετών γονιών ξεκινά εκ των υστέρων, μετά την ανάληψη του παιδιού από αυτούς. Είναι σίγουρο ότι ένα μέρος των υιοθεσιών αυτών είναι αγοραπωλησίες παιδιών, καθώς και ότι ένα μέρος αφορά οικογένειες - κυρίως μονογονεϊκές - που δεν μπορούν για οικονομικούς λόγους να μεγαλώσουν το παιδί τους.

Την ίδια στιγμή, αυξάνεται ο αριθμός των ζευγαριών που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί αλλά δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν. Οι τεράστιες ελλείψεις στο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και η ανυπαρξία συστήματος πρόληψης που να βοηθάει στον οικογενειακό προγραμματισμό των νέων ζευγαριών, στο να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν εγκαίρως δυσλειτουργίες στο αναπαραγωγικό σύστημα όλου του πληθυσμού, αλλά και η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, έχουν ως αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ζευγάρια που αναγκάζονται να προσφύγουν στην υιοθεσία και την αναδοχή. Βέβαια, τα αυστηρά εισοδηματικά κριτήρια για τους υποψήφιους ανάδοχους και θετούς γονείς αποκλείουν ένα μεγάλο μέρος των υποψηφίων από τα εργατικά - λαϊκά στρώματα από αυτήν τη διαδικασία.

Η κυβέρνηση, με το προσχέδιο νόμου «Μέτρα προώθησης της υιοθεσίας και της αναδοχής», που έχει δώσει σε διαβούλευση, προτίθεται να πάρει μέτρα που θα της επιτρέψουν, στο πλαίσιο της πολιτικής της, να διαχειριστεί ορισμένες πλευρές (καταγραφή των παιδιών προς αναδοχή και υιοθεσία, αποσυμφόρηση των δημόσιων δομών παιδικής προστασίας, αξιοποίηση ιδιωτών κοινωνικών λειτουργών για γρηγορότερη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας).

Επί της ουσίας, δεν αντιμετωπίζει την αιτία των προβλημάτων, αλλά επιδιώκει να μειώσει την επίδραση των συνεπειών τους, με όσο το δυνατόν λιγότερες δαπάνες για το κράτος, με όσο το δυνατόν λιγότερη κρατική ευθύνη.

Πρόκειται για τη γνωστή ευρωενωσιακή πολιτική «μείωσης της βλάβης» και διατήρησης της «κοινωνικής συνοχής». Διότι η συνολικότερη πολιτική που ακολουθείται και από αυτήν την κυβέρνηση θα συνεχίσει να δημιουργεί και να αναπαράγει τους κοινωνικούς όρους (εκμετάλλευση, βία, πολέμους, φτώχεια και ανεργία) που οδηγούν στην αύξηση των εγκαταλελειμμένων παιδιών, των παιδιών χωρίς οικογένεια ή των παιδιών από ακατάλληλα οικογενειακά περιβάλλοντα.

Επιπλέον, τα αντιλαϊκά μέτρα που παίρνει και δυσχεραίνουν τους όρους ζωής της λαϊκής οικογένειας, το χτύπημα των εισοδημάτων, το πετσόκομμα των οικογενειακών επιδομάτων, την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών Υγείας - Πρόνοιας και πολλά άλλα, θα συνεχίσουν να επιδεινώνουν τους όρους ζωής χιλιάδων λαϊκών οικογενειών και των παιδιών τους.

Αστικά ιδεολογήματα σχετικά με την παιδική προστασία

Ενα ιδεολόγημα που αξιοποιείται είναι ότι «κάθε βοήθεια είναι πολύτιμη, από όπου κι αν προέρχεται». Με αυτό προσπαθούν να νομιμοποιήσουν στις συνειδήσεις των ανθρώπων την κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα, την ύπαρξη και τη λειτουργία των ΜΚΟ, φιλανθρωπικών σωματείων και ΝΠΙΔ, που δραστηριοποιούνται στην παιδική προστασία και έχουν στήσει οικοτροφεία - μαγαζιά σχεδόν παντού.

Ομως, είναι αυτονόητο ότι η προστασία ανήλικων παιδιών που ζουν μακριά από τις οικογένειές τους είναι ζήτημα εξαιρετικής σημασίας για να αφήνεται στα χέρια ιδιωτών. Οι ιδιώτες, όσο «καλοί και φιλάνθρωποι» και να είναι, λειτουργούν με βάση πρώτα και κύρια το δικό τους συμφέρον, το κέρδος, και αυτό δεν μπορεί να εξασφαλίσει την προστασία των παιδιών. Η προστασία των παιδιών δε μπορεί να εξαρτάται από την ενδεχόμενη διάθεση προσφοράς κάποιων ανθρώπων. Αυτή, εφόσον υπάρχει, μπορεί να εκφράζεται στο πλαίσιο του πλήρως ανεπτυγμένου κρατικού συστήματος δομών και υπηρεσιών.

Ενα ακόμα ιδεολόγημα που αξιοποιείται για να στηρίξει την ευρωενωσιακή πολιτική συρρίκνωσης και κλεισίματος των δημόσιων δομών είναι αυτό της απο-ιδρυματοποίησης / απο-ασυλοποίησης. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει είναι ότι απολυτοποιούνται τα ερευνητικά δεδομένα που υποστηρίζουν ότι η παραμονή ενός παιδιού έστω και για λίγο σε ίδρυμα μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στη γνωστική και συναισθηματική του ανάπτυξη.

Φυσικά δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς τα δεδομένα αυτά. Ομως αυτές οι υπεραπλουστεύσεις περί «κακών ιδρυμάτων» μπορούν να αποδειχθούν εξίσου επικίνδυνες για την πορεία ενός παιδιού με το να προτιμάται η παραμονή με τη φυσική οικογένεια, ακόμα κι όταν αυτή είναι ακατάλληλη, ή με το να πηγαίνει το παιδί σε οποιαδήποτε οικογένεια, αρκεί να μη μείνει στο ίδρυμα. Γενικά, όταν αυτή η λογική γίνεται αξίωμα, θέτει τα παιδιά σε πολλαπλούς κινδύνους.

Ενα παράδειγμα που δείχνει την ακρότητα στην οποία μπορεί να φτάσει η λογική της απο-ιδρυματοποίησης είναι ο θεσμός των «επαγγελματιών αναδόχων», που εφαρμόζεται πιλοτικά προς το παρόν, αλλά είναι στα άμεσα σχέδια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ η διευρυμένη εφαρμογή του. Θα αφορά παιδιά με σοβαρά προβλήματα υγείας, αναπηρίες και ψυχολογικά προβλήματα, δηλαδή δύσκολες περιπτώσεις παιδιών, τα οποία δεν επιθυμούν οι υποψήφιοι θετοί και ανάδοχοι γονείς και θα προβλέπεται η ανάθεσή τους σε «επαγγελματίες αναδόχους», που θα τα φροντίζουν έναντι μηνιαίου μισθού.

Η αναδοχή, όμως, είναι ύψιστη πράξη αλτρουισμού, βοήθειας προς το απροστάτευτο παιδί, και δεν ταιριάζει να γίνεται επάγγελμα. Η εμπειρία από το εξωτερικό έχει δείξει ότι οι «επαγγελματίες ανάδοχοι» νιώθουν περισσότερο επαγγελματίες και λιγότερο γονείς, και γι' αυτό υπάρχουν παιδιά που έχουν αλλάξει και δέκα διαφορετικούς «επαγγελματίες αναδόχους», με σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη.

Εύλογα, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα τι τελικά θα πρέπει να γίνεται από τη στιγμή που ένα παιδί κρίνεται ότι πρέπει να φιλοξενηθεί σε εξω-οικογενειακούς θεσμούς, όπως π.χ. σε μια δομή φιλοξενίας ή σε ανάδοχη οικογένεια.

Σαφώς και θα πρέπει να προτιμάται η ένταξη ενός παιδιού μέσα σε ένα κατάλληλο οικογενειακό περιβάλλον, αλλά όχι σε όποιο να 'ναι. Η αναδοχή θα πρέπει να γίνεται με αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, από κατάλληλα επιλεγμένες και εκπαιδευμένες οικογένειες που δεν θα έχουν ως κίνητρο το κέρδος. Για τα παιδιά που δεν μπορούν να ενταχθούν σε κάποια οικογένεια, θα πρέπει να υπάρχουν σύγχρονες, υψηλού επιπέδου μονάδες παιδικής προστασίας, με όλες τις σύγχρονες υποδομές και στελεχωμένες με μόνιμο, επαρκές και κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό.

Το κράτος οφείλει να αναπτύξει δημόσιες δομές με βάση τις ανάγκες (μικρότερη παραμονή, τοπική εμβέλεια, θεραπευτικός προσανατολισμός), με όλο το απαραίτητο μόνιμο και εξειδικευμένο προσωπικό. Η αναδοχή, όταν επιλέγεται, θα πρέπει να συνδυάζεται με την πολύπλευρη στήριξη της οικογένειας ώστε να (ξανα)αναλάβει τις ευθύνες των παιδιών της. Αυτού του είδους η στήριξη, βέβαια, δεν μπορεί να είναι υπόθεση ενός ιδρύματος - φορέα, αλλά περιλαμβάνει τη γενικότερη στήριξη από την πλευρά του κράτους σε όλες τις οικογένειες και ιδιαίτερα σε αυτές με αυξημένες ανάγκες. Μόνο σε αυτό το πλαίσιο, η επιπλέον βοήθεια που θα παρέχει ο φορέας θα μπορεί να έχει αποτέλεσμα και να μην είναι επισφαλής για τα παιδιά.

Η θέση του ΚΚΕ για την παιδική προστασία

Βασική οπτική από την οποία αντιμετωπίζουμε το ζήτημα της προστασίας των παιδιών είναι ότι το κράτος θα πρέπει να έχει την πλήρη και αποκλειστική ευθύνη στον τομέα αυτό, με στόχο την πλήρη ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών όλων των παιδιών σε Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, αθλητισμό, πολιτισμό, αναψυχή κ.α.

Ειδικά για την κοινωνική παιδική προστασία, την αναδοχή και την υιοθεσία, επίκεντρο είναι το τι είναι πραγματικά συμφέρον για το απροστάτευτο παιδί, για την ομαλή ψυχοσωματική και κοινωνική του ανάπτυξη. Αποτελεί κρίσιμης σημασίας ζήτημα, ιδιαίτερα στην περίπτωση παιδιών που έχουν βιώσει απώλεια, κακοποίηση, εγκατάλειψη ή άλλες δυσάρεστες καταστάσεις, και για τα οποία παιδιά η ευθύνη του κράτους θα πρέπει να είναι ουσιαστική, να βασίζεται στην επιστημονική και κοινωνική στήριξη, και να γίνεται με τις πιο αυστηρές προδιαγραφές.

Ευθύνη που ξεκινά από την πρόληψη του φαινομένου, τη στήριξη των οικογενειών με κάθε τρόπο. Η θέση μας για Πρωτοβάθμιο Σύστημα Υγείας, με κορμό το Κέντρο Υγείας που θα έχει την πλήρη εικόνα του πληθυσμού αναφοράς, ώστε να εντοπίζονται έγκαιρα οι οικογένειες και τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο στο επίπεδο της κοινότητας. Με τον οικογενειακό προγραμματισμό και τη στήριξη των μονογονεϊκών οικογενειών, γενικά με την ενίσχυση των οικογενειών σε κρίση, ώστε να περιορίζονται οι παθογένειες.

Ειδικά για το απροστάτευτο παιδί, το παιδί χωρίς οικογένεια, απαιτείται η συγκρότηση Ενιαίου Πανελλαδικού Φορέα που να έχει την αποκλειστική ευθύνη. Είναι αναγκαία η ύπαρξη εθνικού μητρώου στο οποίο να καταγράφονται όλα τα παιδιά που ζουν μακριά από τη φυσική τους οικογένεια ή πρόκειται να απομακρυνθούν από αυτή.

Ο Φορέας αυτός έχει στην ευθύνη του τη λειτουργία των κρατικών μονάδων φιλοξενίας των παιδιών. Ταυτόχρονα, όσα ΝΠΙΔ πληρούν τις προδιαγραφές εντάσσονται στο Φορέα και τα υπόλοιπα σταματούν να δραστηριοποιούνται στον τομέα της παιδικής προστασίας. Ο Ενιαίος Φορέας θα έχει την ευθύνη για την προετοιμασία και εκπαίδευση των υποψήφιων αναδόχων και θετών γονέων, την παρακολούθηση, τον έλεγχο και τη στήριξη των αναδόχων και θετών οικογενειών.

Η δημιουργία παιδιών, η ανατροφή τους, η σωστή ψυχοσωματική τους ανάπτυξη, είναι πρωτίστως ένα κοινωνικό ζήτημα και ευθύνη, που πρέπει να εκδηλώνεται και να εξασφαλίζεται μέσω του κράτους. Αυτό δεν σημαίνει υποβάθμιση της σχέσης και της ευθύνης των γονιών απέναντι στα παιδιά τους. Ομως για να μπορέσει η αγάπη και το ενδιαφέρον της μάνας και του πατέρα προς το παιδί τους να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα σε σχέση με την ικανοποίηση των αναγκών του, θα πρέπει να έχουν και τις κατάλληλες κρατικές υπηρεσίες και παροχές. Να κυριαρχεί η κοινωνική - κρατική ευθύνη και όχι η ατομική.

Είναι δεδομένο ότι το συμφέρον των απροστάτευτων παιδιών, όπως και όλων των άλλων παιδιών, στην ολότητά του (Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία), δεν μπορεί να εξασφαλιστεί στον καπιταλισμό. Χρειάζεται άλλου τύπου οικονομία και εξουσία, που να έχει ως κριτήριο ανάπτυξης την εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών, όπου οι συνθήκες ζωής και η ανατροφή των παιδιών θα αποτελούν κρατική ευθύνη. Μόνο σε μια τέτοιου τύπου κοινωνία μπορεί τα παιδιά, και μάλιστα τα παιδιά χωρίς οικογένεια, να είναι εξασφαλισμένα.

Οι γονείς των λαϊκών οικογενειών που «αγωνίζονται για να ζήσουν τα παιδιά τους καλύτερα απ' αυτούς» είναι χρήσιμο να συνειδητοποιήσουν με ποιον τρόπο και με τι στόχο ο αγώνας τους μπορεί να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Να αξιοποιήσουν την πείρα των γονιών από την εργατική τάξη, που πριν 100 χρόνια τέθηκαν επικεφαλής στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, της νέας κοινωνίας και οικονομίας, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Εχτισαν το δικό τους κράτος, με τη δική τους εξουσία και κοινωνική ιδιοκτησία των βασικών μέσων παραγωγής, πολλαπλασίασαν και αξιοποίησαν τον πλούτο που οι ίδιοι παρήγαγαν, εξασφαλίζοντας μέσω του εργατικού - λαϊκού κράτους όλα όσα χρειάζονταν τα παιδιά τους με ισότιμο και καθολικό τρόπο.

Σε αυτές τις συνθήκες η παιδική προστασία πήρε ουσιαστικό περιεχόμενο, με υπηρεσίες και παροχές καθολικές και δωρεάν, που σήμερα, 100 χρόνια μετά, στον καπιταλισμό, με τις τεράστιες δυνατότητες της παραγωγικότητας, της επιστήμης και της τεχνολογίας, αποτελούν άπιαστο όνειρο. Γι' αυτό ο ατομικός αγώνας των γονιών από την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα μπορεί να ολοκληρωθεί και να έχει ουσιαστική προοπτική όταν ενταχθεί στην οργανωμένη λαϊκή πάλη που θα διεκδικεί να αποσπάσει όσο γίνεται λύσεις στα προβλήματα που τους βασανίζουν, στο δρόμο για βαθύτερες αλλαγές στην κοινωνία και την οικονομία.


Της Βούλας ΠΟΛΙΤΗ *
* Η Βούλα Πολίτη είναι μέλος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ