Με την παραπάνω φράση υποδέχτηκε ο υπουργός Οικονομικών, Γκ. Χαρδούβελης, τα κλιμάκια των ιμπεριαλιστικών Οργανισμών (ΕΕ - ΔΝΤ - Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), τα οποία από την περασμένη βδομάδα βρίσκονται στην Αθήνα για το νέο κύκλο της διαβούλευσης με τη συγκυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς, εξάλλου, μιλώντας την περασμένη Πέμπτη από το βήμα του συνεδρίου του «Economist», επικέντρωσε στο μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής που θα εφαρμοστεί, προτάσσοντας τις «μειώσεις φόρων», πρώτα και κύρια για τις επιχειρήσεις, αλλά και τη σταδιακή απόσυρση «έκτακτων φόρων», οι οποίοι πλέον αξιολογούνται ως «μη αποδοτικοί» για το κρατικό ταμείο, λόγω και της ραγδαίας υποχώρησης του εισοδήματος των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική της «διά πυρός και σιδήρου» επίθεσης απέναντι στα εργατικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, και οι εκτεταμένες «αναδιαρθρώσεις» σε κλάδους της οικονομίας αποτελούν τους κεντρικούς άξονες της αντιλαϊκής πολιτικής για την επόμενη περίοδο. Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις διαπερνούν το σύνολο των ζητημάτων που έχουν τεθεί στο αντιλαϊκό τραπέζι. Ζητήματα όπως η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, ο συνδικαλιστικός νόμος για να μπουν εμπόδια στις απεργιακές κινητοποιήσεις, αλλά και η «διαχείριση» των προβληματικών τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις, προκειμένου και οι τράπεζες να μην έχουν απώλειες, αλλά και οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις που χρωστούν δάνεια να μην καταστραφούν ολοσχερώς, μέχρι την «απομείωση» του κρατικού χρέους, αποτελούν τους διαδοχικούς κρίκους στην ίδια αντιλαϊκή πολιτική που αποσκοπεί στην ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, στη διευρυμένη αναπαραγωγή του και την κερδοφορία των μονοπωλίων.
Οι κυβερνητικοί παράγοντες, στο πλαίσιο των πρώτων συναντήσεων με τα κλιμάκια της τρόικας, την περασμένη βδομάδα, έκαναν λόγο για «κλίμα προετοιμασίας», ενόψει της «αξιολόγησης» που θα ακολουθήσει το φθινόπωρο φέτος και η οποία συνδέεται με τις αποφάσεις σχετικά με την υπόθεση «ελάφρυνσης» του κρατικού χρέους για την οποία πασχίζουν η κυβέρνηση και το κεφάλαιο, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, και παρά τις εμφανιζόμενες «αιτιάσεις» από την πλευρά της τρόικας σχετικά με τις «φοροελαφρύνσεις» (τις χρειάζεται το κεφάλαιο ως ένα στοιχείο που διευκολύνει τις επενδύσεις), και τη σταδιακή απόσυρση φόρων, οι όποιες «διαφορές» εντοπίζονται ως προς τη συγκυρία μέσα στην οποία θα επιλεγεί να ξεκινήσει η εφαρμογή τους.
Ταυτόχρονα, οι κυβερνητικοί παράγοντες αναφέρονται στο «κλίμα αξιοπιστίας», το οποίο θα πρέπει να εμπεδωθεί, ανεξάρτητα από δανειακές συμβάσεις και «μηχανισμούς στήριξης». Αυτό, με τη σειρά του, συνεπάγεται την κλιμάκωση των αντιλαϊκών «μεταρρυθμίσεων» και για τη λεγόμενη «μετά τρόικα» εποχή, την εποχή των μνημονίων διαρκείας και της «ενισχυμένης δημοσιονομικής εποπτείας» που έχει επιβληθεί στους λαούς όλων των κρατών - μελών της ΕΕ...
Ηδη, το αντιλαϊκό τοπίο αρχίζει να ξεδιαλύνεται από τις συζητήσεις και τα παζάρια που είχαν την περασμένη βδομάδα η συγκυβέρνηση με την τρόικα.
Συγκεκριμένα:
Είναι απόλυτα φανερό το γεγονός ότι πασχίζουν να διαχειριστούν την κατάσταση ανθρώπων που ζουν στην ακραία φτώχεια, με τρικ ότι τους ανακουφίζουν. Για την αποτελεσματική εφαρμογή του μέτρου, μάλιστα, διαμορφώνεται ενιαίος μηχανισμός ελέγχου, καταγραφής και πληρωμών, στο πλαίσιο του υπουργείου Εργασίας. Διαφαίνεται επίσης ότι στην ίδια κατηγορία θα ενταχθεί και η κρατική «δαπάνη» για τη φαρμακευτική κάλυψη των ανασφάλιστων (προϋπολογισμού 100 εκατ. ευρώ το χρόνο).
Στα σκαριά είναι η μελέτη του ΚΕΠΕ που αφορά στην ενιαιοποίηση ασφαλιστικών ταμείων και διαδικασιών, εξέλιξη η οποία μαζί με τις άλλες προδιαγραφές του κεφαλαίου θα οδηγήσει σε νέες περικοπές.
-- Μειώσεις φόρων επί των εταιρικών κερδών.
-- Μειώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν οι εργοδότες, σε συνέχεια αυτών που ήδη ψηφίστηκαν και εφαρμόζονται, σε μια εξέλιξη που θα πάει «πακέτο» με το «νέο Ασφαλιστικό» - καρμανιόλα για τα ασφαλιστικά ταμεία και τα δικαιώματα εργαζομένων και συνταξιούχων.
-- Φορολογικές περικοπές στον τομέα Ενέργειας, ζήτημα που θέτουν επίμονα οι ντόπιοι βιομήχανοι.
Σε μοχλό των αναδιαρθρώσεων κλάδων και τομέων της οικονομίας και της παραγωγής αναγορεύεται το ζήτημα διαχείρισης των «προβληματικών» τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις. Οι τρόποι διαχείρισης του ζητήματος βρίσκονται πλέον στην καθημερινή ατζέντα των συζητήσεων σε επίπεδο συγκυβέρνησης και τραπεζών, καθώς και σε επίπεδο διαβούλευσης με την τρόικα.
Το ζήτημα συζητήθηκε στο πλαίσιο της προχτεσινής συνάντησης του υπουργού Ανάπτυξης, Ν. Δένδια, με το κλιμάκιο της τρόικας. Θέση της κυβέρνησης είναι «αφ' ενός μεν να στηρίζονται οι βιώσιμες επιχειρήσεις και να επιστρέψουν στην οικονομική δραστηριότητα αλλά και να μην επιτρέπεται σε επιχειρήσεις κενές περιεχομένου να εγκλωβίζουν παραγωγικές δυνάμεις».
«Το θέμα δεν αποτελεί ακόμη προαπαιτούμενο, η τρόικα δεν θέτει όρους και χρονοδιάγραμμα για την αντιμετώπισή του, έχει την άποψη ωστόσο ότι οι διαδικασίες πρέπει να είναι σύντομες και αποτελεσματικές», διαμήνυσε, μετά τη σχετική συνάντηση, υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος. Την ίδια κατεύθυνση έρχονται να εξυπηρετήσουν και οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στο «πτωχευτικό δίκαιο» των επιχειρήσεων.
Το ζήτημα των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων συνδέεται τόσο με τους σχεδιασμούς για τις αναδιαρθρώσεις, τις εξαγορές αλλά και τα λουκέτα σε επιχειρήσεις, όσο και με τους επικείμενους διαγνωστικούς ελέγχους στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών που θα διενεργήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ολοφάνερα προκύπτει το γεγονός ότι οι επικείμενοι διαγνωστικοί έλεγχοι θα «αποκαλύψουν» νέα κεφαλαιακά κενά, ύψους αρκετών δισ. ευρώ, όπως εκτιμάται.
Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, από την πλευρά του, έδωσε έμφαση στα καθυστερούμενα δάνεια και στην «προετοιμασία» των τραπεζικών ισολογισμών, προκειμένου οι τράπεζες να μη βρεθούν αντιμέτωπες με ένα «οξύ πρόβλημα που θα τις εγκλωβίσει και θα τις εμποδίσει να διοχετεύσουν την απαραίτητη ρευστότητα στην αγορά».
Σχετική παρέμβαση έγινε μέσα στη βδομάδα από τον πρόεδρο του ΣΕΒ, Θ. Φέσσα, ο οποίος, μιλώντας σε «επενδυτικό φόρουμ» που διοργάνωσε η Γιούρομπανκ, έβαλε στο τραπέζι ζήτημα «ριζικής αλλαγής στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο», έτσι ώστε, αφ' ενός, «να αποφεύγεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού» και, αφ' ετέρου, «να διευκολύνεται η ταχεία επιστροφή βιώσιμων επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν σήμερα προβλήματα σε συνθήκες ομαλής και κερδοφόρας λειτουργίας».
Παράλληλα, έκανε λόγο για την ανάγκη επανεξέτασης του φορολογικού και νομικού πλαισίου, με στόχο να γίνει «πιο φιλικό ως προς τις αναδιαρθρώσεις» και «να ενθαρρύνει τις συγχωνεύσεις και εξαγορές». Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, στο τραπέζι επανέρχεται η πρόταση για τη μεταφορά μέρους των προβληματικών δανείων σε νέο Οργανισμό, τύπου «κακής τράπεζας», που θα αναλάβει, κάτω από συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, τη διαχείρισή τους.
Σε κάθε περίπτωση, τα εξελισσόμενα παζάρια και η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και του αυταρχισμού, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι σε αντίθεση με τις υποσχέσεις της κυβέρνησης για δήθεν ανακούφιση, στην πραγματικότητα το βαρέλι των αντεργατικών μέτρων δεν έχει πάτο, αφού η καπιταλιστική ανάκαμψη - ανεξαρτήτως μείγματος διαχείρισης - απαιτεί πάμφθηνους και υπάκουους εργαζόμενους.