Γραμμένο το 1830, το έργο εμπνέεται από τα μεγάλα επαναστατικά κινήματα της εποχής και συνοψίζει τις θέσεις του Διαφωτισμού, αναπλάθοντας πειστικά τα ήθη της ενετοκρατούμενης Ζακύνθου. Ο συγγραφέας απαλύνει τη δραματική ένταση της πλοκής, εντάσσοντας σ' αυτήν με μαεστρία κωμικά επεισόδια και ζακυνθινές μελωδίες. Η καταδίκη των προκαταλήψεων και το όραμα για μια δικαιότερη κοινωνία αποτελούν τα κεντρικά θέματα του έργου, που δίκαια χαρακτηρίζεται ο «θεμέλιος λίθος» του νέου ελληνικού θεάτρου.
Ο αυταρχικός ευπατρίδης Δάρειος Ρονκάλας αρνείται πεισματικά να παντρευτεί η κόρη του, Γαρουφαλιά, τον αγαπημένο της, γιατί είναι κοινωνικά κατώτερος. Αγνοώντας ότι η Γαρουφαλιά είναι ήδη έγκυος, αποφασίζει να την κλείσει σε μοναστήρι, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να επιβάλει την εξουσία του με αθέμιτο και βίαιο τρόπο, επικαλούμενος παλιές συντηρητικές κοινωνικές αντιλήψεις. Το αδιέξοδο θα ξεπεραστεί με τη συμβολή του Δραγανίγου, του μοναχογιού του Ρονκάλα, που εκφράζει το επαναστατικό πνεύμα και την ορμή των νέων ανθρώπων και συγκρούεται με τις παρωχημένες ιδέες της παλαιότερης γενιάς.