Σάββατο 3 Γενάρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Ο γέρος με τα δανεικά

«

Ο Αντωνάκης! Ρε καλώς τον Αντωνάκη!» αναφώνησε σύμπασα η ομήγυρις στον καφενέ σαν άνοιξε η πόρτα και μπήκε, λίγο θωπεύοντας, ο γέροντας με τ' άσπρα μαλλιά, τα χοντρά γυαλιά και τη μαύρη τραγιάσκα. Εδειχνε πάνω από 75 χρόνων, αλλά γιατί η ομήγυρις τον προσφώνησε «Αντωνάκη» - σα να 'τανε παιδάκι - αυτό είναι θέμα της παρέας.

Ο Αντωνάκης, το λοιπόν, καλημέρισε και ευχήθηκε «χρόνια πολλά», καθότι ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων. Κι είχε τρεις μήνες να φανεί στον καφενέ, γι' αυτό κι εκδηλώθηκαν ομόθυμα τα αισθήματα χαράς.

-- Ρε Αντωνάκη δε μας χαιρετάς! του 'πε ο πρώτος αριστερά, τείνοντας το χέρι για «χρόνια πολλά».

-- Δε βλέπω καλά ρε παιδιά, απάντησε ο Αντωνάκης και εξήγησε τις περιπέτειες με την υγεία του. Εκανε εγχείρηση στα μάτια. Τρεις ώρες στο χειρουργείο, και τώρα δεν έχει αποκατασταθεί πλήρως η όρασή του.

-- Δεν είμαι καλά, ρε παιδιά! έλεγε ο Αντωνάκης, καθώς μοίραζε χαιρετούρες που τις συνόδευε με ευχές.

Ενας νεαρός από το βάθος - δίπλα στην πράσινη τσόχα - του φώναξε:

-- Ρε Αντωνάκη, θα παίξουμε, μέρες που είναι τώρα, κανένα «εικοσιένα»;

-- Εδώ και σένα θαμπά σε βλέπω, πώς να ξεχωρίσω τον άσσο; τ' απάντησε με χωρατό ο Αντωνάκης.

-- Ολα τ' άλλα ζωτικά όργανα, πώς πάνε; τον ρώτησε με νόημα ο νεαρός, που φιλήθηκαν σταυρωτά σαν παπάδες, αποκαλύπτοντας πως ήταν ιεροί υπηρέτες της τράπουλας.

-- Ολο και κάτι γίνεται! είπε ο Αντωνάκης.

-- Δεν πειράζει Αντωνάκη μου. Τώρα θα τα κάνεις όλα στα τυφλά! αστειεύτηκε και πάλι ο νεαρός.

Αφού χαιρέτισε όλους τους θαμώνες, ο Αντωνάκης έφθασε και στον καφετζή που βρισκόταν πίσω απ' το μπαράκι του. Ενας απ' τους θαμώνες τού πρόσφερε τσιγάρο κι ο άλλος του άνοιξε το κουτί με τους κουραμπιέδες, καθότι το κατάστημα κερνούσε.

-- Θα πάρω έναν κουραμπιέ, είπε ο Αντωνάκης.

Ο καφετζής τον χαιρέτησε ολόθερμα και στήθηκε μούρη με μούρη. Τότε ο Αντωνάκης, άπλωσε στη μέσα τσέπη του σακακιού του κι έβγαλε κάμποσα πενηντάρικα ευρώ και τα 'δωσε στον καφετζή, ο οποίος τα 'βαλε - χωρίς να τα κοιτάξει - στην τσέπη του. Φαίνεται, δηλαδή, πως ο Αντωνάκης θα 'ταν μπεσαλής στις συναλλαγές του.

-- Ηρθε ο Αϊ-Βασίλης κι ήταν σερνικός, τον πείραξε κάποιος, εννοώντας προφανώς πως μαζί με τη σύνταξη πήρε και το δώρο, αλλά ο Αντωνάκης δεν είπε τίποτε.

Ο Αντωνάκης κάπνισε το τσιγάρο του και έφυγε, αφήνοντας πίσω του χαιρετούρες και ευχές.

Είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ, μου εξήγησε ο καφετζής, όταν αργότερα τον ρώτησα για τον Αντωνάκη.

-- Και ξεπλέρωσε τα βερεσέδικά του; ρώτησα ξανά.

-- Οχι. Μου επέστρεψε τα δανεικά.

Παλιός οικοδόμος ο Αντωνάκης. Συνταξιοδοτήθηκε με τα λεγόμενα «υπέρ αγνώστων» ένσημα. Και παίρνει - συμπεριλαμβανομένης και της επικουρικής σύνταξης - 640 ευρώ το μήνα. Δούλεψε και σαν εργολάβος - κι ούτε θυμάται πόσες πολυκατοικίες έχτισε - μα δικό του κεραμίδι δεν απόκτησε.

Ετσι κατάντησαν τη γενιά που έχτισε τη μεταπολεμική κατεστραμμένη Ελλάδα. Αφού ξόδεψε τη ζωή της στη δουλειά με μεροκάματα πείνας, τώρα κάνει τα τελευταία βήματά της με δανεικά!

Φτου σας, αγύρτες υποτακτικοί της εξουσίας.


Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ