Στο δόγμα των πολυεθνικών, που υπηρετεί η «μεταρρύθμιση», αναφέρθηκε η Ελ. Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Παιδείας του Κόμματος, χαιρετίζοντας τις εργασίες του 1ου Εκπαιδευτικού Συνεδρίου της ΟΛΜΕ και της αντίστοιχης Ομοσπονδίας Ελλήνων Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης Κύπρου (ΟΕΛΜΕΚ), με θέμα «Σχολείο του σήμερα και του αύριο», οι εργασίες του οποίου ολοκληρώθηκαν χτες, όπου και ανέλυσε την πρόταση διεξόδου του Κόμματος.
Παραθέτουμε σήμερα αναλυτικά αποσπάσματα από την παρέμβαση αυτή:
«Ο λόγος που επικαιροποιείται σήμερα το θέμα του συνεδρίου σας είναι η διευρυνόμενη ανησυχία μπροστά στην αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια και σε όλες τις βαθμίδες της. Μια αναδιάρθρωση που δεν είναι αποτέλεσμα της λαϊκής απαίτησης για ένα σχολείο που να συμβαδίζει με τις κοινωνικές ανάγκες, δεν προήλθε από την πίεση των λαϊκών αγώνων, αλλά είναι προϊόν προκατασκευασμένων στόχων και κατευθύνσεων διεθνών ιμπεριαλιστικών κέντρων και, συγκεκριμένα, εφόσον αναφερόμαστε στα εκπαιδευτικά συστήματα της Ελλάδας και της Κύπρου, των στόχων που προδιέγραψαν τα επιτελεία της ΕΕ. Η πολιτική που εφαρμόζεται σήμερα στην εκπαίδευση πηγάζει από την ανάγκη και απαίτηση των μονοπωλίων να εγκαταλειφθεί το μοντέλο των γενικευμένων κοινωνικών παροχών στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην ασφάλιση και σε άλλους τομείς και, κατά συνέπεια, να εγκαταλειφθεί η τυπικά βεβαίως εφαρμοσμένη αρχή περί εξασφάλισης ίσων δυνατοτήτων σε όλους, περί της υποτιθέμενης φροντίδας του κράτους για το συνολικό καλό. Το νέο δόγμα είναι "ο πρώτος τα παίρνει όλα", σύμφωνα με τους νόμους του ανταγωνισμού και της καπιταλιστικής αγοράς.
Στα πλαίσια αυτής της αρχής, στην εκπαίδευση συντελούνται τρεις βασικές αλλαγές, που χειροτερεύουν, δε διορθώνουν, τη θλιβερή εικόνα του σχολείου και της μόρφωσης που παρέχει:
1. Παίρνονται μέτρα ώστε οι αδύνατοι και κατά κανόνα φτωχοί μαθητές να απομακρυνθούν μαζικά από το σχολείο, προκειμένου να στραφούν σε μια μερική και αποστεωμένη κατάρτιση, που αντιστοιχεί στη μελλοντική θέση του περιπλανώμενου μισοάνεργου, που "δε θα πάρει τίποτα", ούτε δικαιούται να διεκδικεί τίποτα.
2. Το δημόσιο σχολείο, με μοχλό την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού και των μαθητών, εξωθείται σε μια ανταγωνιστική λειτουργία, όπου τα "καλύτερα" σχολεία θα συγκεντρώνουν τους περισσότερους και "καλύτερους", σύμφωνα με τα κριτήρια της αγοράς, μαθητές και εκπαιδευτικούς, άρα και τη μεγαλύτερη χρηματοδότηση, γεγονός που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε τραγική υποβάθμιση την πλειοψηφία των σχολείων, στην κατάργηση πολλών σχολικών μονάδων. Πρόκειται για μια σταδιακή υλοποίηση της γνωστής κατεύθυνσης της "Λευκής Βίβλου για την εκπαίδευση", που προβλέπει εξάλειψη των διαφορών δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, με κατάληξη την ισότιμη χρηματοδότηση δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων από τον κρατικό προϋπολογισμό, την πλήρη δηλαδή ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης.
3. Ενισχύεται με νέες μεθόδους ο ρόλος του σχολείου στην ιδεολογική χειραγώγηση των νέων. Η εκπαίδευση αναλαμβάνει να εμπεδώσει στη νέα γενιά τα πρότυπα, τις αξίες, τη στάση ζωής που απαιτεί η αγορά. Τι μηνύματα μεταφέρονται, π.χ., στους μαθητές από το εξουθενωτικό πρόγραμμα και λειτουργία του Ενιαίου Λυκείου, από την ταύτιση των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων με τις εισαγωγικές; Πως καλό σχολείο είναι αυτό που μοιάζει με το φροντιστήριο. Αυτό που τυποποιεί και πακετάρει τη γνώση σαν εμπόρευμα που θα καταναλωθεί στις εξετάσεις. Κοντολογίς, η ιδιωτική επιχείρηση καταξιώνεται στα μάτια τους σαν μοναδικός προαγωγός της γνώσης και συνεπώς της κοινωνίας ολόκληρης. Τι είδους μόρφωση προτρέπονται οι μαθητές να θεωρήσουν ως ωφέλιμη για τους ίδιους και για την κοινωνία γενικότερα; Αυτή που έχει άμεσο πρακτικό και οικονομικό αντίκρισμα. Αυτή που εξαργυρώνεται με την κατάληψη μιας θέσης, στο Πανεπιστήμιο σήμερα, σε μια επιχείρηση αύριο. Αρα χρήσιμη γνώση είναι αυτή που επιζητεί η αγορά. Τι εισπράττουν οι μαθητές όταν θέμα της έκθεσης στις κρίσιμες πανελλαδικές εξετάσεις, από τις οποίες εξαρτάται όλη η μετέπειτα πορεία τους, είναι η κριτική στην αποκαλούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που για δυο χρόνια καταπολεμούσαν με πρωτοφανή αποφασιστικότητα και θάρρος; Πως σ' αυτή την κοινωνία απαγορεύεται όχι μόνο να διατυπώνεις και να υπερασπίζεσαι τη γνώμη σου (βλέπε πράξη νομοθετικού περιεχομένου), αλλά ακόμη και να σκέφτεσαι διαφορετικά, αν θέλεις να επιβιώσεις.
Το κόμμα μας, αναπτύσσοντας αυτή την αρχή και σαν συμβολή προς το μαζικό κίνημα, ώστε να μην περιορίζεται σε αμυντικούς στόχους και αιτήματα, αλλά να προβάλλει επιθετικά τις σύγχρονες μορφωτικές απαιτήσεις, έχει καταθέσει την πρότασή του για το ενιαίο δωδεκάχρονο βασικό υποχρεωτικό σχολείο, ως προϋπόθεση για οποιαδήποτε ειδίκευση τεχνικοεπαγγελματική ή πανεπιστημιακή. Σχολείο δημόσιο και δωρεάν, κοινό για όλους τους μαθητές, χωρίς διαχωρισμούς σε δημοτικό-γυμνάσιο-λύκειο, χωρίς διακρίσεις σε γενικό και τεχνικοεπαγγελματικό, σε δημόσιο και ιδιωτικό, χωρίς κατευθύνσεις και κύκλους.
Η αναγκαιότητα και η ρεαλιστικότητα της θέσης μας προκύπτει από δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι η γενικευμένη εφαρμογή της επιστήμης στην παραγωγή απαιτεί πολύ υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο από αυτό των προηγούμενων γενιών, αν θέλουμε ανθρώπους που δε θα αχρηστεύονται σαν μηχανές παλιάς γενιάς σε κάθε μικρομεταβολή της τεχνολογίας.
Ο δεύτερος είναι ότι η τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στην εποχή μας οδηγεί σε σημαντικότατη αύξηση του ελεύθερου χρόνου, που επιτρέπει την επιμήκυνση του υποχρεωτικού χρόνου φοίτησης ως τα 18, που είναι και ο χρόνος ενηλικίωσης των νέων ανθρώπων. Στα πλαίσια αυτά ποια λογική υπαγορεύει η γενική και άρα καθολική παιδεία για τους μισούς να ολοκληρώνεται στα 18 και για τους υπόλοιπους να σταματά στα 15;
Η θέση μας για δωδεκάχρονο σχολείο υιοθετήθηκε από τους μαθητές και, αν θέλετε, πιστεύουμε ότι το γεγονός αυτό αποτελεί την πιο σοβαρή παρακαταθήκη του αγώνα τους για το μέλλον της εκπαίδευσης. Θα συνεχίσουμε την προσπάθεια για να υιοθετηθεί και από την πλειοψηφία των εκπαιδευτικών».