Στη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου σκοντάφτει η εκτέλεση του προϋπολογισμού. Αυτό προκύπτει ακόμη και από τα ελλιπή στοιχεία που δίνουν στη δημοσιότητα οι πηγές του υπουργείου Οικονομικών και σύμφωνα με τα οποία η «υστέρηση» των εσόδων οφείλεται στη μικρότερη φορολογία των μεγάλων επιχειρήσεων και στη μικρή συγκέντρωση φόρου από τις συναλλαγές στη Σοφοκλέους.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δρέπει τους καρπούς της δικής της πολιτικής. Αυτοί ήταν που νομοθέτησαν τη μείωση του φορολογικού συντελεστή κατά 2,5 μονάδες για το μεγάλο κεφάλαιο και οι ίδιοι μείωσαν στο μισό το φόρο πάνω στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο Χρηματιστήριο.
Με βάση τα δεδομένα και τις εκτιμήσεις που υπάρχουν σήμερα, η λεγόμενη «υστέρηση εσόδων» σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού προέρχεται από τις εξής πηγές:
Νομικά πρόσωπα. Οι μεγάλες επιχειρήσεις (ΑΕ, ΕΠΕ κλπ) υπολογίζεται ότι θα αποδώσουν σε ετήσια βάση 288 δισ. δρχ. λιγότερο φόρο σε σχέση με τον προβλεπόμενο. Οι ισολογισμοί πολλών μεγάλων τραπεζών στο τρίμηνο Γενάρη - Μάρτη 2001 έδειξαν αύξηση κερδών της τάξης του 20% και ταυτόχρονη πολύ μεγάλη μείωση της φορολογικής τους επιβάρυνσης. Αυτό και μόνο το γεγονός δείχνει πού βρίσκεται η ουσία του προβλήματος και φανερώνει πως η όποια άλλη συζήτηση γίνεται εκ του πονηρού.
Χρηματιστήριο. Εκτιμάται πως η υστέρηση εσόδων θα φτάσει τα 250 δισ. δρχ. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει και η μείωση του καθημερινού τζόγου στη Σοφοκλέους.
Συνολικά από τις δυο αυτές πηγές υπολείπονται έσοδα περίπου 550 δισ. δραχμών. Με μικρότερα ποσά συμβάλει ο φόρος στο πετρέλαιο θέρμανσης (περίπου 60 δισ. δρχ.) ενώ χαρακτηριστικό του είδους της πληροφόρησης και του κλίματος που προσπαθεί να δημιουργήσει η κυβέρνηση είναι και το γεγονός ότι κάνουν λόγο για υστέρηση εσόδων 70 δισ. δρχ, από τον Ειδικό Φόρο Τραπεζικών Εργασιών (ΕΦΤΕ) που όπως είναι γνωστό καταργήθηκε από την 1 Γενάρη 2001 και βέβαια δεν υπάρχει στα κονδύλια του φετινού προϋπολογισμού.
Η κυβέρνηση δηλώνει αποφασισμένη να μην παρεκλίνει από το «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» και να πάρει όλα τα «μέτρα» για την «ομαλή» εκτέλεση του προϋπολογισμού. Ωστόσο κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι για την ώρα δε δίνουν καμία ουσιαστική πληροφόρηση για τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων. Η υπερφορόλογηση των μισθωτών και συνταξιούχων είναι αρκετά πιθανό να καλύψει τις όποιες τρύπες δημιουργεί η φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο.
Πρόσθετη πηγή «μπαλώματος» των κρατικών εσόδων είναι η συγκέντρωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και στην κατεύθυνση αυτή λένε ότι θα δώσουν ιδιαίτερο βάρος. Τα ληξιπρόθεσμα χρέη που συγκεντρώθηκαν στο πεντάμηνο Γενάρη - Μάη του 2001 έφτασαν σε 200 δρχ. και μέχρι το τέλος του έτους υπολογίζουν να εισπράξουν επιπλέον 250 δισ., δηλαδή σύνολο 450 δισ. που θα μειώσει ισόποσα την όποια υστέρηση.
Στο υπουργείο Οικονομικών επαναλαμβάνουν μονότονα και τα κλισέ για «ένταση των φορολογικών ελέγχων» με διασταυρώσεις στοιχείων, τιμολογίων κλπ και λένε ότι θα βάλουν στο στόχαστρο το ΦΠΑ που αποδίδουν οι επιχειρήσεις και μικρομεσαίοι επαγγελματίες.