Κυριακή 12 Φλεβάρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΔΙΕΘΝΗ
ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΗΠΑ
Αναπροσαρμογές της πολιτικής σε πεδία όπου οξύνεται ο ανταγωνισμός

Υποσχέσεις για τήρηση των αμερικανικών συμβατικών υποχρεώσεων στον τομέα της ασφάλειας, «δυναμιτίζοντας» το κλίμα στο Πεκίνο, έδωσε στο Τόκιο ο Αμερικανός νέος υπουργός Αμυνας...
Υποσχέσεις για τήρηση των αμερικανικών συμβατικών υποχρεώσεων στον τομέα της ασφάλειας, «δυναμιτίζοντας» το κλίμα στο Πεκίνο, έδωσε στο Τόκιο ο Αμερικανός νέος υπουργός Αμυνας...
Ευρύτερα σχέδια για ανακατατάξεις και «ανακάτεμα της τράπουλας» σε λυκοσυμμαχίες αλλά και ενδοκαπιταλιστικές κόντρες περιφερειακού και διεθνούς επιπέδου φαίνεται να ξεδιπλώνει, όσο περνά ο καιρός, η νέα κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Το πλαίσιο που διαμορφώνει αυτά τα σχέδια είναι η κατάσταση στην οικονομία και οι δυσκολίες που εξακολουθούν να υπάρχουν για μια πιο ορμητική καπιταλιστική ανάκαμψη, πέρα από τον σημερινό ρυθμό του 2% του ΑΕΠ. Ο επανακαθορισμός σχέσεων, τα νέα παζάρια, αποσκοπούν στην προώθηση των γενικών συμφερόντων των αμερικανικών μονοπωλίων. Ωστόσο εκφράζονται και φόβοι ότι τα μέτρα προστατευτισμού που προωθεί ο Τραμπ δεν θα ωφελήσουν μακροπρόθεσμα.

Την ίδια ώρα, βεβαίως, στο εσωτερικό εξελίσσεται η αντιπαράθεση με αφορμή το διάταγμα Τραμπ για απαγόρευση εισόδου υπηκόων 7 μουσουλμανικών χωρών (Συρίας, Ιράκ, Ιράν, Λιβύης, Σομαλίας, Σουδάν και Υεμένης), που έχει παγώσει με παρεμβάσεις δικαστών. Πιο χαρακτηριστική η αντίδραση μεγάλων πολυεθνικών στις νέες τεχνολογίες, όπως η «Google», «Tesla», «Apple», «HP» κ.λπ., που θεωρούν ότι χάνουν εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό και μάλιστα φτηνό.

Πάντως το στίγμα αλλαγών που δείχνει να προωθεί η νέα κυβέρνηση ξεδιπλώθηκε τις τελευταίες μέρες λίγο περισσότερο, με πιο χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις των σχέσεων με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, την Κίνα, κεντρικούς συμμάχους των ΗΠΑ στη νοτιοανατολική Ασία όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, αλλά και περιφερειακούς ανταγωνιστές όπως το Ιράν.

Οι σχέσεις με ΝΑΤΟ και ΕΕ

Χαρακτηριστική ήταν για παράδειγμα η τηλεφωνική επικοινωνία που είχε την περασμένη Κυριακή ο Πρόεδρος Τραμπ με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Τζενς Στόλτενμπεργκ, καθώς αποκάλυψε την απόφαση της νέας κυβέρνησης να παζαρέψει καλύτερες συμφωνίες και πεδία δράσης των αμερικανικών αμυντικών μονοπωλίων. Αυτό τουλάχιστον φάνηκε από την επιλογή του να συνοδεύσει τη διαβεβαίωση πως υποστηρίζει «ένα ισχυρό ΝΑΤΟ» με τις πιέσεις που άσκησε σε άλλους συμμάχους (κυρίως Γερμανούς, Γάλλους, Ιταλούς) για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών τους και εξοπλισμών στο πλαίσιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου. Οι πιέσεις Τραμπ στους άλλους ΝΑΤΟικούς εταίρους βρίσκουν «πάτημα» στην αθέτηση της δέσμευσης που είχαν αναλάβει το 2014 όλες οι χώρες - μέλη, για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ τους. Η χαλαρότητα με την οποία αντιμετώπισαν το συγκεκριμένο ζήτημα χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία δίνει στον Τραμπ το κατάλληλο πρόσχημα για άσκηση πιέσεων προς όφελος των αμερικανικών αμυντικών μονοπωλίων.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος ανακοίνωσε επίσης την απόφασή του να συμμετάσχει στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στα τέλη Μάη στις Βρυξέλλες, επιλέγοντας να συναντήσει για πρώτη φορά από κοντά ορισμένους από τους πιο σημαντικούς Ευρωπαίους ηγέτες, ενόσω θα έχει αρχίσει (πλην απροόπτου) και επίσημα το παζάρι για την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ (Brexit).

Κατά πάσα πιθανότητα, ώσπου να πάει ο Τραμπ στις Βρυξέλλες, δηλαδή μέσα στο επόμενο τρίμηνο, θα έχει λήξει και το θέμα διορισμού του νέου πρέσβη των ΗΠΑ στην έδρα της ΕΕ, στις Βρυξέλλες. Η προσπάθεια της νέας κυβέρνησης να προωθήσει στο συγκεκριμένο πόστο τον Αμερικανό οικονομολόγο - επιχειρηματία - παραγωγό τηλεοπτικών εκπομπών και πρώην στέλεχος στον Ομιλο Ρούζβελτ (μία αμερικανική διακομματική κυβερνητική οργάνωση με «δράση» ενός αιώνα στο πλευρό μονοπωλίων), Τεντ Μάλοχ, έχει «ανάψει φωτιές» στις Βρυξέλλες. Συντηρητικοί, σοσιαλδημοκράτες και φιλελεύθεροι ασκούν έντονες πιέσεις στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζ. Κλ. Γιούνκερ, να μην αποδεχτεί την υποψηφιότητα Μάλοχ, σημειώνοντας τις κατά καιρούς εχθρικές δηλώσεις του έναντι της ΕΕ, της Ευρωζώνης, της ενιαίας αγοράς, προτείνοντας ανάμεσα στα άλλα και την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ως πιο συμφέρουσα για όλους.

Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι η προτροπή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντ. Τουσκ, να χαρακτηριστεί ο Τραμπ «υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη, μαζί με τις επικίνδυνες προκλήσεις που συνιστούν οι ηγεσίες της Ρωσίας, Κίνας, το ακραίο Ισλάμ...», πέρασε γενικά στα ψιλά, με πιο ηχηρή αντίδραση της Πολωνής πρωθυπουργού Μπ. Σίντλο. Η πολωνική όπως και άλλες ηγεσίες και τμήματα του κεφαλαίου είναι θετικά προσκείμενα στον Τραμπ, στο πλαίσιο του ρεύματος του ευρωσκεπτικισμού που δυναμώνει, ενώ από την άλλη πλευρά στήνεται και το δήθεν αντίπαλο δέος, ειδικά από τη σοσιαλδημοκρατία σε Γερμανία και Γαλλία. Οι κόντρες εντός ΕΕ, μεταξύ υποστηρικτών της «παγκοσμιοποίησης» και υπέρμαχων του εθνοκρατικού προστατευτισμού, ανάμεσα σε «εθνικιστές» και «κοσμοπολίτες», «ρατσιστές» και «ανεκτικούς» είναι ξένες με τα συμφέροντα των εργαζομένων, όποια και αν είναι η εξέλιξη των σχέσεων των δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Αυξάνεται η αντιπαράθεση με το Ιράν

Το ίδιο διάστημα η νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ δείχνει σταθερά προτίμηση στην αύξηση των τόνων και της έντασης με το Ιράν. Μία χώρα ανταγωνιστική για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιφέρεια της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και του στρατηγικού Περσικού Κόλπου, από όπου περνά ένα σημαντικό μέρος του «μαύρου χρυσού» διεθνώς.

Η ιρανική πυραυλική επίθεση της 29ης Γενάρη έδωσε το πρόσχημα στην κυβέρνηση Τραμπ να εντείνει τις πιέσεις έναντι της Τεχεράνης, δίχως ωστόσο να προχωρά άμεσα σε δραστικά μέτρα. Οι κυρώσεις που άσκησε πριν από περίπου μια βδομάδα η κυβέρνηση Τραμπ έναντι Ιρανών και ιρανικών επιχειρήσεων δεν επέφεραν ιδιαίτερη ζημιά, από την άλλη όμως λειτούργησαν σαν «προειδοποίηση». Σαν προειδοποίηση λειτούργησε και η πραγματοποίηση ναυτικής άσκησης σε διεθνή θαλάσσια ύδατα στη «γειτονιά» του Ιράν, από τις 31 Γενάρη έως τις 2 Φλεβάρη, πολεμικών πλοίων από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Βρετανία και Γαλλία (άσκηση «Unified Trident»). Η άσκηση βεβαίως είχε αποφασιστεί πριν την ορκωμοσία Τραμπ, αλλά έχει σημασία το γεγονός πως ο τελευταίος διέταξε την αποστολή του αεροπλανοφόρου «USS George HW Bush» από τη Μεσόγειο στον Περσικό, ειδικά για τις ανάγκες των συγκεκριμένων γυμνασίων.

Στο κλίμα αύξησης της έντασης συμβάλλει και η έντονη φημολογία πως ορισμένα στελέχη και σύμβουλοι του Προέδρου Τραμπ στον Λευκό Οίκο προτείνουν να συμπεριληφθούν οι «Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης» του Ιράν στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων, μαζί με τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους». Ενα τέτοιο σχέδιο είναι φανερό πως θα έβαζε «φωτιά» όχι μόνο στις διμερείς αμερικανοϊρανικές σχέσεις, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, σε μια περίοδο κατά την οποία η διεθνής συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα (που υπογράφηκε στα μέσα του Ιούνη 2015 από τις πέντε χώρες - μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, την ΕΕ και το Ιράν) έχει ανοίξει δρόμο για νέες μπίζνες σε γαλλικά, γερμανικά, βρετανικά, ιταλικά και αμερικανικά μονοπώλια. Επίσης, τυχόν απότομη κλιμάκωση της έντασης στις σχέσεις ΗΠΑ - Ιράν είναι προφανές πως θα «έκαιγε» και τη συμφωνία που έκλεισε με τους Ιρανούς η αμερικανική εταιρεία αεροναυπηγικής «Μπόινγκ» για την πώληση 80 αεροσκαφών τύπων 777 και 737, ύψους 80 δισ. δολαρίων.

Γεγονός είναι, εντούτοις, πως η αύξηση της πίεσης από τη μεριά της Ουάσιγκτον δεν απαντάται με τον ίδιο τρόπο από την ιρανική πολιτική ηγεσία και τις πιο μετριοπαθείς πολιτικά δυνάμεις, με επικεφαλής τον νυν Πρόεδρο Χασάν Ροχανί, καθώς γνωρίζουν πως δεν τους συμφέρει τώρα ένα παιχνίδι που θα ενίσχυε πολιτικά αντίπαλες, ακραίες δυνάμεις, ενόψει των ιρανικών προεδρικών εκλογών του Μάη.

Η αποστολή Μάτις σε Τόκιο και Σεούλ

Στο σύνθετο γεωπολιτικά σκηνικό που προσπαθεί να αναμορφώσει η κυβέρνηση Τραμπ συμπεριλαμβάνεται βεβαίως και η αναδιάταξη των σχέσεων, αφενός με συμμάχους όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, και αφετέρου των αντιπαραθέσεων με πρώτη την Κίνα.

Η αποστολή του Αμερικανού υπουργού Αμυνας, στρατηγού ε.α. Τζέιμς Μάτις, στις αρχές του μήνα σε Τόκιο και Σεούλ, ήταν χαρακτηριστική. Από τη μία προσπάθησε να καθησυχάσει τους δύο συμμάχους πως η νέα κυβέρνηση προτίθεται να εκπληρώσει στο ακέραιο τις συμμαχικές της υποχρεώσεις, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον τομέα της ασφάλειας. Από την άλλη, χρησιμοποίησε τις διενέξεις π.χ. της Ιαπωνίας και της Κίνας, με πρόσχημα το διαφιλονικούμενο εδαφικό καθεστώς των νησιών Σενκάκου (κατά την Ιαπωνία) ή Ντιαόγου (κατά την Κίνα) για να εξασφαλίσει και να παρατείνει τον ρόλο των ΗΠΑ στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι ο Μάτις σημείωσε πως στο θέμα διένεξης των παραπάνω νησιών οι ΗΠΑ θα παράσχουν υπηρεσίες εγγύησης της ασφάλειας της Ιαπωνίας, στο πλαίσιο της διμερούς στρατιωτικής συμφωνίας. Η εξέλιξη (που ήταν παρόμοια με ανάλογη αντίδραση της προηγούμενης κυβέρνησης Ομπάμα) προκάλεσε την έντονη αντίδραση του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, που κάλεσε τον Αμερικανό αξιωματούχο «να σταματήσει τις εσφαλμένες παρατηρήσεις στο ζήτημα των νησιών Ντιαόγου και να αποφύγει να το περιπλέξει περισσότερο».

Στη Σεούλ ο Μάτις εξυπακούεται πως δεν λησμόνησε τα σχέδια ανάπτυξης της αντιπυραυλικής ασπίδας THAAD, που σχεδιάστηκαν από την προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση και ξεδιπλώνονται από τη σημερινή, με πρόσχημα το πυρηνικό πρόγραμμα της ΛΔ της Κορέας και απώτερο στόχο τον περιορισμό της γεωπολιτικής ισχύος της Κίνας.

Επικοινωνία με τον Κινέζο Πρόεδρο

Στο μεταξύ ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ, χρησιμοποιώντας πότε την τακτική των απειλών και πότε τις χειρονομίες «φιλίας», δείχνει διατεθειμένος να χρησιμοποιήσει ποικιλία μέσων για να προωθήσει τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ και έναντι της Κίνας. Ετσι, μετά από τα τηλεφωνήματά του στην Ταϊβανέζα Πρόεδρο Τσάι Ινγκ Βεν, που θορύβησαν και ενόχλησαν τη σινική ηγεσία, τις αδιόρατες πλην σαφείς απειλές που εκτόξευσε για μεγάλους δασμούς σε κινέζικα προϊόντα, και τις κατηγορίες για χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών από τη μεριά του Πεκίνου, ο Πρόεδρος Τραμπ δοκίμασε στο τέλος αυτής της βδομάδας την τακτική της «φιλίας». Την Τετάρτη έστειλε επιστολή στον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ, με αφορμή την κινεζική πρωτοχρονιά (έπειτα από περίπου 10 μέρες καθυστέρηση), εκφράζοντας επιθυμία για διμερείς «εποικοδομητικές σχέσεις». Τα ξημερώματα της Παρασκευής τηλεφώνησε στον Πρόεδρο Σι για πρώτη φορά μετά την ορκωμοσία του, διαβεβαιώνοντας πως θα σεβαστεί (μετά όμως από ...αίτημα του Κινέζου ομολόγου του!) την πολιτική της «μιας Κίνας» και να συναντηθούν προσωπικά, μέσω επίσημων επισκέψεων εκατέρωθεν...

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις προϊδεάζουν για όξυνση των ανταγωνισμών σε πολλά πεδία όπου συγκρούονται οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που εγκυμονούν νέους κινδύνους για τους λαούς (μεγάλο θέμα είναι πώς θα εξελιχθούν και οι αμερικανορωσικές σχέσεις). Γι' αυτό είναι κρίσιμο οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, να είναι σε ετοιμότητα για κάθε ενδεχόμενο και να προτάξουν τα δικά τους συμφέροντα, κόντρα στα συμφέροντα των εκμεταλλευτών τους.


Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ