Στο τρίτο αυτό έργο της τριλογίας, η πορεία προς την αυτογνωσία του ήρωα του έργου, του ηθοποιού Θωμά, συνεχίζεται, κάτω από το βλέμμα τώρα της αδελφής του. Επιχειρεί μια πρωτόγνωρη καταβύθιση («εν βυθώ η αλήθεια»!) στην ψυχή του, αλλά και στην καρδιά του θεάτρου. Ο Θωμάς, μέσα στο θέατρο - στο καμαρίνι αυτήν τη φορά -, συναντά τον ανώτερό του εαυτό. «Η Υλη Πύλη του Θεού, το Πνεύμα μονοπάτι. Η Ποίηση το Α-λογο κι ο Ανθρωπος το άτι». Μια μεγάλη φιλοσοφική (;) συζήτηση γύρω από την τέχνη του ηθοποιού. Ο ηθοποιός Θωμάς φτάνει, επιτέλους, εκεί όπου το «ήταν», το «είναι» και το «θα είναι» έχουν πλέον συνοχή και μεταφέρουν το μήνυμα: «να γίνει χώρα, να χωρά, να συν-χωρά... ν' αντέχει!». Κι έτσι - και ως ηθοποιός αλλά και ως άνθρωπος - επιτυγχάνει «να γίνει κύκλος ορατός, κι αυτό που περιμένει: να 'ναι στο φως χαρταετός, παιδί της Οικουμένης».