Πέμπτη 20 Οχτώβρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΠΕΔΡΟ ΑΛΜΟΔΟΒΑΡ
Το δέρμα που κατοικώ

Ο Αλμοδόβαρ είναι αναμφισβήτητα ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς του σύγχρονου κινηματογράφου. Στην τελευταία, 19η ταινία του μεγάλου μήκους μάλλον ανακοινώνει ότι αλλάζει δέρμα. Εχοντας στη μακρά κινηματογραφική του πορεία εξερευνήσει διαφορετικά είδη, στέκεται για πρώτη φορά στο θρίλερ, που όπως ο ίδιος ομολογεί το θεωρεί σαν το αποτελεσματικότερο κλειδί για να μπεις σε ένα είδος χωρίς υποχρεωτικά να υποχρεούσαι να αποκλείσεις όλα τα άλλα. «Για μένα είναι βασικό - λέει - επειδή είμαι εντελώς ανίκανος να σεβαστώ τους κανόνες ενός συγκεκριμένου είδους». Δημιουργική πράξη για τον Αλμοδόβαρ δε συνιστά το σκηνικό φτιασίδωμα και τα πυροτεχνήματα αλλά μια βασική κινηματογραφική γνώση. Αυτή του να ξέρεις να κατασκευάζεις σύνθετες ψυχολογικές διαδρομές. Αυτή είναι και η μεγάλη του ικανότητα. Να παραμένει πεισματικά κολλημένος στην εσωτερική διαδρομή των χαρακτήρων του.

Πάντως, ο σκηνοθέτης δε μοιάζει να εκτιμά ιδιαίτερα το μυθιστόρημα «Mygale» του Thierry Jonquet, που διάβασε πριν 10 χρόνια. Ηταν «ένα βιβλίο απ' αυτά που συνηθίζει κανείς να ξεφυλλίζει στο αεροπλάνο». λέει. Στις σελίδες του όμως φαίνεται ότι υπήρχε κάτι, που όχι μόνο τράβηξε αλλά φυλάκισε την προσοχή του: Το θέμα της τρομερής βεντέτας ενός χειρουργού. Επειδή όμως πολλά πράγματα δεν ήταν ξεκάθαρα στο βιβλίο, ο Αλμοδόβαρ αποφάσισε να απομακρυνθεί αρκετά από τις τυπωμένες σελίδες...


Η σύζυγος του αισθητικού χειρουργού Ρόμπερτ Λέντγκαρντ αυτοκτονεί, αρκετό καιρό μετά από το αυτοκινητικό δυστύχημα που στοίχισε στο δέρμα της καθολικά εγκαύματα. Ο χειρουργός δουλεύει έκτοτε νυχθημερόν να κατασκευάσει τεχνητά ένα ανθεκτικό στις όποιες κακουχίες ανθρώπινο δέρμα. Οταν ολοκληρώνει επιτυχώς το πολύχρονο project, μη βρίσκοντας ανθρώπινο πειραματόζωο, εκδικείται τον νεαρό που βίασε την κόρη του και τον εξαναγκάζει, αλλάζοντάς του φύλο, να παίξει το ρόλο ινδικού χοιρίδιου.

Στο αψεγάδιαστο, αλλά καθόλου αναγκαίο μελόδραμα «ΤΟ ΔΕΡΜΑ ΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΩ» ο Αλμοδόβαρ βάζει στην άκρη τις γυναίκες με σάρκα και οστά για να ριχτεί στη διερεύνηση των σκοτεινών ταυτοτήτων και της μεταμόρφωσης, εγείροντας παράλληλα σοβαρά ζητήματα «ορίων» όχι μόνο σε ό,τι αφορά την τρανσγενετική παρέμβαση όπως η ταινία την αναφέρει, ως είδος μετάλλαξης που ενώ απαγορεύεται στους ανθρώπους, προωθείται και υποστηρίζεται για τα φρούτα και τις τροφές... Η ταινία σφύζει από τα φαντάσματα του Αλμοδόβαρ, που όμως εδώ, μεταμορφώνονται σε δαίμονες. Ενας άνδρας που αλλάζει φύλο με χειρουργική επέμβαση και πλαστική κόλπου. Ολοι οι κρεμασμένοι στους τοίχους του σπιτιού του χειρουργού πίνακες ζωγραφικής απεικονίζουν γυναικεία σώματα, ακόμη και το ζωντανό γυναικείο σώμα εκτίθεται στη θέα ως αντικείμενο τέχνης... Υπάρχει η μητέρα που πρέπει να πεθάνει... Υπάρχει βίαιο σεξ ως απελευθέρωση... Για να φτιάξει την ταινία ο Αλμοδόβαρ σπούδασε αυτό που είναι ο «τρόμος» στο σινεμά.

Ιντριγκα μπαρόκ με στοιχεία gothic, στο pastiche αυτό, που συνίσταται από επιμέρους ιστορίες που τελειώνουν σε μια, όπου ο διώκτης γίνεται θύμα, ταυτότητες και ρόλοι αντιστρέφονται, με δεσμούς απροσδιόριστους και συγγένειες κρυφές. Η ταινία εμφανίζεται σαν κομψή αναπαράσταση αυτού που κάνει η αισθητική χειρουργική. Δημιουργεί... Μεταμορφώνει. Αυτή η μεταμόρφωση εντάσσεται σε μια ιστορία που μοιάζει παράλογη ακριβώς γιατί απουσιάζει εκείνη η οικουμενική διάσταση που χαρακτηρίζει τα πιο σημαντικά φιλμ του δημιουργού. Η ταινία δίνει την αίσθηση ότι είναι βουτηγμένη σε μια νοσηρή υπερβολή, σε μια αδιέξοδη ομφαλοσκόπηση και σε διάφορες ψυχαναλυτικές θεωρίες για το δέρμα ως δοχείο του Εγώ. Ενώ, γίνεται έντονα αισθητή η απουσία εκείνων των ζωτικών σημείων που χαρακτήριζαν προηγούμενες ζεστές, ανθρώπινες στιγμές, όπως η κατανόηση, η επιείκεια και κυρίως η αλληλεγγύη...

Πρέπει να μνημονεύσουμε και τον Αντόνιο Μπαντέρας, που επιστρέφει σε φιλμ του Αλμοδόβαρ μετά από 20 χρόνια, από το 1989 που δούλεψαν για τελευταία φορά μαζί. Ο Μπαντέρας είναι ο ηθοποιός φετίχ του σκηνοθέτη - εκείνος τον ανακάλυψε. Ερμηνεύει τον απόμακρο, απαθή και ανίκανο να μοιραστεί τον πόνο του άλλου χειρουργού, με εξαιρετική οικονομία στην έκφραση - ιδιαίτερα στις χειρονομίες. Ο Μπαντέρας εσωτερικεύει ολόκληρο τον κόσμο του χαρακτήρα, έναν κόσμο χωρίς ψυχή και κρύο σαν την εκδίκηση, που μοιάζει δυστυχώς με το αποτέλεσμα της ταινίας, ψυχρό, παγωμένο και με μυρωδιά εργαστηρίου. Ισως να δείχνει κάποιο πρώτο σημάδι παρακμής.

Πάντως, μέσα σε δύο ώρες ο Αλμοδόβαρ κατάφερε να δείξει και να αποδείξει γι' ακόμα μια φορά το αφηγηματικό του μεγαλείο, μέσα από το χρονικό μιας εκδικητικής βεντέτας ανάμεσα στον δημιουργό και το δημιούργημά του. Η δομή και η δομική διάρθρωση της αφήγησης, ο χειρισμός του χρόνου και η εννοιολογική συρραφή, λειτουργούν υποδειγματικά. Η ταινία φέρει από την αρχή ως το τέλος την αναγνωρίσιμη σφραγίδα του δημιουργού της και συνιστά άσκηση στιλ ενός μαέστρου που αγγίζει την τελειότητα...

Παίζουν: Αντόνιο Μπαντέρας, Ελενα Ανάγια, Μαρίσα Περέδες, Ανα Μένα, κ.ά.

Παραγωγή: Ισπανία (2011).


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ