Τη μεγαλύτερη αναστηλωτική παρέμβαση της χώρας θα αποτελέσει η αποκατάσταση του Σταδίου της Αρχαίας Μεσσήνης και των στοών του, την οποία ενέκρινε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, γνωμοδοτώντας ομόφωνα υπέρ της σχετικής μελέτης που κατέθεσε ο ανασκαφέας και καθηγητής, Π. Θέμελης.
Το μνημείο έχει υποστεί φθορές από τα επιφανειακά νερά που το έχουν διανοίξει σχεδόν στη μέση και έχουν μετακινήσει μεγάλο μέρος των κερκίδων, ενώ ένα μέρος των στοών έχει πέσει από σεισμούς. Ωστόσο, η γενικότερη κατάσταση των στοών, σύμφωνα με τους μελετητές, είναι αναστρέψιμη. Ειπώθηκε χαρακτηριστικά, ότι η κατάσταση διατήρησής τους είναι εκπληκτική, αφού 75 κορμοί κιόνων βρίσκονται στη θέση τους και διατηρούν το μεγαλύτερο μέρος του αρχικού υλικού κατασκευής τους.
Αυτό που απασχόλησε περισσότερο το συμβούλιο ήταν η σκοπιμότητα της αναστήλωσης του ίδιου του σταδίου λόγω των φθορών από το χείμαρρο, αλλά, σύμφωνα με τον ανασκαφέα, τα νερά ήταν και η σωτηρία του μνημείου, αφού κατάχωσαν τις κερκίδες σχετικά νωρίς χρονικά, κατά την ύστερη αρχαιότητα, με αποτέλεσμα να διατηρούνται σχεδόν σε άψογη κατάσταση.
Το Στάδιο είχε 18 λίθινες κερκίδες όταν κατασκευάστηκε με 19 σειρές εδωλίων, από τις οποίες, οι καλύτερα σωζόμενες είναι οι κατώτερες σειρές. Περιλάμβανε επίσης αναθεματικά μνημεία και παλαίστρα. Τα υπόλοιπα εδώλια μπορούν να ταυτιστούν και να επανατοποθετηθούν στην αρχική τους θέση σχετικά εύκολα.
Η Μεσσήνη, πρωτεύουσα του Μεσσηνιακού κράτους, ιδρύθηκε από τον Επαμεινώνδα το 369 π.Χ. ταυτόχρονα με την αρκαδική Μεγαλόπολη. Η επίβλεψη των έργων ανατέθηκε στον Αργείο στρατηγό Επιτέλη. Η Μεσσήνη ακμάζει κατά τους μακεδονικούς και ρωμαϊκούς χρόνους και παραμένει πρωτεύουσα του ελεύθερου Μεσσηνιακού κράτους. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, το Στάδιο είχε μετατραπεί σε αρένα.