Εφεση άσκησε η Τερέζα Μέι
ΛΟΝΔΙΝΟ.--
Μπερδεύεται το «κουβάρι» των ενδοαστικών αντιπαραθέσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι το Κοινοβούλιο, και όχι η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, σχετικά με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ (Βrexit).
«Ο πλέον θεμελιώδης κανόνας του Συντάγματος του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ότι το Κοινοβούλιο είναι κυρίαρχο», είπε ο δικαστής Λόρδος Τόμας του Κούμγκιντ κατά την ανάγνωση της απόφασης, απορρίπτοντας το επιχείρημα της κυβέρνησης περί «βασιλικών προνομίων». Η κυβέρνηση θα πρέπει να φέρει στο Κοινοβούλιο νομοσχέδιο που θα αναφέρει ρητώς τους όρους που θα επιδιώξει κατά τη διαπραγμάτευση αποχώρησης από την ΕΕ. Η απόφαση προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της πρωθυπουργού, Τ. Μέι, που έσπευσε να ασκήσει αμέσως έφεση σε βάρος της υπόθεσης, η οποία αναμένεται να συζητηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 5 με 6 Δεκέμβρη.
Ο πρώην ηγέτης του αντι-μεταναστευτικού «Κόμματος Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου» (UKIP), Νάιτζελ Φάρατζ, εξέφρασε ανησυχία ότι «επιχειρείται προδοσία», λέγοντας πως «φοβάται» ότι «θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να μπλοκάρει ή να καθυστερήσει η ενεργοποίηση του άρθρου 50. Αν γίνει έτσι, δεν έχουν ιδέα πόση δημόσια οργή θα προκαλέσουν», κατέληξε.
Ο αρχηγός των «Εργατικών» της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τζέρεμι Κόρμπιν, πίεσε την κυβέρνηση να φέρει τους όρους της διαπραγμάτευσης στη Βουλή των Κοινοτήτων «το συντομότερο».
Το βρετανικό δίκτυο BBC, αναλύοντας την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η κόντρα μεταξύ κυβέρνησης, κοινοβουλίου και δυνάμεων που υποστηρίζουν την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ να πυροδοτήσει τελικά πρόωρες εκλογές. Παρόμοια εκτίμηση έκαναν χτες και οι οικονομολόγοι της γερμανικής τράπεζας Ντόιτσε Μπανκ.
Η εξέλιξη με το Ανώτατο Δικαστήριο προκάλεσε θετική αντίδραση σε δυνάμεις των χρηματαγορών που επιθυμούν την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ, με αποτέλεσμα η συναλλαγματική ισοτιμία της στερλίνας να αυξηθεί κατά 1,1% έναντι του δολαρίου και κατά 1,9% έναντι του ευρώ.