Ο λόγος για την πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση αρχαίων αντικειμένων από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Γεωργίας (Τιφλίδας), με τίτλο «Από τη γη του Χρυσόμαλλου Δέρατος: ταφικοί θησαυροί από την αρχαία Γεωργία», που παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη (Κουμπάρη 1, διάρκεια έως 6/4), με τη φροντίδα της Ειρήνης Παπαγεωργίου (επιμελήτρια των Προϊστορικών, Κλασικών, Αρχαίων και Ρωμαϊκών Συλλογών του Μουσείου Μπενάκη). Η έκθεση περιλαμβάνει, περίπου, 150 πολύτιμα, αντιπροσωπευτικά αντικείμενα - «τεκμήρια» των στρατηγο - πολιτικο - οικονομικών, αλλά και των πολιτισμικών δεσμών και αλληλεπιδράσεων μεταξύ του αρχαιοελληνικού κόσμου και της ευρύτερης περιοχής της αρχαίας Κολχίδας, μεγάλου οικονομικού και θρησκευτικού κέντρου, που προστατευόταν από τείχη και καταστράφηκε τον 1ο π. Χ. αιώνα. Οι προαναφερόμενες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των δύο λαών είναι ολοφάνερες - θεματολογικά και μορφολογικά - ιδιαίτερα στην τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας. Χαρακτηριστικό, λ.χ, είναι το χρυσό δαχτυλίδι - σφραγίδα, χρονολογούμενο μεταξύ 325 - 300 π. Χ., που φέρει την ελληνική επιγραφή «ΔΕΔΑΤΟΣ» και βρέθηκε σε τάφο πολεμιστή. Τα περισσότερα από τα εκτιθέμενα αντικείμενα βρέθηκαν σε ιερά κτίρια και τάφους του 5ου και 4ου π. Χ., που περιείχαν πλούτο κτερισμάτων (χρυσά, ασημένια, χάλκινα, κεραμικά, κ.ά.), που καταδεικνύουν και την υιοθέτηση ελληνικών ταφικών εθίμων αλλά και θεοτήτων (λ.χ. βρέθηκαν χάλκινα γλυπτά εξαρτήματα με τη μορφή Πάνα, Σατύρου, Μαινάδας, πήλινη μήτρα για την κατασκευή κεφαλής Σιληνού, ειδώλιο Σατύρου, χάλκινο αγαλματίδιο της φτερωτής θεάς Νίκης, κ.ά.). Οι νεκροί της άρχουσας τάξης θάβονταν ντυμένοι με νεκρικό ένδυμα και στολισμένοι με πολλά βαρύτιμα χρυσά κοσμήματα και περιτριγυρισμένοι με διάφορα εντυπωσιακά διακοσμητικά κτερίσματα (από την Αττική αλλά και από άλλες πόλεις της Μαύρης Θάλασσας και της Περσίας).
Το «χρυσόμαλλο δέρας», λοιπόν, που άρπαξαν οι Αργοναύτες, με τη βοήθεια της ερωτοπλανεμένης από τον Θεσσαλό Ιάσονα, Μήδειας (κόρης του βασιλιά της Κολχίδας, Αιήτη), προς όφελος των ελληνικών πόλεων - κρατών, ήταν χρυσάφι, και όχι μόνον. Αυτή η αρπακτική εκστρατεία άνοιξε το δρόμο και για την εμπορικο - οικονομικο - στρατιωτική εισχώρηση των Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολής, τους επόμενους αιώνες, ιδίως στους ελληνιστικούς χρόνους, καθώς η Κολχίδα γειτόνευε με τις αυτοκρατορίες των Ασσυρίων και της Περσίας και τους Σκύθες και προστατευμένη από τα όρη του Καυκάσου, εξασφάλιζε ένα «δρόμο» προς την κεντρική Ασία και την Ινδία.