Eurokinissi |
Ο Αλ. Τσίπρας, απαντώντας στο ερώτημα «αν απειλείται η δημοκρατία», μέμφεται όσους διαχειρίστηκαν την αστική εξουσία κατά την περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης ότι δεν έπραξαν τα δέοντα για να υφαρπάξουν την εμπιστοσύνη του λαού και τη συναίνεσή του στα όσα αντιλαϊκά απαιτούσε η προσπάθεια για το ξεπέρασμά της προς όφελος του κεφαλαίου. «Το νόημα και η λειτουργία της δημοκρατίας βρέθηκαν σε κίνδυνο, τα χρόνια της μάχης ενάντια στην κρίση και τις συνέπειές της (...) Αυτό δεν ήταν μόνο μια παρενέργεια της κρίσης. Προκλήθηκε από την απροθυμία όσων είχαν την εξουσία στα χέρια τους, να εμπιστευθούν τους πολίτες, να χρησιμοποιήσουν τη συλλογική δύναμη της δημοκρατίας για να αντέξουν τις πιέσεις που είχε ασκήσει η οικονομική κρίση», γράφει.
Την αντιλαϊκή πολιτική, μάλιστα, φορτώνει βολικά στους «τεχνοκράτες» και σε... «φαύλους συμβούλους», που υλοποίησαν τη στρατηγική του κεφαλαίου, υποστηρίζοντας πως σε αυτούς αφέθηκε η «χάραξη πολιτικής», με συνέπεια «οι πολίτες (...) να χάνουν την εμπιστοσύνη τους όχι μόνο απέναντι στην πολιτική ηγεσία αλλά και στην ίδια τη δημοκρατία».
Κατά τον πρωθυπουργό, σε αυτές τις συνθήκες βρήκε έδαφος να αναπτυχθεί «η άκρα δεξιά, οι φασίστες και οι νεοναζί», κρύβοντας ότι πρόκειται για «αγκάθι» που φύεται στο έδαφος του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, πολλαπλά χρήσιμο στο σύστημα, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν και χαριεντισμοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ μαζί τους.
Υπερασπιζόμενος την αστική δημοκρατία, που αποτελεί το πολιτικό σύστημα υπηρέτησης των στόχων της αστικής τάξης, την πρόβαλε σαν το αντίπαλο δέος «στις διακρίσεις και το ρατσισμό», ενώ στην πραγματικότητα η εξουσία του κεφαλαίου είναι το θερμοκήπιο στο οποίο αναπτύσσονται τα παραπάνω. «...Σας προκαλώ να αναλογιστείτε τη μοίρα των πολιτικών στρατηγικών που υπονόμευαν τη δημοκρατία και τις αξίες της. Καθεμιά από αυτές οδηγήθηκαν, αργά ή γρήγορα, σε αδιέξοδο», έγραψε μεταξύ άλλων, «παραβλέποντας» το γεγονός ότι η αστική εξουσία αποδεικνύει διαρκώς πως δεν διστάζει να υπονομεύει την ίδια τη «δημοκρατία» της για να υπηρετούνται απρόσκοπτα οι στοχεύσεις της.
Επιβεβαιώνοντας, άλλωστε, τα στενά για το λαό όρια της αστικής δημοκρατίας που υπερασπίζεται, προβάλλει ως κορυφαία έκφρασή της την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση, που αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα ενσωμάτωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας από την αστική τάξη. «Ο ελληνικός λαός έκανε μια επιλογή: Να στρέψει την πλάτη του σε ακραίες πολιτικές λιτότητας και ύφεσης (...) το έπραξε αυτό χρησιμοποιώντας την ασύγκριτη δύναμη της δημοκρατίας. Εκλέγοντας μια κυβέρνηση, η οποία, ακόμη και στις πιο κρίσιμες στιγμές, ποτέ δεν έχασε την εμπιστοσύνη της προς το λαό», ισχυρίζεται ο πρωθυπουργός.
Ενώ σε επιβεβαίωση για ποιον δουλεύει αυτή η δημοκρατία ξεχωρίζει ως επιτεύγματα της κυβέρνησής του την καπιταλιστική ανάπτυξη, τις επενδύσεις και τα «ρεκόρ» για τα οποία ματώνουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα: «Τον Αύγουστο του 2018, το τελευταίο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής πρόκειται να ολοκληρωθεί... Τα δημοσιονομικά μας επιτεύγματα είναι πρωτοφανή (...) ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι κοντά στο 2% για το 2017 (...) οι εξαγωγές μας αυξήθηκαν κατά 15% το 2017 και οι άμεσες ξένες επενδύσεις έφτασαν σε ρεκόρ δεκαετίας με εκτίμηση 4 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2017».