Θαρραλέος, θυελλώδης, ορμητικός, σαρκαστικός, ανυπόταχτος, ανυποχώρητος, άγριος, πύρινος - μερικά απ' τα επίθετα που του ταιριάζουν - μ' ένα μαχαίρι στο στόμα και μια πένα στο φαρμάκι... «Ακούστε παλιάνθρωποι... Καρφωμένοι από το λόγο μου τούτο, βουβαθείτε. Ακούστε το ουρλιαχτό του λύκου που δε μοιάζει με τραγούδι. Βαράτε τον πιο παχύ... τον πιο φαλακρό, αρπάχτε τον απ' το γιακά και σπρώξτε τον μέσα στη λάσπη και τους λογαριασμούς. Καταραμένοι νάστε... Να πέσει πάνω στα εστεμμένα κεφάλια σας... η πυρκαγιά της ανταρσίας, να καούν οι πρωτεύουσές σας συθέμελα. Καταραμένοι νάστε οι τσιφλικάδες, γεράκι ν' ανασηκώσει τις κοιλιές τους... Καταραμένοι νάστε» κλπ., κλπ.
Ηρωικός μάρτυρας του λόγου, χάραξε την κόκκινη γραμμή στο ρωσικό χώμα.
Στα πρώτα χρόνια της επανάστασης, οι ποιητές δεν είχαν, όχι μονάχα καιρό, παρά ούτε χαρτί και μολύβι να γράψουν. Ούτε τυπογραφεία να τυπώσουν.
Τα ποιήματα τ' απάγγελλαν στους στρατώνες, στα συλλαλητήρια, στις φάμπρικες και στις εργατικές λέσχες. Οι νέοι Ρώσοι λογοτέχνες δε βγήκαν από πανεπιστήμια κι ούτε από μεγάλα σπίτια. Σπούδασαν στις ανώτατες σχολές της πείνας, του κινδύνου και της επανάστασης. Ο Μαγιακόφσκι ένας απ' αυτούς, ο πιο τραγικός, ο πιο ορμητικός, ο πιο μεγαλειώδης.
Δεν ήταν και δεν ήθελε να είναι μόνο ποιητής. Ηταν πολίτης με δράση, δυναμικός και παθιασμένος. Ηταν ο άνθρωπος που απέβλεπε σ' ένα καινούριο μέλλον και επεδίωκε να ξεπεράσει το χρόνο και να τον κατακτήσει. Ηθελε να έχει ενεργό επίδραση και επέμβαση στη διαμόρφωση της συνείδησης του λαού.
Το 1908 γίνεται μέλος του Κόμματος των μπολσεβίκων και συμμετέχει στην παράνομη δράση του. Απανωτές συλλήψεις και φυλάκιση σε κελί απομόνωσης επί 11 μήνες. Εκεί γράφει τα πρώτα του ποιήματα.
Η πρώτη ποιητική του έκδοση ονομάστηκε «Χαστούκι στο γούστο του κοινού» και τυπώθηκε το 1912.
Εδώ φωνάζει για το δικαίωμα των ποιητών να γυρίσουν τις πλάτες στην προηγούμενη τέχνη και να δημιουργήσουν νέο ύφος και νέα ποιητική γλώσσα.
Η δυναμική του αυτή δραστηριότητα με τα πολλά ταξίδια στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, συνεχίστηκε μέχρι το θάνατό του.
Πίστευε στην επανάσταση και δε δίστασε να χτυπήσει με το λόγο του κάθε εκδήλωση γραφειοκρατίας και ψυχρού υπολογισμού.
Μέσα σ' ένα διαρκή και κοπιαστικό αγώνα κι από μια πολύπλοκη συγκυρία διαφόρων καταστάσεων και συγχύσεων, οδηγήθηκε στις 14 Απρίλη του 1930, με μια σφαίρα στο κεφάλι, στην αυτοκτονία σε ηλικία μόνο 37 χρόνων, αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό.
Θάνατος παράλογος κι ανεξήγητος από την άποψη της γεμάτης δραστηριότητας και όνειρα δημιουργικής ζωής. Ο ποιητής πέθανε. Το έργο παρέμεινε. «Δύσκολο στη ζήση αυτή δεν είναι να πεθάνεις, δυσκολότερο πολύ, τη ζωή να φτιάξεις».