Λίμνη των κύκνων |
ΠΙΟΤΡ ΙΛΙΤΣ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ
«Η λίμνη των κύκνων» από την Παιδική Σκηνή «Ονειροπόληση» στο θέατρο «ΚΑΤΙΑ ΔΑΝΔΟΥΛΑΚΗ»
Μια θεατρική παράσταση, κατά την τρέχουσα θεατρική περίοδο, λιμπρέτο των Βασίλι Γκέλτσερ και Βλαντιμίρ Μπεγκίτσεφ, που έγραψαν για το θαυμάσιο κλασικό μουσικό έργο του Πιοτρ Ιλιτς Τσαϊκόφσκι (1840-1893), Ρώσου συνθέτη της ρομαντικής εποχής. Τη διασκευή έχει κάνει η Σίσσυ Αλατά, ενώ τη σκηνοθεσία η Τούλα Ζαχαριουδάκη. Ο πρίγκιπας Ζίγκφριντ ερωτεύεται την όμορφη Οντέτ, την οποία έχει μεταμορφώσει σε κύκνο ο κακός μάγος Ρόθμπαντ. Τα μάγια θα λυθούν με αντίδοτο την αγάπη και την αυτοθυσία του αγαπημένου της. Οι ρούσικες λαϊκές παραδόσεις - εικονοποιημένες/δραματοποιημένες κοινωνικές καταστάσεις - διαθέτουν και αισθητικό και ιδεολογικό υπόβαθρο. Στην παρούσα παράσταση δεν υπάρχει η πρέπουσα αξιοποίηση της θαυμάσιας μουσικής του Τσαϊκόφσκι, σε επίπεδο μπαλέτου. Οι όποιες χορευτικές κινήσεις παρουσιάζουν ερασιτεχνισμό ή αποδίδονται, κατά σημεία, με κωμικό τρόπο (δίκην κλόουν), ελλείψει προφανώς επαγγελματιών χορευτών κλασικού μπαλέτου ή αυτή είναι, εντέλει, η άποψη του χορογράφου Αλέξ. Χατζιάρα, η οποία, κατά τη γνώμη μου, δε συνάδει με τη σοβαρότητα λιμπρέτου και μουσικής. Διότι φρονώ ότι αυτή ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να εισαχθούν τα παιδιά σε μια άλλη περιοχή της τέχνης, με απαιτήσεις και ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ύφος, σε επίπεδο χορού και μουσικής, και πέρασε ανεκμετάλλευτη. Παρά τις υπερβολές και τις εμμονές σε ορισμένα θέματα, προσπαθώντας «να βγάλουν» οι ηθοποιοί γέλιο, παρά τη χαλαρή δομή στη σκηνική εξέλιξη, κατά σημεία, δίνεται μια άλλη διάσταση στην απόδοση του λιμπρέτου. Η σκηνοθετική ευρηματικότητα είναι εμφανής, με υπέροχες σκηνές (η έκφραση φόβου στο σκοτεινό δάσος, η απόδοση της ηχούς, η απομυθοποίηση, ως ένα βαθμό, του κακού μάγου, η χρησιμοποίηση με ευφυέστατο τρόπο των ίδιων ηθοποιών σε διάφορους, αλλά σημαντικούς, δευτερεύοντες ρόλους, οι χοροί και αυτοσχεδιασμοί ατμόσφαιρας κομέντια ντελ άρτε κλπ.). Η παρεμβολή δύο τραγουδιών, με υπόκρουση μουσικής Τσαϊκόφσκι είναι, κατά τη γνώμη μου, εντελώς αταίριαστα τονικά και παράκαιρα αισθητικά, και προτείνω να αφαιρεθούν. Τα κοστούμια του Δημ. Μαροσούλη είναι τα κατάλληλα και τα σκηνικά του Παύλου Καρακασίδη είναι λιτά και παραστατικά σε επίπεδο φόντου, αλλά και λειτουργικά στις σκηνές με το παλάτι. Ο Παντελής Μαρτίνος (Πρίγκιπας Ζίγκφριντ) με πολλά τεχνικά προβλήματα κατά την εκφορά του λόγου (ανεπίτρεπτες αυξομειώσεις της έντασης της φωνής, λανθασμένους τονισμούς, κ.ο.κ.), αλλά με καλή σκηνική παρουσία και με ικανοποιητικά υποκριτικά σωματικά στοιχεία (έκφραση προσώπου, κινησιολογία). Κάτι λείπει υποκριτικά στον Γιώργο Σκυριανό (Μάγο Φον Ρόμπαρτ), ενώ καλύτερες, έστω απλές ή απλουστευμένες είναι οι ερμηνείες των Αλκηστης Βούλγαρη (Οντέτ) και Κων/νου Τσιάκου (Μπένος - Φρουρός). Αναμφίβολα η Αλκ. Βούλγαρη κατέχει από κλασικό μπαλέτο, αλλά η ικανότητά της δεν αναδεικνύεται στο βαθμό που θα χόρευε περισσότερο χρόνο, ως κύκνος, με την ανάλογη κλασική ενδυμασία της μπαλαρίνας. Η Αντιγόνη Γλυκού με αρκετά προσόντα υποκριτικής και με ορθοφωνία αποδίδει τους ρόλους της (Βασίλισσα, Οντίλ). Την παράσταση «κλέβει» ο Κώστας Λάσκος (Βόλφγκαγκ), με υποκριτικές, κωμικές και επικοινωνιακές (με το κοινό) ικανότητες. Προσοχή, βέβαια, χρειάζεται στις κάποιες υπερβολές.
Ζυμαρανθρωπάκι χαμογέλα! |
«Ζυμαρανθρωπάκι χαμογέλα!» από το θίασο «ΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ» στο θέατρο «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ»
Πρωτότυπο θεατρικό έργο της Ελένης Σαραφίδη (η ίδια έγραψε και τους στίχους), που ανεβαίνει για δεύτερη θεατρική περίοδο. Ενα έργο εμπνευσμένο από μια πραγματική ιστορία, με κεντρική ιδέα και μήνυμα το χαμόγελο και την αναζήτησή του στ' αστέρια. Διαπιστώνεται ότι τα παιδιά είναι σκυθρωπά, ότι πάσχουν από την αρρώστια «γκρινοβλογιά» και ότι το χαμόγελο το έσκασε από τη Γη και κρύφτηκε στο σπίτι του Ηλιου. Ολα συμβαίνουν, καθώς τα τέσσερα ζυμαρανθρωπάκια (Ζυμαρομπρικάκης, Ζυμαροτηγανούλα, Ζυμαροκατσαρόλας, Ζυμαροκουτάλα) ζωντανεύουν τα μεσάνυχτα μιας μαγικής νύχτας, που έβρεχε χρυσόσκονη, όταν χτύπησε το ρολόι τοίχου, που είχε τη μορφή του κλόουν Μπουχλουμπουλουμπού. Οι ήρωες (Λεωνίδας, Αριάδνη) της ιστορίας μας, με οδηγό τον Χρονούλη Χρονόπουλο, το πιο λαμπρό αστέρι του ουρανού, ταξιδεύουν μέσα στο καλάθι ενός αερόστατου και κατορθώνουν μετά από πολλές περιπέτειες να φέρουν το χαμόγελο πίσω, στα χείλη των ανθρώπων. Φανταστική περιπετειώδης ιστορία που στηρίζεται και ενισχύει με αισιοδοξία και αγωνιστικότητα την πεποίθηση των παιδιών για μια ομορφότερη και πιο χαρούμενη ζωή. Αν και διαπιστώνουν ότι το ομορφότερο χαμόγελο είναι η ίδια η μαμά τους. Ετσι, η ζαχαροπλαστική δένεται με τη φαντασία των παιδιών, το όνειρο με την περιπέτεια και γεννούν χαρά, γέλιο και αισιοδοξία. Διασκεδαστικό είναι το παιχνίδι της «διδυμόγλωσσας», με αστείο ανα-συλλαβισμό λέξεων. Στην ιστορία πρωταγωνιστούν και άλλοι ήρωες: Ο μπαμπάς και η μαμά των διδύμων, ο Επιστήμονας (Τηλεσκόπιος Τηλεσκοπάκιας), η Ζωγραφιά Ζωγραφοπούλου, το Χαμόγελο. Εν κατακλείδι πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό δείγμα θεατρικής παράστασης, που εξάπτει - και καλλιεργεί - τη δημιουργική φαντασία των παιδιών, μέσα από διαδραστική επικοινωνία ηθοποιών και θεατών, από χιουμοριστικές καταστάσεις και γλωσσοπλαστικά παιχνίδια. Τον αφηγηματικό λόγο εκφράζει πολύ παραστατικά ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο οποίος σύνθεσε και τη μουσική της παράστασης, με τραγούδια γεμάτα μπρίο και ρυθμό. Η σκηνοθετική άποψη του Γιώργου Κοντοπόδη είναι αρκετά ευρηματική και ευφάνταστη, τα σκηνικά της Πόλυς Ζούστη σε παραδοσιακές φόρμες και με λειτουργικά/δημιουργικά στοιχεία, τα κοστούμια του Λέανδρου Ασημακόπουλου έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να είναι πιο φροντισμένα (τουλάχιστο των δίδυμων) και οι χορογραφίες της Μυρτώς Παπαδοπούλου υποτυπώδεις. Τους ρόλους απέδωσαν οι εξής ηθοποιοί: Καλή Καράμπελα (Αριάδνη), Κων/νος Συνετός (Λεωνίδας), Μπιλίβ Κωνσταντοπούλου (μαμά), Αρης Μπουζμπάς (Ζυμαρομπρικάκης), Μαρία Γιαννιώτη (Ζυμαροτηγανούλα) και Γιώργος Κοντοπόδης (μπαμπάς), ο οποίος διακρίθηκε, χωρίς εντυπωσιασμούς στο παίξιμό του, με λιτό τρόπο, αναδεικνύοντας τα όποια υποκριτικά του προσόντα. Αντιθέτως, οι υπόλοιποι ηθοποιοί (ίσως και με σκηνοθετική ευθύνη) ήταν, κατά σημεία, υπερκινητικοί, δημιουργούσαν φασαρία, φώναζαν υπερβολικά, μιλώντας ο ένας πάνω στη φωνή του άλλου.
Η συνωμοσία των λουκουμάδων |
«Η συνωμοσία των λουκουμάδων»
στο θέατρο «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ»
«Εμπρός συνωμότες του λουκουμά. / Κόντρα στης ζωής τα χτυπήματα. / Αυτός που σαν τίγρης εμπρός ορμά / Στη θάλασσα με τα ποιήματα», τραγουδά ο Χρήστος, ένα παιδί της οικουμενικής χαρούμενης και παιχνιδιάρικης παρέας, που με αφορμή τα ληρολογήματα (λίμερικς) του ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη και με όχημα το τεράστιο αερόστατο, που στήθηκε στο παλκοσένικο, ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο (Αθήνα: στο παζάρι, Λασίθι, Ταγγέρη, Ιεροσόλυμα, Λιβύη-Πεκίνο, Πρετόρια, Κάιρο, Κογκό, Βραζιλία, Σάμος, Αθήνα: Καλαμάκι, Ζάππειο). Ο υπερρεαλισμός στην ποίηση έχει εδώ την τιμητική του. Ενα αδιάκοπο παιχνίδι με τις λέξεις, τη φαντασία και το νοηματικά απρόοπτο. Απλά ένα παιχνίδι, με το οποίο τα παιδιά διασκεδάζουν και πόσο μάλλον όταν οι στίχοι παίρνουν θεατρική υπόσταση. Οταν οι ηθοποιοί χορεύουν και τραγουδούν. Πρόκειται για μια μουσικο-θεατρική παράσταση, που παραπέμπει υφολογικά στον Σταμάτη Κραουνάκη, με ευφάνταστη σκηνοθετική γραμμή του Γιώργου Φίλη, ο οποίος έδωσε πνοή στα δρώμενα και ζωντάνεψε τους ανθρώπινους και μη χαρακτήρες των στίχων και το ά-λογο νόημά τους. Εύστοχα ο Κραουνάκης μας μηνά: «Η θάλασσα με τα ποιήματα δίνει πάντα τα καλύτερα ταξίδια».
Πέντε μικρά παιδιά παίζουν και διαβάζουν τα ληρολογήματα του Σεφέρη. Κυριαρχεί μέσα τους η αγωνία για μια κατάρα: Οτι δε θα ξαναφάνε ποτέ λουκουμάδες. Και έτσι αποφασίζουν να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο για να βρούνε το αντίδοτο. Τελικά το βρίσκουν στη Σάμο. Τα μάγια λύνονται και έτσι θα ξαναφάνε λουκουμάδες. Αν και έμαθαν τόσα πράγματα στον κόσμο, συναντήθηκαν με διάφορους ανθρώπους, τελικά κατάλαβαν ότι η ευτυχία μπορεί να βρίσκεται δίπλα τους, μέσα στο μεγαλείο της απλότητας, στην καθημερινότητα. Ολοι οι θεατές της παράστασης στο τέλος της τρώνε ζεστούς μελωμένους λουκουμάδες.
Στο πιάνο παίζει ζωντανά ο Διονύσης Κωστής, συνταξιδιώτης κι αυτός, τη σουρεαλιστική απίθανη σκηνογραφία υπογράφει ο Θεοδόσης Δαυλός, τα τόσα υπέροχα κοστούμια εμπνέεται η Δέσποινα Χειμώνα, τις χορογραφίες διδάσκει με τον αρμόζοντα στην περίσταση τρόπο η Αναστασία Γεωργαλά.
Παίζουν και χορεύουν, ο ένας καλύτερος από τον άλλο, και όλοι μαζί ένα «χάρμα ιδέσθαι», οι: Χρήστος Γεροντίδης, Δημήτρης Ερατεινός, Αναστασία Κατσιναβάκη, Τερέζα Κρητικού, Διονύσης Κωστής, Ελεάνα Παπαχρήστου.