Κυριακή 23 Μάη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Παραπονεμένα λόγια... τα τραγούδια τους

Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Στις 16 Μάη του 1970 «έφυγε» από τη ζωή ο Xαράλαμπος Βασιλειάδης, ένας από τους πρώτους μεγάλους επαγγελματίες στιχουργούς. Του κόλλησαν το παρατσούκλι «τσάντας», γιατί κυκλοφορούσε πάντα με μια τσάντα γεμάτη στίχους, που τις περισσότερες φορές τους πουλούσε.

«Ιωνος μέσα στο στενό στο Μάριο το Συριανό η Ευτυχία μας η «Γρηά» πουλούσε στίχους μπιρ παρά/ Να κι ο «Κοριός» με τον Πετσά και το Νταράλα το Λουκά, ο Χατζηχρήστος ο «γλυκός» κι ο Δερβενιώτης ο «χοντρός»/ ο Χιώτης ο Μανώλης ο «Γκραν Αριστοκράτης»/ μαζί κι η Μαίρη Λίντα με τα γουναρικά της, ο Τόλιος ο Καλδάρας καθόταν στη γωνία τον πήρε το μπουζούκι απ' τη Γεωπονία/ «Τσάντας ο Λόγιας» πάντα εδώ, Βασιλειάδης το σωστό/ ο Λαύκας και ο «Μπιρ - Αλλάχ» κι η όμορφη «Χανούμ Σεβάχ»...

Οι στίχοι του Κώστα Βίρβου που μελοποιήθηκαν από τον Γιάννη Μαρκόπουλο και περιλαμβάνονται στον κύκλο τραγουδιών του «Παιχνίδι με το χρόνο» και ερμηνευτή τον Λεωνίδα Βελλή, περιγράφουν με γλαφυρότητα μια εικόνα βγαλμένη από το ρεμπέτικο καφενείο του Μάριου. Από το 1946 που πρωτολειτούργησε μέχρι το 1962 που έκλεισε, το μπαράκι του «Μάριου» ήταν το καθημερινό στέκι των επώνυμων του ρεμπέτικου, του γνήσιου λαϊκού τραγουδιού. Δίπλα ακριβώς υπήρξε κι άλλο στέκι, του Γιάννη Χαριτόπουλου όπου σύχναζαν οι ανώνυμοι ή τα «δεύτερα» και «τρίτα» ονόματα του ρεμπέτικου ή ακόμη όσοι δε χωρούσαν στου «Μάριου», όπου σχεδόν κάθε μέρα, μετά το μεσημέρι, υπήρχε πολύ στριμωξίδι και γινόταν μεγάλη φασαρία. Εκεί άκουσαν τα τραγούδια τους, για πρώτη φορά, ο Μάρκος, ο Στράτος, ο Τσιτσάνης, ο Χιώτης, ο Καλδάρας, ο Μητσάκης, ο Βίρβος και δεκάδες δημιουργοί και τραγουδιστές.

Εκεί, λοιπόν, και δύο φιγούρες με κοινή μοίρα. Ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης και η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.

Μπιρ παρά

Χαράλαμπος Βασιλειάδης - «Τσάντας»
Χαράλαμπος Βασιλειάδης - «Τσάντας»
«Το μαγαζί δεξιά κι αριστερά» - έχει πει στον Πάνο Γεραμάνη, ο Κώστας Βίρβος - «είχε καμιά 15αριά τραπεζάκια. Εγώ πήγαινα κάθε πρωί κι είχα δικό μου τραπέζι. Το πρώτο δεξιά στην πόρτα. Ερχόταν και καθόταν πλάι η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Ηθελε να βλέπει τους πελάτες της (τους συνθέτες δηλαδή που τους πουλούσε στίχους). Ηταν πανέξυπνη, πνευματώδης, αλλά και πολύ υπερβολική. Μια φορά μας έλεγε ότι οι στίχοι στο τραγούδι "Γαρύφαλλο στ' αυτί" ήταν δικοί της. Οταν το πληροφορήθηκε ο πραγματικός στιχουργός του τραγουδιού, ο συγγραφέας Αλέκος Σακελλάριος, της ζήτησε εξηγήσεις και εκείνη δικαιολογήθηκε ότι έκανε πλάκα. Ομως, η Ευτυχία ήταν μεγάλη στιχουργός. Είχε συνεχώς εμπνεύσεις. Ο άλλος στιχουργός, ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης ή "Τσάντας", ήταν περαστικός από του "Μάριου". Είχε ως μόνιμο στέκι του το διπλανό μπαράκι του μπάρμπα - Γιάννη».

Η ζωή της Ε. Παπαγιαννοπούλου υπήρξε πολυτάραχη, γεμάτη βάσανα και πάθη... Η μοναδική, δίχως δόλο, συμπεριφορά της στο άγριο παζάρι της καθημερινής συναλλαγής και οι οικονομικές ανάγκες που της δημιουργούσαν οι «διαφυγές», στις οποίες κατέφευγε για να ξεχνάει την πικρή ζωή της, είχαν ως αποτέλεσμα τα τραγούδια της να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης και οικειοποίησης από το ίδιο το σινάφι της. Είναι γνωστό ότι, όπως κι ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης (Τσάντας), πουλούσε τα τραγούδια της για ελάχιστα χρήματα, κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί.

Να αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι το «Δυο πόρτες έχει η ζωή», σε μουσική κι ερμηνεία Στέλιου Καζαντζίδη, το πούλησε έναντι 250 δραχμών. Ο λαϊκός βάρδος είχε παραδεχτεί αργότερα δημοσίως ότι οι στίχοι του τραγουδιού ανήκαν στην Ε. Παπαγιαννοπούλου. Δε συνέβη, όμως, το ίδιο με άλλους δημιουργούς. Οταν η στιχουργός σε συνεντεύξεις της διεκδίκησε την πατρότητα των στίχων για τα «Καβουράκια», ο Βασίλης Τσιτσάνης βγήκε να τη διαψεύσει, αναφέροντας ότι ύστερα από παραγγελία του, του είχε πάει απλώς ένα προσχέδιο, το οποίο ο συνθέτης το άλλαξε... Πάντως, η ίδια δεν πρόλαβε να δει το όνομά της τυπωμένο δίπλα από τον τίτλο των τραγουδιών της...

«Τσάντας ο Λόγιας»

Ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης γεννήθηκε - σύμφωνα με πληροφορίες - στο Τσανάκ Καλέ το 1902 και ήρθε στην Ελλάδα με τα πρώτα προσφυγικά κύματα. Μορφωμένος και γλωσσομαθής, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Κώστα Βίρβου μιλούσε τέσσερις γλώσσες, ο Βασιλειάδης εργάστηκε για ένα διάστημα στο υπουργείο Ναυτικών, το οποίο άφησε μόλις τον κέρδισε η Στιχουργική, για χάρη της οποίας εγκατέλειψε και κάθε άλλη επαγγελματική απασχόληση.

Η πρώτη επίσημη δισκογραφική του παρουσία χρονολογείται το Δεκέμβρη του 1946, ωστόσο είχε κιόλας ξεχωρίσει προπολεμικά με το «Μπρος στον Αγιο Σπυρίδωνα», που έγινε μεγάλη επιτυχία με την Ιωάννα Γεωργακοπούλου.

Ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης έμεινε γνωστός στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού, ως «Τσάντας ο Λόγιας», παρατσούκλι που του «κόλλησε» ο, και μεγάλος χιουμορίστας, Στράτος Παγιουμτζής, καθώς ο Βασιλειάδης γύριζε στα στέκια των μουσικών στην οδό Ιωνος με ένα χαρτοφύλακα γεμάτο στίχους. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες όλων, ο «Τσάντας» είχε εκπληκτική ευχέρεια στο γράψιμο, ενώ ιδιαίτερα παραστατικός για τον τρόπο που έγραφε ήταν ο Γιώργος Ζαμπέτας: «Ητανε πολύ δυνατός, του έλεγες τι θέλεις περίπου, πέντε λέξεις και αμέσως, τάκα - τάκα, το έφτιαχνε»...

Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο της Στιχουργικής του «Τσάντα» είναι ότι μπορούσε να κάνει τραγούδια ακόμα και τα πιο κοινότοπα θέματα, ενώ με τη Στιχουργική του αναδείκνυε τη μελωδία. Θα πρέπει, βεβαίως, να σημειωθεί ότι υπάρχουν και αρκετά τραγούδια, τα οποία έγραψε ο Βασιλειάδης, ωστόσο για δικούς του λόγους τα χάρισε, κάμποσες φορές μόνο και μόνο για να ακουστούν...

Ο «Τσάντας» συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους συνθέτες και ερμηνευτές, στους οποίους «έδωσε» αριστουργηματικά τραγούδια: «Σκαλί καλέ μου σκαλί», «Φέρτε μια κούπα με κρασί», «Η άμαξα μες στη βροχή», «Γλάροι», «Σιγανοψιχάλισμα» κ.α.

Ιστορική υπήρξε η μεταπολεμική συνεργασία του «Τσάντα» με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, με τραγούδια όπως το «Πριν το χάραμα», «Ανοιξε γιατί δεν αντέχω», «Απ' της Ζέας το λιμάνι», ενώ από τα μισά της δεκαετίας του '50 έως το τέλος της ζωής του ο «Τσάντας» συνεργάστηκε με τον Γιώργο Ζαμπέτα («Ηρθα κι απόψε στα σκαλοπάτια σου», «Ο πιο καλός ο μαθητής», «Τα δειλινά», «Πάει πάει», «Πού 'σαι Θανάση»).

Ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης έζησε μιαν ιδιαίτερα λιτή ζωή στη Νέα Φιλαδέλφεια και πέθανε πάμπτωχος και αγνοημένος, παρότι πάνω στους στίχους του είχαν στηριχτεί μεγάλες και μικρές εταιρείες, στις 16 Μάη του 1970.

Μεγάλος αγνοημένος

Πιο άτυχος ακόμη ο γνωστός επίσης Μικρασιάτης μουσικός Γιάννης Ετσιρείδης ή Ιντζιρίδης, ή Γιοβάν Τσαούς, φυσιογνωμία του λαϊκού τραγουδιού την περίοδο 1923 - 1940. Φημισμένος σ' όλη τη Μικρά Ασία, σε σημείο να τον καλεί ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ να παίξει στα χαρέμια του μαζί με έναν τραγουδιστή ονόματι Μπουχράν. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι από όλους όσοι έπαιζαν στο σεράι του Χαμίτ, οι μόνοι που δεν ευνουχήθηκαν ήταν ο Μπουχράν, ένας άλλος τυχερός, ονόματι Ζουρναλή Μεμέτ και ο Γιοβάν Τσαούς. «Χαλάλι τους», έλεγε ο Χαμίτ. Ενώ, λοιπόν, όλα πήγαιναν καλά, έρχεται η μικρασιατική τραγωδία και ο Γιοβάν βρέθηκε από τα παλάτια του Χαμίτ στα προσφυγικά υπόστεγα του Πειραιά. Στην Ελλάδα, δε ζούσε από τη δουλειά του μουσικού αλλά έκανε το ράφτη, με βοηθό τη γυναίκα του. Κι όμως ήταν ταλαντούχος. Επαιζε ταμπουρά, βιολί, σάζι, ούτι, μπουζούκι, ταμπούρ αλλά και πιάνο, ενώ έγραφε κι έπαιζε για το κέφι του. Πολύ λίγα τραγούδια βγήκαν στ' όνομά του, ενώ άλλα του τα κλέβανε, όπως λέει ο Τάσος Σχορέλης αλλά και άλλοι συνάδελφοί του που ήξεραν τα πράγματα από πρώτο χέρι. Ολοι οι παλαιοί μουσικοί παραδέχονται ότι δεν ήταν μόνο ένας από τους καλύτερους μουσικούς και συνθέτες της εποχής του, αλλά και ένας μεγάλος αγνοημένος.

Ο Τσαούς φέρεται να έχει ηχογραφήσει μόνο 12 δικά του τραγούδια με τις φωνές του Αντώνη Καλυβόπουλου και του Στελλάκη Περπινιάδη. Ανάμεσα σε αυτά γνωστότερο είναι ίσως το «Πέντε μάγκες στον Περαία», τραγούδι με πρωτόγνωρα για το ρεμπέτικο σουίνγκ στοιχεία. Τα υπόλοιπα τραγούδια του Γιοβάν Τσαούς είναι τα «Βλάμισσα», «Διαμάντω αλανιάρα», «Γιοβάν Τσαούς», «Γελασμένος», «Παραπονιούνται οι μάγκες», «Κατάδικος», «Μάγκισσα», «Σε μια μικρούλα», «Η Ελένη η ζωντοχήρα», «Ο πρεζάκιας» και το δημοτικοφανές «Δροσάτη Πελοπόννησος». Λέγεται ότι τους στίχους κάποιων τραγουδιών του δεν τους έγραφε ο ίδιος, αλλά η γυναίκα του Αικατερίνη Χαρμουτζή.


Σ. ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ