Κυριακή 22 Γενάρη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η «Καθημερινή» για την Κομινφόρμ

Η απόφαση της συνδιάσκεψης των 9 ΚΚ στη Βαρσοβία, για την ίδρυση του Γραφείου Πληροφοριών των ΚΚ (Κομινφόρμ), όπως δημοσιεύεται στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, αρ. 11, του 1947
Η απόφαση της συνδιάσκεψης των 9 ΚΚ στη Βαρσοβία, για την ίδρυση του Γραφείου Πληροφοριών των ΚΚ (Κομινφόρμ), όπως δημοσιεύεται στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, αρ. 11, του 1947
Με ένα κράμα ιστοριογραφικής επιπολαιότητας, διαστρέβλωσης και «κλασικού» αντικομμουνισμού «υποδέχτηκε» η «Καθημερινή» τα 65χρονα από την ίδρυση της Κομινφόρμ (του Γραφείου Πληροφοριών των Κομμουνιστικών Κομμάτων). Πρόκειται για άρθρο του Γρ. Ψαλλίδα (αναπληρωτή καθηγητή Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου) που δημοσιεύτηκε στις 15 Γενάρη με τίτλο «Η δημιουργία της Κομινφόρμ» και υπότιτλο «Κύριος στόχος, ο έλεγχος της Μόσχας επί των κομμουνιστικών κομμάτων της Ανατολικής αλλά και της Δυτικής Ευρώπης».

Η ίδρυση και ο «ρόλος» της Κομινφόρμ

Η επιπολαιότητα στην ιστορική προσέγγιση και αντιμετώπιση ενός τόσο σημαντικού γεγονότος γίνεται αμέσως αντιληπτή από την πρώτη κιόλας πρόταση, όταν ως ημερομηνία ίδρυσης της Κομινφόρμ φέρεται ο Οκτώβρης του 1947 (ενώ βεβαίως η Κομινφόρμ ιδρύθηκε στις 22-28 Σεπτέμβρη). Αυτό όμως δεν αποτελεί παρά μια λεπτομέρεια σε σύγκριση με τα όσα επακολουθούν.

Οπως η «απαρχή της ψυχροπολεμικής διχοτόμησης της Ευρώπης», την οποία, για τις ανάγκες της γενικότερης επιχειρηματολογίας του, ο συγγραφέας τοποθετεί στα 1947-1948. Η επιχειρηματολογία του αυτή μπορεί να αποδοθεί συνοπτικά ως εξής: Η ίδρυση της Κομινφόρμ (όργανο «διασφάλισης και κατοχύρωσης της σοβιετικής ηγεμονίας στην Ευρώπη μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου»), σε συνδυασμό με την επιβολή μιας «σκληρότερης», «σταλινικής» γραμμής στα δύο μεγαλύτερα δυτικοευρωπαϊκά ΚΚ της Γαλλίας και της Ιταλίας (σε αντίθεση με τη γραμμή του συμβιβασμού και της συνεννόησης με τις αστικές δυνάμεις που ακολουθήθηκε στη διάρκεια του πολέμου), αλλά και τον ακόμη σφιχτότερο εναγκαλισμό της Ανατολικής Ευρώπης («πραξικόπημα» στην Τσεχοσλοβακία κλπ.), όλα αυτά, λοιπόν, συνέτειναν - έως και «ανάγκασαν» - τη Δυτική Ευρώπη στο να αναζητήσει τρόπους «άμυνας». Τέτοιοι μηχανισμοί «άμυνας» αποτέλεσαν το Σύμφωνο των Βρυξελλών (1948) «για την απόκρουση οποιασδήποτε απόπειρας βίαιης ανατροπής δημοκρατικών κυβερνήσεων» και βεβαίως, λίγους μήνες μετά, το ΝΑΤΟ!

Ξεκινώντας από το τελευταίο, παρατηρούμε μια απροκάλυπτη προσπάθεια συγκάλυψης του πραγματικού ρόλου του ΝΑΤΟ ως επιθετικού - και όχι βέβαια αμυντικού - συνασπισμού (ρόλος που αποδείχθηκε ιστορικά και από το γεγονός ότι όταν μετά το 1991 έπαψαν να συντρέχουν οι «λόγοι» της συγκρότησής του, το ΝΑΤΟ συνέχισε και συνεχίζει να υπάρχει). Συγκάλυψης και εξαγνισμού της γενικότερης επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού μετά το 1945. Τι ήταν οι ατομικές βόμβες σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι (ένα έγκλημα που δεν υπαγορευόταν από καμιά πολεμική αναγκαιότητα, μιας και η Ιαπωνία ήταν ήδη έτοιμη να συνθηκολογήσει), αν όχι μια σαφέστατη προειδοποίηση, μια επίδειξη δύναμης του ιμπεριαλισμού προς την «άλλη πλευρά»; Τι σηματοδοτούσε η περιβόητη ομιλία του Τσόρτσιλ στο Φούλτον το Μάρτη του 1946, όταν έκανε λόγο για ένα «σιδηρούν παραπέτασμα», το οποίο απλωνόταν πάνω από την Ευρώπη; Πώς όλα αυτά, καθώς και δεκάδες άλλα παραδείγματα της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού δεν συγκαταλέγονται στην «απαρχή της ψυχροπολεμικής διχοτόμησης της Ευρώπης», που δήθεν χρονολογείται από το 1947;

Το θέμα όμως δεν είναι ποιος υπήρξε ο αδικών και ποιος ο αδικούμενος σε αυτή τη σύγκρουση (αν και για το συγγραφέα του άρθρου αυτό είναι μάλλον ξεκάθαρο). Η αντίθεση σοσιαλισμού - ιμπεριαλισμού ενυπήρχε αντικειμενικά. Ποτέ δε σταμάτησε να ισχύει, ούτε βεβαίως την περίοδο του πολέμου. Σχέδια και μηχανισμοί διάβρωσης, υπονόμευσης ή καταστολής των λαϊκών κινημάτων (όπου τα ΚΚ είχαν κεντρικό ρόλο) είχαν τεθεί σε κίνηση πολύ πριν τη νίκη επί των δυνάμεων του Αξονα (σχέδια υπονόμευσης του ΕΑΜ υπάρχουν κατατεθειμένα στα αρχεία του Foreign Office από το 1943 κιόλας). Η αύξηση της επιρροής και του κύρους, τόσο της ΕΣΣΔ όσο και των ΚΚ διεθνώς, αποτέλεσμα της πάλης τους κατά του φασισμού, είχε ως επακόλουθο την όξυνση της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού. Η επίθεση αυτή υπήρξε ευέλικτη και πολύμορφη, συμπεριλαμβάνοντας τόσο πολιτικές μαστιγίου όσο και καρότου, από ανοιχτή καταστολή, στρατιωτικές επεμβάσεις, μέχρι και επιθέσεις «φιλίας», δάνεια κ.ο.κ.

Το Σχέδιο Μάρσαλ

Το Σχέδιο Μάρσαλ, για το οποίο γίνεται ειδική αναφορά στο άρθρο του Γρ. Ψαλλίδα ως βασική παράμετρος στην ίδρυση και πολιτική της Κομινφόρμ, υπήρξε ένας τέτοιος μηχανισμός. «Ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών Μολότοφ», αναφέρει ο συγγραφέας, «αρνήθηκε τελικά τη δελεαστική πρόταση του Σχεδίου Μάρσαλ, καθώς την εξέλαβε ως καπιταλιστική συνωμοσία με στόχο την υπαγωγή της ΕΣΣΔ και των συμμάχων της στην αμερικανική σφαίρα επιρροής». Τα δε ΚΚ της Γαλλίας και της Ιταλίας, «ακολουθώντας τις οδηγίες της Κομινφόρμ», τάχθηκαν επίσης κατά του Σχεδίου, «προκαλώντας την απομόνωση και επιτείνοντας την περιθωριοποίησή τους από το πολιτικό σύστημα των χωρών τους, δηλαδή αυτό ακριβώς που επεδίωκαν οι υπερατλαντικοί εμπνευστές του Σχεδίου Μάρσαλ». Τι έπρεπε, λοιπόν, να κάνουν; Να το αποδεχτούν μοιρολατρικά;

Καταρχάς, το Σχέδιο Μάρσαλ δεν αποτελούσε κάποια «βοήθεια» δίχως αστερίσκους και βαρύτατες δεσμεύσεις. Ο σκοπός του, σε καμιά περίπτωση, δεν ήταν φιλανθρωπικός. Τουναντίον, αποσκοπούσε α) στην ανασυγκρότηση και θωράκιση του καπιταλισμού στην Ευρώπη (λειτουργώντας και ως ασπίδα απέναντι στην ΕΣΣΔ), β) στην ταυτόχρονη ισχυροποίηση της αστικής εξουσίας και αποδυνάμωση / ενσωμάτωση των λαϊκών κινημάτων στις χώρες αυτές και γ) στην αποφυγή μιας κρίσης υπερπαραγωγής στις ίδιες τις ΗΠΑ. Γεγονός που δε χρειάζεται να είναι κανείς μαρξιστής για να το παραδεχτεί. Αλλωστε, το ίδιο το ελληνικό ΥΠΕΞ διαπίστωνε σχετικά το 1950 πως το Σχέδιο Μάρσαλ «ευνοείτο εξαιρετικώς από την μεταπολεμικήν κατάστασιν της Αμερικανικής οικονομίας, δίδον διέξοδον εις μιαν υπερπαραγωγήν ήτις άλλως εκινδύνευε να επιφέρη κρίσιν ανάλογον προς την του 1929».1 Ο Γ. Μίρκος (επίτιμος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας) αναφέρει πως το Σχέδιο «λειτουργούσε με ενιαίο τρόπο και κάλυπτε τρεις στόχους. Βοηθούσε σημαντικά την οικονομία των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα προωθούσε προς την ανασυγκρότηση την ευρωπαϊκή οικονομία. Πάνω σε αυτή την οικονομική ανάπτυξη του Δυτικού Κόσμου στήριζαν οι ΗΠΑ την εξωτερική, κυρίως αντικομμουνιστική, πολιτική τους».2

Αυτό λοιπόν έπρεπε να αποδεχτούν τα ΚΚ της Ευρώπης; Δήθεν για να μην «απομονωθούν» ή «περιθωριοποιηθούν»; Για την ιστορία, να ξεκαθαρίσουμε ότι κάτι τέτοιο έτσι κι αλλιώς δεν συνέβη. Πρόκειται για ιστορική διαστρέβλωση. Το μεν ΚΚ Γαλλίας διατήρησε λίγο πολύ τις δυνάμεις του στις επερχόμενες εκλογές (από 25,9% και 28,2% τον Ιούνη και το Νοέμβρη του 1946, έλαβε 26,3% το 1951), το δε ΚΚ Ιταλίας είδε τα ποσοστά του να εκτοξεύονται από 19% το 1946 σε 31% το 1948. Ο ισχυρισμός ότι η αντίθεση των κομμάτων αυτών στο Σχέδιο Μάρσαλ (απόρροια της «δογματικής», «σταλινικής» γραμμής της Μόσχας) επέφερε την πολιτική τους «απομόνωση» φαίνεται μάλλον να εξυπηρετεί ανάλογα επιχειρήματα στο σήμερα παρά να ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα (επιχειρηματολογία περί «νέου Σχεδίου Μάρσαλ» και πολεμική στο ΚΚΕ για τη στάση του στο θέμα).

Το «πραξικόπημα»

Οσον αφορά δε τα περί «πραξικοπήματος» στην Τσεχοσλοβακία το Φλεβάρη του 1948, πρόκειται για μάλλον συνήθη πρακτική οι λαϊκές εξεγέρσεις και επαναστάσεις να βαφτίζονται «πραξικοπήματα» (άλλωστε το ίδιο έχει ειπωθεί και για την Οχτωβριανή Επανάσταση το 1917 στη Ρωσία) και οι επεμβάσεις του ιμπεριαλισμού «απελευθερωτικές», «δημοκρατικές», «ανθρωπιστικές», κ.ο.κ. Σίγουρα, την περίοδο εκείνη οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης βρέθηκαν στο επίκεντρο της σύγκρουσης. Οι αστικές δυνάμεις, τόσο στην Τσεχοσλοβακία όσο και αλλού, δεν έμειναν τόσο απαθείς, άτολμες και «φοβισμένες» όσο θέλει να τις παρουσιάζει ο αρθρογράφος της «Καθημερινής».

Οι αστοί πολιτικοί που μετείχαν στην κυβέρνηση «παρέλυσαν», λέει, «από την απειλή της επιστροφής των σοβιετικών στρατευμάτων στη χώρα», με «αποτέλεσμα το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, που εκδηλώθηκε με τη σύμπραξη κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών και την εκδίωξη των αστικών κομμάτων από την κυβέρνηση». Δεν έγινε όμως έτσι. Οι αστοί υπουργοί παραιτήθηκαν, δεν εκδιώχθηκαν, από την κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί πολιτική κρίση και τα πράγματα να οδηγηθούν στη ρήξη. Ο ένοπλος λαός, ωστόσο, τους χάλασε τα σχέδια. Η νέα κυβέρνηση του Εθνικού Μετώπου, μόνο μονοκομματική δεν ήταν. Σε αυτή μετείχαν, εκτός από τα ΚΚ της Τσεχίας και της Σλοβακίας, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (που συγχωνεύτηκε με το ΚΚ), το Λαϊκό Κόμμα, το Κόμμα Ελευθερίας και το Κόμμα Αναγέννησης της Σλοβακίας. Στις επόμενες εκλογές η ενιαία λίστα του Εθνικού Μετώπου έλαβε το 89,2% των ψήφων.

Εν κατακλείδι, το συγκεκριμένο άρθρο αναπαράγει την «κλασική» αντικομμουνιστική επιχειρηματολογία, που φέρει τα Κομμουνιστικά Κόμματα ως «δουλικά εξαρτώμενα από τη Μόσχα». Ταυτίζει τον προλεταριακό διεθνισμό και την προσπάθεια συντονισμού του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, με τον «έλεγχο», το «δογματισμό», εμπλουτισμένων με μια γερή δόση «σταλινολογίας». Η ενιαία στρατηγική του ιμπεριαλισμού εξαγνίζεται ως πράξη «αμυντική», ενώ ουσιαστικά δεν αναγνωρίζεται το «δικαίωμα» της άλλης πλευράς να επεξεργάζεται εξίσου ενιαία στρατηγική σε διεθνές επίπεδο. Κάτι τέτοιο από τη μεριά του σοσιαλισμού θεωρείται ως ενέργεια αν μη τι άλλο στενόμυαλη, διχαστική. Οπως άλλωστε θεωρείται και κάθε πράξη αντίστασης. Και τότε και σήμερα...

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. Φάκελος 194.1 του 1950, Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο ΥΠΕΞ.

2. Στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Β' τόμος, 1949-1968, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 107.


Του
Αναστάση ΓΚΙΚΑ*
*Ο Αναστάσης Γκίκας είναι συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, Δρ. Πολιτικών Επιστημών


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ