Αυτό που παρατηρούμε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στη με πολύ γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ είναι η δημιουργία τεράστιων επιχειρήσεων. Η δημιουργία αυτή εξελίσσεται μέσα από μια ταχεία πρόοδο στη συγκέντρωση της παραγωγής. Το γεγονός που επιβάλλει τη δημιουργία μεγάλων επιχειρήσεων είναι ότι με τη συγκέντρωση της παραγωγής, την αντίστοιχη συγκέντρωση των εργατών, το πέρασμα των επιστημονικοτεχνικών επιτευγμάτων στην παραγωγική διαδικασία και την οργάνωση της εργασίας επιτυγχάνεται μεγαλύτερη παραγωγικότητα εργασίας. Σε κάθε περίπτωση η συγκέντρωση της παραγωγής είναι μεγαλύτερη από τη συγκέντρωση των εργατών.
Η συγκέντρωση αυτή, σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης, οδηγεί από μόνη της στο μονοπώλιο. Η γένεση του μονοπωλίου από τη συγκέντρωση της παραγωγής αποτελεί γενικό και βασικό νόμο στη διαδικασία ανάπτυξης του καπιταλισμού. Εχει σημασία να τονίσουμε ότι το μονοπώλιο προκύπτει είτε μέσα από συνθήκες προστατευτισμού, όπως εκείνη την εποχή εφαρμόζονταν στη Γερμανία, είτε από συνθήκες ελεύθερου εμπορίου, όπως στην Αγγλία.
Η γένεση του μονοπωλίου δικαιώνει τον Μαρξ, ο οποίος είχε αποδείξει ότι ο ελεύθερος συναγωνισμός θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη συγκέντρωση της παραγωγής και τη δημιουργία του μονοπωλίου.
Ο Λένιν μας λέει: «Ο συναγωνισμός μετατράπηκε σε μονοπώλιο. Το αποτέλεσμα είναι τεράστια πρόοδος στην κοινωνικοποίηση της παραγωγής. Ιδιαίτερα κοινωνικοποιείται και το προτσές των τεχνικών εφευρέσεων και τελειοποιήσεων».
Το μονοπώλιο αποτελεί τη βάση ενός νέου σταδίου του καπιταλισμού, στην ιστορική του εξέλιξη, του ιμπεριαλισμού, που εκφράζει τη μετάβαση από την πλήρη ελευθερία του συναγωνισμού προς την πλήρη κοινωνικοποίηση.
Ταυτόχρονα, όμως, μονοπώλιο σημαίνει τάση για κυριαρχία, τάση επέκτασης, εξάσκηση βίας πάνω στους άλλους.
Η διαδικασία που μόλις περιγράψαμε δεν αφορά μόνο τη βιομηχανία. Η ίδια εξέλιξη παρατηρείται και στον τραπεζικό τομέα. Η συγκέντρωση μετατρέπει τους τραπεζίτες από «μετριόφρονες μεσολαβητές» σε πανίσχυρους μονοπωλητές.
Δημιουργούνται οι μεγάλες τράπεζες που εκτοπίζουν τις μικρές. Εκτόπιση δε σημαίνει αναγκαστικά κλείσιμο της μικρής τράπεζας. Σημαίνει «σύνδεση», «συμμετοχή», αλλά και απορρόφηση. Σε κάθε περίπτωση σημαίνει υποταγή.
Το τραπεζικό κεφάλαιο, με τη δημιουργία των τραπεζικών μονοπωλίων, αναδεικνύεται σε κυρίαρχο του οικονομικού παιχνιδιού. Υποτάσσει τις εμπορικές και βιομηχανικές πράξεις όλης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Αυτό γίνεται μέσα από πολλούς δρόμους. Κυρίως όμως γίνεται μέσα από την ανάγκη για κεφάλαια που έχει η βιομηχανία και το εμπόριο.
Οι τράπεζες επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στη βιομηχανία (αλλά και στο εμπόριο, στο χρηματιστήριο). Οδηγούμαστε σ' ένα σημαντικό αποτέλεσμα. Στη σύμφυση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό κεφάλαιο. Δημιουργείται το χρηματικό κεφάλαιο και η χρηματιστική ολιγαρχία. Το χρηματιστικό κεφάλαιο υπερέχει από κάθε άλλη μορφή κεφαλαίου. Είναι το πιο ισχυρό κεφάλαιο που δημιουργεί ο καπιταλισμός.
Ταυτόχρονα, στο επίπεδο των χωρών ξεχωρίζουν μερικά κράτη που κατέχουν τη χρηματιστική «δύναμη» απ' όλα τα υπόλοιπα. Γεγονός που τους προσδίδει κυρίαρχη θέση στον παγκόσμιο χάρτη.
Οταν μιλάμε για καπιταλισμό, πριν απ' όλα κάνουμε λόγο για εμπορευματική παραγωγή. Στον ελεύθερο συναγωνισμό, στο επίπεδο των εξαγωγών, κυριαρχούν οι εξαγωγές εμπορευμάτων. Η αύξηση των ανταλλαγών τόσο μέσα σε μια χώρα όσο και διεθνώς, με τη δημιουργία των μονοπωλίων και των μονοπωλιακών ενώσεων, δημιουργεί μια τεράστια συσσώρευση κεφαλαίου. Είναι αυτό που ονομάζουμε «περίσσευμα» κεφαλαίου.
Το κεφάλαιο αυτό πλέον έχει τη δυνατότητα να εξαχθεί. Και τη δυνατότητα αυτή την αποχτάει από το γεγονός ότι οι καθυστερημένες χώρες έχουν τραβηχτεί στην τροχιά του παγκόσμιου καπιταλισμού. Εχει δηλαδή σχηματιστεί η παγκόσμια αγορά (ως χώρος η παγκόσμια αγορά έχει σχηματιστεί από την εποχή της ανακάλυψης της αμερικανικής ηπείρου). Η εξαγωγή κεφαλαίων συνδυάζεται ταυτόχρονα και με την εξαγωγή εμπορευμάτων. Αλλά το βασικό χαρακτηριστικό που προκύπτει από την εξαγωγή κεφαλαίων είναι ότι αυτή οδηγεί στο πραγματικό μοίρασμα του κόσμου. Τα χρηματικά κεφάλαια για να εξαχθούν και να επενδυθούν, χρειάζονται χώρο. Και κυρίως χρειάζονται χώρο προσαρτημένο ή εξαρτημένο.(Στις μέρες μας, βέβαια, η εξαγωγή κεφαλαίων δεν κατευθύνεται μόνο προς τις μικρότερες χώρες).
Και είναι προφανές ότι όταν τελειώνει το μοίρασμα του κόσμου, τότε προκύπτει η ανάγκη για το ξαναμοίρασμα. Ξαναμοίρασμα που δεν μπορεί να γίνει με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο στη βάση της δύναμης είτε μέσα από τοπικούς πολέμους, είτε από παγκόσμιους ή και με «ειρηνικό τρόπο», στη βάση της άσκησης βίας. Σε κάθε περίπτωση προηγείται η διπλωματία.
Το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα του κόσμου δε γίνεται από «κάποια ιδιαίτερη κακία» των καπιταλιστών. Γίνεται γιατί η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου που έχει επιτευχθεί ωθεί στο δρόμο για την εξαγωγή κέρδους, όλο και περισσότερου κέρδους.
Οπως είπαμε, το μοίρασμα του κόσμου γίνεται στη βάση της δύναμης, οικονομικής και πολιτικής. Το γεγονός αυτό δεν αναδεικνύει παρά την ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού. Η ανισόμετρη ανάπτυξη, οικονομική και πολιτική, του καπιταλισμού, είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού.
Παραπέρα όμως η προσπάθεια για το μοίρασμα του κόσμου οξύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στις ενώσεις των μονοπωλίων και των λίγων ιμπεριαλιστικών χωρών που το προωθούν.
Οι αντιθέσεις αυτές είναι και η αιτία που ξέσπασε ο Α` Παγκόσμιο Πόλεμος, λίγα μόνο χρόνια μετά την ολοκλήρωση της μετατροπής του παλιού στο νέο καπιταλισμό, του ελεύθερου συναγωνισμού στο μονοπωλιακό καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό. Αυτές οι αντιθέσεις είναι που οδηγούν και στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο, και επειδή βρισκόμαστε πάλι μπροστά σε ένα ξαναμοίρασμα του κόσμου, που προς το παρόν εκφράζεται μέσα από τη διεξαγωγή τοπικών πολέμων, τις παρεμβάσεις, τις απειλές, τίποτα δεν μπορεί να αποκλείει το ξέσπασμα μιας ευρύτερης σύρραξης.
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού παίρνει τεράστια σημασία η έννοια του οικονομικού εδάφους, «καθώς και του εδάφους γενικά». Πράγμα που σημαίνει ότι οι μονοπωλιακές ενώσεις και αντίστοιχα οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δε σταματούν ποτέ την αναζήτηση νέους εδάφους. Κατά συνέπεια, ειρήνη και ιμπεριαλισμός είναι ασυμβίβαστες έννοιες. Ο ιμπεριαλισμός, το χρηματιστικό κεφάλαιο δε θέλει ελευθερία, δε θέλει ειρήνη. Εκείνο που επιδιώκει είναι η κυριαρχία, η επέκταση.
Το γεγονός αυτό προσδιορίζει τις οικονομικές σχέσεις,και γενικότερα τις σχέσεις ανάμεσα στις μονοπωλιακές ενώσεις και ανάμεσα στις χώρες. Αυτό που χαρακτηρίζει τις σχέσεις των χωρών ως βασικό γνώρισμα την εποχή του ιμπεριαλισμού είναι η υποταγή και η εξάρτηση των μικρών χωρών στις λίγες μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες. Αυτή η σχέση δεν αλλάζει ακόμη και όταν μετέχουν στις ίδιες ενώσεις μικρές και μεγάλες χώρες, όπως είναι σήμερα η ΕΕ, όπως η ΠΟΕ ή το ΝΑΤΟ, ακόμη και οργανισμοί όπως το ΔΝΤ ή η Παγκόσμια Τράπεζα κλπ.
Τέτοιες σχέσεις βέβαια ανάμεσα σε μεγάλα κράτη και μικρά υπήρχαν ανέκαθεν. Η διαφορά όμως με τον καπιταλιστικό ιμπεριαλισμό είναι ότι γίνονται γενικό σύστημα, εντάσσονται οργανικά ως μέρος στο σύνολο των σχέσεων του μοιράσματος του κόσμου, ως μέρος της δράσης του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου. Παράλληλα όμως η μ' αυτόν τον τρόπο κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου εντείνει την ανισόμετρη ανάπτυξη και τις αντιθέσεις μέσα στην παγκόσμια οικονομία. Τροφοδοτεί την παγκόσμια κρίση.